ΠΩΣ ΗΤΑΝ ΤΟ ΚΟΛΩΝΑΚΙ πριν εξελιχθεί σε μία από τις πιο διάσημες περιοχές της Αθήνας; Ποια ευρήματα δείχνουν ότι το εύφορο έδαφος κάποτε φιλοξενούσε καλλιέργειες; Ότι ήταν μια περιοχή γεμάτη χωράφια και βοσκοτόπια; Πολλές φορές, κατά τη διάρκεια της κατασκευής των σταθμών μετρό έχουν αναδειχθεί διάφορες πτυχές της αρχαίας ιστορίας της Αθήνας, καθώς έχουν αποκαλυφθεί ποικίλα ευρήματα: υδραυλικές κατασκευές, νεκροταφεία, λουτρικά συγκροτήματα ρωμαϊκών χρόνων, πηγάδια, αγωγοί, δεξαμενές και υδραγωγεία.
Αυτό το διάστημα βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή της γραμμής 4 του μετρό η οποία θα συνδέει το Άλσος Βεΐκου με το Γουδί και θα περιλαμβάνει δεκαπέντε νέους σταθμούς, διατρέχοντας τέσσερις δήμους. Η γραμμή ανήκει στα μεγαλύτερα έργα συγκοινωνιακών υποδομών στην Ευρώπη και προβλέπεται να εξυπηρετεί καθημερινά περίπου 340.000 επιβάτες, ενώ θα είναι η πρώτη γραμμή μετρό στην Αθήνα όπου οι «έξυπνοι» συρμοί θα λειτουργούν αυτόματα.
«Από τις ανασκαφές που κάναμε σκιαγραφούνται διάφορες περίοδοι της ιστορίας του Κολωνακίου. Προφανώς, δεν μιλάμε για ανακαλύψεις που θεωρούνται σπάνιου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, γιατί πρόκειται για αγροτικές εκτάσεις, αλλά δεν σας κρύβω ότι ήταν εντελώς απροσδόκητο για μας το γεγονός ότι φανερώνουν ψηφίδες μιας ολόκληρης εποχής».
Ποιες πληροφορίες, όμως, κρύβει η σιδερένια περίφραξη που έχει τοποθετηθεί στην πλατεία Κολωνακίου με αφορμή την κατασκευή του σταθμού; Να θυμίσουμε ότι ο σταθμός χωροθετείται επί της πλατείας Φιλικής Εταιρείας (πλατεία Κολωνακίου), στη συμβολή των οδών Σκουφά, Πατριάρχου Ιωακείμ, Καψάλη, Κουμπάρη και Κανάρη.
Όλο αυτό το διάστημα πραγματοποιήθηκε μια εκτεταμένη και μεθοδική ανασκαφή από τους ειδικούς της Εφορείας Αρχαιοτήτων της Πόλης των Αθηνών. Επιπλέον, αυτές τις μέρες συνεδρίασε και το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο προκειμένου να εγκρίνει την προμελέτη του σταθμού καθώς και τη διατήρηση των αρχαίων καταλοίπων που αποκαλύφθηκαν στο πλαίσιο του έργου.
«Οι σωστικές ανασκαφές στη θέση "Σταθμός Κολωνάκι" έφεραν στο φως, μετά την αφαίρεση νεότερων επιχώσεων πάχους περίπου 1,20 μ., δύο κυκλικές κατασκευές κτιστές με αργούς λίθους και ισχνό κονίαμα ως συνδετικό υλικό, εξωτερικής διαμέτρου περίπου 2,10-2,20 μ. η μία και 1,70 μ. η άλλη και μέγιστου σωζόμενου ύψους 0,81 μ. και 0,60 μ. αντίστοιχα. Το πάχος των τοιχωμάτων τους είναι 0,35-0,40 μ. Εδράζονται στον φυσικό βράχο και χρονολογούνται γύρω στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα από νόμισμα 5 λεπτών του Γεωργίου Α'», αναφέρεται στην προμελέτη.
