Birdman ή Η Απρόσμενη Αρετή της Αφέλειας (Birdman or The Unexpected Virtue of Ignorance)

Birdman ή Η Απρόσμενη Αρετή της Αφέλειας (Birdman or The Unexpected Virtue of Ignorance) Facebook Twitter
0

Σκηνοθεσία: Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου

Πρωταγωνιστούν: Μάικλ Κίτον, Έντουαρντ Νόρτον, Έμα Στόουν, Ζακ Γαλιφιανάκης

Βαθμολογία: 3/5

Ο Ρίγκαν (Μάικλ Κίτον) είναι ένας ηθοποιός που ελπίζει πως με την τελευταία του φιλόδοξη παραγωγή στο Μπρόντγουεϊ θα καταφέρει, μεταξύ άλλων, να αναβιώσει τη σχεδόν τελειωμένη του καριέρα. Κι ενώ αυτή η βαθιά παράτολμη κίνηση φαντάζει τόσο επίφοβη και οριακά ανόητη, ο άλλοτε σπουδαίος και τρανός κινηματογραφικός υπερήρωας τρέφει υψηλές προσδοκίες. Πιστεύει ακράδαντα ότι το τελευταίο του εγχείρημα θα αναδείξει το καλλιτεχνικό του ανάστημα και θα τον καθιερώσει στο πολιτιστικό προσκήνιο, απαλλάσσοντάς τον από τη ρετσινιά του ξοφλημένου χόλιγουντιανού διάττοντα αστέρα! Με την ημερομηνία της πολυπόθητης πρεμιέρας του έργου του να πλησιάζει απειλητικά, ο πρωταγωνιστής της παράστασης τραυματίζεται σοβαρά και πρέπει να αντικατασταθεί άμεσα. Κατόπιν παρότρυνσης της πρωταγωνίστριάς του Λέσλι (Ναόμι Ουότς) και υπό τις πιέσεις του παραγωγού και κολλητού του φίλου Τζακ (Ζακ Γαλιφιανάκης), ο Ρίγκαν, διστακτικά, αποφασίζει να προσλάβει τον Μάικ Σίνερ (Έντουαρντ Νόρτον), έναν εντελώς ανεξέλεγκτο τύπο που υπόσχεται την έκρηξη στα εισιτήρια της παράστασης αλλά και την προσθήκη αποθεωτικών κριτικών. Καθώς, λοιπόν, ο Ρίγκαν προετοιμάζεται για την πολυαναμενόμενη πρεμιέρα, έχει να αντιμετωπίσει πολλά ανοιχτά μέτωπα στην προσωπική του ζωή.

Το φιλμ με τον παράξενο τίτλο θα μπορούσε κάλλιστα να ονομάζεται Οι ουτοπικές προσδοκίες ενός ξοφλημένου αστέρα, ή Η υπερβολική φιλοδοξία ενός μπερδεμένου καλλιτέχνη, ή, πολύ απλά, και όπως το έχουν πει παλιότερα, Η τραγωδία ενός γελοίου ανθρώπου. Όχι πως ο κεντρικός χαρακτήρας του Birdman, ο Ρίγκαν, ένας πάλαι ποτέ σταρ του σινεμά δράσης που δεν έχει πλέον καριέρα κι ελπίζει σε καλλιτεχνική και προσωπική νεκρανάσταση με το ανέβασμα ενός απαιτητικού έργου στο θέατρο, είναι αντικειμενικά γελοίος, αλλά κάπως έτσι βλέπει τον εαυτό του, επειδή τόσα χρόνια έχει εισπράξει την απόρριψη σε οτιδήποτε έχει επιχειρήσει, εκτός από τον υπερήρωα Birdman, που του χάρισε εφήμερη δόξα και αιώνια κατάρα. Εγκλωβισμένος στο θέατρο, όπου ετοιμάζει πυρετωδώς το ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ, ανάμεσα σε υστερίες, προβλήματα και σκαλώματα που σχετίζονται με την παραγωγή (ο Ζακ Γαλιφιανάκης συντονίζει κοπιωδώς), την κόρη του (η Έμα Στόουν με πολλά απωθημένα απέναντι στον μπαμπά), την πρωταγωνίστρια και ερωμένη που ανταγωνίζεται και ζηλεύει, την πρώην σύζυγο και μάνα της κόρης που εμφανίζεται ξανά στη ζωή του με συμφιλιωτικές προθέσεις και τον άρτι αφιχθέντα, ακανθώδη, αλαζόνα πρωταγωνιστή του (ο υπέροχος Νόρτον, που σνομπάρει το χολιγουντιανό «κατακάθι» λόγω της πλούσιας θεατρικής του εμπειρίας, αλλά του εγγυάται κριτικές και εισιτήρια), ο Ρίγκαν συγχέει την κινηματογραφική φαντασία με την πιεστική πραγματικότητα: όταν είναι μόνος του, πραγματοποιεί ασήμαντα υπερ-κατορθώματα όπως ο Birdman, αλλά συγκρούεται με τα πιο απλά πράγματα, καθώς το περιπετειώδες παρελθόν και το άδηλο μέλλον εξαρτώνται από ένα παρόν που αιωρείται μεταξύ συμπληγάδων και ανοιχτών λογαριασμών.

