Έγινε χθες η πρεμιέρα της Λήθης του ποιητικού μονόλογου του συγγραφέα Δημήτρη Δημητριάδη στο θέατρο Πορεία.
Ο ηθοποιός Δημοσθένης Παπαδόπουλος ερμηνεύει τον ήρωα του έργου με σκηνοθέτη τον Δημήτρη Τάρλοου. Με αφορμή την παράσταση αλλά και την επανέκδοση από τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν της Λήθης ο Δημητριάδης μίλησε στη Ελευθεροτυπία και την Έφη Μαρίνου για την αλήθεια και το ψέμα, τις λέξεις που δεν υπάρχουν πια και τις χαμένες ευκαιρίες της χώρας μας.
(ο μονόλογος του Δημήτρη Δημητριάδη, ανέβηκε για πρώτη φορά το 1998 στο Παρίσι, στο Petit Odeon, από τον J.-C. Bailly και το 2001 στο Theatre de Bobigny)
Ο Δημήτρης Δημητριάδης έγραψε τη «Λήθη» πριν από 14 χρόνια. Προοριζόταν για θεατρική δουλειά που δεν έγινε ποτέ. Κι ενώ αρχικά δεν υπήρχε σκέψη για συνέχεια, το κείμενο πυροδότησε τη γέννηση τεσσάρων μονολόγων («Ηττα», «Μνήμη», «Μετάνοια», «Τέχνη»). Κάθε κείμενο θίγει με τρόπο απόλυτο ένα διαφορετικό θέμα φτάνοντας στα άκρα. Η «Λήθη» επανεκδίδεται από τις εκδόσεις «Σαιξπηρικόν» και παρουσιάζεται ως μονόλογος από αύριο στο θέατρο «Πορεία» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου με ερμηνευτή τον Δημοσθένη Παπαδόπουλο. Εξ ου και η συζήτησή μας με τον Δ. Δημητριάδη για την αλήθεια και το ψέμα, τις λέξεις που δεν υπάρχουν πια και τις χαμένες ευκαιρίες της χώρας μας.
Ο άνθρωπος που απευθύνεται σε μας από τη σκηνή έχει αναλάβει την ευθύνη, σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο, να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Ολα έχουν τελειώσει. Εκείνος έρχεται από το πουθενά. Η κίνηση είναι εξωστρεφής, το στοιχείο της εξομολόγησης έντονο:
«Το κείμενο μιλά για την ανάληψη μιας αλήθειας, της λήθης» λέει ο συγγραφέας. «Ολα έχουν τελειώσει, αλλά εμείς αρνούμεθα να το δεχτούμε. Δεν υπάρχει πλέον αντιστοιχία ανάμεσα στις λέξεις και στις έννοιες, στα πράγματα και τη σημασία τους. Οι λέξεις δεν πληροφορούν, αλλά κρύβουν. Μέσα σ' αυτό το πολιτιστικό και ιστορικό χάσμα, ζούμε ψευδώς. Η στιγμή του τέλους έχει έρθει, τη ζούμε, μη σας πω ότι έχουμε περάσει στον επόμενο ιστορικό κύκλο. Τα πάντα πρέπει να επανατοποθετηθούν».
Το αίτημα του κειμένου είναι η προσωπική ανάληψη κινδύνου, η κατάφαση στην απόλυτη έκθεση, το ξεγύμνωμα που παραμερίζει κάθε δικλίδα ασφαλείας. Ο εαυτός εκτίθεται με τρόπο απόλυτο, οριστικό, παραιτούμενος, όλο χαρά μάλιστα, από αγαθά κατακτημένα μέσα στους αιώνες. Ολα απ' την αρχή σαν να μην υπάρχει αποθηκευμένη γνώση, Ιστορία, μνήμη. Η απάλειψη του προσώπου ή του ονόματος, η κατάρριψη ή η ματαίωση της παγιωμένης μορφής αποτελεί προϋπόθεση. Το αίτημα απαιτεί ισχυρή δύναμη ψυχής.
«Απαιτεί το μεγαλύτερο δυνατό άνοιγμά μας. Σαν ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμού σε Κοσμικό επίπεδο. Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα πιο μικρόψυχο από τη φράση ενός νομπελίστα συγγραφέα: «Γράφω για να με θυμούνται». Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για να σε θυμούνται. Ποιος έχει το όνομα που διάλεξε; Το αληθινό όνομα δεν μας το έχουμε δώσει. Το βασικό στοιχείο της δημιουργίας λοιπόν αφορά την ανάληψη μιας νέας ονομασίας».
Για τον Δ. Δημητριάδη δεν υπάρχει άρνηση και πεσιμισμός στο κείμενο. Αντίθετα, η λευκή σελίδα που προτείνει η «Λήθη», δημιουργεί πλαίσιο ελευθερίας, λύτρωσης. «Αυτός που μιλά δεν ζητά τίποτα. Μιλά για εκείνον, τον «εαυτό», που προσδοκώντας το ελάχιστο, το τίποτα, εκτίθεται με όποιες συνέπειες. Ας ξαναγίνουμε ευθείς από πλάγιοι, που έχουμε κυρτώσει»...
