Δυστυχώς, η αλήθεια είναι πως η Αθήνα είναι μια πόλη μάλλον αφημένη στην τύχη της από τις Αρχές σε ό,τι αφορά τις οδικές μετακινήσεις και καθόλου φιλική προς τους πεζούς. Η άναρχη και παράνομη στάθμευση αυτοκινήτων και μηχανών σπανίως τιμωρείται, οι σημάνσεις και οι διαγραμμίσεις δεν γίνονται σεβαστές, η κυκλοφορία τροχοφόρων στο πεζοδρόμιο δεν εκπλήσσει κανέναν.
Οι ευσυνείδητοι οδηγοί οχημάτων και οι δύσμοιροι πεζοί οφείλουν να είναι διαρκώς σε εγρήγορση και να υπολογίζουν όλους τους πιθανούς και απίθανους αστάθμητους παράγοντες αν δεν θέλουν είτε να εμπλακούν σε ατύχημα είτε να παρασυρθούν και να τους κλάψουν πριν από την ώρα τους. Τα χρόνια εξάσκησης στα ανώμαλα και γεμάτα λακκούβες οδοστρώματα της πρωτεύουσας έχουν προικίσει με μια έκτη αίσθηση όσους κυκλοφορούν μέρα και νύχτα, ώστε να αποφεύγουν τις «στραβές».
Ας ξεκινήσουμε από την προφανή τους άγνοια ή αδιαφορία για το γεγονός ότι ο ΚΟΚ ισχύει για το ποδήλατο, όπως ακριβώς και για τα υπόλοιπα οχήματα.
Ο κάγκουρας με το χαμηλωμένο αμάξι και τη μουσική τέρμα στο στερεοφωνικό ξέρεις ότι θα σε προσπεράσει από δεξιά και αν πλησιάζετε σε φανάρι, πάντα θα γκαζώσει όσο τον παίρνει για να το προλάβει. Ο ηλικιωμένος στη μεσαία λωρίδα θα πηγαίνει σταθερά με 20 χλμ./ώρα στην άδεια Σταδίου καταμεσήμερο Αυγούστου και θα κοκαλώσει το αμάξι την ώρα που στρίβει για να απαντήσει στο κινητό, ο ντελιβεράς θα βγει με μαγικό τρόπο την τελευταία στιγμή από τις συμπληγάδες των τρόλεϊ και η ερωτευμένη πεζή θα ακούσει σαν από όνειρο την κόρνα του ταξιτζή, αποφεύγοντας έτσι να βρεθεί κάτω από τις ρόδες του στη διάβαση.
Αυτή η άκομψη στη λύση της, αλλά υποτυπωδώς λειτουργική εξίσωση τα τελευταία χρόνια έχει διαταραχθεί τα μάλα από την έλευση μιας νέας μεταβλητής στο αθηναϊκό οικοσύστημα, τους ποδηλάτες. Θες τα ευρωπαϊκά πρότυπα, θες η κρίση και η τιμή της βενζίνης, θες η νέα ροπή προς ένα πιο υγιεινό lifestyle, ολοένα και περισσότεροι κάτοικοι της πόλης αποφάσισαν να βάλουν στη ζωή τους έναν εναλλακτικό τρόπο μετακίνησης.
Σε μια κανονική πόλη με νομοταγείς και συνειδητοποιημένους ποδηλάτες η τάση αυτή θα χαιρετιζόταν ως κάτι θετικό τόσο για το περιβάλλον όσο και για το κυκλοφοριακό ζήτημα, θα βοηθούσε να αποσυμφορηθούν οι δρόμοι και όλοι όσοι διασταυρώνονταν στον δρόμο με ποδηλάτες θα τους καμάρωναν και θα ενθάρρυναν την επιλογή τους. Αμ, δε.
Γιατί στην έκφραση «Έλληνες ποδηλάτες» η λέξη-κλειδί είναι «Έλληνες» και όχι «ποδηλάτες». Έτσι, λοιπόν, αντί να αποτελέσουν μέρος της λύσης, έχουν καταστεί μείζον πρόβλημα και για τους πεζούς και για όσους δεν οδηγούν με τη φαντασίωση ότι παίζουν στο Death Race 2000. Ας ξεκινήσουμε από την προφανή τους άγνοια ή αδιαφορία για το γεγονός ότι ο ΚΟΚ ισχύει για το ποδήλατο όπως ακριβώς και για τα υπόλοιπα οχήματα.
Τα σήματα και οι προτεραιότητες φαίνεται πως είναι κάτι που δεν τους αφορά καθόλου. Εδώ οφείλουμε να πούμε ότι οι ποδηλάτες δείχνουν έναν σχετικό σεβασμό στην περίπτωση του κόκκινου σηματοδότη, αλλά κι αυτό μόνο στις μεγάλες οδικές αρτηρίες. Αν οδηγείτε το όχημά σας σε στενάκια, ετοιμαστείτε να περάσουν σφαίρα από μπροστά σας, γιατί το να σταματάνε και να κρατιούνται από το καγκελάκι του Αβραμόπουλου ή να ισορροπούν με κοφτές πεταλιές μπρος πίσω είναι ζόρι και χαλάει και το στυλ. Εξίσου ανέμελα προχωράνε σε ελιγμούς χωρίς καν να μπούνε στον κόπο να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους προειδοποιητικά.
