Ο Andrew Berardini σκιαγραφεί τις σχέσεις και τις δυναμικές που αναπτύσσονται στην καινούρια σειρά ζωγραφικών έργων της: Το χέρι μιας γυναίκας, με σφιγμένους τένοντες, ο αντίχειράς της αγκιστρωμένος και τραβηγμένος γύρω από ένα ξεθωριασμένο ροζ εσώρουχο με λεπτό βολάν στο τελείωμα. Ένας μικροσκοπικός φιόγκος στην άκρη του ψιθυρίζει κάτι κοριτσίστικο, σχεδόν ξεχασμένο (καθώς σίγουρα πρόκειται για μια γυναίκα στην ακμή της αυτοκυριαρχίας της). Κατά τ’ άλλα, ένας ωκεανός από δέρμα. Τραβάει προς τα κάτω το παστέλ εσώρουχο, μέχρι τη μέση, για να αποκαλύψει εκείνη την τρυφερή σάρκα που διπλώνει ανάμεσα στο μηρό και το υπόλοιπο σώμα, μια υποβλητική σκιά, ίσως άσεμνη αλλά με τη σωστή ακριβώς δόση ερωτισμού.
Το κρυφό αποκαλύπτεται με σιγουριά, αγέρωχα (αν και το πρόσωπό της βρίσκεται πέρα από την άκρη του καμβά), αλλά δεν προδίδει ακόμα τίποτα. Ο αστερισμός των ελιών που κυματίζουν στο σώμα της τραγουδούν σαν σκοτεινά αστέρια. Η Μαρία Ιωάννου ζωγραφίζει οικείες στιγμές πλασμένες από χρώμα, πάντα με έναν ψίθυρο αποστασιοποίησης. Συχνά απογυμνωμένα από τα εύκολα σημαίνοντα, τα σώματα αυτά θα μπορούσαν να περάσουν νωχελικά στο εικονικό, στο αφηρημένο, σε κάποια πλατωνική έννοια, αλλά το βάρος και η σκιά των καμπυλών τους, η δύναμη της σάρκας τους αποτελείται από ελάχιστη μόνο χρωστική ουσία. Απόλυτα αληθινά, χωρίς να πέφτουν με τα μούτρα στη σκληρή λάμψη του φωτορεαλισμού.
Και παρόλο που ένα ή και περισσότερα πρόσωπα μπαίνουν στο προσκήνιο (κι ένα μακό που γράφει «M A R I A» με έντονα γράμματα), αυτά τα σώματα είναι μοναδικά αληθινά, πολύ ξεχωριστά για να αισθανθούν ποτέ κάτι άλλο εκτός από την ατομικότητα τους. Μπορείς να νιώσεις την ισχύ τους με τα μάτια σου, την ορμή της ζωής μέσα τους. Είναι σώματα με βαρύτητα ψυχής. Ένα κυκλικό τατουάζ σου κλείνει το μάτι από έναν αστράγαλο. Μπορείς σχεδόν να ξεφλουδίσεις το μαύρο μανό με τα μάτια σου. Η λάμψη του νερού γύρω από τον μηρό που αναδύεται απ’ την πισίνα είναι τόσο υγρή που μπορείς να γευτείς το χλώριο. Οι πτυχώσεις των υφασμάτων δεν διαφέρουν τόσο πολύ απ’ αυτές του δέρματος. Το πέρασμα από τη σάρκα στο ύφασμα μοιάζει μόλις με υπαινιγμό, κάτι που γλιστρά εύκολα. (Εδώ οι γυναίκες είναι συχνά γυμνές και τολμηρές. Μια υποψία από κουβέρτες, εσώρουχα που μισοκαλύπτουν. Όμως οι άντρες είναι όλοι ντυμένοι. Μπλουζάκια, πουκάμισα και παντελόνια εργασίας).