Το Birdman ακούγεται πολύπλοκο και όντως είναι. Ο Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου έγραψε ένα σενάριο με μπόλικες στρώσεις και το σκηνοθέτησε σαν να γκρεμίζεται ο κόσμος και να πέφτει ο ουρανός στο μπαϊλντισμένο κεφάλι του Ρίγκαν (και του θεατή), επιλέγοντας μια free jazz φόρμα, σαν φρενιασμένο, παραισθητικό ποίημα εικόνων, όπως ακριβώς και η μουσική του Αντόνιο Σάντσεζ, ολοκληρωτικά γυρισμένη σε τεχνητό μονοπλάνο κυρίως μέσα στο θέατρο και λίγο έξω από αυτό, στους δρόμους της Times Square, όπου περιφέρεται ημίγυμνος και απελπισμένος ο Ρίγκαν, ή σε ένα μπαρ όπου συναντά κι έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την πιο κακιασμένη, αρνητικά διακείμενη κριτικό των «New York Times», στην πιο άτυχη σκηνή του έργου, που στήθηκε για λόγους καθαρού εντυπωσιασμού. Όχι πως η σκηνή αυτή έρχεται σε βίαιη αντίθεση με την ηθελημένη υπερβολή στην οποία υποβάλλει τους ήρωες και κατ' επέκταση τους θεατές ο Ινιάριτου, στην οργανωμένη προσπάθειά του να δαμάσει τα θεματικά διλήμματα: το χάος της πυρετώδους καλλιτεχνίας, της επικίνδυνης, καταστροφικής διαχείρισης της φήμης, της ύστατης ανάγκης για ειλικρινή εξιλέωση, της ασταμάτητης σύγκρουσης του ελαφρού Χόλιγουντ με το σοβαρό Μπρόντγουεϊ, του κακομαθημένου σταρ με τα καπρίτσια και τα απωθημένα του έναντι του άστατου άνδρα με τα απομεινάρια της ζωής και των επιλογών του, και τελικά του Εγώ του ενός με τα Εγώ των άλλων – κάτι που αποτυπώνεται θεαματικά και δηλώνεται εμφατικά στις τέχνες και το θέαμα.

