ΤΑ ΕΧΟΥΜΕ ΞΑΝΑΓΡΑΨΕΙ, ο κύριος λόγος της επικράτησης του Netflix στην αγορά είναι ότι αντικατέστησε το zapping στην τηλεόραση. Ο κατάλογός του είναι γεμάτος από προγράμματα ποικίλης φύσεως, απίθανων καταβολών και μηδενικού ποιοτικού φίλτρου, από «περιεχόμενο» –αχ, αυτή η τόσο φορτισμένη καλλιτεχνικά λέξη– πρόσφορο για ανέφελη «κατανάλωση». Χάρη στο Netflix γεννήθηκε ο όρος second screen material, ο οποίος αναφέρεται σε προγράμματα που απαιτούν το minimum προσοχής, ώστε να μη μας αποσπούν από την «πρώτη μας οθόνη», εκείνη του κινητού μας.
Ωστόσο, το Netflix έχει και κινηματογραφικό κατάλογο. Και η βασική διαφορά του σινεμά από την τηλεόραση είναι η αιτιοκρατία στην αφήγηση και στο μοντάζ – κοντολογίς, απαιτεί την αμέριστη προσοχή μας, γι' αυτό μπορεί κανείς να δει εύκολα τρία επεισόδια μιας σειράς σερί, αλλά δυσκολεύεται όταν ακούει για τρίωρη ταινία.
Επιλέξαμε δέκα ταινίες που είναι διαθέσιμες στην πλατφόρμα, για όσους έχουν τον χρόνο και τη διάθεση να αφήσουν για λίγο την «πρώτη οθόνη τους» στην άκρη και να επενδύσουν σε αυτές. Προσπαθήσαμε η επιλογή να συνδυάζει το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Στις επιλογές μας θα βρείτε προσεγμένα (και αγαπημένα) crowdpleasers, τρεις τίτλους που πέρασαν ελαφρώς απαρατήρητοι στον καιρό τους, αλλά και τρεις δημιουργίες που συγκαταλέγονται ανάμεσα στα κορυφαία κινηματογραφικά επιτεύγματα του 21ου αιώνα.
Ξυπνήματα
(Awakenings, 1990)
της Πένι Μάρσαλ

Με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο να φέρνει το έρμα στο, κατά γενική ομολογία, ελαφρώς ανερμάτιστο «Zero Day» της πλατφόρμας, ευκαιρία να ανατρέξουμε σε ένα παλιότερο ερμηνευτικό του επίτευγμα. Από τις χαρακτηριστικές κινηματογραφικές ιστορίες τρυφερότητας, ιατρικής ευσυνειδησίας και δακρυγόνου λειτουργίας των ’90s, τα «Ξυπνήματα» της Πένι Μάρσαλ έχουν ως αιχμή του δόρατος τη μεγάλη ερμηνεία του Ντε Νίρο, που υποδύεται ατρόμητα τα διαφορετικά στάδια των «ξυπνημάτων» ενός κατατονικού ασθενή, αλλά και μια λιγότερο προφανή αλλά όχι υπολειπόμενη σε μέγεθος, εκείνη του Ρόμπιν Γουίλιαμς, που χαμηλώνει τους τόνους και μοιράζει οκάδες συμπόνιας, έγνοιας και ορθής ηθικής στάσης, επιστρατεύοντας εκείνο το υγρό, γαλάζιο βλέμμα που ένας Θεός (του σινεμά) ξέρει πόσο μας λείπει.
