Δεν υπάρχει αμφιβολία. Η Κική του ράγισε την καρδιά. Αφού την έπιασε πριν από έξι μήνες επ' αυτοφώρω με τον προϊστάμενο του το είχε πάρει απόφαση: τέρμα οι γυναίκες.
........................................................................................
Κατέβηκε τρέχοντας τις σκάλες και πήρε το ευμέγεθες πακέτο από τον ντελιβερά. Άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματός του και το άφησε στο σαλόνι. Mitsubishi Consumer Electronics Ltd, έγραφε απ' έξω. Το άνοιξε προσεκτικά και ακούμπησε πάνω στον καναπέ ένα - ένα όλα τα εξαρτήματα. Άρχισε να ξεφυλλίζει τις οδηγίες συναρμολόγησης. «Περιεχόμενα συσκευασίας: 24 βίδες μέγεθος Μ8, 18 παξιμάδια μέγεθος D4.... Θα χρειαστείτε: ένα γερμανικό κλειδί μέγεθος 12 (περιέχεται), ένα σταυρωτό κατσαβίδι (δεν περιέχεται)....»Έφτιαξε καφέ και στρώθηκε στη δουλειά. Δεν ήταν δύσκολο, σαν να συναρμολογείς έπιπλα από το IKEA. Σε κάνα τρίωρο είχε τελειώσει.
Κοίταξε ευχαριστημένος το έργο του. Ένα τέλειο θηλυκό ανθρωποειδές, όπως ακριβώς το είχε παραγγείλει. Κοντούλα, κοκκινομάλλα με πράσινα μάτια και ωχρό δέρμα. Την έντυσε με ένα κυπαρισσί φόρεμα που υπέθετε ότι θα τόνιζε το χρώμα των ματιών της, με μαύρη δαντέλα στα τελειώματα. Έκατσε κανένα τέταρτο να την κοιτάζει ενώ έσπαγε μηχανικά τις φουσκάλες από το διάφανο ρολό συσκευασίας.
Καθώς ένιωθε τον πιο έντονο και τελευταίο οργασμό της ζωής του, μια κουβέντα της μάνας του σφηνώθηκε στο μυαλό του: «Εσένα παιδάκι μου, οι γυναίκες θα σε φάνε.»
Εν τέλει το αποφάσισε. Τη συνέδεσε με το wi-fi του υπολογιστή του και έκανε τις τελευταίες ρυθμίσεις. «Γλώσσα: Ελληνικά, Προσωπικότητα: Υποτακτική, Επιθυμείτε να ξεκινήσετε; ΝΑΙ ΟΧΙ» Δίστασε για κάποια δευτερόλεπτα και πάτησε με τον δείκτη του ποντικιού του το ΝΑΙ.
Τα βλέφαρα της άνοιξαν και τα σμαραγδιά της μάτια φωτίστηκαν.
«Γεια σου, είμαι η Χαρά», είπε το ανθρωποειδές και πρότεινε με χάρη το χέρι της όπως μόνο οι γυναίκες ξέρουν.
«Χάρηκα, Γιώργος», απάντησε και το έσφιξε γερά. Ήταν ζεστή, όσο ακριβώς και αυτός.
«Θα ήθελες να πιεις κάτι;», τη ρώτησε.
«Ένα ποτήρι λευκό κρασί αν έχεις», απάντησε.
«Ναι, βεβαίως. Από πού είσαι Χαρά;»
«Ο πατέρας μου είναι από τα Φάρσαλα αλλά η μητέρα μου από μια πόλη της Ιρλανδίας, το Λίμερικ.»
«Έτσι εξηγούνται και τα υπέροχα χαρακτηριστικά σου.»
Χαμογέλασε δείχνοντας κολακευμένη.
«Και τι δουλειά κάνεις Χαρά;»
«Είμαι συνοδός σε εκδρομές.»
«Έχω ακούσει πως ο τουρισμός πάει καλά τα τελευταία χρόνια.»
«Μη φανταστείς, εμείς με συνταξιούχους δουλεύουμε. Στην Αιδηψό, την Παναγιά την Προυσιώτισσα, τον Αη Γιάννη τον Ρώσο...»
«Μαλάκα μου, είναι πολύ καλοί αυτοί οι Γιαπωνέζοι» σκέφτηκε εκείνος.
Την πλησίασε σε απόσταση αναπνοής και είπε: «Είσαι πολύ όμορφη».
«Σε ευχαριστώ.»
Έπειτα την φίλησε. Μετά από λίγο μισάνοιξε το στόμα του. Το ανθρωποειδές ακολούθησε. Φίλησε το στήθος της και οι θηλές της ανταποκρίθηκαν. Έβαλε το χέρι του ανάμεσα στα πόδια της και έβγαλε το εσώρουχο της. Εκείνη αναστέναξε. «Σε θέλω μέσα μου», του ψιθύρισε στο αυτί. Εκείνος υπάκουσε. Στη συνέχεια τύλιξε τα πόδια της γύρω του. Έβαλε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του και άρχισε να τον σφίγγει όλο και πιο δυνατά. Καθώς ένιωθε τον πιο έντονο και τελευταίο οργασμό της ζωής του, μια κουβέντα της μάνας του σφηνώθηκε στο μυαλό του: «Εσένα παιδάκι μου, οι γυναίκες θα σε φάνε.»