Το αναστηλωμένο αρχαίο θέατρο της Μήλου παραδόθηκε το Σάββατο 9 Ιουλίου στο κοινό, μετά από την ολοκλήρωση των εργασιών ανάδειξής του, με στόχο να αποτελέσει πυρήνα πολιτισμού τόσο για την τοπική κοινωνία όσο και για τους πολυάριθμους επισκέπτες του νησιού.
Η παράδοση του ανακαινισμένου αρχαίου θεάτρου, ενός από τα καλύτερα σωζόμενα αρχαία θέατρα των Κυκλάδων, αποτελεί κορυφαίο γεγονός για τον πολιτισμό του Αιγαίου, αλλά και για ολόκληρη την Ελλάδα και υλοποιήθηκε σε συνεργασία του του υπουργείου Πολιτισμού με την Περιφέρεια Ν. Αιγαίου και το Δήμο Μήλου, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Ν. Αιγαίου 2007-2013, με προϋπολογισμό 1.547.206,36€.
Το μαρμάρινο θέατρο, παρά το γεγονός ότι έχει ερευνηθεί μερικώς, καθώς το μεγαλύτερο τμήμα του είναι ακόμη θαμμένο κάτω από τις επιχώσεις και τις ξερολιθιές, είναι ένα από τα καλύτερα σωζόμενα αρχαία θεατρικά οικοδομήματα στις Κυκλάδες.
Σε προνομιακή θέση με απέραντη θέα, στην πλαγιά επάνω από το Κλήμα (το αρχαίο λιμάνι), την εποχή της ακμής του ήταν πολυτελές έργο με χωρητικότητα τουλάχιστον 8.000 θεατών, μαρμάρινα εδώλια, μνημειακή πρόσοψη με πλούσιο αρχιτεκτονικό διάκοσμο, ενώ το κτίριο της σκηνής υπολογίζεται ότι έφτανε σε ύψος δύο ορόφων. Το θέατρο ανακαλύφθηκε όταν το 1735 ένας περαστικός ταξιδιώτης, ο ιησουίτης μοναχός Nicolas Sarrabat, αναγνώρισε τα σημάδια του κοίλου, άνοιξε «τρύπες» στην περιφέρειά του και εντόπισε τρεις σειρές μαρμάρινων καθισμάτων.
Πρόκειται για έργο της ρωμαϊκής περιόδου (1ος-4ος αι. μΧ), η κατασκευή του οποίου πρέπει να ήταν τμηματική και μακρόχρονη, με πιθανές φάσεις αναδιαμόρφωσης. Aποτελεί αξιόλογο δείγμα θεατρικού οικοδομήματος της εποχής του, με χαρακτηριστικά που απαντούν στα ρωμαϊκά και «εκρωμαϊσμένα» θέατρα των ανατολικών επαρχιών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο τύπος των οποίων διαμορφώθηκε με πρότυπο το ελληνικό θέατρο.
Η παύση της λειτουργίας του τοποθετείται στον 4ο αι. μΧ, οι χώροι του, όμως, συνέχισαν να χρησιμοποιούνται ως κατοικίες ή εργαστήρια έως το τέλος του 6ου-αρχές του 7ου αι. μΧ, με μετασκευές στις οποίες έγινε χρήση του δομικού υλικού του μνημείου. Σε αυτούς τους χρόνους ανήκουν οι ανοιγμένοι στα τοιχώματα της αρένας τάφοι, πιθανόν και τα δύο ασβεστοκάμινα, τα οποία κατασκευάστηκαν στην ορχήστρα και το προσκήνιο, και φαίνεται ότι λειτούργησαν για αρκετούς αιώνες. Ακόμη και όταν το θέατρο εγκαταλείφθηκε οριστικά, συνέχισε να προμηθεύει οικοδομικό υλικό στους κατοίκους του νησιού.
Οι πρώτες ανασκαφικές έρευνες στο θέατρο πραγματοποιήθηκαν το 1816 και το 1817 από τον Γερμανό αρχιτέκτονα Carl Haller von Hallerstein, που στη συνέχεια αγόρασε το θέατρο για λογαριασμό του διαδόχου και μετέπειτα βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α', ο οποίος επισκέφθηκε τη Μήλο το 1836, έκανε νέα ανασκαφή και στη συνέχεια δώρισε το μνημείο στον γιο του, βασιλιά της Ελλάδας, Όθωνα.
Συστηματικές ανασκαφικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 1990-1995 από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, κατά τη διάρκεια των οποίων τεκμηριώθηκε η συνέχεια του κοίλου στο πρανές, αποκαλύφθηκε η ορχήστρα-αρένα, τμήματα του σκηνικού οικοδομήματος, καθώς και η πλευρική είσοδος στο δυτικό ανάλημμα.
Στη σύγχρονη ζωή της Μήλου, το θέατρο της αρχαίας πόλης αρχίζει να παίζει ενεργό ρόλο από το 1930, όταν στον χώρο του οργανώθηκε επίδειξη πάλης. Έκτοτε, και μέχρι το 2000, φιλοξένησε κατά καιρούς μαθητικούς αθλητικούς αγώνες, ερασιτεχνικές και επαγγελματικές παραστάσεις αρχαίου δράματος, αλλά και μουσικές εκδηλώσεις. Ωστόσο, οι σημαντικές φθορές που προκλήθηκαν στην πορεία των χρόνων επέβαλαν τη διακοπή της παραχώρησής του.
σχόλια