ΛΑΜΠΡΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΓΡΑΦΟΥΝ εγχώριοι διανοητές για τις ΗΠΑ. Τζάμπα, λένε, τόση αντιρατσιστική φασαρία. Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος αποκάλυψε πως «ανάμεσα στους νεκρούς της αστυνομικής βίας οι λευκοί υπερτερούν κατά πολύ των μαύρων». Κι αμέσως στατιστικολόγοι ανεφλέγησαν, κοινωνικοί επιστήμονες σάλταραν από ταράτσες. Πού να του εξηγούν πως οι μαύροι είναι λιγότεροι από τo 14% του πληθυσμού; Πως καταγράφονται 273 περιστατικά βίας εναντίον Αφροαμερικανών έναντι 76 εναντίον λευκών (ανά 100.000). Ότι οι μαύροι είναι τρεις φορές πιθανότερο να σκοτωθούν από την αστυνομία συγκριτικά με τους λευκούς («American Journal of Health»); Ο εν λόγω αρθρογράφος είναι υπεράνω αριθμών και σχολιασμού.
«Ο ρατσισμός κατά των μαύρων εντάσσεται στον κατακερματισμό της κοινωνίας που επέφερε η ηγεμονία της πολιτικής ορθότητας». Η πολιτική ορθότητα, λοιπόν, φόραγε κουκούλες, άναβε σταυρούς και κρέμαγε ανθρώπους στον Νότο. Θύματα της πολιτικής ορθότητας κρέμονταν σαν παράξενα φρούτα από τα δέντρα, γι' αυτούς τραγούδησε «Strange Fruit» η Billie Holiday. Φρουτοσαλάτα, τωόντι, οι βολικοί συμψηφισμοί, κ. Θεοδωρόπουλε.
Η Αμερική σείεται, λευκοί και μαύροι καλλιτέχνες, διανοούμενοι, αθλητές, απλοί άνθρωποι φωνάζουν για συστημικό ρατσισμό. Όλοι οι πρώην Πρόεδροι των ΗΠΑ, ρεπουμπλικάνοι και δημοκρατικοί, παίρνουν θέση, δείχνουν τον ρατσισμό. Κι όμως, κάποιοι εδώ κοιτάνε το δάχτυλο και κοροϊδεύουν όσους στην Ελλάδα μιλάνε για ρατσισμό.
Και η Σώτη Τριανταφύλλου: «Ψυχολογία του θύματος έχουν οι μαύροι γιατί θεωρούν τον εαυτό τους απόγονο σκλάβων». Έλα όμως που το θέμα είναι το κράτος τι τους θεωρεί. Και «ο Τραμπ ‒με τον δικό του, διεστραμμένο τρόπο‒ έχει ένα δίκιο που είναι εναντίον των αντιρατσιστικών κινημάτων, γιατί ο ρατσισμός δεν αντιμετωπίζεται με αντιρατσιστικά κινήματα αλλά μέσα από την παιδεία». Δίκιο και ο Τραμπ, λοιπόν, με επιχείρημα κλεμμένο λες από σχολική έκθεση. «Σήμερα κραδαίνουμε μια σημαία, από τη μια μεριά της μαυροσύνης και από την άλλη της λευκοσύνης». Ώστε αυτό είναι το φυλετικό ζήτημα! Bingo! Τι κι αν τη λευκοσύνη την κραδαίνουν κάποιοι με λευκά σεντόνια και κουκούλες της ΚΚΚ; Αλλά και οι μαύροι σπάνε τζάμια και δεν φοράνε το κράνος τους. Θεωρία των δύο άκρων à l' américaine.
Έτσι ξεμακραίνει η κουβέντα από την αστυνομία και τον Φλόιντ: burning and looting, λευκοσύνη - μαυροσύνη. «Και γιατί δεν συγκρίνουν την κραυγή του δύστυχου Φλόιντ με τις κραυγές των δύστυχων θυμάτων της δολοφονίας της Marfin;» ‒ Θεοδωρόπουλος κι αυτό. Θα ήταν για γέλια αν δεν αφορούσε τραγικά θύματα βίας. «Η προοδευτική συνείδηση ευαισθητοποιείται μόνον όταν βρεθεί απέναντι στα δύο στερεότυπα, τον ρατσισμό και την αστυνομική βία». Ώστε στερεότυπο και ο ρατσισμός, στερεότυπο και η αστυνομική βία. Εδώ το καλό πλυντήριο! Μπαίνετε ρατσιστές, σας βγάζω θύματα στερεοτύπων και προκαταλήψεων.
