Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου, διευθυντής του Μουσείου Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου και επιστημονικός υπεύθυνος για τις ανασκαφές του απολιθωμένου δάσους, Νίκος Ζούρος, δεν μπορεί να κρύψει τον ενθουσιασμό του για τη νέα ανακάλυψη ενός απολιθωμένου δέντρου που βρέθηκε ολόκληρο, με τις ρίζες, τα κλαδιά και τα φύλλα του –το πρώτο στη διάρκεια της 25ετούς ανασκαφικής έρευνας και δραστηριότητάς του–, και τον μοιράζεται με την ομάδα των 35 συνεργατών του μουσείου που ανασκάπτουν το μέρος που συνδέει την Καλλονή με το Σίγρι.
«Κάθε φορά, με αγωνία αποκαλύπτουμε κάθε κορμό, γιατί δεν ξέρουμε τι θα βρούμε, αλλά αυτή η ανακάλυψη –λίγο πριν από την Πρωτοχρονιά– ήταν ευτυχής αφού βρήκαμε ένα ολόκληρο δέντρο. Από τη στιγμή που εμφανίστηκε ένα πολύ μικρό κομμάτι στη διάρκεια των εργασιών της νέας ασφαλτόστρωσης του οδικού άξονα μέχρι που ολοκληρώθηκε και είδαμε όλο το δέντρο, δεν το πιστεύαμε» λέει ο κ. Ζούρος.
«Ήταν τυχαίος, αναπάντεχος και απρόσμενος ο τρόπος που μας φανερώθηκε το πιο σημαντικό κομμάτι της ανασκαφής. Πρόκειται για ένα πελώριο δέντρο, με μήκος 19,5 μέτρα, με τα κλαδιά του, τις ρίζες του πάνω σε έναν ορίζοντα με φύλλα, τα φύλλα του ίδιου του δέντρου. Είναι η πρώτη φορά που έχουμε ένα ολόκληρο απολιθωμένο δέντρο στη θέση του, να είναι πεσμένο στο έδαφος, αλλά διατηρημένο σε πάρα πολύ καλή κατάσταση. Οι πρώτες ενδείξεις φανερώνουν ένα καρποφόρο δέντρο. Μέχρι τώρα έχει μεταφερθεί σε μια διπλανή θέση με ασφάλεια και έπονται οι διαδικασίες αναγνώρισης που θα ολοκληρωθούν όταν αποκαλυφθεί το δέντρο κάτω από τον νάρθηκα που έχει μπει για να προστατεύεται η συντήρηση και η μελέτη του απολιθωμένου ξύλου».
Στα 25 χρόνια των ανασκαφών περισσότερα από 15.000 ευρήματα έχουν έρθει στο φως, ένας πλούτος εντυπωσιακός και πρωτοφανής.
Η συγκεκριμένη ανασκαφή που έχει ξεκινήσει από το φθινόπωρο του 2013 είναι μια μεγάλη σωστική ανασκαφή που ακολουθεί τα έργα κατασκευής του νέου οδικού άξονα Καλλονής - Σιγρίου και στο πλαίσιο αυτού του έργου ανακαλύφθηκαν πάρα πολλά σημαντικά απολιθώματα, ειδικά την τελευταία περίοδο.
«Ποτέ άλλοτε δεν είχαμε τόσο σημαντικά ευρήματα», μας λέει ο κ. Ζούρος που τον βρίσκουμε στην ανασκαφή, «όσο τη φετινή περίοδο, το φετινό φθινόπωρο και τον χειμώνα. Η συγκεκριμένη ανασκαφή έχει μήκος 20 χιλιόμετρα, διασχίζει όλη την περιοχή του απολιθωμένου δάσους ακολουθώντας τον παλιό δρόμο που διευρύνεται αυτήν τη στιγμή για να διευκολυνθεί η κίνηση των ανθρώπων προς το λιμάνι του Σιγρίου και κατά μήκος, κατά τη διάρκεια αυτής της ανασκαφής, βρέθηκαν πάρα πολύ σημαντικά ευρήματα, πολλά από τα οποία έχουν διατηρηθεί στις φυσικές τους θέσεις. Με το υπουργείο Δημοσίων Έργων συνεργαστήκαμε στενά και μπορέσαμε να διατηρήσουμε τις θέσεις όπου βρέθηκαν τα ευρήματα και ελπίζουμε ότι σύντομα θα γίνουν επισκέψιμες στο κοινό».
Το Απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου, σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα που το προστατεύει, είναι 150 χιλιάδες στρέμματα, όμως η έκτασή του είναι πολύ μεγαλύτερη. «Πρέπει να ξεπερνά τα 350 χιλιάδες στρέμματα στην ευρύτερη περιοχή της δυτικής Λέσβου, σχεδόν το ένα τρίτο της Λέσβου περιλαμβάνει απολιθώματα» λέει ο κ. Ζούρος.
Ήδη κατά μήκος αυτού του άξονα έχουν βρεθεί 15 θέσεις με απολιθώματα, με το λοκντάουν να «ευνοεί» τις εργασίες, αφού όλο το τεχνικό και επιστημονικό προσωπικό του μουσείου, που είναι εδώ και μήνες κλειστό, μεταφέρθηκε στην ανασκαφή και με μεγάλο πάθος, έναν πολύ δύσκολο χειμώνα, επικεντρώθηκε στα σημαντικά ευρήματα που έρχονται στο φως για πρώτη φορά και αποδεικνύουν πόσο μοναδικό είναι σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο το απολιθωμένο δάσος της Λέσβου.