Κι ενώ τρομάζουμε μην τυχόν λησμονήσουμε, η μνήμη αποθεώνεται: «Ολοι θυμούνται συνεχώς. Θυμούνται να μην ξεχάσουν να φωνάζουν πιο δυνατά απ' το θάνατο. Αυτή είναι η ιστορία του θανάτου. Αυτή είναι η ιστορία τους. Φωνάζουν για να μην τους ξεχάσουν, για να μην ξεχαστούν».
«Συνηθίζουμε να λέμε "δεν υπάρχει λαός χωρίς μνήμη". Εγώ θα το αντέστρεφα: "δεν υπάρχει λαός χωρίς λήθη". Υπό την έννοια ότι η μνήμη λειτουργεί ως ένα είδος βαλτώδους καταφυγίου. Με τη βαριά αχλύ της ενθαρρύνει την αποφυγή του αγώνα, εξισώνεται με το αντίθετο της ζωής. Δεν είναι τυχαίο που η λέξη μνήμη γειτονεύει με τις λέξεις μνήμα, μνημείο... Αντίθετα, με τη λήθη δοξάζεται η συνέχεια, η καθαρότητα, το νέο».
Ο μονόλογος τελειώνει μ' ένα γενναίο «ξεχάστε με».
«Η λήθη περικλείει όλη τη μνήμη κι ας ακούγεται αυτό ως παραδοξολογία. Χρειάζεται θάρρος για να εγκαταλείψουμε τη βολεμένη θέση όπου τίποτα δεν έχει νόημα, τίποτα δεν λειτουργεί σε εμπράγματο επίπεδο. Πρέπει να βρούμε το στοιχείο που κρύβεται πίσω από το λεγόμενο αυτονόητο. Αλλωστε και το αντίστροφο του αυτονόητου δεν παύει να είναι πραγματικό!»
Ο Δ. Δημητριάδης έχει διαπρέψει στην Ευρώπη. Τα θεατρικά του μεταφράζονταν, παίζονταν και ξαναπαίζονταν εδώ και χρόνια. Ο Ολιβιέ Πι, καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου «Οντεόν», είχε αφιερώσει σε κείνον τη σεζόν 2009-2010. Στην Ελλάδα μετά από μια περίοδο αμφισβήτησης το έργο του άρχισε να αναγνωρίζεται.
Αλλά εκείνος δεν θέλει να μιλάει γι' αυτά:
«Το θέμα δεν είναι εγώ. Ομως, στο πλαίσιο εκείνου του αφιερώματος σε μένα, οι Γάλλοι ήταν έτοιμοι στην προοπτική μιας συνεργασίας με την Ελλάδα. Αλλά η χώρα μας δεν τους έκανε την τιμή... Δεν ήρθε κανείς από τους θεσμικούς εκπροσώπους της πολιτείας και του θεάτρου που είχαν κάθε λόγο να αξιοποιήσουν την ευκαιρία. Αυτή η εκκωφαντική απόρριψη της Ελλάδας μ' έκανε να πιστεύω ότι δεν αξίζει πραγματικά τον κόπο».
Οσο για το πώς μας βλέπουν οι ξένοι, δεν έχει επιφυλάξεις: «Δεν μας ξέρουν. Ούτε πρόσωπα και πράγματα. Και πιστέψτε με, αν υπήρχαν και άξιζαν, θα τα έβρισκαν...»
Συνδέει τα πρόσφατα επεισόδια με τους μετανάστες-καταληψίες της Νομικής Σχολής με το μεγάλο θέμα της αλλοτριότητας, το φόβο του ξένου, του άγνωστου.
«Στο βάθος βρίσκεται το θέμα μιας ταυτότητας που προσπαθεί να περισώσει τα ίδια της τα ερείπια. Πρόκειται για τους μηχανισμούς αυτοπροστασίας που η "Λήθη" θέλει να καταρρίψει. Οσο δεν θα συνειδητοποιούμε ότι όλα έχουν τελειώσει, τόσο θα αυξάνονται η κοινωνική βία και καταστολή, η ταπείνωση και η υποβάθμιση του αδύναμου».
Ο ίδιος ένιωσε πιο ξένος στη χώρα του παρά στην Ευρώπη όπου βρισκόταν επί χρόνια. «Δεν ένιωσα ποτέ ενταγμένος σε κάποια χώρα, πόλη, κοινότητα, ομάδα, εταιρεία, σύλλογο... Μια διακριτή αλλά εντελώς συνειδητή στάση απέναντι στα πράγματα με προφύλαξε από τριβές και την όποια αναγνώριση που ενδεχομένως θα άμβλυνε τις εσωτερικές μου αιχμές».
Ούτε νιώθει μόνος. «Δεν υπάρχει πιο ριζική κατάρριψη της μοναξιάς από την ίδια τη διαδικασία γραψίματος. Μόνος νιώθεις στην παρουσίαση του βιβλίου ανάμεσα σε δεκάδες κόσμου...»
/bonustrack*/
Ο Δημήτρης Δημητριάδης μιλάει στον Γιώργο Χρονά http://www.lifo.gr/mag/features/199
σχόλια