H υπόσχεση
(Τhe Pledge, 2000)
του Σον Πεν

Το πάρτι συνταξιοδότησης ενός ντετέκτιβ διακόπτεται από την ειδοποίηση για τη δολοφονία ενός μικρού κοριτσιού. Στον τόπο του εγκλήματος η μητέρα του παιδιού τον βάζει να της ορκιστεί ότι θα εντοπίσει και θα συλλάβει τον υπεύθυνο. Και κάπως έτσι ξεκινά ένα υπνωτιστικό αστυνομικό θρίλερ που σταδιακά εξελίσσεται σε τραγωδία, με τον ήρωα να διαπράττει ύβρη, όχι απέναντι στον Θεό, αλλά απέναντι στους οικείους του. Φανταστικό καστ, μια σπαραχτική, ολιγόλεπτη εμφάνιση από τον Μίκι Ρουρκ, η καλύτερη ερμηνεία του Τζακ Νίκολσον μέσα στον 21ο αιώνα και ένα στοιχειωτικό φινάλε που θα κουβαλάτε μέσα σας για καιρό συνθέτουν μια πραγματικά αξιόλογη, πλην πέρα για πέρα μαυρόψυχη φιλμική εμπειρία. Βασισμένη στο ίδιο βιβλίο που ενέπνευσε και το ουγγρικό «Twilight», που χωρέσαμε στο αφιέρωμά μας στις καλύτερες ταινίες των ’90s.
Το ξύσιμο των νεκρών
(Shaun of the Dead, 2004)
του Έντγκαρ Ράιτ
Το δυστυχώς βραχύβιο «Spaced» παραμένει από τα καλύτερα πράγματα που συνέβησαν ποτέ στη μικρή οθόνη – ας πούμε ότι είναι τα «Φιλαράκια» για ανθρώπους που λατρεύουν το σινεμά περισσότερο από την τηλεόραση. Η δημιουργική ομάδα της βρετανικής σειράς έκανε τη μετάβαση στη μεγάλη οθόνη και το αποτέλεσμα ήταν μια cult κωμωδία τρόμου, γεμάτη από ατάκες και στιγμιότυπα που μνημονεύουν οι εραστές της μέσα στα χρόνια, συνοδευόμενη από δεξιοτεχνία πίσω από τον φακό, άριστη γνώση του σινεμά των ειδών και παρεΐστικη διάθεση. Στο επίκεντρο της δράσης βρίσκεται ένας αρσενικός που πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του – και θα το πράξει, αλλά όχι με τον διδακτικό τρόπο που έχουμε συνηθίσει σε ανάλογες δημιουργίες.
Reprise (2006)
του Γιοακίμ Τρίερ

To «Worst Person in the World» μπορεί να δίχασε, αλλά, σε κάθε περίπτωση, επιχείρησε και κατάφερε να αποτυπώσει τον σύγχρονο ανθρωπότυπο, ένα ον ενεργητικό, μα δίχως να ολοκληρώνει τίποτα, πρόσκαιρα γενναιόδωρο μα στο βάθος εγωιστικό και αυτοαπορροφούμενο, αμετανόητα sex positive μα συναισθηματικά ανικανοποίητο και φορτισμένο με τέτοια διάσπαση προσοχής και τόσο κυριευμένο από το FoMO του, που αδυνατεί να απολαύσει τη στιγμή, (σ)την οποία (υποτίθεται) πως ζει. Η ταινία έκλεινε έναν κύκλο σχετικών ανησυχιών που ο Γιοακίμ Τρίερ εξέφραζε ήδη από τα μέσα των ’00s. Kάπου θαμμένο στον αλγόριθμο της πλατφόρμας υπάρχει και το «Reprise», το πρώτο μέρος της άτυπης «Τριλογίας του Όσλο», όπως ονομάστηκε από την κινηματογραφική θεωρία. Η ταινία διαθέτει τη φλασάτη αισθητική, τον κομπασμό και, κυρίως, την υπερπληροφόρηση, δηλαδή τρία βασικά χαρακτηριστικά της γενιάς στην οποία αναφέρεται, και αξίζει να τη δείτε, όχι μόνο για εγκυκλοπαιδικούς λόγους.
