Το μέρος που βρεθήκαμε και φτιάχτηκαν οι Last Drive ήταν η Παραλία, στα καφενεία της Αλεξάνδρας. Κάναμε κοπάνα απ' το σχολείο και καθόμασταν στα καφέ από νωρίς το πρωί μέχρι το άλλο πρωί. Εκεί τα γνωρίσαμε όλα. Μπορούσες να βρεις από τον Μικέλη τον πιανίστα μέχρι ροκαμπιλάδες.
• Το όνομά μας είναι μια παρεξήγηση. Για μας το Last Drive ήταν περισσότερο απεικόνιση, αναπαράσταση, τα αυτοκίνητα μας άρεσε να τα διαλύουμε. Είχαμε ένα στέκι, το Snowball, ένα μπαρ που μαζευόταν όλη η πανκ σκηνή της Αθήνας και κάθε βράδυ ήμασταν εκεί.
Ψάχναμε για όνομα εκείνη την εποχή και στον κατάλογο του μπαρ είδαμε ένα κοκτέιλ που λεγόταν Last Drive (και καλά, ότι το πίνεις τελευταίο πριν φύγεις απ' το μαγαζί και δεν φτάνεις ποτέ στο σπίτι, είναι η τελευταία σου κούρσα). Ήταν κάτι σαν τρανς, είχαμε δει τον κατάλογο του μαγαζιού εκατομμύρια φορές, αλλά τότε το προσέξαμε. Μας άρεσε πολύ και το κρατήσαμε.
Δεν ειπώθηκε ποτέ μέσα στο γκρουπ, αλλά ισχύει: από πολύ νωρίς είχαμε αποφασίσει ότι αν δεν κάναμε αυτό που θέλαμε με τον τρόπο μας, προτιμούσαμε να μην το κάνουμε καθόλου. Βασικά, μπήκαμε οικειοθελώς σε ένα πεδίο όπου δεν μπορούσες να κάνεις συμβιβασμούς, αφήσαμε πολλά πράγματα πίσω και είπαμε θα κάνουμε μουσική με τους δικούς μας όρους.
• Οι παρέες μας ήταν πανκ μπάντες βασικά. Αδιέξοδο, Γενιά του Χάους. Τον Πουλικάκο τον είχαμε σε μεγάλη εκτίμηση και συνεχίζουμε να τον έχουμε, το ίδιο και τα πρώτα πανκ συγκροτήματα. Τώρα είναι διαφορετική η κατάσταση. Νομίζω ότι έχουν μια διαφορετική αντίληψη για τη μουσική τα 13χρονα και τα 14χρονα.
Ένα χαρακτηριστικό είναι ότι έχει γίνει αποδόμηση των πάντων, οι πιτσιρικάδες μπορεί να ακούσουν από AC/DC μέχρι Squarepusher, δεν υπάρχει κανένα όριο. Αυτό το βρίσκουμε θετικό, γιατί είναι σαν έκρηξη, κόβονται τα στεγανά. Τα '80s ήταν πολύ πιο συντηρητική εποχή. Και τρομερά πιο βίαιη απ' τη σημερινή· όσα λέγονται γι' αυτά είναι μύθος. Βία κοινωνική άπειρη, περπατούσαμε στον δρόμο πάνκηδες και οι άλλοι μας πετούσαν διάφορα.
• Πιστεύω ότι ένα σημαντικό στοιχείο που έκανε τους Last Drive να ξεπηδήσουν μέσα από αυτή την κατάσταση ήταν η τάση τους να διαφοροποιηθούν πολιτιστικά από αυτό το πράγμα. Ήταν ασφυκτικό να το βιώνεις. Αν δεν υπήρχε το γκαράζ, θα έπρεπε να το εφεύρουμε.
