Είναι γνωστό ότι δύο από τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα της Covid-19 είναι η απώλεια της γεύσης και της όσφρησης για μερικές ημέρες. Αδυνατούσα να φανταστώ πώς μπορεί να είναι να χάνεις αυτές τις δύο αισθήσεις που κάνουν το φαγητό θελκτικό και του δίνουν νόημα, αλλά δεν σχετίζονται μόνο με αυτό. Σκεφτείτε πόσες μυρωδιές αντιστοιχούν στην καθημερινότητά μας. Η όσφρηση μας βοηθά να ξυπνήσουμε, να καταλάβουμε τον καθαρό αέρα, να αντιληφθούμε την εναλλαγή των εποχών, να αισθανθούμε οικειότητα, να επιβιώσουμε, αντιλαμβανόμενοι π.χ. τον κίνδυνο μιας φωτιάς.
Συνήθως οι ασθενείς αναρρώνουν πλήρως και οι αισθήσεις τους επιστρέφουν ως είχαν. Υπάρχουν όμως και κάποιοι που μετά από μερικούς μήνες μυρίζουν τα πράγματα διαφορετικά, αποκρουστικά. Σύμφωνα με τη Διεθνή Ένωση Χημειοαισθητηριακής Έρευνας (Global Consortium for Chemosensory Research), σε δείγμα τεσσάρων χιλιάδων πρώην νοσούντων το 7% εμφάνισε κάποιου είδους απώλεια ή αλλοίωση της αίσθησης της οσμής.
Η παροσμία είναι μια συνήθης παρενέργεια σε ιογενείς λοιμώξεις, μια διαταραχή της όσφρησης που μπορεί να κάνει το λεμόνι να μυρίζει σαν πολυκαιρισμένο μπρόκολο και τη σοκολάτα σαν βενζίνη. Οι γιατροί και ερευνητές δεν εξεπλάγησαν ακριβώς όταν διάβασαν τις πρώτες αναφορές που τη συνέδεαν με τον κορωνοϊό. Μόνο που για τους ασθενείς είναι κάτι πρωτόγνωρο και άγνωστο, μια υπενθύμιση πως νόσησαν από κάτι για το οποίο δεν ήμασταν προετοιμασμένοι.
Τι εννοώ όταν λέω ότι μου μυρίζουν τα πράγματα απαίσια; Για μένα, είναι σαν χαλασμένο κρέας μαζί με κάτι γλυκό, μου θυμίζει φάρμακο και βενζίνη μαζί. Τον πρώτο καιρό με πονούσε το στομάχι μου με αυτή την οσμή.
Αναζητώντας ανθρώπους που αυτήν τη στιγμή η αίσθηση της όσφρησης τους είναι πραγματικά δυσάρεστη, μίλησα με μια γυναίκα που δεν συμμετέχει στο θέμα για δικούς της λόγους. Έχει παρατηρήσει πως για πολλούς η Covid-19 είναι ταμπού, ότι υπάρχουν στον κύκλο της άτομα που τoν πέρασαν, αλλά δεν τολμούν να το πουν.
Σε μια περίοδο αβεβαιότητας και εγκλεισμού, οι τρεις άνθρωποι που μιλούν στη συνέχεια για την παροσμία που βιώνουν το έκαναν για τον ίδιο λόγο: για να νιώσουν ότι δεν είναι μόνοι όσοι παλεύουν με τα ίδια δυσάρεστα συναισθήματα που ξεκινούν από την όσφρησή τους, έστω κι αν αυτοί είναι «οι λίγοι» για τις στατιστικές και τα νούμερα της πανδημίας.
Βάσω Μανωλοπούλου
30 ετών
Εκπαιδευτικός πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης
Nόσησα με Covid-19 στα τέλη Οκτώβρη. Επειδή αρρωσταίνω συχνά, μου ήταν πολύ οικείο αυτό που ένιωθα, ήμουν καταπονημένη, με ενοχλούσε ο λαιμός μου, είχα καταρροή, αλλά δεν έδωσα σημασία – μόλις είχα επιστρέψει από μια εκδρομή και νόμιζα πως κρύωσα εκεί. Πέρασα περίπου τέσσερις μέρες έτσι. Κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά όταν, τρώγοντας μια μπανάνα, ένιωσα πως δεν έχω γεύση. Μόλις συνέβη αυτό κανόνισα αμέσως να κάνω το τεστ.
