Η στιγμή που ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, out ή μη, μπαίνει για πρώτη φορά σε ένα gay/λεσβιακό/τρανς/queer μπαρ ή κλαμπ καταγράφεται στη μνήμη του ανεξίτηλα. Είναι κάπως σαν την πρώτη μέρα στο σχολείο, αλλά σίγουρα λιγότερο τραυματική και πολύ πιο ευχάριστη για πολλές/πολλούς/πολλά από εμάς. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιείς, ειδικά αν ελάχιστοι άνθρωποι στον κόσμο γνωρίζουν για σένα, ότι δεν είσαι μόνη/μόνος/μόνο. Διατηρώ επίτηδες μέχρι τώρα συμπεριληπτικό τον λόγο μου ως προς τη χρήση των επιθέτων, γιατί έχει σημασία: η μοναξιά, η έλλειψη εκπροσώπησης και ο φόβος είναι συναισθήματα βαθιά ριζωμένα στις ψυχές των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων και όσο out και αν υπάρξεις τελικά, όσα χρόνια ακτιβισμού και ψυχοθεραπείας κι αν κουβαλήσεις στους ώμους σου, αυτά τα τραύματα δύσκολα εκριζώνονται.
Οι ΛΟΑΤΚΙ+/queer χώροι διασκέδασης λοιπόν είναι τα δικά μας safe spaces, τα μέρη εκείνα της πόλης όπου μπορούμε να νιώθουμε ασφάλεια να εκφραζόμαστε ακριβώς έτσι όπως επιθυμούμε, να είμαστε ακριβώς αυτό που θέλουμε: από τις μεσοπολεμικές αμερικανικές μεγαλοαστικές εξοχικές κατοικίες, εκεί όπου τεκμήρια της εποχής δείχνουν ότι συγκεντρώνονταν συχνά οι τοπικές queer κοινότητες, από το Stonewall Inn και τα underground μπαρ του Χάρλεμ όπου γεννήθηκε η ballroom κουλτούρα, μέχρι τα σύγχρονα μεγάλα queer φεστιβάλ και ένα γκέι κλαμπ σε έναν δρόμο της Αθήνας που ονομάζεται Τριπτολέμου, το οποίο έχει υπάρξει επί 25 χρόνια ακριβώς αυτό το ασφαλές καταφύγιο – και για πολλά millennial άτομα της δικής μου γενιάς υπήρξε επίσης το πρώτο μέρος όπου ένιωσαν αυτή την ασφάλεια και τη «θαλπωρή».
Αλλαγές κυβερνήσεων, Ολυμπιακοί Αγώνες, η άνοδος και η πτώση του Γκαζιού πριν και μετά την έλευση του μετρό στην πλατεία του Κεραμεικού, κρίση, μνημόνια, capital controls και βέβαια η πανδημία, το gentrification της πόλης και η τουριστική έκρηξη. Σε όλα αυτά το Sodade ήταν εκεί.
Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν ταυτίζεσαι με τη μουσική, αν νιώθεις πως έχεις αναρίθμητα κοινά ή αγεφύρωτες διαφορές με τους άλλους θαμώνες, αν σου αρέσει να διασκεδάζεις με αυτό τον τρόπο. Το Sodade είναι εκεί – και μ’ έναν τρόπο μοιάζει πλέον να ήταν πάντα εκεί.
Νοέμβριος του ’99, λίγο πριν από το Millennium
Το 1999 στο Γκάζι υπήρχε μόνο το Mamaca’s στην πλατεία. Η ευρύτερη περιοχή ήταν μια ανεξερεύνητη γωνιά της Αθήνας με συνεργία αυτοκινήτων και πολλούς μουσουλμάνους κατοίκους. «Τότε είχαμε ήδη ένα άλλο μαγαζί στο Κουκάκι, το “Πόρτα”, που είχε κάνει τον κύκλο του και θέλαμε έναν καινούργιο χώρο. Το Γκάζι ήταν τυχαία επιλογή, ψάχναμε τις αγγελίες στις εφημερίδες, μας άρεσε ο χώρος της Τριπτολέμου, γιατί ήταν ισόγειο και είχε εσωτερική αυλή που ένωνε δύο παλιά σπίτια. Αυτά τα δύο παλιά σπίτια έγιναν το Front και το Backstage. Το βγάλαμε Sodade γιατί το τραγούδι της Cesaria Evora ήταν στα πάνω του εκείνη την εποχή και μας άρεσε πολύ» θυμάται η Ρένα Καραγκούνη, μια εκ των δύο συνδημιουργών (μαζί με τη Μαίρη Ψαρουδάκη) του κλαμπ και νυν ιδιοκτήτριά του.