Μπορεί η χρήση του φλας να θεωρείται προαιρετική από πλείστους άλλους χρήστες του δρόμου, αλλά εκείνοι τυγχάνει να έχουν ένα πλεονέκτημα που προστατεύει τόσο τους ίδιους μέσα στην ανευθυνότητά τους όσο και τους άλλους: τον ήχο του κινητήρα και τον όγκο των οχημάτων τους. Οι οδηγοί ταξί, για παράδειγμα, πάρα πολύ συχνά αλλάζουν λωρίδες αστραπιαία για να ψαρέψουν πελάτες, θέτοντας σε κίνδυνο τους υπόλοιπους οδηγούς, αλλά τόσο ο θόρυβος όσο και το εκτυφλωτικό κίτρινο χρώμα του αμαξώματος λειτουργεί προειδοποιητικά, έστω και άθελά τους.
Τα ποδήλατα, όταν κάνουν σφήνες, θυμίζουν επιθέσεις νίντζα: είναι αθόρυβα και δεν ξέρεις από πού θα σου έρθουν, καθώς το ιδιαίτερα λεπτό προφίλ τους κρύβεται εύκολα στο τυφλό σημείο των καθρεφτών. Οι καθρέφτες είναι επίσης ένα αξεσουάρ που μάλλον θεωρούν απαραίτητο μόνο αν κάποιος θέλει να βάλει κραγιόν ή να φτιάξει το μαλλί που πατικώθηκε από το κράνος. Ίσως γι' αυτό στη συντριπτική τους πλειονότητα δεν φοράνε ούτε κράνος (ή μιμούνται τους μηχανοκίνητους δικυκλιστές που κατέχουν τα σκήπτρα σε αυτό).
Επίσης, οι ποδηλάτες στην Αθήνα, για κάποιον λόγο που ποτέ δεν θα καταλάβω, αμελούν επιδεικτικά να φορούν ανακλαστήρες στα πανωφόρια τους, ακόμα και τη νύχτα. Πάντα θα θυμάμαι την κοπέλα με total black look πάνω σε κατάμαυρο ποδήλατο χωρίς φώτα που πετάχτηκε βράδυ Σαββάτου μπροστά μου από δρομάκι στη Μιχαλακοπούλου. Το καρδιοχτύπι μου που στο τσακ δεν τη χτύπησα ήταν ασύλληπτο, ενώ εκείνη συνέχισε να ποδηλατεί νωχελικά και μοιραία.
Όμως δεν κοψοχολιάζουν μόνο τους οδηγούς. Οι πανταχού βαλλόμενοι πεζοί έχουν αποκτήσει ακόμα μία νέμεση στο πρόσωπό τους. Σαν να μην έφτανε το ότι οι πεζόδρομοι αποτελούν άτυπα υπαίθρια πάρκινγκ, ιδιαίτερα στο κέντρο της Αθήνας, και που οι μοτοσικλετιστές «γλιτώνουν» την κίνηση ανεβαίνοντας στα στενά πεζοδρομιάκια της, οι ποδηλάτες επιθυμούν να απολαμβάνουν the best of both worlds: και την ταχύτητα και ευκολία της εφεύρεσης του τροχού και τα ελάχιστα προνόμια των πεζών.
Στο Άμστερνταμ ή στα Τρίκαλα η μετακίνηση με ποδήλατο είναι πράγματι μια επωφελής επιλογή, στην Αθήνα όμως όχι.
Όπου τους βολεύει κυκλοφορούν ανάμεσά τους, χωρίς να ενδιαφέρονται για το αν οι ηλικιωμένοι ή άλλοι άνθρωποι με δυσχέρεια στην κίνηση νιώθουν να απειλούνται από την τελείως διαφορετική ταχύτητα και τον διαφορετικό μηχανισμό κίνησης του ποδηλάτου σε σύγκριση με το βάδισμα. Δυστυχώς, στην πόλη αυτή ακόμα και τα παιδάκια έχουν αναπτύξει αντανακλαστικά προφύλαξης όταν ακούνε κοντά τους μηχανάκι, ακόμα κι αν περπατάνε στο πεζοδρόμιο. Τα ποδήλατα όμως δεν ακούγονται.
Επίσης, είναι ειρωνικό το ότι εκείνοι που επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν αυτό το εναλλακτικό μέσο μεταφοράς για να ξεφύγουν από τον εφιάλτη της κίνησης συχνά πυκνά διοργανώνουν ποδηλατοδρομίες στην καρδιά της πόλης, προκαλώντας κυκλοφοριακή συμφόρηση εξαιτίας των ρυθμίσεων που απαιτούνται για να κάνουν τη βόλτα τους. Όποιοι έχουν τύχει να περιμένουν γωνία Ακαδημίας και Χ. Τρικούπη ή σε άλλα σημεία της Αθήνας 4-5 φανάρια για να περάσουν άπαντες οι συμμετέχοντες στην ποδηλατοβόλτα Παρασκευή βράδυ, ακούγοντας και ειρωνείες από τους «οδηγούς» της βόλτας με τα φωτάκια, ξέρουν καλά σε τι αναφέρομαι. Γιατί δεν φτάνουν όλοι οι άλλοι λόγοι που οι κάτοικοι του κέντρου ταλαιπωρούνται τις εργάσιμες ημέρες και ώρες.
Το πρόβλημα προφανώς και δεν είναι αυτό το ευγενές μέσο μετακίνησης αλλά η νοοτροπία που συνοδεύει τους νεοφώτιστους ποδηλάτες, που, σε συνδυασμό με τις ανύπαρκτες υποδομές στην Αθήνα, δημιουργούν εν τέλει ιδιαίτερα επικίνδυνες συνθήκες πρωτίστως για τους ίδιους αλλά και για όσους μοιράζονται την άσφαλτο και τα πλακόστρωτα μαζί τους. Στο Άμστερνταμ ή στα Τρίκαλα η μετακίνηση με ποδήλατο είναι πράγματι μια επωφελής επιλογή, στην Αθήνα όμως όχι.