Με αφορμή τη συμπλήρωση 50 ετών από το θάνατο του ζωγράφου Μιχαήλ Αξελού, το Κέντρο Πολιτισμού Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας της Ελλάδος οργανώνει έκθεση στο Μουσείο της Τράπεζας (Αμερικής 3, Αθήνα) με τίτλο «Μιχαήλ Αξελός (1877-1965) – Ανάμεσα σε δύο κόσμους».
Ο Αξελός, εκτός από καταξιωμένος ζωγράφος κατά το πρώτο ήμισυ του περασμένου αιώνα, υπήρξε υπάλληλος της Τράπεζας της Ελλάδος από τότε που η Τράπεζα ανέλαβε το εκδοτικό προνόμιο (1928) και μέχρι τη συνταξιοδότησή του (1946). Υπήρξε δε ο πρώτος Έλληνας σχεδιαστής τραπεζογραμματίων και νομισμάτων, καθώς εργαζόταν από το 1902 στην Εθνική Τράπεζα και το 1918 του ανατέθηκε ο σχεδιασμός των νέων τύπων χαρτονομισμάτων. Μέχρι τότε ο σχεδιασμός και η παραγωγή των ελληνικών τραπεζογραμματίων γινόταν σε άλλες χώρες. Στην Τράπεζα της Ελλάδος, όπου μετατέθηκε το 1928, ο Αξελός ασχολήθηκε, εκτός από τα τραπεζογραμμάτια, και με οτιδήποτε άλλο απαιτούσε καλλιτεχνική επιμέλεια.
Ο Αξελός, πέρα από το σχεδιασμό των τραπεζογραμματίων και των νομισμάτων, έχει συνδέσει το όνομά του με την Τράπεζα της Ελλάδος και για δύο επιπλέον λόγους: είναι ο σχεδιαστής του εμβλήματος της Τράπεζας, που παρουσιάζει τη θεά Αθηνά καθισμένη σε αρχαϊκό κάθισμα (έργο του 1928), καθώς και του εντυπωσιακού ομαδικού πορτραίτου των μελών του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας της Ελλάδος, έργου που ολοκλήρωσε το 1947 κατά παραγγελία της Τράπεζας
Η έκθεση βασίζεται στο πλούσιο ζωγραφικό έργο του Αξελού, το οποίο κληροδότησε στην Τράπεζα η κόρη του Άννα Αξελού-Κοντομάτη και το μεγαλύτερο μέρος του δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ στο κοινό. Η τελευταία έκθεση για τον Αξελό ήταν η αναδρομική που οργάνωσε η Εθνική Πινακοθήκη τον Απρίλιο του 1984.
Ο Αξελός, μετά την αποφοίτησή του από τη Νομική Σχολή, εγγράφηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών όπου διετέλεσε μαθητής του Γεωργίου Ροϊλού, του Γεωργίου Ιακωβίδη και του Σπύρου Βικάτου, οι οποίοι τον εισήγαγαν στον ακαδημαϊσμό, που κυριαρχούσε στην ελληνική ζωγραφική στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Ακολούθως συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, στην Académie Julian και στην Académie de la Grande Chaumière, όπου επηρεάστηκε από τα ρεύματα του φωβισμού και του κυβισμού, που είχαν κάνει τότε την εμφάνισή τους.
Σε αντίθεση με ζωγράφους της γενιάς του, όπως ο Κωνσταντίνος Μαλέας και ο Κωνσταντίνος Παρθένης οι οποίοι βρέθηκαν περίπου την ίδια περίοδο στο Παρίσι και μπόρεσαν να αφομοιώσουν τα κηρύγματα του μοντερνισμού, ο Αξελός προτίμησε να κινηθεί καλλιτεχνικά στην ασφάλεια της ακαδημαϊκής γνώσης, καθώς γνώριζε ότι, επιστρέφοντας στην Αθήνα, θα ήταν υποχρεωμένος να κινηθεί σε συντηρητικούς δρόμους.
Όπως τονίζει στον κατάλογο της έκθεσης ο ιστορικός τέχνης Κωνσταντίνος Παπαχρίστου, ο Αξελός είχε την «ατυχία» να μην ανήκει ούτε στους ακαδημαϊκούς ζωγράφους ούτε στη «γενιά του ΄30». «Εντούτοις, από αρκετά έργα του αναδεικνύονται στοιχεία που δείχνουν ότι προσπαθούσε να αποδώσει όσα είχε μάθει και δει στο Παρίσι, άλλοτε επιφανειακά και άλλοτε μέσα από μια πιο πολύπλοκη διαδικασία. Η προσπάθεια αυτή εξελίχθηκε, και εν μέρει δικαιώθηκε, στα χρόνια μετά την αποχώρησή του από την Τράπεζα.»
Ο Αξελός, πέρα από το σχεδιασμό των τραπεζογραμματίων και των νομισμάτων, έχει συνδέσει το όνομά του με την Τράπεζα της Ελλάδος και για δύο επιπλέον λόγους: είναι ο σχεδιαστής του εμβλήματος της Τράπεζας, που παρουσιάζει τη θεά Αθηνά καθισμένη σε αρχαϊκό κάθισμα (έργο του 1928), καθώς και του εντυπωσιακού ομαδικού πορτραίτου των μελών του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας της Ελλάδος, έργου που ολοκλήρωσε το 1947 κατά παραγγελία της Τράπεζας. Το μεγάλων διαστάσεων (180,5 x 371 εκ.) αυτό έργο, το οποίο βρίσκεται στο Κεντρικό Κατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος, αποτελεί «μια εντυπωσιακή πολυπρόσωπη σύνθεση και μια από τις πολύ σπάνιες περιπτώσεις ομαδικής προσωπογραφίας στη νεοελληνική τέχνη», σύμφωνα με τον κ. Παπαχρίστου.
Μετά την αποχώρησή του από την Τράπεζα της Ελλάδος, ο Αξελός αποδεσμεύτηκε από το συντηρητικό πλαίσιο, στο οποίο ο ίδιος είχε εντάξει τη ζωγραφική του, χρησιμοποιώντας νέες αποχρώσεις και πιο έντονες αντιθέσεις, στοιχεία που φαίνονται στη σειρά των Καραβιών που ζωγράφισε. Όπως αναφέρει ο κ. Παπαχρίστου, «μετά το 1950, ο Αξελός κάνει τη δική του προσπάθεια να ξεφύγει από τα όρια του ακαδημαϊσμού, χωρίς όμως να απεμπολήσει τις δυνατότητες με τις οποίες ήταν προικισμένος: τη σχεδιαστική ικανότητα, την καλή γνώση του χρώματος και την άρτια τεχνική του κατάρτιση.»
info:
«Μιχαήλ Αξελός (1877-1965) – Ανάμεσα σε δύο κόσμους»
Μουσείο της Τράπεζας της Ελλάδος, Αμερικής 3, Αθήνα
Τηλ: 210 32 04 444
Από την Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015
Ώρες λειτουργίας του Μουσείου: Τρίτη, Τετάρτη, Παρασκευή: 09:00 - 15:00 / Πέμπτη: 09:00 - 19:00.
Το Μουσείο παραμένει κλειστό τη Δευτέρα, το Σάββατο και την Κυριακή, καθώς και τις επίσημες αργίες.
Η είσοδος είναι δωρεάν.