«Από τις ανασκαφές που κάναμε σκιαγραφούνται διάφορες περίοδοι της ιστορίας του Κολωνακίου. Προφανώς, δεν μιλάμε για ανακαλύψεις που θεωρούνται σπάνιου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος γιατί πρόκειται για αγροτικές εκτάσεις, αλλά δεν σας κρύβω ότι ήταν εντελώς απροσδόκητο για μας το γεγονός ότι φανερώνουν ψηφίδες μιας ολόκληρης εποχής», επισημαίνει στη LiFO η αρχαιολόγος και προϊσταμένη της διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού, Έλενα Κουντούρη.
Επίσης, τονίζει ότι όλα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας τους προηγούμενους μήνες και αφορούσαν την εύρεση ενός πηγαδιού, του οποίου η ύπαρξη τοποθετείται στην αρχαιότητα (4ος-5ος αι. π.Χ.), αλλά και το ότι στις ανασκαφές βρέθηκαν έξι αγάλματα αρχαιοελληνικών και ρωμαϊκών χρόνων δεν ισχύουν.
Από τη συζήτησή μας με την κ. Κουντούρη διαπιστώνουμε ότι κατά μήκος των εκτάσεων όπου σήμερα κατασκευάζεται ο σταθμός μετρό υπήρχαν κηπευτικά κτήματα.
«Προφανώς, αυτό οφείλεται στο ότι στη συγκεκριμένη περιοχή δεν είχαν ανεγερθεί ιδιωτικές οικίες, αφού το κέντρο της πόλης περιοριζόταν πολεοδομικά γύρω από την Ακρόπολη και την Αρχαία Αγορά. Επομένως, αυτό που μπορείς να εντοπίσεις σε τέτοιου είδους ανασκαφές είναι αγωγούς άρδευσης, αγροικίες ή πηγάδια. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο μεγαλύτερο τμήμα της ερευνηθείσας έκτασης, σε χώρο 1.035 τ.μ., αποκαλύφθηκαν, μετά την αφαίρεση επιχώσεων πάχους περίπου 2 μ., 26 παράλληλες σειρές επιμήκων λαξευμάτων στον φυσικό βράχο με κατεύθυνση ανατολικά - δυτικά.
Τα λαξεύματα, αποτέλεσμα ενός ενιαίου συστήματος σχεδιασμού και χάραξης, ακολουθούν τη φυσική κλίση του εδάφους και εκτείνονται σε όλο το πλάτος της ερευνηθείσας έκτασης (59 μ.). Επίσης, έχουν μέσο πλάτος 0,50 μ., βάθος 0,30-0,70 μ. και είναι σχεδόν ορθογώνια με επίπεδο ή κοίλο πυθμένα. Η μεταξύ τους απόσταση είναι σταθερή, περίπου 0,90 μ. από κέντρο σε κέντρο. Περιείχαν καστανό χώμα με κομμάτια από τον εύκολα θρυμματιζόμενο βράχο, όστρακα κυρίως αβαφών αποθηκευτικών αγγείων του 3ου και 4ου αι. μ.Χ., τμήματα υστερορωμαϊκών λύχνων, αργυρό τετράδραχμο του 4ου αι. π.Χ., μολυβδίδα κλασικών χρόνων και ένα χάλκινο νόμισμα του Κωνστάντιου Β' (337-361)», υποστηρίζει.
Όσον αφορά τη διάταξη των λαξευμάτων, η μεγάλη έκταση στην οποία εκτείνονται και η έλλειψη οικοδομικών λειψάνων που θα μπορούσαν να σχετίζονται με αυτά παραπέμπουν σε συστηματική καλλιέργεια.