Και εγένετο Sodade, «το μαγαζί που έμελλε να χαρτογραφήσει τη ΛΟΑΤΚΙ+ περιοχή της Αθήνας», σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Κασιδιάρη, σκηνογράφο/διακοσμητή και υπεύθυνο λειτουργίας του. Ο Αντώνης Καρατζίκος ανέλαβε τα decks του Front Stage από την πρώτη μέρα του. Θα έμενε μέχρι τον Μάρτιο του 2012, δηλαδή 12μισι χρόνια, «ακριβώς τα μισά από τα 25 του», όπως επισημαίνει σήμερα. «Έπαιζα τέσσερις μέρες την εβδομάδα, από Πέμπτη ως Κυριακή, και τις υπόλοιπες τρεις με συμπλήρωνε το αδερφάκι μου η Μαίρη. Ήταν δηλαδή μια οικογενειακή υπόθεση και με ελάχιστες εξαιρέσεις δεν παρεκκλίναμε από το πρόγραμμά μας».
Το Backstage θα το αναλάμβανε επίσης από την αρχή του η Φώφη Τσεσμελή, η οποία βρίσκεται στα decks του Sodade μέχρι και σήμερα, κάθε Σάββατο, κρατώντας το μακριοβιότερο συνεχές residency της πόλης. «Φυσικά και βαριέμαι, όταν βρέχει και πολλές φορές ο κόσμος δεν βγαίνει, τρομαγμένος από τα μηνύματα της Πολιτικής Προστασίας» αναφέρει σχολιάζοντας όλα αυτά τα χρόνια της παρουσίας της εκεί. «Η μαγεία αυτής της δουλειάς είναι το να μοιράζεσαι συχνότητες και δονήσεις. Η μουσική είναι η ζωή μου και ξεκινώντας στο Sodade μου δόθηκε η πλατφόρμα να εκφραστώ χωρίς όρια. Όταν άρχισα να δουλεύω εκεί, είχα ήδη ξεκινήσει δυναμικά την καριέρα μου, με εμφανίσεις σε μεγάλα και σημαντικά κλαμπ, ραδιόφωνο, τηλεόραση, περιοδικά. Ενώ περνούσα παντού καλά, το συναίσθημα που ένιωθα εκεί δεν συγκρινόταν με τα υπόλοιπα. Έτσι, σε μία κομβική στιγμή της πορείας μου αποφάσισα πως ήθελα να περάσω καλά και όχι να βολοδέρνω τσεκάροντας επαγγελματικά κουτάκια, που ευτυχώς και αυτά ήρθαν στην πορεία. Δεν έχω βαρεθεί γιατί από μπροστά μου έχουν περάσει γενιές ανθρώπων, αλλά η ουσία παραμένει ίδια: παίζω για μια κοινότητα που λατρεύω και νιώθω πως ακόμα κι έτσι τη στηρίζω, δημιουργώ ένα safe space, μια μεγάλη αγκαλιά μέσα από το booth, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Δεν βαριέμαι γιατί ανυπομονώ να δω τους ανθρώπους μου εκεί, και να μοιραστούμε άλλη μια βραδιά μαζί, γιατί βιώνω την εξέλιξη της μουσικής στην πράξη. Με το που μπαίνω στο αυτοκίνητο κάθε Σάββατο ευχαριστώ το σύμπαν που πάω να κάνω αυτό που αγαπάω, να είμαι στην πραγματική μου ουσία και διάσταση. Την Κυριακή το πρωί πριν πέσω για ύπνο μετανιώνω μόνο για την τυρόπιτα ή το κουλούρι που έφαγα στις 7+ το πρωί και υπόσχομαι στον εαυτό μου πως ήταν η τελευταία φορά».
