Ένα από τα αριστουργήματα του λυρικού θεάτρου του 20ού αιώνα, ο Βότσεκ του Άλμπαν Μπεργκ θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά από την Εθνική Λυρική Σκηνή από τις 19 Ιανουαρίου 2020 και για πέντε παραστάσεις. Σκηνοθετεί ο κορυφαίος Γάλλος σκηνοθέτης Ολιβιέ Πι, διευθύνει ο διακεκριμένος αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος και πρωταγωνιστεί ο διεθνώς αναγνωρισμένος βαρύτονος της ΕΛΣ Τάσης Χριστογιαννόπουλος.
Ο Ολιβιέ Πυ σημειώνει για την παραγωγή: «Είναι μεγάλη χαρά και τεράστια τιμή για μένα που θα δημιουργήσω τον πρώτο μου Βότσεκ στην Αθήνα. Είναι ένα έργο που ονειρεύομαι να το σκηνοθετήσω εδώ και πολύ πολύ καιρό. Μετά τη σκηνοθεσία μου στη Λούλου του Μπεργκ, είναι για μένα μια λογική συνέχεια να δουλέψω πάνω στον Βότσεκ. Οραματίζομαι έναν Βότσεκ πολιτικό αλλά και μεταφυσικό.
Το έργο του Μπύχνερ γράφτηκε σε μια επαναστατική στιγμή και είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε στη σκηνή έναν άνθρωπο του λαού να γίνεται ο ήρωας – ένας ήρωας δυστυχισμένος. Είναι ένα έργο που, θα τολμούσα να πω, μοιάζει με αρχαία ελληνική τραγωδία, μόνο που δεν αναφέρεται σε έναν βασιλιά, αλλά μιλάει για έναν απλό άνθρωπο – έναν απλό άνθρωπο που είναι ο ήρωας αυτής της τραγωδίας.
Ο Μπεργκ δούλεψε με έναν καταπληκτικό τρόπο πάνω σε ένα δύσκολο, αποσπασματικό και ημιτελές κείμενο, για να κάνει τη δική του όπερα. Έγραψε κατά κάποιον τρόπο ο ίδιος τον δικό του Βότσεκ. Πρόσθεσε στο έργο του Μπύχνερ –ένα έργο κυρίως πολιτικό– μια μεταφυσική διάσταση, κάνοντας τον Βότσεκ ένα είδος μοντέρνου Χριστού».
Ο Βότσεκ είναι μια από τις πρώτες εκτενείς όπερες του 20ού αιώνα γραμμένη σε ατονικό ιδίωμα με χρήση τραγουδιστής ομιλίας – Sprechgesang. Τόσο λόγω της σημασίας του για την ιστορία του μουσικού μοντερνισμού όσο και για αυτή καθαυτή την ποιότητα της μουσικής του έχει ενταχθεί στο δραματολόγιο όλων των μεγάλων λυρικών θεάτρων του κόσμου.
Ο Βότσεκ είναι η πρώτη από τις δύο όπερες του Άλμπαν Μπεργκ, ενός από τους σημαντικότερους συνθέτες του 20ού αιώνα. Ο Μπεργκ γεννήθηκε στη Βιέννη το 1885, υπήρξε μαθητής του Άρνολντ Σαίνμπεργκ και αναδείχτηκε σε έναν από τους διασημότερους εκπροσώπους της «δεύτερης σχολής της Βιέννης» επενδύοντας το δωδεκαφθογγικό σύστημα με λυρισμό και βαθύτερα «ανθρώπινες αξίες».
Ανήκε στην πνευματική ελίτ της Βιέννης, μαζί με τους συνθέτες Αλεξάντερ φον Τσεμλίνσκι και Φραντς Σρέκερ, τον αρχιτέκτονα Άντολφ Λόος, τον ζωγράφο Γκούσταφ Κλιμτ και τον ποιητή Πέτερ Άλτενμπεργκ. Ωστόσο, το ναζιστικό καθεστώς ήταν εχθρικό προς τον μουσικό μοντερνισμό όπως επίσης προς οποιονδήποτε είχε σχέση με Εβραίους – όπως ο Μπεργκ που υπήρξε μαθητής του Σαίνμπεργκ, τον οποίο μάλιστα είχε βοηθήσει και πρακτικά.
Οι συνθέσεις του μπήκαν στη λίστα έργων «εκφυλισμένης μουσικής» και οι παρουσιάσεις τους ακυρώνονταν. Πέθανε το 1935, σε ηλικία πενήντα ετών, αφήνοντας τη δεύτερη όπερά του Λούλου ημιτελή, καθώς είχε διακόψει τη σύνθεσή της για βιοποριστικούς λόγους.
Ο Βότσεκ βασίζεται στο θεατρικό έργο Βόυτσεκ του Γκέοργκ Μπύχνερ, το οποίο έμεινε ημιτελές και εκδόθηκε το 1879, περισσότερο από σαράντα χρόνια μετά τον θάνατο του συγγραφέα.