Ο υποκινητής
(Ιnside Man, 2006)
του Σπάικ Λι

Πλην των προφανών, ήδη κλασικών εξαιρέσεων, ο Σπάικ Λι μάς αρέσει συχνότερα όταν βάζει το mode του κινηματογραφικού προβοκάτορα σε λειτουργία ύπνου και επιχειρεί να εντάξει τις ανησυχίες του σε ένα ψυχαγωγικό πακέτο ευρύτερης κατανάλωσης. Στο περιθώριο του «Inside Man» υπάρχει μια πολυπολιτισμική πόλη που βράζει και μια αστική συνοχή που απειλείται, χωρίς ποτέ όμως να απειλεί και την ελαφρότητα που διέπει αυτό το απολαυστικό heist movie με το υπέρλαμπρο καστ και το παντελώς απρόβλεπτο φινάλε-έκπληξη, που δεν παύει μέχρι σήμερα να αφήνει τον θεατή του με το στόμα ανοιχτό. Επίσης, η ταινία περιέχει την αγαπημένη μας σταρ-περφόρμανς του Ντένζελ Ουάσινγκτον.
Η νεκρή νύφη
(Corpse Bride, 2006)
του Τιμ Μπάρτον

Πολυαναμενόμενη (τότε) επιστροφή του Τιμ Μπάρτον στο stop-motion animation, αν και στην πραγματικότητα πρόκειται για την πρώτη του σχετική σκηνοθετική απόπειρα – ο περισσότερος κόσμος ξεχνά ή αγνονεί ότι o Xένρι Σέλικ υπογράφει τη σκηνοθεσία του «Nightmare before Christmas».
To συνηθέστερο μοτίβο της μπαρτονικής φιλμογραφίας είναι η σύνδεση του θανάτου με μια νέα αρχή. Όχι, ο Μπάρτον δεν μας λέει ότι ο θάνατος λυτρώνει από τα δεινά της ζωής, όπως ο Ινιάριτου, αλλά ότι η συνείδηση του τέλους μπορεί να αποτελέσει την απαραίτητη ώθηση για (πραγματική) ζωή. Στη «Νεκρή Νύφη», λοιπόν, oι νεκροί ανεβαίνουν από τον πολύχρωμο κόσμο τους στον μονοχρωματικό των ζωντανών για να τους διδάξουν τι σημαίνει αγάπη και πώς στήνεται μια γιορτή. Άσματα διαχρονικής στόφας σαν εκείνα του «Nightmare before Christmas» η ταινία δεν διαθέτει, αλλά έχει να αντιπαραβάλει μεγαλύτερη σχεδιαστική ακρίβεια, πληθώρα ευφάνταστων λεπτομερειών εντός του κάδρου και άκρατη σινεφιλία.
Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι
(Tinker Tailor Soldier Spy, 2011)
του Τόμας Άλφρεντσον
Η δαιδαλώδης ίντριγκα του λογοτεχνικού κόσμου του Λε Καρέ μεταφράζεται κινηματογραφικά μέσα από μια πολυεπίπεδη αφήγηση που, πραγματικά, δεν μοιάζει με τίποτε άλλο εκεί έξω. Ο Τόμας Άλφρεντσον κατάρτισε την πλατωνική ιδέα της κινηματογραφικής κατασκοπείας, πλάθοντας μια ταινία γεμάτη μυστικά και τόσα παράλληλα δράματα που απαιτούν επαναληπτικές προβολές και οξυμένο «κατασκοπικό» ένστικτο από την πλευρά του θεατή για να αφομοιωθούν. Έπειτα, είναι μια δημιουργία βουτηγμένη στη μελαγχολία της ζωής που δεν έζησαν οι χαρακτήρες, εναρμονισμένη με την πικρή διαπίστωση πως υπήρξαν άβουλα πιόνια σε μια παρτίδα δίχως τέλος. Πρωταγωνιστεί η μεικτή Βρετανίας, με κορυφαίο του Χορού τον πιο απέριττο και περιεκτικό Γκάρι Όλντμαν που είδαμε ποτέ – υψώνει λίγο παραπάνω τη φωνή του μία και μοναδική φορά μέσα στο έργο και ο αντίκτυπος της σκηνής μένει αξέχαστος.
