«Την ιστορία των ναυαγίων του Ιονίου» αναδεικνύουν οι τρεις υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας μέσα σε ένα μήνα, που διερευνά η Ασφάλεια Ιωαννίνων.
Συγκεκριμένα συνελήφθησαν δύο Γερμανοί που επί 30 χρόνια ζουν στην παραλιακή Πέρδικα της Θεσπρωτίας, ένας δύτης στην Ηγουμενίτσα και ένας επιχειρηματία στην Πάργα, καθώς στην κατοχή τους βρέθηκαν και κατασχέθηκαν εκατοντάδες αρχαιότητες.
Από τα προϊστορικά χρόνια, το Ιόνιο ήταν η «θαλάσσια γέφυρα» μεταξύ της Ανατολής και της Δύσης. Ήταν ένα σχετικά ασφαλές πέρασμα, καθώς υπήρχε ο φόβος της ανοιχτής θάλασσας και τα πλοία ταξίδευαν χωρίς να απομακρύνονται από τις ακτές.
«Μπορεί να μην είναι μία ιδιαίτερα επικίνδυνη, για τη ναυσιπλοΐα, θάλασσα, όμως η συχνότητα των ταξιδιών και των διελεύσεων προδικάζει την ύπαρξη ενός μεγάλου αριθμού ναυτικών συμβάντων, ανά τους αιώνες», αναφέρει η διευθύντρια της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Παρή Καλαμαρά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ενώ επισημαίνει πως εκεί διαδραματίστηκαν και σημαντικά ιστορικά γεγονότα, ναυμαχίες οι οποίες επηρέασαν τη γενικότερη πορεία των Μεσογειακών λαών.
Για παράδειγμα, η ναυμαχία στο Άκτιο το 31 π.Χ., της Ναυπάκτου το 1571, από τις οποίες πλέον, κανένα στοιχείο στη θάλασσα δεν δηλώνει τη διεξαγωγή των μεγάλων αυτών γεγονότων, ή ακόμα του Ναβαρίνου το 1827, τα τεκμήρια της οποίας υπάρχουν και σήμερα στον κόλπο.
Το Ιόνιο, σε σχέση με το Αιγαίο, είναι η θάλασσα, που παραμένει σχετικά ανεξερεύνητη, σημειώνει η κ. Καλαμαρά. Πλήθος αρχαιοτήτων, όπως αμφορείς, πινάκια και άλλα σκεύη, από την ελληνιστική περίοδο μέχρι τους μεταβυζαντινούς χρόνους, θαμμένα στα βάθη της θάλασσας, κατά καιρούς μπλέκονται στα δίχτυα αλιέων που τα παραδίδουν στις αρμόδιες υπηρεσίες.
Παράλληλα, οι κατασχέσεις αρχαιοτήτων, κυρίως εμπορικών αμφορέων από διάφορες περιοχές του Ιονίου, που ένας μεγάλος αριθμός βρίσκονται στις αποθήκες των Εφορειών Αρχαιοτήτων της περιοχής, μεταφέρουν και δίνουν μία εικόνα μεγάλης ναυτικής δραστηριότητας στη διάρκεια των αιώνων στην περιοχή, που αποτελεί ένα θαλάσσιο ερευνητικό πεδίο με μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον.
Οι περισσότερες έρευνες που έχουν γίνει, ορισμένες και πριν την επίσημη ίδρυση της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων (ΕΕΑ), αφορούσαν σε περιοχές, όπου διεξήχθησαν σημαντικές ναυμαχίες. Οι επιφανειακές έρευνες, που κατά καιρούς διεξήγαγε η ΕΕΑ, σε συγκεκριμένες περιοχές, έδωσαν σημαντικά στοιχεία και αποκάλυψαν ναυάγια.
Στην Κεφαλονιά και την Ιθάκη, το 2002, εντοπίστηκαν ναυάγια των ρωμαϊκών χρόνων, αλλά και ένα σημαντικό προϊστορικό της Πρωτοελλαδικής περιόδου στη Γιαγάνα.
Επίσης στην περιοχή της Μεθώνης, θα πρέπει να επισημανθούν δύο σημαντικά ναυάγια των ρωμαϊκών χρόνων, με φορτίο κιόνων το ένα και σαρκοφάγων το δεύτερο.