Τις πρώτες μέρες από τότε που βγήκα θετική είχα πολύ άγχος, γιατί νόσησα σε μια περίοδο κατά την οποία είχαν αυξηθεί τα κρούσματα – είχα τρομάξει και με όσα άκουγα στην τηλεόραση. Και ενώ τα άλλα συμπτώματα, που έμοιαζαν με αυτά ενός κοινού κρυολογήματος, εξασθενούσαν, τότε ήταν που άρχισα να μην έχω όσφρηση.
Πέρασα όλο τον Νοέμβρη χωρίς γεύση και όσφρηση. Είχα ψυχολογικές διακυμάνσεις, καμιά φορά αστειευόμουν λέγοντας πως τώρα είναι η ευκαιρία να κόψω τα γλυκά, αλλά όσο περνούσαν οι μέρες ήθελα απλώς να τελειώσει όλο αυτό. Πάνω στον μήνα άρχισαν να επανέρχονται οι αισθήσεις μου, όχι όμως πλήρως, δεν ένιωθα αυτό που λέμε “η μυρωδιά μού έσπασε τη μύτη”. Υπήρχαν στιγμές που ανέπνεα και ήταν σαν να έκαιγε κάτι τα ρουθούνια μου. Αλλά, πάλι, δεν έδωσα σημασία, νόμιζα πως είναι περαστικό.
Τον Ιανουάριο παρέλαβα την κολόνια που φοράω εδώ και χρόνια. Την έβγαλα από το κουτί, την ψέκασα με λαχτάρα στο χέρι μου, αλλά μου ήρθε μια διαφορετική, πολύ έντονη και απαίσια μυρωδιά. Σκεφτόμουν διάφορα, όπως ότι μπορεί να αλλοιώθηκε κατά τη μεταφορά. Ήμουν στο σπίτι με μια φίλη, εκείνη τη μύριζε κανονικά.
Το αντισηπτικό, τα υγρά μαντιλάκια, το σαπούνι, η μπίρα που ήπια το ίδιο βράδυ μού άφηναν την ίδια δύσοσμη αίσθηση, νόμιζα πως κάτι συμβαίνει με τα προϊόντα που έχουν αλκοόλ. Δεν πέρασαν πολλές μέρες και ενώ ήμουν στο σχολείο, πήγα να πιω αριάνι και μου ήρθε πάλι αυτή η έντονη μυρωδιά, αλλά την απέδωσα στο μαντιλάκι με το οποίο είχα απολυμάνει πριν από λίγο το μπουκάλι.
Έπειτα, άρχισαν να με ενοχλούν το γιαούρτι, το ψωμί του τοστ, ο καφές, που πλέον δεν μπορώ να αγγίξω. Γκούγκλαρα, φυσικά, έψαξα τι μπορεί να μου συμβαίνει και κάπως έτσι έμαθα πως η παροσμία είναι παρενέργεια του Covid-19. Στα ξένα Facebook groups, όπου συζητούν αυτήν τη διαταραχή της όσφρησης, συνάντησα κόσμο που λέει ότι έχει περάσει έτσι οκτώ και δέκα μήνες, χωρίς να δει βελτίωση, ενώ κάποια μέλη ρωτάνε ποιες τροφές να αποφεύγουν. Μπήκα κι εγώ στη διαδικασία να κάνω λίστα με το τι μπορώ να φάω και τι όχι.
Πέρασα μέρες εκνευρισμού, όταν δεν μπορούσα να διαχειριστώ τη νέα κατάσταση. Σταμάτησα για λίγο να ψάχνω στο Ίντερνετ για να μάθω τι έχω και πώς το βιώνουν οι άλλοι, έκανα μια παύση μέχρι να το συνηθίσω και να βρω τους ρυθμούς μου. Αυτήν τη στιγμή μπορώ να οσφρανθώ τα πάντα, αλλά όλα μυρίζουν άσχημα. Αυτό που περνάω τώρα είναι εκατό φορές χειρότερο από αυτό που ένιωθα τις μέρες του Covid-19 και της ανοσμίας – είμαι έτσι ήδη έναν μήνα. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι δεν απολαμβάνω το φαγητό, μπορεί εκεί που κάθομαι να μου μυρίσει απωθητικά το οτιδήποτε. Πλένω τα ρούχα μου και δεν μου μυρίζουν μαλακτικό αλλά κάτι άλλο.