Εκτός από το απολιθωμένο δέντρο που βρέθηκε με τα φύλλα και τα κλαδιά του, οι άνθρωποι του μουσείου βρέθηκαν μπροστά σε μια ακόμα θέση που περιλαμβάνει μια πολύ μεγάλη συγκέντρωση ευρημάτων, με περισσότερους από 160 απολιθωμένους κορμούς τον ένα πάνω στον άλλον, να αποτελούν μια μοναδική εικόνα καταστροφής του δάσους, λόγω των ηφαιστειακών εκρήξεων που οδήγησαν στην απολίθωσή του.
Στα 25 χρόνια των ανασκαφών περισσότερα από 15.000 ευρήματα έχουν έρθει στο φως, ένας πλούτος εντυπωσιακός και πρωτοφανής.
Τα ευρήματα που είναι ευάλωτα στη διατήρησή τους σε εξωτερικές κλιματικές συνθήκες μεταφέρονται στο μουσείο όπου μελετώνται, συντηρούνται και αποθηκεύονται, όμως τα μεγάλα ευρήματα και κυρίως τα δέντρα διατηρούνται στις θέσεις τους, περιφραγμένα, και όταν ολοκληρώνονται οι υποδομές γίνονται επισκέψιμα στο κοινό.
«Πριν από 20 εκατομμύρια χρόνια», αφηγείται ο κ. Ζούρος, «τα ενεργά ηφαίστεια στη Μεσόγειο δεν βρισκόταν στη Σαντορίνη ή τη Νίσυρο, όπου βρίσκονται σήμερα, αλλά ήταν πολύ πιο βόρεια, στην περιοχή του Β.Α. Αιγαίου. Έτσι η Λέσβος, η Λήμνος, η Ίμβρος αλλά και τα παράλια της Μ. Ασίας ήταν τόποι μιας πολύ έντονης δραστηριότητας που κράτησε περίπου τρία με τέσσερα εκατομμύρια χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου είχαμε πάρα πολλές ηφαιστειακές εκρήξεις σε τακτά χρονικά διαστήματα και τα δάση που αναπτύσσονταν στην περιοχή σκεπάζονταν περιοδικά από τις διαδοχικές εκρήξεις με στάχτη. Όπως στην Πομπηία και τη Σαντορίνη, στάχτες σκέπασαν το δάσος με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, με υλικά που δεν ήταν το ίδιο θερμά όπως η λάβα, με αποτέλεσμα η στάχτη να σκεπάσει τα δέντρα και στη συνέχεια η κυκλοφορία του θερμού νερού, που ήταν πλούσιο σε πυρίτιο, να τα φέρει σιγά-σιγά σε κατάσταση απολίθωσης, με το οργανικό υλικό του ξύλου να μετατρέπεται σε πέτρα, διατηρώντας όμως στοιχεία που μας επιτρέπουν να αναγνωρίσουμε τη δομή του ξύλου και τα χαρακτηριστικά των κυττάρων τους».
Στην ανασκαφή έχουν βρεθεί κωνοφόρα κυρίως αλλά και καρποφόρα δέντρα, πεύκα, κυπαρίσσια αλλά και δέντρα όπως οι σεκόγιες που σήμερα ζουν μόνο στην Αμερική, στην Καλιφόρνια, στο Όρεγκον, στις δυτικές πολιτείες και στο Βανκούβερ. Τα δάση της σεκόγιας, πριν από είκοσι εκατομμύρια χρόνια, υπήρχαν και στην περιοχή του Αιγαίου. Είναι πολύ χαρακτηριστικά, μεγάλα δέντρα και οι απόγονοί τους φτάνουν τα 100 μέτρα πάνω στη γη ενώ τα απολιθώματά τους είναι εντυπωσιακά γιατί, καθώς έγινε η φυσική διάβρωση, αυτά μένουν στην αρχική θέση με το ριζικό τους σύστημα.
Επόμενος στόχος του Νίκου Ζούρου, παράλληλα με τη συνέχιση της ανασκαφής που θα ολοκληρωθεί το καλοκαίρι του 2021, είναι μια πολιτιστική διαδρομή, ένα υπαίθριο μουσείο που θα συγκροτείται από όλες τις θέσεις των ευρημάτων, καθώς ο οδικός αυτός άξονας που διανοίγεται οδηγεί στα σημαντικότερα πάρκα του απολιθωμένου δάσους και στο τέλος αυτής της διαδρομής στο μουσείο, στο Σίγρι, όπου οι επισκέπτες μπορεί να ενημερωθούν για την ιστορία αυτού του μνημείου.
«Εμείς θέλουμε», μας λέει, «όταν έρχεται ο κόσμος, να μη δει μόνο τα ευρήματα και να μάθει τον τρόπο της δημιουργίας τους, αλλά να ενημερωθεί και για άλλα στοιχεία που μας δίνει αυτό το μοναδικό μνημείο, για φαινόμενα όπως η κλιματική αλλαγή, γιατί το απολιθωμένο δάσος αποτελεί ένα μοναδικό βιβλίο για να μελετήσουμε τις κλιματικές αλλαγές του παρελθόντος και τις επιπτώσεις που είχαν αυτές οι αλλαγές στα οικοσυστήματα για εκείνη την περίοδο. Και σήμερα αυτή η σύνδεση είναι πιο σημαντική από ποτέ άλλοτε. Γι' αυτό και θέλουμε να περάσει σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους γίνεται».