Μυστικό και συνταγή στη μακρόχρονη επιτυχημένη πορεία ενός μαγαζιού δεν υπάρχει, αυτό είναι γνωστό, πάντως στο Sodade η ξεχωριστή, μακρόστενη διαρρύθμιση του χώρου, η διαχωρισμός του σε δυο stages, ακόμα και το γεγονός πως πάντα ξέρεις ότι κατά τις «rush hours» το μαγαζί θα είναι ασφυκτικά γεμάτο, σίγουρα έχουν παίξει ρόλο στην επιτυχία του. Ο Κωνσταντίνος Κασιδιάρης επιβεβαιώνει: «Η αλήθεια είναι πως κάνουμε πολλά χιλιόμετρα μπρος-πίσω τα Σαββατοκύριακα… Αν μιλήσω με την ιδιότητα του διακοσμητή, θα μπορούσα να κάνω ανακαίνιση κάθε χρόνο. Βέβαια θα ήθελα ακόμα 100 τετραγωνικά τουλάχιστον, γιατί έχω πολλά πράγματα στο μυαλό μου. Το Sodade έχει αλλάξει μέσα στα χρόνια, ο πρωταρχικός λόγος της επιτυχίας του, όμως, είναι η ομάδα μας, οι σταθεροί μας συνεργάτες. Επίσης, λειτουργούσαμε και λειτουργούμε πάντα με τη λογική των resident DJs: o Γιάννης Σκευοφύλακας, ο Παναγιώτης Βασιλειάδης και η Φώφη Τσεσμελή είναι μαζί μας εδώ και πολλά χρόνια».
25 χρόνια Sodade, 25 χρόνια αθηναϊκής ιστορίας
Αν φτιάχναμε ένα timeline που θα διέτρεχε την 25ετία αδιάλειπτης λειτουργίας του Sodade και σημειώναμε πάνω σε αυτό τις αλλαγές στις τάσεις και στον τρόπο ζωής στην Αθήνα, αλλά και τις ευρύτερες κοινωνικές ζυμώσεις, θα αντιλαμβανόμασταν ενδεχομένως πόσο δύσκολο είναι ένα μαγαζί να καταφέρει όχι απλά να επιβιώσει, αλλά να ανανεώνει διαρκώς το κοινό του και να αποτελεί για μια μεγάλη μερίδα αυτού μια σταθερή επιλογή διασκέδασης.
Προσαρμοστικότητα και γρήγορα αντανακλαστικά; Ανάγκη για ειλικρινείς σχέσεις με τους θαμώνες; «Πολλές ανακαινίσεις, περισσότερη αγάπη και φροντίδα από αυτή που δίναμε στην αρχή, αυτά χρειάζονται» λέει η Ρένα Καραγκούνη. «Σίγουρα δεν ήταν περίπατος, είχαμε τις δυσκολίες και τα σκαμπανεβάσματά μας μέσα στα χρόνια. Αλλά είχαμε πείσμα, και πολλή αγάπη για το Sodade. Δεν το αντιμετωπίσαμε ως επιχείρηση, που ο απόλυτος σκοπός της ήταν να βγάλει χρήματα. Δεν το είδαμε στεγνά, δεν ήταν αυτή η προτεραιότητα. Θέλαμε να έχουμε έναν χώρο όπου περνάμε εμείς πρώτα καλά και αυτό να το προσφέρουμε στον κόσμο. Προσπαθούμε να αφουγκραζόμαστε αυτό που συμβαίνει εκεί έξω, το φιλτράρουμε και επιλέγουμε αυτό που νομίζουμε πως μας ταιριάζει. Για παράδειγμα, ενώ είναι της μόδας, θεωρούμε ότι μόνο ένα κομμάτι της trap ταιριάζει με τη φιλοσοφία μας».
Αλλαγές κυβερνήσεων, Ολυμπιακοί Αγώνες, η άνοδος και η πτώση του Γκαζιού πριν και μετά την έλευση του μετρό στην πλατεία του Κεραμεικού, κρίση, μνημόνια, capital controls και βέβαια η πανδημία, το gentrification της πόλης και η τουριστική έκρηξη. Κι απ΄ την άλλη, η επέκταση του συμφώνου συμβίωσης, η νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου, η νομιμοποίηση του γάμου και της τεκνοθεσίας στα ομόφυλα ζευγάρια και η καθιέρωση του Ιουνίου ως Pride Month, μήνα γιορτής, η ορατότητα, η ρευστότητα στις έμφυλες ταυτότητες, αλλά και η άνοδος της ακροδεξιάς, ο ρατσισμός, η ομοτρανσφοβία, τα πισωγυρίσματα: Σε όλα αυτά το Sodade ήταν εκεί.