• Λίγα πράγματα είχε η Αθήνα τότε, λίγος κι ο κόσμος που ασχολιόταν με αυτήν τη μουσική, αλλά ήταν γεροί δεσμοί, τους ήξερες όλους, κάθε δίσκος που έβγαινε ήταν ένα γεγονός. Ήταν πολιτιστικό γεγονός να ακούσεις δηλαδή τον νέο δίσκο των Cramps ή των Gun Club. Επειδή ήταν λίγες οι κυκλοφορίες και επειδή είχαμε χρόνο και πολλές ώρες για αλητεία, αυτά που ακούγαμε τα εμπεδώναμε.
• Τα μουσικά επίπεδα στο ξεκίνημά μας ήταν λίγο διαφορετικά, υπήρχαν πολλές ανοιχτές συναυλίες, συμπαράστασης, αλληλεγγύης, φεστιβάλ που διοργανώνονταν επειδή μαζεύονταν δέκα γκρουπ. Η αυτοδιαχείριση υπήρχε εκ των πραγμάτων, δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Έτσι γεννήθηκε αυτό που γεννήθηκε.
• Για πολλά χρόνια υπήρχε περιχαράκωση σε συγκεκριμένα μουσικά είδη και ήταν κάπως βέβηλο να κάνεις κάτι που δεν το προϋπέθετε η δικιά σου τοποθέτηση στη μουσική. Αυτό που καταφέραμε ήταν να το υπερβούμε αυτό. Πάντα έρχονταν στις συναυλίες μας και πάνκηδες και γκαρατζάδες και ροκαμπίλια και φρικιά και δημιουργούσαν ένα καλό κλίμα που μας έδινε ενέργεια. Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα, γιατί δεν υπάρχει αυτή η περιχαράκωση.
Κάποια στιγμή σταματήσαμε γιατί η ενέργεια που δίναμε εκείνη την εποχή σε σχέση με τα πράγματα που έπρεπε να πάρουμε πίσω ήταν δυσανάλογη και μας έφτασε στα όριά μας. Αυτό το μπλακάουτ που σου συμβαίνει καμιά φορά συνέβη και στο γκρουπ. Είχαμε απογοητευτεί από πολλά πράγματα, κυρίως με τις εταιρείες. Δεν είχαμε διαλυθεί ποτέ όμως, ήταν ένα μεγάλο διάλειμμα.
• Έχουμε μείνει πέντε μέρες κλεισμένοι σε ένα κλαμπ στη Γερμανία το '91. Παίζαμε στο Ecstasy στο Βερολίνο τη μία μέρα εμείς με τους Dead Moon και μετά από πέντε μέρες ξαναπαίζαμε με περισσότερες μπάντες.
Δεν είχαμε πού να μείνουμε, το κλαμπ είχε δωμάτια για τους μουσικούς και πολύ απλά μας άφησαν να μείνουμε εκεί μέσα και για πέντε μέρες παίζαμε μπιλιάρδο και μουσική σε ένα άδειο κλαμπ και πίναμε τις μπίρες του μαγαζιού. Εκείνη την περίοδο το Βερολίνο ήταν σαν δεύτερη Αθήνα για μας. Από το '87 μέχρι το '91 παίζαμε πολύ συχνά εκεί, είχε μια πολύ περίεργη ατμόσφαιρα σε σχέση με την υπόλοιπη Γερμανία και με την υπόλοιπη Ευρώπη.
• Το να βγεις έξω απ' την Ελλάδα στα '80s προϋπέθετε μια αίσθηση ότι το όριό σου είναι εκεί που εσύ θες να το βάλεις. Τα τελευταία 10-15 χρόνια το πιο δύσκολο πράγμα στην Ελλάδα είναι να κάνεις τα πιο απλά πράγματα: να ζεις με αξιοπρέπεια, να παίζεις μουσική, να είσαι δημιουργικός, να κάνεις κάτι που δεν προϋποθέτει συμβιβασμό.
