Μία στο τόσο, σε αυτήν τη στήλη, κυρίως όταν δεν έχω τρομερή έμπνευση ή κάποιο συγκεκριμένο θέμα, θα γράφω γι' αυτό που μου συμβαίνει ακριβώς εκείνη τη στιγμή, ό,τι και αν είναι αυτό, πράγμα ίσως κάπως βαρετό για τον υπόλοιπο κόσμο, ίσως και ενδιαφέρον, αφού το τι αρέσει στον καθένα είναι αρκετά απρόβλεπτο. Εκτός αν μιλάμε για τη Μόνικα Μπελούτσι ή τον Τζόνι Ντεπ που σε γενικές γραμμές αρέσουν σε όλους, εκτός από αυτούς που δεν τους αρέσει η ομορφιά, πράγμα κάπως όκγουορντ, που λέει κι ένας φίλος.
Είναι Δευτέρα, 9 παρά τέταρτο το βράδυ και είμαι μέσα σε ένα αεροπλάνο που κατευθύνεται προς τη Νέα Υόρκη. Το μόνο αξιοσημείωτο που έχω να πω για την πτήση είναι μια διαπίστωση που έκανε η Μαρία, που ταξιδεύει μαζί μου, για το φαγητό των αεροπλάνων, η οποία επιβεβαιώθηκε με το που ήρθε ο δίσκος. Τα τρώμε όλα, ρε, στο αεροπλάνο, αν τρωγόντουσαν και τα μαχαιροπίρουνα, θα τα τρώγαμε κι αυτά.
Το αεροπλάνο σκοτεινό, ο κόσμος κοιμάται ή βλέπει ταινίες ή σκέφτεται όκγουορντ πράγματα, όπως «λες να ξέχασα τον θερμοσίφωνα;» ή «πώς να είναι το τσίκεν μασάλα στη Νέα Υόρκη;»
Μπορεί να είναι ότι είναι μικρές οι ποσότητες, μπορεί να είναι ότι λόγω του ύψους στο οποίο βρισκόμαστε συμβαίνει κάτι όκγουορντ, που λέει κι ένας φίλος, με το οξυγόνο ή με την ατμοσφαιρική πίεση και πεινάμε περισσότερο ή μπορεί να είναι και αυτό στο οποίο τελικά καταλήξαμε. Ότι ενδομύχως όλοι μας, έστω στο πίσω μέρος του μυαλού μας, έχουμε μια απειροελάχιστη φοβία ότι μπορεί να πέσει το αεροπλάνο και τότε αυτό ίσως και να είναι το τελευταίο μας γεύμα και ποιος αφήνει μια τελευταία μπουκίτσα, αν ξέρει ότι το επόμενο πράγμα που θα φάει θα είναι μετά τη μετεμψύχωση και αν σου κάτσει στραβά και επανέλθεις ως κάποιο όκγουορντ ζώο μπορεί το επόμενο γεύμα να είναι και αυτό αρκετά όκγουορντ.
Ήρθε, λοιπόν, ο υπερβολικά κεφάτος steward και μας είπε ότι έχει μόνο ψάρι, γιατί το κοτόπουλο δεν είναι πια μαζί μας. Εμείς, έχοντας ήδη φάει έναν σκασμό λίγη ώρα πριν στο αεροδρόμιο, αποδεχτήκαμε την τραγική αυτή εξέλιξη και αρχίσαμε να τρώμε ένα περίεργο πράγμα, κάπως όκγουορντ, που λέει κι ένας φίλος, με απογοητευτική όψη και γεύση ψαριού. Σε αυτό το σημείο, λοιπόν, μπαίνουν τα τύμπανα και ξεκινάει μια χωρίς ανάσα περιγραφή. Αφού κατατρόπωσα το ψάρι, έφαγα όλη τη σαλάτα, μετά πήρα το ψωμάκι, έβαλα πάνω λίγο βούτυρο και από πάνω το τυρί. Και όσο τυρί περίσσεψε μπήκε πάνω στα δύο κρακεράκια γιατί, όπως και να το κάνουμε, κρίμα να περισσέψει το καημένο το τυράκι. Μετά κοιτάω στον δίσκο και τι να δω; Ένα γλυκό. Ε, το έφαγα κι αυτό, αν και ήταν κάπως χάλια. Μετά ήπια όλη την κόκα-κόλα και αφού την τελείωσα, ήπια και όλο το νερό. Μετά μια μπίρα που είχα ζητήσει ταυτόχρονα με την κόκα-κόλα και αφού δεν είχε περισσέψει απολύτως τίποτα στον δίσκο, περνάει ο υπερβολικά κεφάτος steward και λέει «coffee?». «Ναι, ρε αρρώστια, φέρε και coffee», η ζωή είναι πολύ μικρή για να λέμε όχι σε τέτοιες προτάσεις από υπερβολικά κεφάτους stewards.