«Έχω ζήσει Sodade με ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Νομίζαμε πως η κρίση ήταν το big boss, αλλά μετά ήρθε ο Κορόνα και πλέον η μετά-Κορόνα εποχή» περιγράφει η Φώφη Τσεσμελή. «Η ανεμελιά έχει εξαφανιστεί, οι άνθρωποι είναι αγχωμένοι και πιεσμένοι, τα οικονομικά τραγικά. Τα κοινωνικά θέματα αλλά και τα γεγονότα που αφορούν την κοινότητα επηρεάζουν, επίσης, πολύ. Η διασκέδαση εξελίσσεται, αλλά παραμένει ακόμα μία πηγή εξωστρέφειας και συνύπαρξης. Οξύμωρο, μια και εμείς θεωρούμαστε “της νύχτας”, αλλά ο χορός και η εκτόνωση είναι πραγματικό φως στο σκοτάδι».
«Η άνοδος και η πτώση έχει συμβεί σε πολλές περιοχές στην Αθήνα, είναι μέσα στο πρόγραμμα. Εμείς παραμείναμε σταθερά στη θέση μας χωρίς αποκλίσεις. Η διεύθυνσή μας είναι απλά μια κουκίδα στον χάρτη. Η ουσία του Sodade είναι οι άνθρωποι και οι θαμώνες του» συμπληρώνει η Ρένα Καραγκούνη.
Ποπ vs. House, Front vs. Backstage
Καλά τα vibes, η ατμόσφαιρα, τα ποτά, η ασφάλεια, αλλά, ας μη γελιόμαστε, ένα κλαμπ είναι πρωτίστως η μουσική του και για να μένει σταθερό στις προτιμήσεις του κοινού πρέπει να αφήνει αποτύπωμα και να έχει χαρακτήρα σε αυτό το κομμάτι. Και αυτό το Sodade το έχτισε. Εκεί ξέρεις πως θα ακούσεις ελληνικούς και διεθνείς ποπ θησαυρούς, queer anthems και ό,τι είναι trending στην ελληνική μουσική βιομηχανία στο Front Stage και εξαιρετική ηλεκτρονική μουσική για όλους στο Backstage. Οι εναλλαγές και οι βόλτες από το ένα stage στο άλλο επιβάλλονται.
Ο Αντώνης Καρατζίκος συνδέθηκε αναπόσπαστα επί σειρά ετών με το πρώτο stage. «Είμαι DJ από το 1983 και τότε όλοι οι DJs παίζαμε πάνω κάτω τα ίδια πράγματα με μικρές διαφοροποιήσεις. Ήμασταν καθαρά διασκεδαστές και αυτό ήθελα να κάνω πάντα. Να κάνω τον κόσμο να περνάει καλά» εξηγεί ο ίδιος. «Στο Sodade κάναμε πάντα αυτό που θέλαμε εμείς, χωρίς καμία παρέμβαση από τη διεύθυνση, κι αυτό ήταν το κύριο συστατικό της επιτυχίας: η απόλυτη ελευθερία που είχαμε. Ξεκινούσα λοιπόν παίζοντας ένα εισαγωγικό πρόγραμμα με βιντεοκλίπ (ήμασταν άλλωστε το πρώτο μαγαζί που το έκανε αυτό) και μετά τη 1 συνέχιζα με καινούργια τραγούδια, ξένα και λίγα ελληνικά. Μετά τις 2:30 μπλέκαμε είδη, εποχές, δεκαετίες, όσο πιο ευφάνταστα γινόταν. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν πάντα συγκινητική. Όσοι το έζησαν καταλαβαίνουν τι εννοώ. Δεν γινόταν να περάσει βραδιά και να μην παίξουμε το “Désenchantée” της Mylène Farmer ή το “Your Disco Needs You” της Kylie Minogue και το “Hung Up” της Madonna. Νιώθω συγκινημένος και δικαιωμένος ταυτόχρονα, γιατί αισθάνομαι πως όλο αυτό που κάναμε τόσα χρόνια δεν πέρασε απαρατήρητο, άγγιξε ψυχές, άλλαξε ζωές κι έχει εκτιμηθεί δεόντως. Το κοινό εκείνο με ακολουθεί σταθερά και θυμόμαστε πάντα με νοσταλγία όσα όμορφα και μοναδικά περάσαμε τότε» καταλήγει σχολιάζοντας την επιστροφή του στα decks του Sodade για τους εορτασμούς των 25 χρόνων.
