Στο άρθρο του περιοδικού φιλοξενούνται μαρτυρίες γυναικών όπως η 24χρονη καθηγήτρια Αγγλικών η οποία λέει χαρακτηριστικά ότι δεν μπορεί να θυμηθεί τη στιγμή που έγινε η ψυχοθεραπεύτρια του φίλου της, θυμάται όμως πολύ καλά πώς η ίδια αναγκάστηκε να παραμελήσει τις δικές της ανάγκες για να του «στέκεται» διαρκώς, μέχρι που κατέρρευσε η ίδια και έπρεπε να νοσηλευτεί:
«Συζητούσαμε διαρκώς αποκλειστικά για τα σχέδια και τις φιλοδοξίες του, κι εγώ όφειλα να επικυρώνω τις απόψεις του και να υποστηρίζω πλήρως την καριέρα του. Έπαιζα σε 24ωρη βάση το ρόλο του συναισθηματικού γκουρού του επειδή ο ίδιος φοβόταν να αποδεχτεί τα συναισθήματά του».
Εκείνος αρνιόταν να μιλήσει σε άντρες φίλους του ή σε κανονικό ψυχοθεραπευτή και διαρκώς βρισκόταν σε μια έντονα αμφίθυμη διάθεση με τακτικές εκρήξεις θυμού. Χώρισαν οριστικά μετά από τρία χρόνια σχέσης, όταν η εξάντληση και το άγχος την έστειλαν στο νοσοκομείο και ο φίλος της ήταν «πολύ απασχολημένος» και δεν πρόλαβε να την επισκεφτεί.
Οι άντρες καλούνται πλέον να αναλογιστούν όχι μόνο το βεβαρημένο παρελθόν τους αλλά ποιοι ακριβώς θέλουν να είναι στο πλαίσιο μιας σχέσης, αφού κατανοήσουν ότι εσωτερικά δεν είναι όσο δυνατοί και συμπαγείς νομίζουν ότι είναι.
Για πολλές γενιές, οι άντρες έχουν διδαχτεί να απορρίπτουν συναισθηματικά χαρακτηριστικά όπως η τρυφερότητα και η ευαισθησία με συνέπεια να μη διαθέτουν τα απαραίτητα εργαλεία για να διαχειριστούν την εσωτερικευμένη οργή και απογοήτευσή τους. Παράλληλα, η εικόνα της γυναίκας ως σωτήρα, όπως και η αναζήτηση του άνδρα που κρύβεται στο κτήνος, εξακολουθούν να ρομαντικοποιούνται στην οθόνη, μικρή και μεγάλη.
Και καθώς οι σύγχρονες σχέσεις συνεχίζουν να ασκούν πίεση στη «μία» να είναι «μία και μοναδική» (όπου οι άντρες βάζουν τις γυναίκες ή τις κοπέλες τους να παίζουν συγχρόνως τους ρόλους καλύτερης φίλης, ερωμένης, συμβούλου καριέρας, στυλίστριας, γραμματέως, συναισθηματικής μαζορέτας, μαμάς και εν τέλει ψυχοθεραπεύτριας σε διαρκή εφημερία και χωρίς την αμοιβή των 100 ευρώ ανά ώρα), αυτή η μορφή «συναισθηματικής χρυσοθηρίας» στην οποία αναλώνονται δεν είναι μόνο επιζήμια για τους ίδιους τους άντρες, είναι εντελώς εξουθενωτική για μια ολόκληρη γενιά γυναικών.
Το θέμα είναι ότι οι περισσότεροι άντρες δεν κάνουν τον κόπο να διατηρήσουν τις φιλίες τους μόλις παντρευτούν. Όπως λέει και μια άλλη από τις γυναίκες που μιλάνε στο άρθρο, «οι συνάδελφοί του από τη δουλειά είναι οι μόνοι άλλοι άνθρωποι εκτός από μένα που μιλάει ο άντρας μου...». «Όταν κάποιοι από αυτούς τους άντρες πάρουν σύνταξη, απαιτούν από τις γυναίκες τους να είναι η αποκλειστική τους πηγή ψυχαγωγίας» συμπληρώνει. «Καμιά φορά έχω την αίσθηση ότι οι γυναίκες στην ηλικία της μάνας μου περιμένουν να πεθάνουν οι άντρες τους για να ξεκινήσουν επιτέλους τη δική τους προσωπική ζωή. Κάθε τόσο την ακούω να μου λέει 'πέθανε ο τάδε' και λίγο καιρό μετά μαθαίνουμε ότι η χήρα του έφυγε για κρουαζιέρα με τις φίλες της...».
Η επόμενη αντίληψη που συνδέει την αναζήτηση ψυχοθεραπείας με μια μορφή αδυναμίας έχει συντελέσει βαθιά στη δημιουργία μιας γενιάς αντρών που υποφέρουν από συμπτώματα όπως θυμός, ευερεθιστότητα και επιθετικότητα, επειδή όχι μόνο είναι πολύ λιγότερο πιθανό απ' ότι οι γυναίκες να στραφούν στη θεραπεία, αλλά ακόμα κι όταν επιτέλους το κάνουν, δυσκολεύονται να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Αυτή η δυσχέρεια είναι τόσο κοινή ώστε υπάρχει πλέον και ο σχετικός τεχνικός όρος: «κανονιστική ανδρική αλεξιθυμία».
Κάποιοι άντρες πάντως έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν πόσο σημαντικό είναι να επαναπροσδιορίσουν το τι σημαίνει να είναι κάποιος «καλός» άντρας με τις γυναίκες στη ζωή του. Οι άντρες καλούνται πλέον να αναλογιστούν όχι μόνο το βεβαρημένο παρελθόν τους αλλά ποιοι ακριβώς θέλουν να είναι στο πλαίσιο μιας σχέσης, αφού κατανοήσουν ότι εσωτερικά δεν είναι όσο δυνατοί και συμπαγείς νομίζουν ότι είναι...
Με στοιχεία από το άρθρο της συγγραφέως και κωμικού Melanie Hamlett με τίτλο "Men Have No Friends and Women Bear the Burden" που δημοσιεύτηκε στο Harper's Bazaar