Follies – από τη γαλλική λέξη folie που σημαίνει παραφροσύνη – αποκαλούνται στα αγγλικά οι αινιγματικές αρχιτεκτονικές κατασκευές που εξαπλώθηκαν στους κήπους της Ευρώπης κατά τον 17o και 18ο αιώνα, κυρίως με τη μορφή τεχνητών ερειπίων και με επίκεντρο τη Βρετανία. Το υποβλητικό σκηνικό από διάσπαρτα μισογκρεμισμένα κάστρα, ρημαγμένες αψίδες, σπασμένες κιονοστοιχίες και ευφάνταστα κτίσματα έγινε δημοφιλές καθώς οι σχεδιαστές κήπων της εποχής διέδιδαν την ιδέα της δημιουργίας ενός προσωπικού ερειπιώνα.
Στη δεύτερη ατομική του έκθεση στη γκαλερί Alma, με τίτλο Follies, ο εικαστικός καλλιτέχνης Δημήτρης Κόκορης μας εισάγει στο μυστηριώδες περιβάλλον του προσωπικού του ερειπιώνα, όπου αποσαθρωμένοι σκελετοί κτιρίων συμπλέκονται με θραύσματα γλυπτών, περίεργα φυτά, αλλόκοτα πλάσματα και κατακερματισμένα ανθρώπινα μέλη. Όπως τα follies, οι ιδιόρρυθμες αυτές κατασκευές στους κήπους, κατά τη διάρκεια του περιπάτου παρέσυραν σε περαιτέρω εξερεύνηση και προσέφεραν τη συγκίνηση της ανακάλυψης, έτσι τα έργα του Κόκορη κρύβουν μια σειρά από εκπλήξεις που τραβούν το βλέμμα οδηγώντας το σε διαφορετικές διαδρομές ανάλογα με τη γωνία θέασης. Στα έργα, αμφίσημες μορφές κατακλύζουν ένα φανταστικό σύμπαν που μπορεί να έρχεται από το παρελθόν ή να απεικονίζει ένα δυστοπικό μέλλον.
Η επιβλητικότητα της βλάστησης, που μοιάζει ζωντανή, σχεδόν υπερφυσική, με κρυμμένα μυστικά να καραδοκούν, προκαλεί δέος και ανασφάλεια. Ο καλλιτέχνης ζωγραφίζει χωρίς προσχέδιο, κατευθείαν στον καμβά με πινέλο ή στο χαρτί με πενάκι, με τη συμπύκνωση της πληροφορίας να δίνει την αίσθηση ότι τείνει να υπερβεί τα όρια του έργου. Αυτός ο «τρόμος του κενού» (horror vacui), η τάση για πλήρωση ολόκληρης της επιφάνειας, μεταφέρεται και στην αφήγηση. Η καταιγιστική, λαβυρινθώδης πλοκή κόβει την ανάσα, δημιουργώντας κλειστοφοβική ατμόσφαιρα Γοτθικού μυθιστορήματος, η οποία εκδηλώνεται οπτικά, συχνά με σκοτεινό χιούμορ, μέσω μιας παράδοξης ανατομίας: τα υβριδικά όντα που ξεπροβάλλουν καλώντας μας να αναλογιστούμε το υλικό της δικής μας ύπαρξης, μοιάζουν να έχουν κατασκευαστεί στο εργαστήριο του Dr. Frankenstein.
Ένα κεφάλι κολλημένο σε ένα πόδι, ένα πρόβατο που φυτρώνει από κλαδί δέντρου, ένα ποντίκι με προβοσκίδα ελέφαντα – η εστίαση του βλέμματος αποκαλύπτει έναν συναρπαστικό κόσμο με αναρίθμητα γκροτέσκα πλάσματα που θα μπορούσαν να έχουν δραπετεύσει από κάποιο μεσαιωνικό εικονογραφημένο Ζωολόγιο (Bestiary). Αυτή η επανεγγραφή μοτίβων του παρελθόντος σε ένα άχρονο δυστοπικό μεταβιομηχανικό σκηνικό υπογραμμίζει τη διαχρονικότητα τους (από τον Bosch και τον Bruegel στη Remedios Varo και τον Mu Pan) ενώ ταυτόχρονα προσφέρει μια εικαστική εμπειρία αντίστασης στη σημερινή απομάγευση του κόσμου.
Με την ενσωμάτωση ανθρωπόμορφων όντων που κουβαλούν μια θορυβώδη μετα-πανκ (post-punk) αισθητική, απότοκη της οικειοποίησης του Γοτθικού από τη Βρετανική μουσική σκηνή του τέλους της δεκαετίας του 1970, ο προσωπικός ερειπιώνας του καλλιτέχνη μεταμορφώνεται σε συλλογικό πεδίο στοχασμού για τη σύγχρονη παραφροσύνη της υπερπληθώρας των πληροφοριών, της βίας, της αστικής παρακμής, της περιβαλλοντικής κατάρρευσης, και, τελικά, για το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος.
Δρ. Μαρία Βάρα, Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης, ΑΣΚΤ
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0