«Όταν ξεκίνησα έπαιζα βινύλια, ήμουν από τα τελευταία άτομα που αναγκάστηκαν να τα αφήσουν λόγω περιορισμένων κυκλοφοριών, μετά έπαιξα σχεδόν με όλες τις σειρές των players της Pioneer, και πλέον με στικάκια, κοινώς έχω ζήσει όλη την εξέλιξη των τεχνολογιών και των formats στην πράξη» περιγράφει με τη σειρά της η Φώφη Τσεσμελή για το Backstage. «Μου αρέσει το core των ειδών, η πραγματική house, electro και techno, και προσπαθώ να μην απομακρύνομαι από την ουσία τους, αλλά να ακολουθώ επιλεκτικά τη μόδα και την εξέλιξή τους. Μου αρέσει η αφήγηση, έτσι κάθε βράδυ προσπαθώ να διηγηθώ μια ιστορία μέσα από τις συχνότητες και τα είδη, μία πολυδιάστατη εμπειρία που δεν “κλοτσάει” στο αυτί. Η πραγματική πρόκληση και η ιδιαιτερότητα που έχει το συγκεκριμένο booth, που το κάνει πολύ δύσκολο, είναι τα δύο stages. Πάντα ένιωθα ότι πρέπει να γεφυρώνω το χάσμα μεταξύ του πρώτου και του πίσω stage, να μην “τρομάζω” τα άτομα που δεν ακούνε αυτή τη μουσική, συγχρόνως να προσπαθώ να τα εντάξω στον “κόσμο” μου και να μη διώξω αυτά που γουστάρουν αυτόν τον ήχο, χωρίς να κάνω εκπτώσεις. Τρία κομμάτια που σκίζω εδώ και 25 χρόνια είναι τα Outlander - “The Vamp”, FSOL - “Papua New Guinea” και Armand Van Helden - “I Want Your Soul”, που έχουν την ίδια τρελή απήχηση όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει».
Celebrities και στιγμές δόξας
Το Sodade προσέλκυε πάντα celebrities από την εγχώρια σκηνή αλλά και διεθνείς διάσημους επισκέπτες. Ήταν και είναι εντελώς τυχαίο και εντελώς πιθανό να βρεθεί δίπλα σου incognito η Άννα Βίσση ή η Ελένη Φουρέιρα. «Τι να πρωτοθυμηθώ πραγματικά; Είχαμε την χαρά και την τιμή να διασκεδάσουν μαζί μας πάρα πολλοί καλλιτέχνες: η Έλενα Παπαρίζου, ο Γιώργος Μαζωνάκης, η Νατάσα Θεοδωρίδου, η Δέσποινα Βανδή, η Ζετα Μακρυπούλια, ο Γιώργος Καπουτζίδης, η Τάνια Τσανακλίδου, έως και η Νανά Μούσχουρη. Ένα βράδυ άνοιξε η πόρτα και μπήκε μέσα η Fergie από τους Black Eyed Peas, ενώ υπάρχει και ένα urban legend ότι έχουν έρθει incognito η Lady Gaga και η Mylène Farmer» περιγράφει ο Κωνσταντίνος Κασιδιάρης. «Θυμάμαι πολύ έντονα ένα άλλο βράδυ, τότε που δούλευα στο μπαρ. Είχαν πάρει τα χέρια μας φωτιά, δεν προλάβαινα καν να δω ποιον έχω μπροστά μου, απλά πρότασσα το αυτί μου για να ακούσω την παραγγελία. Μου ζητάει ένας κύριος στα αγγλικά ένα ανθρακούχο νερό. Δίνοντάς το, σηκώνω τα μάτια μου και βλέπω μπροστά μου τον Jean Paul Gaultier. Προσφέρθηκα να του το κεράσω, θυμάμαι πόσο ευγενικά αρνήθηκε το κέρασμα, επέμεινε να πληρώσει κανονικά και μου άφησε και ένα γενναιόδωρο tip. Εννοείται ότι δεν θα ξεχάσω ποτέ και την Άννα Βίσση: δίνοντάς της το ποτό, μου κράτησε το χέρι και μου τραγούδησε το “Sweet Dreams” των Eurythmics».
