Στη συγχρονία μας βιώνουμε μια πρωτοφανή πολλαπλότητα της κρισιακής συνθήκης, αλλεπάλληλες κρίσεις που επιμένουν σε διάρκεια (κοινωνικο-οικονομική, πολιτισμική, περιβαλλοντική, προσφυγική/μεταναστευτική, πανδημική, ενεργειακή και βέβαια ο πόλεμος στην Ουκρανία) και μάλιστα εν μέσω της 4ης βιομηχανικής επανάστασης που φέρνει τη ψηφιακή υπερ-πραγματικότητα στο επίκεντρο της ζωής μας. Σε αυτό το πλαίσιο, όπου η κρισιακή συνθήκη πλέον έχει λάβει οντολογικές διαστάσεις, τόσο για τη γενιά μας όσο βέβαια και ευρύτερα για την κοινωνία, μένει να αναρωτηθούμε αν η σύγχρονη μεταμοντέρνα θραυσματικότητα μπορεί να προσφέρει απαντήσεις στις μεγάλες προκλήσεις που βιώνουμε.
Η κυρίαρχη τάση αυτού που αποκαλούμε μεταμοντερνισμό ‒ή, ίσως πιο δόκιμα, ύστερη νεωτερικότητα‒ έχει εξελιχθεί σε αδιέξοδη παθογένεια στασιμότητας. Eστιάζει μόνο στην πρόσκαιρη κριτική και στην ειρωνεία, με δόσεις είτε πληθωρικής πολυαναφορικότητας είτε μηδενιστικής ασημαντότητας, ενώ παράλληλα χαρακτηρίζεται από πλήρη απουσία πρωτοποριακής πρότασης.
Η εικόνα, στην ψηφιακή υπερ-πραγματική της διάσταση, προκειμένου να μη λειτουργεί ως απόλυτο εργαλείο marketing, αποχαύνωσης και καταναλωτικής κυριάρχησης, όπως ήδη διαφαίνεται στο πλαίσιο του metaverse, οφείλει να είναι ταυτόχρονα κριτική και δημιουργική. Για να συμβαίνει αυτό πρέπει να ενέχει, να εκφράζει και να παράγει λόγο. Ποιον λόγο όμως; Την ενοποιημένη μορφή λόγου που ενέχει μια σύζευξη ή, τουλάχιστον, μια διαλεκτική διάσταση μεταξύ της σκέψης και της τέχνης, δηλαδή του στοχασμού και της ποιητικής. Αντιστοίχως και ο λόγος σε σχέση με την εικόνα. Αυτήν τη διαλεκτική συσχέτιση που δημιουργεί τις επιθυμητές και απαραίτητες για την αυθεντικότητα και την ελευθερία συνθέσεις είναι που πρέπει να διαφυλάξουμε, να υποστηρίξουμε και να διεκδικήσουμε σε όσα πρόκειται να συμβούν. Μεταξύ μιας αυθεντικής ανθρώπινης κοινωνικότητας και υπευθυνότητας και ενός καθεστώτος διαρκούς ευτέλειας και παράλληλης άρνησης της ετερότητας, είτε αυτή είναι ο όποιος άλλος άνθρωπος είτε το φυσικό περιβάλλον, αντί για την αφελή «θετική ενέργεια» και τη ναρκισσιστικού τύπου «επιµέλεια εαυτού» προς την αναζήτηση της ατοµικιστικής «ευτυχίας», μπορούμε να προτάξουμε τη συλλογική οικοδόμηση μιας επιτυχούς κοινωνικής ευδαιμονίας όπου πρόσωπα και κοινότητες μπορούν ελεύθερα και ισότιμα να βαίνουν προς την εκπλήρωση της δυνητικότητάς τους. Προς μια τέτοια κατεύθυνση θα μπορούσαν να απαντηθούν οι μεγάλες τεχνολογικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις της εποχής και κατ’ επέκταση να αντιμετωπιστούν ουσιωδώς οι πολλαπλές, αλληλοσυνδεόμενες κρίσεις που βιώνουμε. Η υπέρβαση, λοιπόν, της κρισιακής συνθήκης και η επιδίωξη της όποιας πιθανής ευδαιμονίας προϋποθέτουν ένα πρόταγμα κοινωνικής ελευθερίας που εδράζεται πρώτον, τόσο στην προσωπική όσο και στη συλλογική δημιουργικότητα και, δεύτερον, στην κοινωνική ισότητα σε επίπεδο συνθηκών ζωής. Πρόοδος σημαίνει δημιουργία καινοτόμου ριζικής αλλαγής μέσα στο μέλλον, συντήρηση σημαίνει επιστροφή στο παρελθόν ή/και διατήρηση της παρούσας κατάστασης μέσα στο μέλλον. Αυτά ήταν ανέκαθεν τα δύο αντίθετα ρεύματα τόσο στο πεδίο της κίνησης των ιδεών όσο και στο επίπεδο της πρακτικής, και αυτά παραμένουν ακόμα. Ποτέ πριν οι δυνατότητες για την πραγμάτωση ενός καλού και δίκαιου κόσμου για το ανθρώπινο είδος δεν ήταν ισχυρότερες. Την ίδια στιγμή, το χάσμα μεταξύ των δυνητικών ικανοτήτων της ανθρωπότητας και των υφιστάμενων συνθηκών της στο σύνολό της δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερο. Η δική μας εποχή είναι και αυτή μια εποχή άκρων. Αυτό που βρίσκεται μεταξύ του δυνητικού και του πραγματικού είναι τα οικονομικά της οικολογικής καταστροφής και του κοινωνικού αποκλεισμού, οι επιπτώσεις των ανισοτήτων και οι εξουσιαστικές πολιτικές της διαίρεσης και των φανερών ή αφανών ειδών πολέμου. Εντούτοις, αναδύεται μια μορφή ανανεωμένης συνείδησης του είδους μας, που αφορά τόσο τις περιβαλλοντικές προκλήσεις όσο και τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ανθρώπινη δυνητικότητα. Η συνειδητοποίηση των κοινών του συνόλου της ανθρωπότητας παρέχει την ευρύτερη δυνατή βάση για κριτική έμπρακτη αντιπαράθεση στις επικρατούσες ανισότητες κάθε είδους, από τις οποίες άλλωστε προκαλούνται και οι αλλεπάλληλες κρίσεις. Αν οι σύγχρονες αντιφάσεις προσεγγιστούν ως δημιουργικά ανοιχτές αντιπαραθέσεις, ενδεχομένως να διαμορφωθούν ως ισχυρές κοινωνικές δυνάμεις μετασχηματισμού και να οδηγήσουν στη διαλεκτική υπέρβαση των πολλαπλών κρίσεων. Ο λόγος στη δημιουργικά ενοποιημένη του μορφή, δηλαδή ως σύζευξη στοχασμού και ποιητικής, αποτελεί ένα τελευταίο προπύργιο ‒την αφετηριακή βάση από την οποία μπορούν να δοθούν όσες μάχες νοήματος αξίζουν και απομένουν να δοθούν‒ όχι αναχρονιστικά, με στόχο την επιστροφή σε ένα ιδεατό παρελθόν, που άλλωστε δεν υπήρξε ποτέ, αλλά με το βλέμμα στραμμένο προς το μέλλον, με στόχο να επηρεαστούν οι συσχετισμοί δυνάμεων υπέρ της ανθρωπινότητας και όσων αυτή πρεσβεύει.