Τι εννοώ όταν λέω ότι μου μυρίζουν τα πράγματα απαίσια; Για μένα, είναι σαν χαλασμένο κρέας μαζί με κάτι γλυκό, μου θυμίζει φάρμακο και βενζίνη μαζί. Τον πρώτο καιρό με πονούσε το στομάχι μου με αυτή την οσμή.
Επισκέφτηκα νευρολόγο, έκανα κάποια τεστ, έκανα μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, προκειμένου να αποκλείσουμε οποιαδήποτε άλλη αιτία. Τώρα συζητάμε μήπως πάρω κάποιου είδους βιταμίνες που τονώνουν το νευρικό σύστημα. Προσπάθησε να μου εξηγήσει ότι αυτό που μου συμβαίνει τώρα είναι κατά βάση θετικό, γιατί σημαίνει ότι τα τραυματισμένα νεύρα που σχετίζονται με την όσφρηση προσπαθούν να επανέλθουν, να δουλέψουν, και μέχρι να γίνει αυτό θα μου μεταφέρουν λάθος πληροφορίες, συνήθως αρνητικές. Μιλάω τακτικά με τον παθολόγο μου, ενώ, όσους γιατρούς κι αν έχω ρωτήσει τι μπορώ να κάνω, μου λένε αυτήν τη λέξη που κουράστηκα να ακούω: υπομονή.
Από τα λίγα πράγματα που μου μυρίζουν ακριβώς όπως και πριν είναι η κανέλα και το γαρίφαλο. Τα ψωμιά και οι ζύμες με ενοχλούν πολύ, λάτρευα τον καφέ και πλέον δεν μπορώ να μπω σε μαγαζί που τον πουλάει. Κρεμμύδια και κρέας δεν έχω καταφέρει να φάω, ειδικά το κοτόπουλο είναι το χειρότερό μου. Τρώω συνέχεια σούπες και ρύζι. Το νέο μου αστείο είναι πως στην κατάστασή μου θα ήμουν ιδανική για ριάλιτι επιβίωσης.
Το πρώτο διάστημα δεν μπορούσα να φάω δίπλα σε κανέναν. Ένιωθα μόνη μου, παρότι είχα ανθρώπους να μιλήσω, τους γονείς μου, την αδερφή μου, τους φίλους μου. Αλλά κανείς δεν μπορεί να μπει στη θέση σου, θα σου πουν «έλα, μωρέ, δοκίμασε λίγο από αυτό», ενώ εσύ δεν μπορείς. Πλέον είμαι πιο ευδιάθετη, λέω στον εαυτό μου «αυτό είναι τώρα, συνήθισέ το», παλεύω καθημερινά με την κατάσταση, αλλά παράλληλα την αντιμετωπίζω σαν να μου έχει προκύψει ένα θέμα υγείας και πρέπει να ακολουθήσω συγκεκριμένη διατροφή.
Δεν έχω πάει στο σπίτι των γονιών μου από την πρώτη καραντίνα, τους είδα δύο φορές για πέντε λεπτά στο πεζοδρόμιο. Προσέχω πολύ και φοβάμαι, έτσι όπως έχει η κατάσταση κανείς δεν μου εγγυάται ότι δεν θα κολλήσω ξανά, ενώ ταυτόχρονα δεν ξέρω αν και πότε θα μου περάσει η παροσμία.