Η Αμερική σείεται, λευκοί και μαύροι καλλιτέχνες, διανοούμενοι, αθλητές, απλοί άνθρωποι φωνάζουν για συστημικό ρατσισμό. Όλοι οι πρώην Πρόεδροι των ΗΠΑ, ρεπουμπλικάνοι και δημοκρατικοί, παίρνουν θέση, δείχνουν τον ρατσισμό. Κι όμως, κάποιοι εδώ κοιτάνε το δάχτυλο και κοροϊδεύουν όσους στην Ελλάδα μιλάνε για ρατσισμό. «Τα μάθατε τα νέα; Η Αμερική δεν έχει τελειώσει με τον ρατσισμό». Τέτοια ζέση έχει λίγες πιθανές εξηγήσεις. Και, μεταξύ μας κ. Θεοδωρόπουλε, καμία δεν είναι ιδιαίτερα τιμητική.
Κακά τα ψέματα, μερικοί στενεύονται από τον ίδιο τον Φλόιντ που πέθανε και τους έφερε σε δύσκολη θέση. Όπως ο κύριος αντιπρόεδρος: «Δεν συζητείται ότι η δολοφονία αυτού του... [ψάχνει το όνομα] ατυχούς... [ψάχνει] έγχρωμου Αμερικανού ήτανε πάρα πολύ..., το βίντεο είναι σοκαριστικό, δεν υπάρχει άνθρωπος που θα το δει και δεν θα τρομάξει και δεν θα αισθανθεί οργή – από αυτό το γεγονός, που είναι απόλυτα καταδικαστέο και βδελυρό, μέχρι το να καίνε την Αμερική, να κάνουν πλιάτσικο στα καταστήματα ή να δέρνουν καταστηματάρχες στο όνομα μιας αντιφασιστικής ιδεολογίας, ε, με συγχωρείτε, υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη απόσταση!».
Επισημαίνει ο πάντα εύστοχος Γιάννης Χάρης στην «Εφημερίδα των Συντακτών»: «Άξιζε να δει κανείς πώς έψαχνε ο Άδωνις να βρει το διόλου δύσκολο όνομα του Τζορτζ Φλόιντ, που τόσες μέρες μάλιστα ήταν στην επικαιρότητα, και που δεν το 'πιασε στο στόμα του ούτε όταν τον βοήθησε ο Ευαγγελάτος· και θυμόμαστε που δεν ήξερε, αν δεν παρωδούσε συνειδητά, το όνομα του Αντετοκούνμπο, που τον είπε "Ακενοτούμπο". Όνομα που ήξερε όμως, θα προσθέσουμε εμείς, όταν δήλωνε "οι Σκοπιανοί θα είναι Μακεδόνες, όπως ο Αντετοκούνμπο Έλληνας"».
Νιώθουν αποστροφή για τον θυμό του πλήθους. Βλέπουν τη φυλετική ένταση μόνο ως διατάραξη της κανονικότητας. Κι ας πατάει η κανονικότητα με μπότα στον λαιμό κάποιων. Αποστρέφονται το πλήθος το ίδιο, τη φτώχεια, το αίσθημα αδικίας, τον διονυσιασμό της συλλογικής διαμαρτυρίας. Αγνός παρθένος αντουανετισμός.
Περιγράφει ο Éric Vuillard το πλήθος στο επαναστατημένο Παρίσι: «Όρμησαν πρώτα προς την οδό ντε λα Κοτ, ρημάζοντας την κατοικία του Ανριό. Αφού έσπασαν τη μεγάλη πόρτα (...) χύμηξαν μέσα ουρλιάζοντας. Οι γυναίκες έκαναν έφοδο στις κουζίνες, γεμίζοντας τις φούστες τους με σιτάρι ή αλεύρι, οι άντρες φυσούσαν τις μύτες τους στις κουρτίνες, τα παιδιά κατουρούσαν ανακούρκουδα κάτω απ' τα τραπέζια, το πλήθος περνούσε έκθαμβο από δωμάτιο σε δωμάτιο, τσουλώντας κρασοβάρελα, ξεγλιστρώντας από κει που έπιανε φωτιά, φτύνοντας τα πορτρέτα, τρεκλίζοντας, ποδοπατώντας μια πρωτοφανή πολυτέλεια που εκείνη τη στιγμή γινόταν γυαλιά καρφιά, αδειάζοντας τα συρτάρια, ξαφρίζοντας ό,τι υπήρχε και δεν υπήρχε...» (14η Ιουλίου, εκδ. Πόλις).
Το μόνο που δεν είδε ο Vuillard στο Παρίσι της επανάστασης ήταν ο πριγκιπικός βάρδος που θα έκλαιγε και τότε στις σελίδες της «Καθημερινής» για τις σπασμένες πορσελάνες και τις πατημασιές στα σεντόνια από τον όχλο με «τα σαπισμένα δόντια, τα λιγδιασμένα μαλλιά».
Ο κ. Θεοδωρόπουλος μιλά για «αντιρατσιστικό προφυλακτικό». Αγνοούμε ποιο προφυλακτικό θεωρείται αντιρατσιστικό. Μπορούμε όμως να υποθέσουμε πού βρίσκουν οι ρατσιστές «φιλελεύθερο προφυλακτικό».