Το φιλμ διαθέτει σκηνές ιδιοφυείς και στιγμές τραβηγμένες. Πείθει περισσότερο στα ενδιάμεσα, κρίσιμα περάσματα όπου ο διάλογος φρενάρει, ο ήχος χαμηλώνει και οι ζαλιστικές φωνές σιωπούν, εκεί όπου οι ανταριασμένοι πρωταγωνιστές προσπαθούν να διακρίνουν τι καταλαγιάζει... from all that jazz. Όπως και το έργο που θέλει να ανεβάσει ο Ρίγκαν, διασκευάζοντας Ρέιμοντ Κάρβερ, η ταινία του Ινιάριτου είναι (μαζί με το Interstellar, αλλά σε άλλο επίπεδο) η πιο φιλόδοξη της χρονιάς και ίσως εκείνη που θα κριθεί δικαιότερα με το πέρασμα του χρόνου. Όταν την είδα στην παγκόσμια πρεμιέρα της, στο Φεστιβάλ Βενετίας, δεν μπόρεσα παρά να τη θαυμάσω – τη δεξιοτεχνία του Ινιάριτου και του διευθυντή φωτογραφίας και μαέστρου της ρέουσας εικόνας, Εμάνιουελ Λουμπέσκι, την κλίμακα του οράματός του, το εκτεταμένο σχόλιο πάνω στις τύψεις και την παραφορά. Όμως, όσο κι αν ήθελα, δεν συγκινήθηκα σε ένα έργο που προσπάθησε να στρέψει την εγκεφαλική του σύλληψη σε συναίσθημα. Δεν είχα, επίσης, εκείνη την αίσθηση της ακυβέρνητης μελαγχολίας της Βαβέλ, που ξίνισε με τη μιζέρια του Biutiful, πάντα από τον Ινιάριτου.

Σίγουρα, ωστόσο, η ερμηνεία του Μάικλ Κίτον συνιστά μια ξεχωριστή οντότητα, άξια μεγάλου θαυμασμού από μόνη της. Παραφράζοντας πονηρά και πολυεπίπεδα τη δική του, κυμαινόμενη πορεία από τον θρίαμβο και τις ανοιχτές προοπτικές του Batman, μέχρι την αφάνεια πριν από το εμπνευσμένο κάστινγκ του Ινιάριτου, ο Κίτον δίνει τα ρέστα του σε ένα λαχανιασμένο σπριντ εξιλέωσης, μια νέα αρχή που συνοψίζει μια συνεχή μονομαχία με δαίμονες και ορατούς εχθρούς. Εκπροσωπώντας στην ταινία τον τυπικό χολιγουντιανό πρώην σταρ που βαφτίζεται στην κολυμπήθρα του Μπρόντγουεϊ για να ξαναβρεί τον χαμένο δρόμο της καταξίωσης ως ανεπιθύμητος επισκέπτης στα σιδερόφραχτα χωράφια του νεοϋορκέζικου θεάτρου, ο Κίτον δίνει γροθιές σε πολλούς τοίχους και μεταφέρει στο πανί μια αυθεντική αίσθηση απαξίωσης και απελπισίας. Στις σκηνές που παίζει πάνω στη σκηνή δεν επιδεικνύει δεινότητα, ίσως όμως και να καθοδηγείται από τον Ινιάριτου με αυτόν το σκοπό, δηλαδή να μη φαίνεται αντάξιος του μεγάλου καλλιτεχνικού βάρους που έχει οικειοθελώς αναλάβει και να εκτίθεται από την παγιωμένη μετριότητά του. Για πρώτη φορά στην καριέρα του, ο Κίτον είναι υποψήφιος για Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου (υπολογίστε και άλλες 8 σημαντικές υποψηφιότητες για την ταινία) και απειλεί έντονα τον Έντι Ρεντμέιν, με πολλές πιθανότητες να κάνει την ανατροπή, γιατί το Χόλιγουντ λατρεύει τις εκπλήξεις, τις επιστροφές και, σε σπάνιες περιπτώσεις, τους ρόλους που δεν βασίζονται σε πραγματικούς χαρακτήρες, και δη τους αβανταδόρικα φορτισμένους με προβλήματα υγείας και εθισμών.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι δέκα αγαπημένες ταινίες του Γιάννη Βεσλεμέ

Μυθολογίες / «Μετά τα 35 κατάλαβα τον Αντονιόνι»: Οι δέκα αγαπημένες ταινίες του Γιάννη Βεσλεμέ

Παραγνωρισμένα διαμάντια, ένας Σουηδός ημίθεος και χαρακτήρες που ξεπερνούν τα βιβλία από τα οποία γεννήθηκαν: ο σκηνοθέτης μοιράζεται τις ταινίες που τον σημάδεψαν καθώς και την αγαπημένη του αφίσα για καθεμιά από αυτές.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ
12 ταινίες κάτω των 90 λεπτών για streaming