Ο Μπεργκ παρακολούθησε την παρουσίαση του θεατρικού του Μπύχνερ στη Βιέννη το 1914 και αμέσως αποφάσισε να μετατρέψει το κείμενο αυτό σε όπερα. Από τις σκηνές του έργου, των οποίων η σειρά δεν ήταν ούτε σαφής ούτε μονοσήμαντη, ο Μπεργκ επέλεξε δεκαπέντε, τις οργάνωσε σε τρεις πράξεις και συνέγραψε ο ίδιος το λιμπρέτο.
Η σύνθεση της όπερας ξεκίνησε πριν το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ολοκληρώθηκε μετά το τέλος του. Η εμπειρία του πολέμου μέσα από τη θητεία του στον αυστροουγγρικό στρατό επηρέασε βαθιά τη σύνθεση του Βότσεκ. «Υπάρχει κάτι από μένα σε αυτόν τον χαρακτήρα, καθώς πέρασα αυτά τα χρόνια του πολέμου εξίσου εξαρτώμενος από ανθρώπους που μισώ, ήμουν αλυσοδεμένος, άρρωστος. Αιχμάλωτος, παραιτημένος, για την ακρίβεια ταπεινωμένος», έγραφε ο Μπεργκ σε επιστολή προς τη γυναίκα του το 1918.
Η παγκόσμια πρώτη του έργου δόθηκε το 1925 στην Κρατική Όπερα του Βερολίνου και ήταν ένας θρίαμβος. Το έργο αμέσως αναγνωρίστηκε ως ένα από τα αριστουργήματα του 20ού αιώνα και αμέσως ξεκίνησε την πορεία του σε λυρικά θέατρα σε Γερμανία, Αυστρία, Τσεχία, Ρωσία. Το 1934 έγινε η αμερικάνικη πρεμιέρα του έργου στη Φιλαδέλφεια, ενώ το 1952 παρουσιάστηκε στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου και στο Théâtre des Champs-Elysées στο Παρίσι.
Η υπόθεση αφορά τη βία που υφίσταται από το περιβάλλον του ένας απλός, καθημερινός, φτωχός άνθρωπος με συνέπεια η σκέψη του να χάνεται σε δαιδαλώδεις διαδρομές. Όταν ο στρατιώτης Βότσεκ συνειδητοποιεί ότι η γυναίκα του Μαρί, η μόνη σταθερή αναφορά στη ζωή του, έχει εραστή, τη σκοτώνει. Αναζητώντας το φονικό μαχαίρι που ο ίδιος πέταξε στη λίμνη, πνίγεται.
Η καθημερινή ζωή των στρατιωτών και έννοιες όπως η στρατοκρατία, η σκληρότητα, η κοινωνική εκμετάλλευση και ο περιστασιακός σαδισμός παρουσιάζονται στον Βότσεκ χωρίς καμία ωραιοποίηση.
Ο Βότσεκ είναι ένα έργο που θεωρείται ότι άλλαξε τα δεδομένα στην όπερα, καθώς ασχολήθηκε με ένα θέμα το οποίο μέχρι τότε κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί στη σκηνή ενός λυρικού θεάτρου, παρουσιάζοντάς το μέσα από μια αισθητική που σέβεται την ωμότητα του κειμένου, αναδεικνύοντας παράλληλα την ψυχολογική του διάσταση.
Η παραγωγή υλοποιείται με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) για την ενίσχυση της καλλιτεχνικής εξωστρέφειας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Συντελεστές
Μουσική διεύθυνση Βασίλης Χριστόπουλος
Σκηνοθεσία Ολιβιέ Πυ
Σκηνικά, κοστούμια Πιερ-Αντρέ Βάιτς
Φωτισμοί Μπερτράν Κιγύ
Διεύθυνση χορωδίας Αγαθάγγελος Γεωργακάτος
Διεύθυνση παιδικής χορωδίας Κωνσταντίνα Πιτσιάκου
Βότσεκ Τάσης Χριστογιαννόπουλος
Αρχιτυμπανιστής Πήτερ Ουέντ
Άντρες Βασίλης Καβάγιας
Λοχαγός Πήτερ Χόαρ
Γιατρός Γιάννης Γιαννίσης
Παραγιός Α΄ Βαγγέλης Μανιάτης
Παραγιός Β΄ Μιχάλης Ψύρρας
Τρελός Παναγιώτης Πρίφτης
Μαρί Ναντίνε Λένερ
Μαργκρέτ Μαργαρίτα Συγγενιώτου
Στρατιώτης Χρήστος Λάζος
Με την Ορχήστρα, τη Χορωδία και την Παιδική Χορωδία της ΕΛΣ, στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής της αποστολής.
Info
19, 23, 26, 31 Ιανουαρίου 2020
2 Φεβρουαρίου 2020
Ώρα έναρξης 20.00 (Κυριακές 18.30)
Τιμές εισιτηρίων: €15, €20, €30, €35, €42, €50, €55, €70
Φοιτητικό, παιδικό: €15
Περιορισμένης ορατότητας: €10