Καταλαβαίνω τους ανθρώπους που φοβούνται τον ιό, εκείνους που κουράστηκαν και θέλουν πίσω τη ζωή τους, αυτούς που έχουν πληγεί οικονομικά και επαγγελματικά. Σκέφτομαι συνέχεια πως δεν είναι στο χέρι μας τα πάντα, όπως το να εξαφανιστεί ως διά μαγείας ο ιός ή να πάψουν τα μέτρα. Είναι όμως η ευκαιρία μας να διαφυλάξουμε την ανθρωπιά μας, βοηθώντας έστω και λίγο συνανθρώπους μας που έχουν πληγεί από τη νέα πραγματικότητα. Βοηθώντας, πολλές φορές ξεχνάω πραγματικά τη δυσκολία που αντιμετωπίζω. Ο κορωνοϊός μού άλλαξε την καθημερινότητα, αλλά και όλη την κοσμοθεωρία μου.
Είχα δει την Κυριακή (σ.σ. Καραμανιώλα) να μπαίνει στο ελληνικό group για την παροσμία και την καλωσόρισα. Μπαίνοντας σε ένα τέτοιο group, πιστεύω ότι η μεγαλύτερή σου ανάγκη δεν είναι να διπλοτσεκάρεις ποια φαγητά πρέπει να αποφεύγεις αλλά να συναντήσεις κόσμο που ξέρει πώς αισθάνεσαι. Δεν μπορώ να σου εξηγήσω ακριβώς πώς μυρίζω αυτήν τη στιγμή, αλλά η Κυριακή καταλαβαίνει. Κι έτσι νιώθω ότι δεν είμαι η μόνη που βιώνει κάτι ασυνήθιστο.
Όταν επανέλθουν οι αισθήσεις μου, το πρώτο πράγμα που θέλω να φάω είναι κεφτεδάκια με πατάτες τηγανητές, της μαμάς ή της γιαγιάς, αυτό λαχταράω. Μετά το φαγητό, αυτό που μου έχει λείψει περισσότερο είναι η ξεγνοιασιά. — Βάσω
Κυριακή Καραμανιώλα
27 ετών
Tοπογράφος - μηχανικός
Eχασα τη γεύση και την όσφρησή μου την τρίτη ή την τέταρτη μέρα που νοσούσα από Covid-19. Ένιωθα σαν να μασάω χαρτί. Ήταν Οκτώβρης, ήμουν σε καραντίνα μαζί με την αδερφή μου και, καθώς καμία μας δεν είχε γεύση, τρώγαμε περισσότερο. Το τελευταίο μας γεύμα ήταν γλυκές κρέπες, αυτό θέλαμε να παραγγείλουμε πριν χάσουμε εντελώς την αίσθηση του τι τρώμε. Ελάχιστα τις καταλάβαμε.
Αυτή η απώλεια των αισθήσεων κράτησε περίπου δέκα μέρες. Στην αρχή το πήρα ψύχραιμα, αλλά όσο περνούσε ο καιρός δεν είχα όρεξη να φάω και να πιω, έχασα όποια καλή διάθεση είχα, κάποια στιγμή κατέληξα να τρέφομαι μόνο με παξιμάδια. Η όσφρησή μου έκανε περισσότερο καιρό να επιστρέψει, θυμάμαι να προσπαθώ συνέχεια να μυρίσω το αφρόλουτρό μου και να μην τα καταφέρνω.
Ακόμα κι όταν αυτή επέστρεψε, όλα μύριζαν πιο ήπια απ’ ό,τι συνήθως. Η παροσμία εμφανίστηκε απότομα έπειτα από τρεις μήνες. Ξύπνησα ένα πρωί, έκανα εσπρέσο και μου μύρισε άσχημα, νόμιζα πως είχε κάτι ο καφές, οπότε πήγα και άλλαξα χαρμάνι. Μετά αγόρασα άλλη οδοντόκρεμα, ενώ τις επόμενες μέρες άρχισε να με ενοχλεί το ψωμί. Μέχρι που επισκέφθηκα έναν γενικό παθολόγο, που με έβαλε να κάνω τεστ, μήπως ξανακόλλησα, δεν μπορούσε να καταλάβει τι έχω. Απέφευγα να διαβάσω στο Ίντερνετ, δεν πίστευα καν ότι έχει σχέση με τον κορωνοϊό όλο αυτό. Τελικά, ο ΩΡΛ μού εξήγησε τι έχω, μου είπε ότι δεν υπάρχει θεραπεία και απλώς να κάνω υπομονή. Αλλά οι μέρες με την παροσμία είναι κουραστικές και δύσκολες.