O Ιρλανδός
(Τhe Irishman, 2019)
του Μάρτιν Σκορσέζε
Ευκαιρία να θυμηθούμε και το διαμάντι του στέμματος των οσκαρικών εγχειρημάτων του Netflix. O Μάρτιν Σκορσέζε άνοιξε τη δεκαετία των ’10s επιχειρώντας να αφηγηθεί μια ιστορία φαντασμάτων με το «Shutter Island» και την έκλεισε με την πραγματική φαντασματική ιστορία του, τον «Ιρλανδό», με το δυσθεώρητο εξωκινηματογραφικό βάρος, τους αναθεωρητικούς σκορσεζισμούς, την (σε σημεία) μπρεσονική λειτουργία του χρόνου, τις στάσεις στο σινεμά του Μελβίλ και του Ίστγουντ. Μακριά από τους φαντεζί γκανγκστερισμούς του «Goodfellas», το φιλμ αποτελεί μια ελεγεία, έχοντας στο επίκεντρό του τον Φρανκ Σίραν του Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Στοιχειωμένος από ένα παρελθόν που δεν μπορεί να αλλάξει, ο χαρακτήρας μονομαχεί κάθε βράδυ με τα φαντάσματά του, αναζητώντας απαντήσεις στο κοφτερό «γιατί» μιας αποξενωμένης κόρης, συνθέτοντας και αποδομώντας μια εξομολόγηση που κατά βάθος γνωρίζει ότι ποτέ δεν θα φτάσει στην παραλήπτριά της.
Τar (2022)
του Τοντ Φιλντ
Έλειψε πολλά χρόνια ο Τοντ Φιλντ, για να επιστρέψει πίσω από τον φακό όχι απλώς ανανεωμένος, αλλά σχεδόν άλλος δημιουργός: τέτοιος έλεγχος του υλικού, του ρυθμού και του τόνου, τέτοια σημειολογική πυκνότητα μόνο με ένα σινεμά σαν εκείνο του Στάνλεϊ Κιούμπρικ μπορεί να συγκριθεί.
Αψεγάδιαστη ερμηνεία από την Κέιτ Μπλάνσετ σε μια ταινία για τον χρόνο, τους καιρούς μας, την (αναπόφευκτη) αλλαγή τους, το προνόμιο και την ενοχή που το συνοδεύει, το power play και την cancel culture, το πολυφορεμένο ζήτημα διαχωρισμού (ή μη) της τέχνης από τον καλλιτέχνη και, τελικά, τα περιθώρια ελέγχου απέναντι σε όσα είναι να συμβούν για εμάς χωρίς εμάς, αλλά κάποτε και με τη συνδρομή μας. Πρόκειται για σπουδαίο, απαιτητικό σινεμά που πολλοί από εμάς δεν χορταίνουμε να (ξανα)βλέπουμε.
Blackberry (2023)
του Ματ Τζόνσον

Το «Blackberry» αφηγείται την άνοδο και την πτώση του συνιδρυτή της ομώνυμης εταιρείας κατασκευής κινητών τηλεφώνων και, κατά βάση, τη μετατροπή ενός ιδεαλιστή, καινοτόμου, συνεσταλμένου νεαρού σε νεοφιλελεύθερο κτήνος. Μας υπενθυμίζει έτσι ότι η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση έδωσε αρχικά την εντύπωση της εκδίκησης της μεσαίας τάξης και ουχί της «γυφτιάς», μα τελικά δεν αποτέλεσε τίποτε άλλο από την πανομοιότυπη στα παράγωγά της συνέχιση του ίδιου ανθρωποφαγικού κοινωνικοοικονομικού μοντέλου που διαχύθηκε μεταπολεμικά στον δυτικό κόσμο.
Πρόκειται, ασφαλώς, για συγγενική δημιουργία με το «Social Network», δανείζεται από εκείνη την ταινία ακόμα και το (τραγικά) ειρωνικό εύρημα του φινάλε του, αντικαθιστώντας το refresh στην οθόνη με τα «παράσιτα» – θα καταλάβετε μετά την προβολή. Εννοείται, άλλα τα μεγέθη φιλμοκατασκευής, στοχοθεσίας και, τελικά, σημασίας σε σχέση με τον φιντσερικό «προκάτοχό» της, ωστόσο πρόκειται για μια πραγματικά απολαυστική ταινία. Δείτε τη και θα μας θυμηθείτε.