Όπως διαβάζουμε στο ενημερωτικό σημείωμα για την ανασκαφή στο Κολωνάκι: «Αύλακες με κοινό προσανατολισμό σε μεγάλη έκταση, χωρίς να σχετίζονται με οικοδομικά κατάλοιπα, έχουν εντοπιστεί στα Καλύβια Σαρωνικού Αττικής, στις ανασκαφές για το Σεράφειο Συγκρότημα του δήμου Αθηναίων, στα Μέγαρα, στην Κηφισιά, στη Νεμέα, στην Πέλλα, και ερμηνεύονται ως αύλακες φυτεύσεων. Παράλληλα, αυλάκια γεωμετρικών χρόνων είχαν εντοπιστεί και στο ακίνητο επί της οδού Καραγιώργη Σερβίας 4 σε απόσταση περίπου 600 μ. από την πλατεία Κολωνακίου και ερμηνεύτηκαν από τον ανασκαφέα ως μέρη συστήματος άρδευσης. Με την άρδευση καλλιεργειών συνδέθηκαν και τα επιμήκη λαξεύματα πλάτους 0,30-0,85 μ. και βάθους 0,45-0,75 μ., σκαμμένα σε αργιλώδη στρώματα που ανασκάφηκαν σε οικόπεδο επί της οδού Αλικαρνασσού 6».
Είναι επίσης ευδιάκριτο ότι υπέρ της σύνδεσης των λαξευμάτων της πλατείας Κολωνακίου με αγροτικές καλλιέργειες συνηγορεί η γειτνίαση της θέσης με τον Ηριδανό. Η παροχή του ποταμού, αν και μεταβλητή, θα ήταν πολύ χρήσιμη για τις καλλιέργειες, καθώς η Αττική αντιμετώπιζε ανέκαθεν πρόβλημα λειψυδρίας.
Οι δε αποθέσεις λάσπης από τον Ηριδανό, ο οποίος άλλαζε συχνά κοίτη και πλημμύριζε με τις μεγάλες βροχοπτώσεις, ήταν χρήσιμες για την αναζωογόνηση των εδαφών. Η μεταφορά των αγροτικών προϊόντων θα διευκολυνόταν από την παρακείμενη, σε απόσταση περίπου 145 μ., οδική αρτηρία προς τα Μεσόγεια που ήταν σε χρήση ήδη στους κλασικούς χρόνους.
Συγχρόνως, δεν είναι εύκολο να πιστοποιηθεί το είδος της καλλιέργειας. Ωστόσο, οι μικρές αποστάσεις ανάμεσα στις σειρές φύτευσης ίσως παραπέμπουν σε κηπευτικά, για παράδειγμα κολοκύθια, κρεμμύδια και σκόρδα, τα οποία έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη διατροφή κατά την αρχαιότητα. Σ’ αυτή την περίπτωση, το βαθύ σκάψιμο αιτιολογείται ως προσπάθεια μεγιστοποίησης της αποδοτικότητας της γης, καθώς διευκολύνει τη διείσδυση του νερού και την ανανέωση του χώματος.
Το 1864 εγκρίθηκε ο σχηματισμός της πλατείας Κολωνακίου. Ως και το 1881 από την πλατεία διερχόταν ο δρόμος που ξεκινούσε από τη Μεσογείτικη Πόρτα ή Πύλη της Μπουμπουνίστρας στη διασταύρωση Αμαλίας και Όθωνος και συνέχιζε ως το Μαρούσι.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1880 ο χώρος ισοπεδώθηκε, το 1901 η πλατεία οριοθετήθηκε, διαμορφώθηκε με κεντρικό κυκλικό πλάτωμα και πορείες διαγώνιες και εγκάρσιες, και φυτεύτηκε. Αναπλάσεις έγιναν το 1927/1929 και τελευταία το 2005 από τους αρχιτέκτονες Δημήτρη και Σουζάνα Αντωνακάκη.
Τα πρώτα σπίτια, όμως, στο Κολωνάκι χτίστηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα. Τότε είτε κάτοικοι της Αθήνας είτε όσοι έρχονταν από την επαρχία κατασκεύαζαν τα σπίτια τους κοντά στα ανάκτορα, ανάμεσα σε αμπελώνες, στάνες και χωράφια. Να θυμίσουμε ότι κάποτε η ευρύτερη αυτή περιοχή κάτω από τον Λυκαβηττό ονομαζόταν «Κατσικάδικα», αφού βόρεια της πλατείας Δεξαμενής υπήρχαν παντού καλύβες βοσκών.
