Δευτέρα βράδυ, 7 Αυγούστου, τέσσερις συγγραφείς κι εγώ ανάμεσά τους, στο αρχαίο θέατρο της Μίεζας, διαβάσαμε την “Ιφιγένεια στην Αυλίδα” μέσα στον χώρο και στον τόπο όπου είχε γραφτεί από τον Ευριπίδη. Την ίδια βραδυά το θέατρο ξαναλειτουργούσε, πρώτη φορά θα ακουγόταν θεατρικός λόγος ύστερα από δυο χιλιάδες διακόσια χρόνια.
Ήταν πολλά μαζί, βαρύ το φορτίο αλλά το αντιμετωπίσαμε με σοβαρότητα και κέφι που πήγαζε από την χαρά και την γλυκιά αγωνία μας. Βρεθήκαμε εκεί η Ζυράννα Ζατέλη, ο Θωμάς Κοροβίνης και η Γλυκερία Μπασδέκη υπό την καθοδήγηση του Θοδωρή Γκόνη ο οποίος μας το είχε προτείνει.
Ένα μήνα νωρίτερα χτύπησε το τηλέφωνό όταν μας έκανε την πρόταση. Στην αρχή τρομάζεις αλλά μετά το βρίσκεις τόσο συγκινητικό, μια εμπειρία ανεπανάληπτη που δεν θα την ξαναβρείς. Και του Θοδωρή Γκόνη, διευθυντή του Φεστιβάλ Φιλίππων, του είχε κάνει πρόταση η Αγγελική Κοτταρίδη, η παθιασμένη αρχαιολόγος και έφορος Αρχαιοτήτων Ημαθίας, βοηθός του Μανόλη Ανδρόνικου στην ανασκαφή της Βεργίνας, που έχει αφοσιωθεί σε ένα τεράστο έργο χρόνια τώρα που γίνεται, εκεί, στις Αιγές και διακτινώνεται σε γειτονικές πόλεις και περιοχές αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
Μελετούσαμε το κείμενο, σε μετάφραση Θρασύβουλου Σταύρου, περίπου ένα μήνα και μόλις τρεις μέρες χρειάστηκαν -αν και θα θέλαμε περισσότερες- για να το αποδώσουμε στον αρχαίο χώρο. Ο Θοδωρής Γκόνης μας ζήτησε να βυθιστούμε στο νόημα αλλά και την εσωτερικότητα των χαρακτήρων: να μην “παίξουμε” αλλά να τους υποδυθούμε μέσα από τον λόγο. Εγώ θα αποκαλούσα “υποκριτική ανάγνωση”.
Η Ζυράννα θα διάβαζε την Κλυταιμήστρα, η Γλυκερία την Ιφιγένεια, ο Θωμάς τον Αγαμέμνονα και τον Αχιλλέα. Διάβαζα τον Μενέλαο, κι ο Θοδωρής Γκόνης κρατούσε- σε απόσταση από την σκηνή- τα μέρη των αγγελιοφόρων.
Ως συγγραφέας παλεύω πολλές φορές να δω πώς μπορεί ένα κείμενο να απελευθερωθεί από την σιωπηρή του ανάγνωση και να βγει προς τα έξω. Όμως οι αρχαίες τραγωδίες είναι γραμμένες για να ακούγονται στον ανοιχτό χώρο διατηρώντας την ποιητική και τον ρυθμό τους. Η Ζυράννα θα διάβαζε την Κλυταιμήστρα, η Γλυκερία την Ιφιγένεια, ο Θωμάς τον Αγαμέμνονα και τον Αχιλλέα. Διάβαζα τον Μενέλαο, κι ο Θοδωρής Γκόνης κρατούσε- σε απόσταση από την σκηνή- τα μέρη των αγγελιοφόρων. Η φωνή της Μαρίας Καλλιμάνη ακουγόταν από τα ηχεία στα χορικά μέρη. Μουσική εγκατάσταση έκανε ο Αλέξανδρος Γκόνης, σκηνογραφική επιμέλεια η Ματίνα Μέγκλα και βοηθός σκηνοθέτη ήταν ο Μιχάλης Αγγελίδης.