Οθόνες / 12 ταινίες κάτω των 90 λεπτών για streaming

Για όσους δεν έχουν αρκετό χρόνο, αλλά θέλουν να τηρήσουν τη σινεφιλική τους δίαιτα, και για παραπονούμενους ότι η διάρκεια των ταινιών «έχει μεγαλώσει πολύ», ξεψαχνίσαμε τις πλατφόρμες και τους καταλόγους τους και παρουσιάζουμε 12 ταινίες που δεν υπερβαίνουν τη μιάμιση ώρα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Sly Lives!: Τα μπλουζ του (ψυχεδελικού) πρίγκηπα

Daily / «Sly Lives!»: Τα μπλουζ του (ψυχεδελικού) πρίγκιπα

Ένα εξαιρετικό μουσικό ντοκιμαντέρ στο Disney+ για τη διαστημική άνοδο και την αργόσυρτη πτώση του ιδιοφυούς Sly Stone, ηγέτη της πιο εντυπωσιακά πολυμορφικής μπάντας όλων των εποχών, τόσο ηχητικά όσο και εμφανισιακά.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
The White Lotus: Spa και διαλογισμός μετά φόνου στον τρίτο κύκλο της «καυτής» σειράς

Daily / The White Lotus: Spa και διαλογισμός μετά φόνου στον τρίτο κύκλο της «καυτής» σειράς

Σ’ ένα πολυτελές θέρετρο στην Ταϊλάνδη μεταφέρεται ο νέος κύκλος της επιτυχημένης σειράς που μόλις ξεκίνησε, φανερώνοντας κάποια σημεία κόπωσης, παρά το πάντα εντυπωσιακό στήσιμό της.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Η μυθώδης Μαριόν Κοτιγιάρ είναι η βασίλισσα του χιονιού στο εικαστικά υποβλητικό, παγωμένο Ice Tower της Λουσίλ Χατζιχαλίλοβιτς

Berlinale 75 / «Τhe Ice Tower»: Η μυθώδης Μαριόν Κοτιγιάρ είναι η βασίλισσα του χιονιού

Η Λουσίλ Χατζιχαλίλοβιτς σπάει αθόρυβα την ψευδαίσθηση του παραμυθιού, δημιουργώντας μια τεράστια, παγωμένη φιλμική επιφάνεια με στραφταλιστές αντανακλάσεις και κενή ψυχή, όπως ακριβώς είναι στην ουσία της η snow queen.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το νέο ντοκιμαντέρ για τους Led Zeppelin αφήνει απ’ έξω την σκοτεινή πλευρά τους

Μουσική / Το νέο ντοκιμαντέρ για τους Led Zeppelin αφήνει απ’ έξω την σκοτεινή πλευρά τους

Το Becoming Led Zeppelin εξερευνά τις συνθήκες δημιουργίας του θρυλικού συγκροτήματος αγνοώντας την ακολουθία από σατανιστικές τελετουργίες, γκρούπις, ηρωίνη, όργια και κακοποιήσεις που σημάδεψαν την μετεωρική τους διαδρομή
THE LIFO TEAM
Γιάννης Μπακογιαννόπουλος

Οι Αθηναίοι / Γιάννης Μπακογιαννόπουλος: «Η δημοσιότητα που έχω είναι μεγαλύτερη από την αξία μου»

Τη δεκαετία του '50 έβγαλε το πιο φτηνό εισιτήριο, βρέθηκε στο Παρίσι και κοιμόταν στο πάτωμα, προκειμένου να γνωρίσει το «μαγικό σύμπαν» του κινηματογράφου. Ο Βούλγαρης τον φωνάζει ακόμα «δάσκαλο», ενώ κάποτε του έλεγαν ότι οι κριτικές του έμοιαζαν να απευθύνονται μόνο στους φίλους του. Όμως εκείνος παρέμεινε πιστός στον δικό του δρόμο. Και είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