Μερικές φιγούρες αράζουν σε τσαλακωμένα υφάσματα, κάποιες γυμνές που σφίγγουν σεντόνια, άλλες σε κυματισμούς σκισμένων τζιν. Όλες ποζάρουν με τρόπους που θα μπορούσες σχεδόν να νιώσεις το φλερτ, αλλά οι σκληρές πτυχές τους, και ξανά το σκάλισμα του χρώματος, τις απομακρύνει από το ρομαντισμό. Ακόμα κι αν εξακολουθούν να είναι σε όλη τους τη σωματική αισθαντικότητα, ρομαντικές. Κι ένας ήρεμος παραλογισμός γλιστράει μέσα τους. Τίποτα υπερβολικά παράξενο, αλλά νιώθεις το παιχνίδι των σωμάτων στον πραγματικό χώρο. Ένα πόδι πιέζει πάνω σε ένα κουμπωμένο πουκάμισο και μια επιγραφή από νέον με τη λέξη AMOUR.
Ο Ρέιμοντ Κάρβερ αποτύπωσε κάτι παρόμοιο: «Λοιπόν, θα πάψεις, σε παρακαλώ;». Ενώ κοιτάς αυτούς τους πίνακες, η αγριάδα των χρωμάτων τους σε ταξιδεύει σε ένα ρευστό κόσμο. Όμως, κοίταξε λίγο καλύτερα και κάτι άλλο σου κλείνει το μάτι μέσα από τις εικόνες. Οι περισσότεροι έχουμε στείλει γυμνές φωτογραφίες αργά το βράδυ. Για να κρατήσουμε όμως την ανωνυμία μας, τις κρατάμε συνήθως ακέφαλες. Ο σχεδιαστής Carlo Mollino εκμεταλλεύτηκε τις polaroids (για άμεσα, κρυφά, σέξι στιγμιότυπα της εποχής) στο σουρεαλιστικό διαμέρισμα του στο Τορίνο. Χίλιες πεντακόσιες από αυτές βρέθηκαν σε ένα συρτάρι μετά το θάνατό του. Σεξεργάτριες, σύντροφοι και φίλες του πόζαραν δυναμικά στους σκιερούς, σαγηνευτικούς του χώρους. Μερικές πόζες είναι κρυμμένες κι εδώ, δημιουργημένες από τις φίλες της. Αποτελούν ήπια αναφορά και ταυτόχρονα φόρο τιμής στο φεμινισμό.
Η εικόνα των γυναικείων σωμάτων δημιουργείται από γυναίκες. Η σεξουαλικότητα δεν είναι ένα προκλητικό κάλεσμα που κατασκευάζεται από το ανδρικό βλέμμα, αλλά μια δική τους διεκδίκηση. Όλα σημαδεύονται από το αιχμηρό και το καλοσχηματισμένο, αλλά οι πίνακες της Μαρίας Ιωάννου μας φέρνουν όλο και πιο κοντά, όλο και πιο μακριά. Αυτά τα σώματα μπορεί να κρατιούνται αλλά ποτέ, μα ποτέ, δεν καταλαμβάνονται. Η Μαρία Ιωάννου είναι εικαστικός που ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε Καλές Τέχνες και Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης. Ενώ πειραματίζεται με διάφορες τεχνικές και εκφραστικά μέσα, η καλλιτεχνική της πρακτική περιστρέφεται κυρίως γύρω από τη ζωγραφική.
Εστιάζει συχνά σε θέματα διαπροσωπικών σχέσεων, διερευνώντας έννοιες όπως το πάθος, η αγάπη, ο πόνος και η λαχτάρα. Τα έργα της Ιωάννου έχουν παρουσιαστεί σε διάφορες εκθέσεις σε ελληνικά και διεθνή πολιτιστικά ιδρύματα, γκαλερί και φουάρ. Το 2022 πραγματοποίησε ατομική έκθεση με τίτλο «Wet» στην Αίθουσα Πολιτισμού «Μελίνα Μερκούρη» με την Eleftheria Tseliou Gallery στην Ύδρα. Οι πιο πρόσφατες συμμετοχές της περιλαμβάνουν την Felix Art Fair με τη γκαλερί The Breeder στο Λος Άντζελες (2024) και την Chapelle de l'Humanité στο Παρίσι (2022). Ο Αndrew Berardini είναι κριτικός τέχνης και επιμελητής με έδρα το Λος Άντζελες.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0