Ο χρόνος μετρά αντίστροφα μέχρι την επιστροφή στην Ελλάδα των τριών θραυσμάτων από τη βόρεια ζωφόρο, το δυτικό αέτωμα και τη νότια μετόπη του Παρθενώνα, τα οποία φυλάσσονταν από τον 19ο αιώνα στις συλλογές των Μουσείων του Βατικανού.
Η επιστροφή, που είχε αρχικά συζητηθεί να γίνει στα τέλη Ιανουαρίου και καθυστερεί λόγω του θανάτου του Πάπα Βενέδικτου στις 31 Δεκεμβρίου 2022, θα γίνει πιθανότατα μέσα στον Φεβρουάριο, ενώ ο διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης εργάζεται εντατικά για την υπόθεση και τις λεπτομέρειές της.
Εν μέσω της μεγάλης και έντονης συζήτησης για τα γλυπτά του Παρθενώνα, ο διευθυντής του μουσείου, που δεν έχει παραστεί σε συζητήσεις με τη βρετανική πλευρά, είναι αυτός που στις 27 Σεπτεμβρίου 2021 μίλησε στην UNESCO ως μέλος της επιτροπής που αποτελούνταν από τους Γ. Διδασκάλου, Β. Παπαγεωργίου, Α. Παπαθανασίου για τα γλυπτά του Παρθενώνα. Είναι η πρώτη φορά μετά από τριάντα επτά χρόνια που υπήρξε απόφαση υπέρ μας.
«Στο ωραιότερο μουσείο να τα πάτε, με την καλύτερη σκηνοθεσία και τον καλύτερο φωτισμό, ποτέ δεν πρόκειται να έχετε απέναντι τον ιερό βράχο, ποτέ δεν πρόκειται να έχετε τις εποχές του έτους με τις μυρωδιές και τον αέρα, ούτε το φως που τα γέννησε και τα λούζει ακόμα και σήμερα», είπε ανάμεσα στα επιχειρήματά του, καθώς, όπως έχει δηλώσει στη LiFO, το ζήτημα είναι όχι μόνο ηθικό αλλά και αισθητικό.
Σήμερα οι λίθοι που διασώθηκαν είναι μοιρασμένοι ανάμεσα στο Μουσείο Ακρόπολης και στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, μετά την απόσπασή τους από τον Έλγιν, τα συνεργεία του οποίου απέσπασαν με πριόνι ή λοστούς μόνο την εξωτερική όψη με τις ανάγλυφες παραστάσεις.
Ακριβώς πριν από έναν χρόνο, τον Ιανουάριο του 2022, δέκα θραύσματα των γλυπτών του Παρθενώνα που φυλάσσονταν για δεκαετίες στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ξαναγύρισαν στον φυσικό τους χώρο, με τον πρωθυπουργό τότε να δηλώνει πως «η επανένωση των γλυπτών της Ακρόπολης, του Παρθενώνα, δεν αποτελεί θέμα απόστασης γιατί, είτε αυτά βρίσκονται εδώ στην Αθήνα είτε οπουδήποτε στον κόσμο, προορισμός τους είναι μόνο ο Ιερός Βράχος και το σπουδαίο αυτό μουσείο».
Ο κορυφαίος αρχαιολόγος Γιώργος Δεσπίνης πρώτος ανέδειξε την προέλευση των συγκεκριμένων θραυσμάτων και η επιστροφή τους στο Μουσείο Ακρόπολης αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα στην προσπάθεια να συγκεντρωθούν όλα τα μικρότερα και μεγαλύτερα μέρη του διακόσμου του Παρθενώνα.