«Στη Eurovision της Αθήνας ζήσαμε δέκα μέρες ονειρικές. Κάθε μέρα ήταν κι ένα πάρτι. Ήταν δεύτερο σπίτι μου το Sodade, άλλη μία οικογένεια» θυμάται ο Αντώνης Καρατζίκος.
«Milestones είναι οι σχέσεις ζωής με τους ανθρώπους μπροστά και πίσω από το booth, η αγάπη που λαμβάνω απλόχερα αυτά τα χρόνια, η τιμή που μου κάνουν να τους διασκεδάζω κάθε βδομάδα, το ότι εκεί γνώρισα τον άνθρωπο της ζωής μου. Σίγουρα δεν θα ξεχάσω μια βραδιά στις αρχές όταν, με το μαγαζί τίγκα, έπεσε το ρεύμα. Δεν κουνηθήκαμε από τη θέση μας για μισή ώρα, τραγουδούσαμε μαζί τα κομμάτια της εποχής ή μιμούμασταν τους ήχους, αν δεν είχαν στίχους, κι όταν ήρθε το ρεύμα, τα έβαλα όλα στη σειρά και κάηκε το Backstage. Σίγουρα θυμάμαι τη βραδιά που ο David Guetta ήρθε στο booth για να μου πει συγχαρητήρια και άλλα τόσα καλά κι εγώ στον κόσμο μου, τον κατάλαβα αφότου είχε φύγει, ή εκείνη που ήρθε incognito ο Steve Aoki και μου έκανε thumbs up όλη τη νύχτα από τη γωνία» καταλήγει η Φώφη Τσεσμελή.
Η νέα εποχή
Αν κάτι χαρακτηρίζει το Sodade, είναι η συνέπεια – και μακάρι να τη διατηρήσουν και τα επόμενα 25 χρόνια. Ο Αντώνης Καρατζίκος συνοψίζει: «Ο κόσμος δεν αλλάζει σε ένα μαγαζί όσο είσαι σταθερός σε αυτό που του δίνεις. Απλά έρχεται ένα πιο νέο κοινό και αποσύρεται το πιο παλιό. Αυτό είναι φυσιολογικό και συμβαίνει παντού, με σχετικά αργούς ρυθμούς συνήθως. Όταν όμως αλλάξεις εσύ, θα αλλάξει και ο κόσμος. Δεν μπορείς να έχεις απαίτηση να σε ακολουθήσει το ίδιο κοινό στη νέα σου οπτική στα πράγματα».
Η Φώφη Τσεσμελή κλείνει με την πιο χαρακτηριστική φράση: «Οι φάτσες αλλάζουν, η ουσία και η μέθεξη παραμένουν ίδιες».
Δείτε στο slideshow μερικές από τις καλυτερες στιγμές του Sodade:
Οι πενθήμεροι εορτασμοί των 25 χρόνων λειτουργίας του Sodade (Τριπτολέμου 10, 210 3468657) ξεκίνησαν χθες (12/12) με Sodade Memories of '90s and '00s και τον Αντώνη Καρατζίκο, μαζί με τον DJ Skevo στα Decks.
Σήμερα (Παρασκευή 13/12): The Birthday Party (First Stage: DJ Panv, DJ Pavlina, DJ Skevo. Backstage: DJ Delight, Fo, Mike Positive).
Σάββατο 14/12: Και τα δύο stages ανοιχτά, με dancer performances (First Stage: DJ Skevo. Backstage: Fo)
Κυριακή 15/12 στις 22.00: SHOWdade in Drag, hosted by Holly Grace (Performances: Barbie, Gloria Darling, Mania Lembessi. Music: DJ Panv)
Δευτέρα 16/12: Χριστίνα Σάλτη live performace. Μαζί της ο DJ/producer Bobito. Resident: DJ Skevo