(Νέος άνδρας, συγγραφέας, 25-30 χρονών. Σπίτι φτωχικό. Καθισμένος στο τραπέζι γράφει σε ένα κομμάτι χαρτί. Μοναδικό φως εκείνο της λάμπας γραφείου.)
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
(διαβάζοντας το κείμενό του με ικανοποίηση) ...κοιτάζοντας τις όψιμες ορχιδέες από κάτω (τονίζει τις δύο τελευταίες λέξεις) να λάμπουν μέσα στο ζοφερό πρωινό του Δεκέμβρη και να βγάζουν το σφρίγος ίμερου ερωτικού... Το καλοκαίρι είναι μακριά κι όμως εγώ εδώ πάνω (τονίζει τις δύο τελευταίες λέξεις) μυρίζω από τώρα γιασεμί, λευκή ανάμνηση που λιώνει το χιόνι στο διάβα της.
(μπαίνει μέσα μια κυρία μέσης ηλικίας)
ΜΗΤΕΡΑ
Κάθεσαι και τρως το χρόνο σου γράφοντας βλακείες.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Άσε μας ρε μάνα!
ΜΗΤΕΡΑ
Μα λίγη αξιοπρέπεια δεν έχεις;
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Βαλ' το καλά στο μυαλό, ο γιος σου γεννήθηκε συγγραφέας.
ΜΗΤΕΡΑ
Ε και τι μ' αυτό;
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Θα μας βγάλω από τη δύσκολη θέση με αυτό που ξέρω καλά.
ΜΗΤΕΡΑ
Δεν μπορείς να βρεις πιο σίγουρο τρόπο;
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Αυτόν έχω, αυτόν εμπιστεύομαι.
ΜΗΤΕΡΑ
Παιδί μου, σύνελθε, σε παρακαλώ! Βρες καμιά δουλειά, έστω του ποδαριού, μπας και ξελασπώσουμε λιγάκι. Τώρα, πριν είναι πολύ αργά.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Μάνα, νομίζεις ότι αιθεροβατώ; Δε βλέπεις που προσπαθώ με νύχια και με δόντια να κρατήσουμε αυτό το σπίτι;
ΜΗΤΕΡΑ
Και θα το κρατήσουμε με αυτό που γράφεις;
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Έννοια σου και θα τα καταφέρουμε. Όλος αυτός ο κόπος δε θα πάει στράφι.
ΜΗΤΕΡΑ
Δεν ξέρω, βρε παιδί μου. Ντρέπομαι πολύ. Ποτέ δεν πίστευα ότι θα φτάναμε σε αυτή την κατάντια.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Τα όμορφα λόγια δεν είναι ποτέ κατάντια. Άκουσε αυτό: «Οι καρδερίνες που κελαηδάνε στην απέναντι πρασιά καταλαγιάζουν μέσα μου τη μελαγχολία του δειλινού. Είναι η αφέντρα γη, η αφέντρα γη που αγκαλιάζει το χαρωπό αυτό σπίτι και το ζεσταίνει στα μητρικά της χώματα». Τι λες;
ΜΗΤΕΡΑ
Καλούτσικο ακούγεται, αλλά δεν πρόκειται να μου αλλάξεις γνώμη. Ίσως πετύχει μια, ίσως δυο αλλά μετά; Θα μας πετάξουν στο δρόμο και τότε αντίο ζωή.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Αχ ρε μάνα! Δεν καταλαβαίνεις...
ΜΗΤΕΡΑ
Το τελειώνεις τουλάχιστον;
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Περίπου. Ολοκλήρωσα το πρώτο σχεδίασμα, γι' αυτό θα ήθελα να μου πεις τη γνώμη σου. Να σου διαβάσω το κλείσιμο;
ΜΗΤΕΡΑ
Αν είναι σύντομο..
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
«Αυτά τα στέρια θεμέλια, τα καθάρια πατώματα, τα γελαστά παράθυρα, ο ορίζοντας που ξανοίγεται ανάμεσά τους, θείο δώρο δίχως τελειωμό».
ΜΗΤΕΡΑ
Παρακάτω. Το ρεζουμέ.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
«Μπροστά σε αυτό το μεγαλείο, αξιοσέβαστε κύριε ιδιοκτήτα, τι αξία μπορεί να έχουν μερικά ευρώ, εκατό – εκατόν είκοσι, όσα σας ζητάμε δηλαδή να μας μειώσετε το ενοίκιο, ώστε να εξακολουθεί να είναι το σπίτι αυτό για εμάς τόπος λατρείας»... όχι, όχι, καλύτερα «ο τόπος που φυλάμε τα όνειρά μας».
ΜΗΤΕΡΑ
Τι να σου πω, βρε παιδάκι μου; Γραφ' του ό,τι καταλαβαίνεις. Αφού το πήρες απόφαση να τον πείσουμε έτσι, ο Θεός και η ψυχή σου. (κάνει να φύγει) Το καλό που σου θέλω όμως, ως την Τρίτη να το έχεις έτοιμο πριν μας αρχίσει ο ιδιοκτήτης στα εξώδικα και φύγουμε νύχτα από εδώ. (αποχωρεί)
σχόλια