Τα θραύσματα προέρχονται από τη ζωφόρο, τις μετόπες και τα αετώματα του Παρθενώνα. Δύο θραύσματα κεφαλών βρήκαν ήδη τη θέση τους στη ζωφόρο. Το ένα από αυτά, το επάνω μέρος μιας νεανικής κεφαλής, συνδέεται με τη μορφή του δεύτερου από τα αριστερά επόπτη της πομπής των Παναθηναίων, που εικονίζεται στον λίθο VII της ανατολικής ζωφόρου. Αποτελεί το μοναδικό αυθεντικό θραύσμα του λίθου στο Μουσείο Ακρόπολης, καθώς ο υπόλοιπος βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου. Η δεύτερη κεφαλή αποδίδεται στον πρώτο από αριστερά θαλλοφόρο της πομπής των Παναθηναίων, που εικονίζεται στον λίθο IX της βόρειας ζωφόρου.
Τα υπόλοιπα οκτώ θραύσματα τοποθετήθηκαν προσωρινά σε ειδική προθήκη στην Αίθουσα του Παρθενώνα, από την οποία θα αποσυρθούν κάποια στιγμή για να μελετηθούν σε συνάρτηση με άλλα τμήματα του γλυπτού διακόσμου του μεγάλου ναού, είτε αυτά βρίσκονται στον εκθεσιακό τους χώρο είτε φυλάσσονται στις αποθήκες του Μουσείου Ακρόπολης.
Στις αρχές Ιουνίου το «θραύσμα Fagan», που βρισκόταν από τον Ιανουάριο στο Μουσείο Ακρόπολης, επανενώθηκε οριστικά στην ανατολική ζωφόρο του Παρθενώνα, από την οποία είχε αφαιρεθεί, στον πρώτo επαναπατρισμό από κράτος σε κράτος. Ο επαναπατρισμός κατέστη δυνατός βάσει συμφωνίας μεταξύ του Περιφερειακού Αρχαιολογικού Μουσείου «Antonino Salinas» του Παλέρμο και του Μουσείου Ακρόπολης.
Tο επονομαζόμενο «θραύσμα Fagan», το τμήμα της πλάκας που ανήκει στην ανατολική ζωφόρο του Παρθενώνα και που αναπαριστά το πόδι της Αρτέμιδας, θεάς του κυνηγιού, καθισμένης σε θρόνο, κατέληξε στις αρχές του 19ου αιώνα στα χέρια του Άγγλου προξένου Robert Fagan υπό συνθήκες μη πλήρως κατανοητές. Μετά τον θάνατό του κληροδοτήθηκε στη σύζυγό του, η οποία το πούλησε, μεταξύ 1818 και 1820, στο Βασιλικό Μουσείο του Πανεπιστημίου του Παλέρμο, σημερινός διάδοχος του οποίου είναι το Περιφερειακό Αρχαιολογικό Μουσείο «Antonino Salinas».
«Οι Ιταλοί συνάδελφοί μας άνοιξαν έναν δρόμο ο οποίος δεν είναι εύκολος, αλλά είναι πολύ ουσιαστικός. Έναν δρόμο ο οποίος μπορεί να είναι πρότυπο για τη συμπεριφορά αυτών που κατέχουν ακόμα κομμάτια του Παρθενώνα. Εύχομαι μετά από αυτό το δεύτερο μεγάλο βήμα, να ακολουθήσει το τρίτο, το οποίο θα είναι μέγιστο», ανέφερε ο αείμνηστος πρόεδρος του Δ.Σ. του Μουσείου Ακρόπολης, Δημήτρης Παντερμαλής. Το θραύσμα δεν ήρθε ως δάνειο αλλά ως «κατάθεση» για να παραμείνει σε «μόνιμη βάση» και σήμερα το βλέπουν οι επισκέπτες του 3ου ορόφου του μουσείου.
Νωρίτερα, το 2006, το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης επέστρεψε στη χώρα μας ένα μικρό θραύσμα από τον 8ο λίθο της βόρειας ζωφόρου και αυτή ήταν η πρώτη κίνηση επιστροφής από τα 10 ευρωπαϊκά μουσεία που διαθέτουν στις συλλογές τους γλυπτά και αρχιτεκτονικά μέλη του Παρθενώνα.
