Μέρες Εξώστη Β' θύμισε η χθεσινή έναρξη του 54ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Γιούχα και άκομψη αντίδραση, αλλά εντελώς δικαιολογημένη, σε μια βραδιά στην οποία παραδοσιακά ασελγούν ευγενικά πολιτικοί με λογύδρια-κονσέρβες, άνευ πλοκής και σημασίας, μόνο και μόνο επειδή έχουν τη δυνατότητα, από το καταστατικό. Το κράτος πληρώνει, άρα οι υπουργοί μπορούν να ανεβαίνουν στο βήμα και να εκστομίζουν τις υποσχέσεις και τις ασαφείς δεσμεύσεις τους, λέει η παράδοση.
Μόνο που τα πράγματα άλλαξαν άρδην και όλοι γνωρίζουμε πως δεν υπάρχει μία. Το τρομερό είναι πάντως, πως κάποιοι από τους πολιτικούς είναι ατρόμητοι- διότι δε μπορεί να έχουν τόση άγνοια κινδύνου. Εκπροσωπώντας τον Υπουργό Πολιτισμού, ένας υφυπουργός αθλητισμού έβγαλε ένα speech που φαινόταν πως δεν ένιωθε, και μάλλον δεν καταλάβαινε. Όταν ανέβηκε τον χειροκρότησαν 4 άτομα από τα 1000 στην αίθουσα.
Με όσα είπε προκάλεσε κούραση, και την πλήρωσε ο επόμενος, ο ποιητής και καθηγητής, και σύμβουλος του πρωθυπουργού σε θέματα τέχνης, Δημοσθένης Δαββέτας. Προσπάθησε να αναλύσει απο που προέρχεται η λέξη φεστιβάλ και τι σημαίνει σινεμά, και αναιδώς κάποιος του φώναξε: Δεν ήρθαμε να δούμε εσένα, αλλά τον Τζιμ Τζάρμους. Ο κύριος Δαββέτας πάσχισε να πείσει την αίθουσα, πως μέσω της φιλιάς του με τον κριτικό Σερζ Ντανέ και της θητείας του Liberation, δεν είναι καθόλου άσχετος με το αντικείμενο. Είναι όμως, και με το παραπάνω. Διότι αν ήταν σχετικός κι ευαίσθητος, θα είχε πει καλησπέρα, ευχαριστώ και καληνύχτα, αντί να επιχειρήσει διάλεξη γνωριμίας, και μάλιστα με τη δασκαλίστικη εκείνη επιμονή που αντιστρατεύεται την συστολή του συγγραφέα. Μάλλον, δεν θα είχε ανέβει ποτέ στο πόντιουμ, καθώς δεν είχε τίποτε να πει, γι' αυτό και κατέβηκε πριν την ώρα του, νομίζω.
Επομένως, η γιούχα ήταν σωστή διότι οι ομιλητές, άκαιροι και φαύλοι, στο βήμα ενός θεσμού που παλεύει να κρατηθεί στις φουρτούνες, δεν έχουν θέση. Το ίδιο ισχύει και για τον σαφώς αγαπητότερο Γιάννη Μπουτάρη, ο οποίος, αναμενόμενα, απέσπασε θερμότατο χειροκρότημα. Σινεφίλ και ενεργός στα περί του φεστιβάλ, είχε το ουσιαστικό δικαίωμα να πει και δυο κουβέντες παραπάνω, αλλά δεν χρειαζόταν. Μόνο ο παρουσιαστής οφείλει να συντονίσει, ο διευθυντής να καλωσορίσει και ο τιμώμενος σκηνοθέτης να εισάγει την ταινία του.
Δεν μου αρέσουν οι ανάγωγοι, οι οπαδικές ατάκες σε αίθουσες και εκφοβιστικές αγριάδες. Ωστόσο, έπιασα τον εαυτό μου να συμφωνεί απόλυτα με την αντίδραση, τη θυμηδία, ακόμη και με την αποδοκιμασία προς την μερίδα της πολιτικής ηγεσία που επιμένει να επικαλείται την "υποχρέωση" της να σκορπίσει λόγια του αέρα για να υπάρξει.
Ο Τζιμ Τζάρμους ήταν πυκνός και γεμάτος χάρη, πραγματικός κύριος, σεμνός και κατατοπιστικός μέσα σε 3 λεπτά για την σωτήρια ελληνική παρέμβαση στην ταινία (από τον άγγελο, όπως τον χαρακτήρισε, Χρήστο Κωνσταντακόπουλο). Χαρισματικός είναι ο ομιλητής που δεν τον χορταίνεις, γιατί δεν έχει καταχραστεί τη φιλοξενία του βήματος, ή εκείνος τον οποίο θαυμάζεις τόσο, που θέλεις να τον χειροκροτήσεις για το έργο που σου έχει προσφέρει. Ο Τζάρμους είναι και τα δύο. Και όντως, γι' αυτό συνέρρευσαν στο Ολύμπιον χθες οι θεατές, κι όχι για έναν ακόμη ανόητο, αυτόματα συντεταγμένο λόγο.
Δεν είναι αργά να απαγορευτούν οι λόγοι των πολιτικών στο Φεστιβάλ. Όχι με νόμο, αλλά με πράξη νομοθετικού περιεχομένου, που είναι και της μόδας εσχάτως.