Το πιο εύκολο ήταν να είσαι λαμόγιο, να πουλάς κώλους και να γίνεσαι εκατομμυριούχος, να ονειρεύεσαι ότι έχεις μια μερσεντές, ενώ δεν έχεις τίποτα. Κατά κάποιον τρόπο, στον «εθνικό νόμο» η δημιουργία βγήκε εκτός νόμου. Κι αυτό ήταν καταστροφικό. Έτσι, τα πράγματα έφτασαν εδώ που έφτασαν κι έγινε η έκρηξη τον προπέρσινο Δεκέμβρη.
• Οι μεγαλύτεροι φαν μας εκτός Ελλάδας ήταν στη Γερμανία και στην Ιταλία. Θυμάμαι, στη Ρώμη βγαίνουμε να παίξουμε την πρώτη φορά και με το που ξεκινάμε καταστρέφεται όλο το μέρος. Έγινε χαμός, φύγαμε απ' τη σκηνή μέσα σε 5 λεπτά! Ήταν περίεργο, γιατί είχαμε κάνει promotion μόνο με κασέτες και ξαφνικά έγινε μπαμ. Πήγαμε να μπούμε στον χώρο και δεν μπορούσαμε, είχε τόσο κόσμο.
• Είναι πολύ περίεργο το γεγονός ότι τώρα που είναι τα πράγματα πιο εύκολα δεν το κυνηγάνε οι πιτσιρικάδες. Εμείς επικοινωνούσαμε με τις εταιρείες και τους διοργανωτές δι' αλληλογραφίας. Ήταν άλλοι οι χρόνοι κι αυτό ήταν πολύ σημαντικό. Τώρα ένας πιτσιρικάς βρίσκεται πολύ νωρίς μπροστά σε μερικά διλήμματα που εμείς καλώς ή κακώς μπορούσαμε να τα μετατοπίσουμε χρονικά ή να μη μας ενδιαφέρουν.
• Το ερώτημα δεν είναι αν μπορείς να ζήσεις από τη μουσική, το ερώτημα είναι με τι μπορείς να ζήσεις στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή. Σίγουρα όχι με το παραμύθι που σε τάιζαν τόσα χρόνια. Μερικές φορές αυτό που γίνεται δεν σε ενδιαφέρει. Ή πολλές φορές ανακαλύπτεις ότι πρέπει να κάνεις τόσους συμβιβασμούς για να κατορθώσεις αυτό που θέλεις, που λες «δεν αξίζει τον κόπο».
Δεν ειπώθηκε ποτέ μέσα στο γκρουπ, αλλά ισχύει: από πολύ νωρίς είχαμε αποφασίσει ότι αν δεν κάναμε αυτό που θέλαμε με τον τρόπο μας, προτιμούσαμε να μην το κάνουμε καθόλου. Βασικά, μπήκαμε οικειοθελώς σε ένα πεδίο όπου δεν μπορούσες να κάνεις συμβιβασμούς, αφήσαμε πολλά πράγματα πίσω και είπαμε θα κάνουμε μουσική με τους δικούς μας όρους. Ήταν σαν συμφωνία κυρίων μικρών σε ηλικία, αλλά αυτήν τη συμφωνία την τηρήσαμε.
• Κάποια στιγμή σταματήσαμε γιατί η ενέργεια που δίναμε εκείνη την εποχή σε σχέση με τα πράγματα που έπρεπε να πάρουμε πίσω ήταν δυσανάλογη και μας έφτασε στα όριά μας. Αυτό το μπλακάουτ που σου συμβαίνει καμιά φορά συνέβη και στο γκρουπ. Είχαμε απογοητευτεί από πολλά πράγματα, κυρίως με τις εταιρείες. Δεν είχαμε διαλυθεί ποτέ όμως, ήταν ένα μεγάλο διάλειμμα.