Το θραύσμα ανήκει στη μορφή 28 του λίθου VIII της βόρειας ζωφόρου του Παρθενώνα και απεικονίζει το άκρο του πέλματος της μορφής, καθώς και τμήμα από την παρυφή του ενδύματος. Ο λίθος VIII αποτελεί ενιαία θεματική ενότητα με τον λίθο VII, εικονίζοντας πομπή κιθαρωδών και αυλητών. Ωστόσο, η μορφή 28, από την οποία προέρχεται και το εν λόγω θραύσμα, απεικονίζει θαλλοφόρο (η μορφή που κρατά κλαδί ελιάς).
Δυο χρόνια αργότερα, το 2008, στο Μουσείο Ακρόπολης φτάνει με μορφή δανείου, αφού η νομοθεσία της Αγίας Έδρας απαγορεύει την παραχώρηση αρχαιολογικών θησαυρών και ήταν η πρώτη φορά που οι αρχές της Αγίας Έδρας δέχτηκαν να βγει από τις αίθουσες των μουσείων και να μεταφερθεί στο εξωτερικό, η κεφαλή ενός σκαφηφόρου άνδρα που ανήκε στον λίθο V της βόρειας ζωφόρου, διαστάσεων 24Χ25 εκ. Η κεφαλή απεικονίζει το κεφάλι ενός νέου που κουβαλάει σκάφη με προσφορές στη θεά Αθηνά, στην πομπή των Παναθηναίων.
Ήταν ένα από τα τρία θραύσματα που σύντομα θα επανενωθούν στο Μουσείο Ακρόπολης, τα οποία έφτασαν στη Ρώμη μάλλον ταυτόχρονα στο δεύτερο ήμισυ του 17ου αιώνα, δηλαδή πολύ πριν ο Λόρδος Έλγιν λεηλατήσει τον Παρθενώνα, και πουλήθηκαν στις συλλογές του Βατικανού το 1803.
Το θραύσμα του σκαφηφόρου άνδρα που εκτέθηκε εικάζεται ότι προήλθε από έκρηξη του 1687 που προκλήθηκε από τα κανόνια του Βενετού Μοροζίνι, βρέθηκε στα χέρια του εμπόρου αρχαιοτήτων Φραντσέσκο Αλεσαντρόνι, ο οποίος και το πούλησε το 1803 στον Πάπα, για να καταλήξει στο Μuseo Gregoriano Εtrusco της πόλης του Βατικανού, το οποίο λειτουργεί από το 1937.
Για την ιστορία, πρώτη η Μελίνα Μερκούρη είχε θέσει στους υπευθύνους της Αγίας Έδρας, με τρόπο διακριτικό, το θέμα των θραυσμάτων του Παρθενώνα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, ενώ τότε ο διευθυντής των Μουσείων Αντόνιο Παολούτσι έλεγε στον δημοσιογράφο Δημήτρη Δεληολάνη ότι «τα θραύσματα του Παρθενώνα που διαθέτουν τα Μουσεία του Βατικανού είναι συνολικά τρία. Και τα άλλα δύο έχουν παρόμοιες μικρές διαστάσεις: το ένα απεικονίζει γενειοφόρο άνδρα και το άλλο το κεφάλι ενός αλόγου.
Οι Έλληνες συνάδελφοί μας τα ήθελαν και τα τρία, αλλά δεν μπορούσαμε να απογυμνώσουμε τα Μουσεία μας από αυτήν τη μαρτυρία της τέχνης του Φειδία. Γι' αυτό τους αφήσαμε να επιλέξουν όποιο ήθελαν για το δάνειο».
Ο Παολούτσι τότε άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο να «επισκεφθούν» την Αθήνα διαδοχικά και τα τρία θραύσματα, αλλά απέκλειε την οριστική επιστροφή των γλυπτών λέγοντας: «Δεν γυρίζει πίσω ο τροχός της Ιστορίας. Ιδιαίτερα όταν έχουν περάσει τόσοι πολλοί αιώνες από τότε που τα γλυπτά μεταφέρθηκαν εκτός Ελλάδας».
