ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ταινία ή τηλεοπτική σειρά, έχει συχνά την αίσθηση κανείς ότι παρακολουθεί μια θάλασσα από πανομοιότυπα «τραβηγμένα» πρόσωπα που έχουν υποστεί ποικίλες επεμβάσεις. Είναι ενοχλητικό και αταίριαστο καθώς συχνά έρχεται σε σύγκρουση με αυτά που ήδη γνωρίζουμε για τους χαρακτήρες, ενώ μερικές φορές είναι και ιστορικά ανακριβές.
Δεν είναι όμως κάτι που συζητιέται δημοσίως εκτός των κουτσομπολίστικων blogs. Ένας κώδικας σιωπής φαίνεται να ισχύει επί του θέματος στον σύγχρονο κριτικό λόγο, όπου τοι ζήτημα της πλαστικής χειρουργικής ταυτίζεται αδικαιολόγητα με τη συζήτηση για την εμφάνιση ή το βάρος. Αλλά πώς μπορεί να μην ασχολείται κανείς όταν βλέπει μια μάσκα από μπότοξ να περιορίζει σημαντικά την ικανότητα ενός ηθοποιού να εκφράζει συναισθήματα αποσπώντας συγχρόνως την προσοχή του θεατή από την αφήγηση;
Το 2007, όταν η διάσημη κριτικός κινηματογράφου Stephanie Zacharek παρακολούθησε την κομεντί του Νόα Μπάουμπαχ “Margot at the Wedding”, το βασικό ερώτημα στο κείμενό της για την ταινία ήταν το εξής: «Μα τι έχει κάνει η Νικόλ Κίντμαν στο πρόσωπό της;». Στην κριτική της, που δημοσιεύτηκε στο Salon, η Zacharek σχολίασε την επιμονή της ηθοποιού να δηλώνει ότι «δεν έχει κάνει τίποτα» και ότι παραμένει εντελώς «φυσική», γράφοντας: «Είναι ανειλικρινές να προσποιείται κανείς ότι δεν παρατηρεί καμία αλλαγή. Το δέρμα της Κίντμαν είναι, χωρίς αμφιβολία, όμορφο, έχει όμως μετατραπεί στον μεγαλύτερο περιορισμό της, θέτοντας ένα όριο πέρα από το οποίο δεν μπορεί να τεντωθεί».
Τίποτα δεν είναι πιο καταστροφικό για την αξιοπιστία μιας ταινίας - και συχνά για το ταλέντο ενός ηθοποιού - από το να παλεύει να φανεί μέσα από στρώματα κολλαγόνου.
Και τότε ήταν λίγο σοκαριστικό, αλλά ακόμα περισσότερο σήμερα μοιάζει εξαιρετικά τολμηρή η δημοσίευση αυτών των σκέψεων στο πλαίσιο μιας κριτικής. Για κάποιο λόγο, μοιάζουν πολύ πιο σκληρή η άποψη όταν διατυπώνεται τόσο εύγλωττα, σε σχέση με έναν κραυγαλέο τίτλο μιας σκανδαλοθηρικής εφημερίδας.
Υπάρχουν, βέβαια, κατανοητοί λόγοι για τους οποίους οι σταρ του κινηματογράφου αναζητούν αισθητικές θεραπείες – το Χόλιγουντ είναι βίαιο, ένα σύστημα που βασίζεται στον ηλικιακό σεξισμό και στην παράνοια ότι υπάρχει πάντα κάποιος νεότερος και ομορφότερος που περιμένει να σε αντικαταστήσει.
Αλλά πρέπει να υπάρχει μια χρυσή τομή, όπου οι ηθοποιοί μπορούν να χτυπάνε μια προσωρινή ένεση με ό,τι τους αρέσει για τα κόκκινα χαλιά και τις φωτογραφήσεις, να επιτρέπουν όμως στα αποτελέσματα να κατασταλάξουν ή να διαλυθούν μέχρι να βρεθούν στο πλατό. Τίποτα δεν είναι πιο καταστροφικό για την αξιοπιστία μιας ταινίας - και συχνά για το ταλέντο ενός ηθοποιού - από το να παλεύει να φανεί μέσα από στρώματα κολλαγόνου.
Το πρόβλημα με τις τόσες πολλές πλαστικές επεμβάσεις διασημοτήτων είναι η ομιχλώδης ασάφεια που επικρατεί γύρω από το όλο θέμα – αυτή η αίσθηση του να ξέρεις ότι κάτι είναι διαφορετικό στο πρόσωπο κάποιου που παρακολουθείς εδώ και χρόνια, αλλά να μην είσαι σε θέση να προσδιορίσεις ακριβώς τι είναι.
Η πλαστική χειρουργική ή άλλα είδη αισθητικής συντήρησης ή ανάπλασης δεν είναι πράγματα για τα οποία πρέπει να ντρέπεται ένας ή μία σταρ, και θα βοηθούσε κι εμάς τους θεατές να ξέραμε ότι, ναι, κάποιος ή κάποια έχει κάνει την τάδε επέμβαση ώστε να μην αναρωτιόμαστε την ώρα της ταινίας. Δεν απομυθοποιεί την αίγλη του Χόλιγουντ το να παραδεχτεί ένας σταρ ότι το πρόσωπό του δεν το χάραξαν οι θεοί αλλά κάποιος πλαστικός χειρούργος.
Με στοιχεία από The Independent