• Αυτό που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ ήταν το κοινό στις επανασυνδέσεις μας. Το 2007, στο Gagarin, οι τρεις βραδιές ήταν μαγεία. Η ώθηση που πήραμε εκείνες τις βραδιές ήταν απερίγραπτη. Το να παίζουμε μετά από τόσα χρόνια σε κοινό που ξέραμε από παλιά αλλά και σε άλλους που δεν τους είχαμε ξαναδεί μας μετέδιδε τέτοια κύματα ενέργειας που μας πήγαιναν και μας έφερναν.
Είχε μεγάλη σημασία που είχαμε βρεθεί ξανά οι τέσσερίς μας. Όπως είχε περάσει η μπάντα δύσκολα και είχε διαλυθεί, ξαφνικά οι ίδιοι άνθρωποι, ο Θάνος, ο Χρήστος, ο Γιώργος, ο Αλέξης βγήκαμε και συνεχίσαμε. Έχει πάρα πολύ δύναμη αυτό το πράγμα. Όταν βρεθήκαμε ξανά μαζί, μας φάνηκε πολύ φυσικό.
• Όλοι κυνηγάνε ένα κόκαλο της επιτυχίας, αλλά ξεχνάνε τη ζωή τους. Δεν είναι δυο διαφορετικά πράγματα. Το ότι είμαστε μαζί τώρα είναι πολύ σημαντικό από μόνο του, ακόμα κι αν μαζευόμασταν απλά στο στούντιο και παίζαμε. Ειδικά αν είσαι σε έναν χώρο όπως η Ελλάδα, που οι συνεργασίες δεν μπορούν να έχουν διάρκεια, και στη συλλογικότητα πάντα κάτι στραβώνει. Το γκρουπ αυτό είναι: μια συνθήκη συλλογικότητας που δεν βασίζεται πάνω σε τίποτα, δεν υπάρχει όρος, μπαίνουν οι τέσσερις στο στούντιο και αρχίζουν να παίζουν.
• O ήχος μας ήταν εντελώς urban. Κι εμείς οι ίδιοι. Αυτό ήταν πολύ απτό στους στίχους μας, ειδικά στο «Underworld Shakedown» περιέγραφαν σχεδόν τη ζωή μας στην Παραλία. Και το «Midnight Hop» είχε πόλη μέσα του: Αθήνα, νύχτα... Αυτό που δεν μας αρέσει είναι που προσπαθούν να μας πείσουν να μας αρέσει η Αθήνα. Μας αρέσουν οι αναμνήσεις μας από μια πόλη που μπορεί να σου δώσει τα πάντα, καλά και κακά, μας αρέσει που γι' αυτή γράψαμε τα τραγούδια μας, σίγουρα δεν μας αρέσει που δεν τη σέβεται κανένας.
Και μας χαλάει ο κόσμος της. Που ο καθένας κοιτάει την πάρτη του στα πιο μικρά πράγματα, που δεν έχεις να πεις τίποτα με έναν περαστικό, που δεν μπορείς να περπατήσεις στους δρόμους της, που μια μητέρα με το καρότσι του μωρού της είναι αδύνατον να κυκλοφορήσει στο κέντρο, που όλοι προσπαθούν να σου φάνε τη θέση. Το να ζεις είναι εκτός νόμου στην Ελλάδα. Το εθνικό δίκαιο το απαγορεύει. Περπάτα στον δρόμο να δεις πόσες φορές θα σιχτιρίσεις μέχρι να φτάσεις στον προορισμό σου.
Το «Midnight Hop» είχε πόλη μέσα του: Αθήνα, νύχτα... Αυτό που δεν μας αρέσει είναι που προσπαθούν να μας πείσουν να μας αρέσει η Αθήνα. Μας αρέσουν οι αναμνήσεις μας από μια πόλη που μπορεί να σου δώσει τα πάντα, καλά και κακά, μας αρέσει που γι' αυτή γράψαμε τα τραγούδια μας, σίγουρα δεν μας αρέσει που δεν τη σέβεται κανένας.