Η Μίεζα ήταν μια μικρή πόλη στους πρόποδες του Βερμίου. Δεύτερος τόπος της βασιλικής οικογένειας. Εκεί ο Φίλιππος Β' θέλησε να λειτουργήσει ένα Γυμνάσιο για τους κανακάρηδες της Μακεδονικής ελίτ. Το αρχαίο θέατρο της Μίεζας ήταν προσάρτημα του συγκροτήματος του Γυμνασίου. Εδώ ήταν η Σχολή του Αριστοτέλη, εδώ διδάχθηκε ο Μεγαλέξανδρος την σοφία του πριν γίνει τόσο μέγας. Εδώ ήρθαν και οι Ρωμαίοι, ξαπόσταζε ο Αδριανός στις κατάφυτες επαύλεις, εδώ και οι οθωμανοί καλοκάθισαν.
Ο Ευριπίδης πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην Μακεδονία, στην αυλή του Αρχελάου, στις γειτονικές Αιγές όπου εμπνεύστηκε και άρχισε να γράφει τις Βάχκες και την “Ιφιγένεια εν Αυλίδι”. Μέγιστος δραματουργός, πού θα έβλεπε τα έργα του να επιβιώνουν σε ψηφιδωτά της ανατολής, διαδομένα από τους επιγόνους των ελληνιστικών χρόνων! Μια απέραντη ανατολή από Αφγανιστάν μέχρι Ινδία που μιλούσε ελληνικά και αναπαραστούσε τους αρχαίους ελληνικούς μύθους.
Ο τόπος, ανάμεσα στην Βέροια και την Νάουσα, καταπράσινος, νερά παντού, σκιές από δέντρα αλλά και η ζέστη ανυπόφορη. Ο αποκαταστημένος χώρος του αρχαίου θεάτρου, κατάμονος στο φυσικό περιβάλλον.
Στην πρώτη πρόβα η Ζυράννα έχασε ένα δαχτυλίδι και στεναχωρήθηκε. Ύστερα εμφανίστηκε μεσάνυχτα ένα φίδι στις κερκίδες, δίπλα στα αφημένα μας σακίδια και ρούχα. Το κυνήγησε ο φύλακας αν και δεν θέλαμε να το σκοτώσει, μπας και ήταν ιερό. Δικός του τόπος ήταν άλλωστε εδώ, αυτή η σκαμμένη αγκαλιά στον καταπράσινο λόφο. Ξανά η Ζυράννα χάνει την κόκκινη πίπα της, ο Θοδωρής Γκόνης το κείμενο με τις σημειώσεις τους.
Λες οι Θεοί ή ο Ευριπίδης να μη μας θέλανε ανάμεσά τους; Για να το ξορκίσουμε τραγουδούσαμε ομαδικά : “φίδι, πίπα, δαχτυλίδι, Ιφιγένεια εν Αυλίδι”. Αυτά μέχρι που την μέρα της έναρξης σκοτείνιασε κι ο ουρανός, δύο ώρες πριν την παράσταση, και χάθηκε η αναμενόμενη πανσέληνος. Απέμεινε επί γης ο σεληνιασμός. Ψιχάλες που γίνονται βροχή και αστραπές. Ο κόσμος επιστρέφει στα αυτοκίνητα και περιμένει . Μαζεύουμε τα κοστούμια και καταφεύγουμε στο φορτηγάκι των ηχητικών εγκαταστάσεων “Ζορμπάς”.
Λίγο πριν τις δέκα σταματάει η μπόρα, τα μπουμπουνητά συνεχίζουν στο βάθος. Ηρέμησαν οι Θεοί, μας αποδέχτηκαν.