Πάμε παρακάτω. Η Μαρία δίπλα μου, ο Φάνης παραδίπλα μου. Ο Λάμπρος μας άφησε στο αεροδρόμιο και θα τρέχει αυτή την εβδομάδα τις δουλειές του γραφείου. Εμείς οι τέσσερις προς το παρόν είμαστε η ομάδα ενός νέου ντοκιμαντέρ για το οποίο ακόμα δεν μπορούμε να πούμε πολλά, καθώς χτίζεται κομμάτι-κομμάτι και είμαστε ακόμα στην αρχή. Το αεροπλάνο σκοτεινό, ο κόσμος κοιμάται ή βλέπει ταινίες ή σκέφτεται όκγουορντ πράγματα, όπως «λες να ξέχασα τον θερμοσίφωνα;» ή «πώς να είναι το τσίκεν μασάλα στη Νέα Υόρκη;», υπόθεση που στηρίζεται στο ότι η πλειονότητα των συνταξιδιωτών μας είναι από την Ινδία και αυτό το σχόλιο ίσως να ξεπέρασε τα όρια του πολιτικά ορθού, όρια τα οποία έχουν κατέβει αρκετά χαμηλά τον τελευταίο καιρό, αλλά αυτό είναι μεγάλη κουβέντα, την οποία δεν μπορούμε να κάνουμε εδώ ούτε κάπου αλλού, εκτός αν μια μέρα βρεθούμε κάπου τυχαία και μου πείτε, «ρε Αντρέα, έλα να κάνουμε αυτή την κουβέντα», πράγμα κάπως όκγουορντ, που λέει κι ένας φίλος.
Και αυτή είναι η ώρα που θα μπορούσε να μπει λίγη συγκίνηση στο άρθρο, να αρχίσω να λέω για ανθρώπους που ταξιδεύουν μαζί μας και τι ζωές να ζούνε και πότε να χωρίσανε, πότε να ερωτεύτηκαν τελευταία φορά και πόσο μόνοι να είναι πλάι στη σύζυγο ή τον σύζυγό τους, αλλά η αλήθεια είναι ότι έχω φάει και πιει τόσο πολύ, που το συναισθηματικό μέρος του εγκεφάλου έχει μπλοκάρει μάλλον από κάποια παρενέργεια που προκάλεσαν όλα αυτά τα πράγματα που χωρίς ιδιαίτερο λόγο έφαγα.
Και καθώς πλησιάζουμε προς την ολοκλήρωση ενός ακόμα «sweet nothing», με έπιασε ξαφνικά μια ανησυχία, αφού μετά από 5 άρθρα δεν έχω πει ακόμα τίποτα σημαντικό. Ίσως την επόμενη εβδομάδα τα καταφέρω, αν και μου δίνω ελάχιστες πιθανότητες, γνωρίζοντας τον εαυτό μου και την αγάπη που τρέφω στα μη σημαντικά πράγματα. Αυτά που αν τα βάλεις όλα μαζί, δίπλα δίπλα, κάνουν καμιά φορά κάτι μεγάλο ή κάτι που στον καθένα μπορεί να φαίνεται σημαντικό, όμως τις περισσότερες φορές δεν κάνουν τίποτα, παραμένουν μικρές, ασήμαντες στιγμές, μικροί ήρωες στον κόσμο των μεγάλων πραγμάτων.
σχόλια