• Μας τη σπάει ο επιδεικτικός πλούτος σε κατάσταση ολιγαρχίας. Που σε μια πόλη όπου μια ολόκληρη γενιά θα πάει χαμένη -τα παιδιά που είναι τώρα 20 χρόνων δύσκολα θα βρουν δουλειά πριν τα 35- εμφανίζονται διάφοροι τύπου Μπέβερλι Χιλς. Είναι εξοργιστικό. Κι είναι ντροπή ο τρόπος που φέρεται ένα μεγάλο μέρος του κόσμου στους μετανάστες.
Ξεχνάει ότι είμαστε ένας λαός που έχει αφήσει τα κοκαλάκια του στους σιδηρόδρομους της Αμερικής και στις φάμπρικες της Ευρώπης. Δεν υπάρχει η ηθική των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων που έχουν εξοικειωθεί με τους ξένους, εδώ είναι υπό πολιορκία, ένας αχταρμάς όπου ο καθένας κάνει ό,τι γουστάρει.
• Η ζωή, όπως παίζει γύρω σου, δεν μπορεί να σου δώσει ένα μήνυμα που να είναι θετικό, νομίζεις ότι απευθύνονται σε γουρούνια: κλέψε, πάτα. Αυτό για μας είναι ανυπόφορο. Ο καθένας κοιτάζει πώς να βολευτεί. Κι όταν περιμένεις από κάποιον να σε βολέψει τού έχεις παραχωρήσει μεγάλο μέρος της προσωπικής σου ζωής. Αυτό έχει και αισθητικά αποτελέσματα, δεν μπορείς να έχεις οράματα, είναι σαν να σου κάνουν λοβοτομή.
• Τις εταιρείες δίσκων δεν τις κατηγορείς μόνο για τα σκουπίδια που βγάζουν, τις κατηγορείς επειδή τόσα χρόνια άνθρωποι που δεν είχαν ιδέα από μουσική έκλειναν την πόρτα σε καλλιτέχνες που άξιζαν. Αυτό είναι τραγελαφικό. Διαβάζουμε τους όρους στα συμβόλαια που έκαναν τότε οι καλλιτέχνες με τις εταιρίες και πεθαίνουμε στο γέλιο Για πάρα πολλά χρόνια, από τη δεκαετία του '20 γίνονταν καταχρηστικά συμβόλαια εις βάρος των καλλιτεχνών.
Δεν είναι δυνατόν, επειδή κάποιος σου δίνει τη δυνατότητα να ηχογραφείς τα κομμάτια σου, να είναι δικά του. Σήμερα ένας καλλιτέχνης που πάει να μιλήσει με μια εταιρεία δεν πάει να παραχωρήσει «γη και ύδωρ». Είναι πιο εύκολο, πολύ απλά επειδή ο καθένας μπορεί να κυκλοφορήσει τη δουλειά του μόνος του ή με 10 φίλους του. Τότε δεν μπορούσες να το κάνεις, ήταν η πρέσα κι έπρεπε να κόψεις βινύλια.
• Το '95 ήταν πιο δύσκολα απ' ό,τι είναι τώρα, και το '85 ακόμα πιο δύσκολα. Η κρίση είναι ένα πολύ ωραίο χάπι για να πατήσουν ανώδυνα τον κόσμο στον λαιμό. Η κρίση αναφέρεται στο κράτος, σε καθαρά χρηματοοικονομικό επίπεδο, το οποίο ρημάχτηκε επειδή ήταν έτσι η δομή του. Αυτά που μας φοβίζουν πιο πολύ είναι αυτά που θα αλλάξουν στο όνομα της κρίσης και θα γίνουν ένα καθεστώς το οποίο θα συνεχίσει να υπάρχει και τα επόμενα χρόνια.
• Για μας υπάρχει ένας πολύ απλός κανόνας: αν υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος που άκουσε αυτό που θες να πεις, αυτή είναι η καταξίωση
σχόλια