Ωστόσο, όπως γνωρίζουμε σήμερα, η ονομασία της συγκεκριμένης συνοικίας οφείλεται σε έναν μαρμάρινο μονολιθικό ρωμαϊκό κίονα που είναι τοποθετημένος στην πλατεία. Γιατί όμως τοποθετήθηκε εκεί; Η κ. Κουντούρη θυμίζει ότι ο κίονας αυτός έχει τις ρίζες του στα αρχαία Βουφόνια, μια πανάρχαια τελετή η οποία έφτασε μέχρι τα τέλη του 19ου αι. – οι κίονες, δηλαδή οι κολώνες που σχετίζονται με την τελετουργία της περιάροσης, διατηρούσαν ξεχωριστές ιαματικές ιδιότητες.
Και επισημαίνει: «Κατά τον 19ο αιώνα στήθηκε το κολωνάκι που βρίσκεται σήμερα στην πλατεία Φιλικής Εταιρείας στην ομώνυμη περιοχή. Εκεί μεταφέρθηκε από τη Δεξαμενή, που βρίσκεται δίπλα στο Αδριάνειο Υδραγωγείο, και έτσι πήρε η συνοικία το όνομά της. Οι κολώνες αυτές, προστάτες της υγείας της πόλης, θεωρούνται ότι έχουν ξεχωριστές ιαματικές ιδιότητες γι’ αυτό και μέχρι πρόσφατα οι περίοικοι πήγαιναν κι "έδεναν" σε αυτές τις αρρώστιες τους, δηλαδή κρεμούσαν στις εσοχές τους μηνύματα και αντικείμενα που συνδέονταν με τις ασθένειές τους ή κολλούσαν με δύο μπαλίτσες κεριού μια τρίχα ή μια κλωστή από την κάλτσα του ασθενούς του οποίου επεδίωκαν τη θεραπεία.
Δύο ακόμη κολωνάκια που θεωρούνταν φύλακες της υγείας της περιοχής σώζονται στην Αθήνα, επί της οδού Μισαραλιώτου και στην εκκλησία του Άγιου Ιωάννη της Κολώνας, κοντά στην πλατεία Θεάτρου. Να σημειώσουμε ότι θεωρούνταν από τα αρχαία χρόνια σημάδια καλοτυχίας και δεν επιτρεπόταν η μετακίνησή τους. Μάλιστα, αν ανατρέξουμε σε ιστορικές πηγές, θα διαπιστώσουμε ότι όταν κάποια στιγμή μετακινήθηκε μία εξ αυτών, σύμφωνα με τις δοξασίες, ξέσπασε λοιμός, που αποδόθηκε στη μετακίνησή της.
Οι Αθηναίοι, προς αποτροπή επιδημιών ή άλλων συμφορών, συνήθιζαν να κάνουν λιτανείες και ιεροτελεστίες με θυσίες νεαρών ζώων. Έτσι, όταν ολοκληρώνονταν οι λιτανείες, στα σημεία όπου οι κάτοικοι τερμάτιζαν την ιεροτελεστία, φρόντιζαν να στήνουν και ένα κολωνάκι», επισημαίνει.
Τέλος, όπως αποκαλύπτει στη LiFO η κ. Κουντούρη, όταν θα είναι έτοιμος ο σταθμός του μετρό προγραμματίζεται στο επίπεδο -1 να υπάρχει μια μόνιμη έκθεση. Σ’ αυτήν θα αναδεικνύεται η πολιτιστική κληρονομιά της περιοχής, δημιουργώντας ουσιαστικά έναν ξεχωριστό αρχαιολογικό χώρο ενταγμένο σε ένα τεχνικό έργο, δίνοντας την ευκαιρία στους επιβάτες του μετρό να έρθουν σε επαφή με κατάλοιπα του παρελθόντος.