Κύλησε πολύ νερό στον μύλο της ιστορίας, της αντίληψης με την οποία συγκροτούνται τα μουσεία σήμερα και μέσα στον χρόνο όλο και περισσότεροι κατανοούν ότι υπάρχει μια βάση πολιτιστικής ηθικής, την οποία δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς υποστηρίζοντας ότι η έκθεση ενός αντικειμένου έχει μεγαλύτερη αξία από τη συνένωση, έννοια άρρηκτα συνδεδεμένη με τη διεκδίκηση των γλυπτών.
Τον περασμένο Δεκέμβριο το ΥΠΠΟΑ ανακοίνωσε την απόφαση του Πάπα Φραγκίσκου να δωρίσει στην Ελλάδα και στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο τρία θραύσματα από τον Παρθενώνα, τα οποία μέχρι τώρα εκτίθενται στα Μουσεία του Βατικανού, με την ανακοίνωση να σημειώνει τον «πνευματικό και φιλάδελφο χαρακτήρα της παπικής χειρονομίας προς την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος».
«Το υπουργείο Πολιτισμού και το Μουσείο Ακρόπολης είχαν προφορικές και γραπτές συνεννοήσεις με την Αγία Έδρα και το Μουσείο του Βατικανού» έγραψε χαιρετίζοντας την απόφαση ο γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης, Ν. Σταμπολίδης.
Η συμβολική κίνηση μεγάλης σημασίας του Βατικανού, κίνηση ουσιαστικού αποτελέσματος, καλύφθηκε με εκτενείς αναφορές τόσο στον ιταλικό όσο και τον διεθνή Τύπο, με την εφημερίδα «Il Messaggero» να γράφει ότι «πρόκειται για μια χειρονομία που είναι βέβαιο ότι θα δυσαρεστήσει το Βρετανικό Μουσείο και μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα προς μίμηση για άλλες τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες».
Τα θραύσματα του Παρθενώνα, τα οποία επί αιώνες φυλάσσονται προσεκτικά στις Παπικές Συλλογές και στα Μουσεία του Βατικανού και εκτίθενται σε εκατομμύρια επισκέπτες από όλο τον κόσμο, είναι κατασκευασμένα από πεντελικό μάρμαρο και κατά το ιστολόγιο του Βατικανού «Il Sismografo» έφτασαν στην άλλη πλευρά του Τίβερη κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα δύο από τα τρία κομμάτια είχαν δοθεί στο Βατικανό από εμπόρους τέχνης, ενώ το τρίτο προέρχεται από ιδιωτική συλλογή της Βενετίας. Το Βατικανό χαρακτήρισε τη χειρονομία «δωρεά» από τον Πάπα στον Aρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, «ως σημάδι της ειλικρινούς επιθυμίας του να ακολουθήσει τον οικουμενικό δρόμο της αλήθειας».
Ο Giandomenico Spinola, επικεφαλής του τμήματος αρχαιολογίας των Μουσείων του Βατικανού, δήλωσε στους ΝΥΤ ότι ο Πάπας αποφάσισε προσωπικά να επιστρέψει τα θραύσματα μετά τη συνάντησή του με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2021.
Πού «ανήκουν» τα θραύσματα και πού θα τοποθετηθούν
Η κεφαλή του γενειοφόρου άνδρα ανήκει σε μια από τις τριάντα δύο μετόπες της νότιας πλευράς του Παρθενώνα με την Κενταυρομαχία.
Ένα θραύσμα από το πίσω αριστερό σκέλος του Κενταύρου στην πρώτη μετόπη βρίσκεται στην Κρατική Αρχαιολογική Συλλογή του Μονάχου. Ο βομβαρδισμός όμως του μνημείου από τον Francesco Morosini το 1687 μετέτρεψε δεκατέσσερις μετόπες σε θραύσματα. Δεκαπέντε από τις δεκαοκτώ καλύτερα σωζόμενες αποσπάστηκαν από τον λόρδο Έλγιν, και κατέληξαν στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.