Οι επιφανειακές έρευνες στο Βόρειο Ιόνιο, ανάμεσα στην Κέρκυρα και τους Παξούς, για τον έλεγχο της διέλευσης του αγωγού φυσικού αερίου «Ποσειδών», επέτρεψαν τον εντοπισμό τριών ναυαγίων σε βάθη μεγαλύτερα των 1.000 μέτρων, του 4ου μ.Χ. αιώνα, του 7ου μ.Χ. και του 18ου.
Επίσης, συστηματικές έρευνες, έγιναν σε ναυάγιο του 16ου αι. στον ύφαλο Δημήτρης ή Σινιάλο στη Ζάκυνθο, αλλά και στο ακρωτήριο Ξι στη Κεφαλονιά, όπου εντοπίστηκαν και ανελκύστηκαν έξι μαρμάρινα αγάλματα, τρεις μαρμάρινες βάσεις κιόνων και δύο μαρμάρινα κιονόκρανα, που μάλλον αποτελούσαν φορτίο πλοίου των ρωμαϊκών χρόνων που μετέφερε έργα τέχνης.
Η Διευθύντρια της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, προσθέτει πως εξίσου σημαντικές είναι οι έρευνες παράκτιων προϊστορικών καταποντισμένων οικισμών στη Μεθώνη και στο Πλατυγιάλι Αστακού, όπου σήμερα έχει κατασκευαστεί πλέον λιμάνι, αλλά και του μεσαιωνικού λιμένα της Γλαρέτζας στην Κυλλήνη.
Ειδική αναφορά κάνει η κ. Καλαμαρά «και στα πιο σύγχρονα, αλλά εξίσου τραγικά συμβάντα, όπως τα ναυάγια πλοίων και αεροσκαφών κυρίως του 2ου Παγκόσμιου Πόλεμου, τα οποία επίσης προστατεύονται από την ελληνική αρχαιολογική νομοθεσία, ακριβώς γιατί αποτελούν μνημεία που συνδέονται με την πρόσφατη ιστορία της Ευρώπης, και πρέπει και αυτά να τυγχάνουν του απόλυτου σεβασμού και προστασίας».
Η ραγδαία τουριστική ανάπτυξη του Ιονίου, ήδη από τη δεκαετία του '50, έδωσε και πεδίο δράσης για τους αρχαιοκάπηλους. Έχουν καταγραφεί πολλά περιστατικά από τις αρμόδιες λιμενικές και αστυνομικές Αρχές και η Εφορεία προσπαθεί πάντα να συνδράμει, τονίζει η διευθύντρια της ΕΕΑ και συνεχίζει:
«Τα γεγονότα αυτά, δυστυχώς τα τελευταία χρόνια τείνουν να ενταθούν, αφού τόσο η τεχνολογία για την έρευνα του βυθού γίνεται πλέον ευκολότερα προσιτή, όσο και η πρόσβαση σε μεγαλύτερα βάθη, από πλευράς κατάδυσης, ευκολότερη. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να υπάρχουν γενικεύσεις και να θεωρούνται οι πάντες εν δυνάμει αρχαιοκάπηλοι. Όμως δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση, να εφησυχάζουμε και να μην βρισκόμαστε συνεχώς σε ετοιμότητα, ώστε να ανταποκρινόμαστε άμεσα και να συνδράμουμε κατά το δυνατόν, με τα μέσα που διαθέτουμε, τις διωκτικές Αρχές, που είναι επιφορτισμένες με την αστυνόμευση των θαλασσών και οι οποίες αυτή την περίοδο, γενικότερα στην Ανατολική Μεσόγειο, επωμίζονται μεγάλα βάρη».
Η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, σε μία περιοχή, όπως αυτή του Ιονίου, με έντονη τουριστική και επιχειρηματική δραστηριότητα, μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, μαρίνες, λιμάνια, υδατοκαλλιέργειες, όπως τονίζει η κ. Καλαμαρά, ανταποκρίνεται καταρχήν στις απαιτήσεις για την προστασία των αρχαιοτήτων και της υποβρύχιας πολιτιστικής κληρονομίας, η οποία μπορεί βέβαια, κάτω από προϋποθέσεις και κανόνες με βασικό γνώμονα την προστασία, να αποτελέσει στο μέλλον, και ένα σημαντικό πόλο έλξης ενός ιδιαίτερου τουριστικού κοινού.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