Όσο περνάει ο καιρός, αυξάνονται τα φαγητά που δεν μπορώ να φάω. Εξακολουθώ να πίνω καφέ χωρίς να τον ευχαριστιέμαι, απλώς είναι το πρωινό μου τονωτικό. Κάθε πρωί ανοίγω το βαζάκι του και μυρίζω, μήπως και τελείωσε όλο αυτό. Περιμένω πώς και πώς τη μέρα που θα μου μυρίζει όπως πριν.
Μπήκα στα ξένα Facebook groups σχετικά με την παροσμία. Eκεί είναι πολλοί εκείνοι που μιλάνε για τα φαγητά που τους ενοχλούν και, απ’ όσο έχω καταλάβει, είναι πολύ προσωπικό. Ορισμένες τροφές σε κάποιους κάνουν, ενώ σε κάποιους άλλους καθόλου. Εγώ μπήκα κυρίως για να δω αν υπάρχει κανείς που να έχει θεραπευτεί από αυτό. Δεν βρήκα κάποιον που να έχει γράψει ότι θεραπεύτηκε. Βέβαια, οι διαχειριστές ισχυρίζονται πως γνωρίζουν άτομα που το ξεπέρασαν και αποχώρησαν από τα groups, ωστόσο δεν έχω συναντήσει κάποια σχετική δημοσίευση.
Η δική μου δυσάρεστη μυρωδιά είναι ένας συνδυασμός καμένου ψωμιού με καυσαέριο. Κάποιοι περιγράφουν τη δική τους σαν σάπιο ψάρι ή κρέας, σαν βρόμικες κάλτσες. Έχω συναντήσει διάφορες περιγραφές, προφανώς γιατί αυτό που αισθανόμαστε δεν είναι κάποια γνώριμη μυρωδιά.
Μια τροφή που σήμερα μου κάνει, αύριο μπορεί να μην την αντέχω. Όσο περνάει ο καιρός, αυξάνονται τα φαγητά που δεν μπορώ να φάω. Εξακολουθώ να πίνω καφέ χωρίς να τον ευχαριστιέμαι, απλώς είναι το πρωινό μου τονωτικό. Κάθε πρωί ανοίγω το βαζάκι του και μυρίζω, μήπως και τελείωσε όλο αυτό. Περιμένω πώς και πώς τη μέρα που θα μου μυρίζει όπως πριν.
Τελευταία παρατηρώ ότι αν μαζευτούμε σε ένα σπίτι και αρχίσουν να ανοίγουν πατατάκια ή να παραγγέλνουν πίτσες, δυσανασχετώ. Μερικές φορές δυσκολεύομαι να εκφράσω αυτό που νιώθω. Στην αρχή το περιέγραφα στους γονείς μου και δεν με πίστευαν, μετά το είπα στους φίλους μου, ούτε εκείνοι με πίστευαν, γιατί πολύ απλά δεν είναι κάτι για το οποίο ακούμε συχνά.
Η Θεσσαλονίκη είναι αυτήν τη στιγμή πολύ πιο ήρεμη, αν αναλογιστώ ότι λίγο πριν από τα Χριστούγεννα έβλεπα και άκουγα συνέχεια ασθενοφόρα. Αυτό που με προβληματίζει είναι ότι πρόκειται για έναν ιό που μου δημιουργεί πρόβλημα ακόμα και μετά από τρεις μήνες. Όχι ότι δεν ήμουν πριν, αλλά τώρα είμαι διπλά προσεκτική. Δεν θέλω με τίποτα να ξανακολλήσω. — Κυριακή
Δημήτρης Νεφρός
47 ετών
Iδιωτικός υπάλληλος
Δημιουργήσαμε μαζί με τη σύζυγό μου το κλειστό Facebook group «Covid Παροσμία - Ανοσμία» τον Ιανουάριο του 2021, λίγες μέρες αφότου η κόρη μας εμφάνισε αυτήν τη διαταραχή. Η Ιωάννα νόσησε στα τέλη Οκτωβρίου, χάνοντας τη γεύση και την όσφρησή της. Φτιάχνοντας αυτό το group, θέλαμε να φέρουμε σε επαφή ανθρώπους που βιώνουν την ίδια κατάσταση με εκείνη.