Η μετόπη 10, η οποία είχε πέσει στο έδαφος, κατέληξε μετά από περιπέτειες στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι. Ορισμένα μικρότερα θραύσματα είναι διασκορπισμένα σε άλλα μουσεία του εξωτερικού. Στο Μουσείο Ακρόπολης βρίσκονται οι μετόπες 1 και 12 καθώς και θραύσματα εννέα άλλων, τα οποία βρέθηκαν διάσπαρτα στην Ακρόπολη και τη γύρω περιοχή.
Στο Μουσείο Ακρόπολης υπάρχει αντίγραφο του αποσπασματικά σωζόμενου λίθου V, ο οποίος βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, εκτός από το θραύσμα στην πάνω δεξιά γωνία, που είναι ο σκαφηφόρος νέος που θα φτάσει στην Αθήνα από τα Μουσεία του Βατικανού.
Η βόρεια ζωφόρος στην οποία ανήκει σώζεται αποσπασματικά μετά την ανατίναξη του Παρθενώνα από τους Βενετούς του στρατηγού Francesco Morosini το 1687. Αναπαριστά σκαφηφόρους, νέους που μεταφέρουν δίσκους (σκάφες) γεμάτους γλυκίσματα για την αναίμακτη θυσία στον Μεγάλο Βωμό, έξω από τον ναό της Αθηνάς Πολιάδας. Μπροστά τους βρίσκεται ένας επόπτης, το μεγαλύτερο τμήμα του οποίου εικονίζεται στον προηγούμενο λίθο IV. Οι λίθοι προέρχονται από τη ζωφόρο της βόρειας πλευράς του Παρθενώνα που εικονίζει τμήμα της πομπής που σχημάτιζε ο αθηναϊκός λαός στη γιορτή των Παναθηναίων.
Τρεις λίθοι (X, XVIII και XXVI) είχαν αποσπαστεί κατά τις εργασίες μετασκευής του Παρθενώνα σε χριστιανική εκκλησία, για να ανοιχτούν στη θέση τους παράθυρα, ωστόσο ορισμένα θραύσματά τους βρέθηκαν αργότερα στην Ακρόπολη. Το αρχικό μήκος της βόρειας ζωφόρου ήταν 58,70 μέτρα και αποτελούνταν από 47 λίθους.
Σήμερα οι λίθοι που διασώθηκαν είναι μοιρασμένοι ανάμεσα στο Μουσείο της Ακρόπολης και στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, μετά την απόσπασή τους από τον Έλγιν, τα συνεργεία του οποίου απέσπασαν με πριόνι ή λοστούς μόνο την εξωτερική όψη με τις ανάγλυφες παραστάσεις. Στο Μουσείο Ακρόπολης έχουν τοποθετηθεί τα γύψινα αντίγραφά τους, με προσαρμοσμένα κάποια θραύσματα που, καθώς είχαν πέσει από το μνημείο, διέφυγαν της αρπαγής.
Το κεφάλι αλόγου που θα φτάσει στο Μουσείο Ακρόπολης είναι θραύσμα από το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα, όπου εικονίζεται η διένεξη μεταξύ της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για το ποιος θα αναλάβει την προστασία της Αθήνας. Ο αγώνας γίνεται στην Ακρόπολη, το κέντρο της σκηνής καταλάμβαναν οι δύο πρωταγωνιστές με τα άρματά τους και τις γωνίες οι προσωποποιήσεις των δύο ποταμών της Αθήνας, Ιλισσού και Κηφισού. Εξαιτίας των περιπετειών που γνώρισε το μνημείο στους αιώνες που ακολούθησαν, πολλά γλυπτά έχουν χαθεί, άλλα σώζονται ακρωτηριασμένα και άλλα σε μικρά θραύσματα.
Τα δύο αετώματα του Παρθενώνα διακοσμούνται με πενήντα περίπου αγάλματα υπερφυσικού μεγέθους. Τα γλυπτά, τέλεια δουλεμένα και στις πίσω αθέατες πλευρές, συνθέτουν σκηνές από τους μύθους της θεάς Αθηνάς.