Αρχίζει η παράσταση, το θεατρικό αναλόγιο. Ο κόσμος έχει επιστρέψει και ακούει ευλαβικά. Το κείμενο, κάθε φορά που το ξαναδιαβάζουμε, αποκαλύπτει κι άλλες πτυχές στην ενδότερη σκέψη των ηρώων αλλά και την ποιητική του- έστω και μεταφρασμένη. Στο κάτω κάτω ίδια γλώσσα, ίδια αλφάβητος, ίδια με τις εγχάρακτες επιγραφές που συλλαβίζαμε πάνω στις επιτύμβιες στήλες μια μέρα πριν σε μια ιδανική ξενάγηση στους βασιλικούς τάφους από την Αγγελική Κοτταρίδη.
Στημένοι μπρος στα αναλόγια, διαβάζουμε μετωπικά προς το κοινό. Ένα αεράκι ξεφυλλίζει τα αντίτυπα. Η Ζυράννα επιβλητική, από μόνη της θεατρική, τυλιγμένη σε εσάρπες, ιδανική. Η Γλυκερία ντυμένη στα άσπρα, με τα υπέροχα πέδιλα που βρήκε τελευταία στιγμή σε ένα παπουτσάδικο στην γειτονική Νάουσα, pop και διαχρονικά μαζί. Ο Θωμάς φοράει μεγάλα φουλάρια, ξέρει κι αυτός να ορθώνεται επί σκηνής, πρώην ρεμπέτης. Η αφεντιά μου, στα μπλε, με λίγο τρακ, που μετουσιώθηκε σε θάρρος -όχι του Μενελάου- αλλά μιας προσωπικής υπέρβασης. Ποιος φανταζόταν ότι, δύο χρόνια μετά που θα ακουγόταν μέσα στα αρχαίο θέατρο των Φιλίππων ένας μονόλογός μου, τώρα θα πατούσα ο ίδιος στην ορχήστρα ενός άλλου αρχαίου θεάτρου που το έχτισε εκείνος που έδωσε και το όνομά στο “Φιλίππων”;
Προσπάθησα να φανταστώ, πάνω στις μαρμάρινες κερκίδες, τον νεαρό Αλέξανδρο να παρακολουθεί μια αρχαία τραγωδία και μετά τον Αριστοτέλη να αναλύει την τραγωδία, να την αποκωδικοποεί στους νεαρούς μαθητές του.
Στο τέλος τα χειροκροτήματα και τα συγχαρητήρια μας χαροποιούν. Δικαιώνεται ο Ευριπίδης που κάποια στιγμή λοιδωρήθηκε από τους συγχρόνους του. Ακούστηκε ολόκληρο το κείμενο, λέξη προς λέξη, τονίστηκε νοηματικά και υποκριτικά, μακριά από τερτίπια και παρεμβάσεις σε ασεβείς, σύγχρονες, “πειραγμένες” παραστάσεις.
Ένα θεατρικό κείμενο παίζεται αλλά και ξαναδιαβάζεται. Άλλωστε στα αρχαία θέατρα διαβάζονταν πολλά πράγματα, όπως βασιλικά βουλεύματα. Μεγάλη η τιμή που μας έγινε, αυτό ήταν το μεγαλύτερο βραβείο στην συγγραφική μου πορεία. Και σαν να μας ήρθε μια επιφοίτηση. Όλοι μας θέλαμε να μάθουμε και να γράψουμε για αυτό το παρελθόν που τόσο καταχρώνται ανόητοι εθνικιστές γειτονικών χωρών αλλά και αδιάβαστοι αρχαιολάτρες της δικής μας πατρίδας. Οι αρχαίοι -αν μας ανήκουν- πρέπει πρώτα να τους αποχωριστούμε και μετά να τους ξαναγαπήσουμε. Όχι μέσα από σύμβολα και ιδεολογήματα της πρόσκαιρης πολιτικής αλλά μέσα από την πνευματική τους μετουσίωση.
________
* Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης είναι συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο “Καινούργια πόλη” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη
σχόλια