Απ’ όσα μας έχει πει, δεν νιώθει σχεδόν καμία γεύση όπως πραγματικά είναι, μπερδεύεται, τις μυρίζουν όλα περίεργα, σαν χαλασμένα. Το πρώτο διάστημα μας έλεγε πως ανακατεύεται μυρίζοντας διάφορα φαγητά, ειδικά το κρέας. Τη βλέπαμε να αφήνει το φαγητό, μας έλεγε πως δεν μπορεί να φάει άλλο, γιατί ήταν απαίσια η γεύση του. Μας έχει περιγράψει τη μυρωδιά που έχει όλο αυτόν τον καιρό ανάμεσα σε καμένο λάστιχο και σε κάτι που έχει σαπίσει. Καταλαβαίνουμε ότι δεν μπορεί να γευτεί σχεδόν τίποτα σωστά, ενώ τόσο ο ΩΡΛ όσο και ο πνευμονολόγος μάς είπαν ότι αυτή η δυσφορία που έχει είναι παρενέργεια της Covid-19. — Δημήτρης
Tα περισσότερα φαγητά με ενοχλούν, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Μπορώ να φάω μακαρόνια με σάλτσα ντομάτας και ψωμί με λιωμένο τυρί, οτιδήποτε άλλο το τρώω με τη βοήθεια ενός κλιπ μύτης, σαν αυτό που φοράνε οι αθλητές κολύμβησης.
Ιωάννα Νεφρού
15 ετών
Mαθήτρια λυκείου
Η παροσμία εμφανίστηκε όταν νόμιζα πως είμαι καλά, την ένιωσα μια μέρα ξαφνικά, τρώγοντας κρέας. Για μένα, ήταν λες και είχε χαλάσει από μέρες, αλλά όταν το μοιράστηκα με τους γονείς μου μου είπαν ότι δεν είχε διαφορετική γεύση.
Από τότε μέχρι σήμερα τα περισσότερα φαγητά με ενοχλούν, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Μπορώ να φάω μακαρόνια με σάλτσα ντομάτας και ψωμί με λιωμένο τυρί, οτιδήποτε άλλο το τρώω με τη βοήθεια ενός κλιπ μύτης, σαν αυτό που φοράνε οι αθλητές κολύμβησης.
Όταν άρχισα να έχω αυτήν τη διαφορετική αίσθηση για το φαγητό, άρχισα να τη συζητάω με τους φίλους μου. Με πιστεύουν, φυσικά, αλλά στην αρχή τούς ακούγονταν περίεργα όσα τους έλεγα, νόμιζαν πως ήταν ιδέα μου. Στην πορεία κατάλαβαν πως δεν είναι στο μυαλό μου όλα αυτά και πως όντως κάτι πήγαινε λάθος με την όσφρησή μου. Προσπαθώ να εξηγώ αυτό που νιώθω όσο πιο κατανοητά μπορώ, γιατί δεν είναι κάτι συνηθισμένο, έτσι πολλοί δεν το καταλαβαίνουν. Όσο περνάει ο καιρός, το συζητάω περισσότερο και, επειδή δεν μπορώ να έχω το κλιπ μύτης παντού μαζί μου –αφού καμιά φορά ντρέπομαι να το φοράω–, οι πιο κοντινοί μου ξέρουν ότι τρώω κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα.
Παρακολουθώ το group που έχουν δημιουργήσει οι γονείς μου, προφανώς δίνω σημασία στους ανθρώπους και στο πώς περνάει την παροσμία ο καθένας από αυτούς, αλλά κυρίως μπαίνω περιμένοντας να συναντήσω συνομηλίκους μου που βρίσκονται στην ίδια φάση μ’ εμένα, μια και μπορώ να ταυτιστώ λίγο παραπάνω με αυτούς.
Μου έχουν λείψει τα μπέργκερ, τα σουβλάκια και το κινέζικο, που μου αρέσει πολύ. Αυτά θέλω να φάω μόλις επιστρέψει η όσφρησή μου στα κανονικά της. — Ιωάννα
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.