ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ δίχως το τρίπτυχο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), μονάδες αποθήκευσης ενέργειας και επαρκείς ηλεκτρικές διασυνδέσεις δεν είναι εφικτή. Με άλλα λόγια, για να πάρει μπροστά η πράσινη επανάσταση απαιτούνται επενδύσεις και στους τρεις τομείς, διαφορετικά η πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα και την επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων για το 2030 και το 2050 δεν θα ολοκληρωθεί.
Όσον αφορά την επίτευξη των στόχων διείσδυσης της πράσινης ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα της Ελλάδας στην πορεία προς το 2030, βρισκόμαστε σε καλό δρόμο. Πριν από μια δεκαετία ο λιγνίτης επικρατούσε και η χώρα ήταν βαθιά εξαρτημένη από τα ορυκτά καύσιμα. Σήμερα, η παραγωγή ρεύματος από… κάρβουνο έχει πέσει στο 5%, ενώ η ηλεκτροπαραγωγή από τον ήλιο και τον άνεμο βρίσκεται πλέον στην πρώτη θέση.
Τους πρώτους δέκα μήνες του 2024, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα επεξεργασμένα στοιχεία του Green Tank, η καθαρή ενέργεια κάλυψε το 51% της ενεργειακής ζήτησης. Οι ΑΠΕ (κυρίως αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα) κυριάρχησαν στην κάλυψη της ζήτησης με μερίδιο 44,5%, ενώ τα μεγάλα υδροηλεκτρικά έφτασαν το 6,5%. Σχετικά με τα ορυκτά καύσιμα, το διάστημα Ιανουαρίου - Οκτωβρίου κυρίαρχη ήταν η ηλεκτροπαραγωγή με φυσικό αέριο (35,4%) και περιορισμένη εκείνη των πετρελαϊκών μονάδων στα ελληνικά νησιά (6,2%) και των λιγνιτικών (5%). Οι καθαρές εισαγωγές κάλυψαν μόνο το 1,6% της ζήτησης, το χαμηλότερο ποσοστό της δεκαετίας.
Το 2024 αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, μαζί με τα μεγάλα υδροηλεκτρικά, κάλυψαν πάνω από το 50% της ζήτησης ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ η ηλεκτροπαραγωγή με φυσικό αέριο περιορίστηκε στο 35,4% και με λιγνίτη στο 5%.
Όμως, παράλληλα με τις ΑΠΕ, αυξάνονται και οι παρενέργειες που συνδέονται με την ευμετάβλητη παραγωγή τους, τη χωρητικότητα των δικτύων και την κατά περιόδους (κυρίως την άνοιξη και το φθινόπωρο) σημαντική απόκλιση της προσφερόμενης ενέργειας από τη ζήτηση. Έτσι, οι διαχειριστές του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ) και του δικτύου διανομής ρεύματος (ΔΕΔΔΗΕ) προχωρούν σε περικοπές αιολικής και ηλιακής ενέργειας προκειμένου η ζήτηση να ισορροπήσει και να αποφευχθεί ενδεχόμενο μπλακ άουτ.
Είναι ενδεικτικό ότι στο πρώτο δεκάμηνο του 2024 οι περικοπές έφτασαν στο 3,7% της πράσινης ηλεκτροπαραγωγής. Με άλλα λόγια, μέρος της καθαρής ενέργειας πετιέται στα… σκουπίδια. Παράλληλα, αυξάνονται και οι ώρες με μηδενικές τιμές ρεύματος, γεγονός που καθιστά αναγκαία την επιτάχυνση του σχεδιασμού προκειμένου να προστατευτούν και οι επενδύσεις.
Τα ηλεκτρικά δίκτυα
Βασική παράμετρος για την ανάπτυξη της πράσινης ενέργειας είναι τα δίκτυα. Όπως ανέφερε προ ημερών στο OT Forum ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Ανανεώσιμες κ. Κωνσταντίνος Μαύρος, το πρόβλημα της χωρητικότητας των δικτύων είναι ο «ελέφαντας στο δωμάτιο», τονίζοντας ότι δεν είναι έτοιμα να υποστηρίξουν τις εξελίξεις στις ΑΠΕ. Όπως επισήμανε, δεν πρόκειται για ένα εγχώριο ή ευρωπαϊκό πρόβλημα αλλά παγκόσμιο. Γενικότερα, εκτιμάται ότι απαιτούνται 7 τρισ. ευρώ παγκοσμίως για την ενεργειακή μετάβαση και περίπου 60 δισ. ευρώ ετησίως για τα δίκτυα στην Ευρώπη.
Πάρα ταύτα, τα δίκτυα δεν μπορεί να επεκτείνονται επ’ αόριστον. Γι’ αυτό, σύμφωνα με τους Διαχειριστές του ελληνικού δικτύου διανομής και του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, μια λύση είναι τα σημεία εγκατάστασης των έργων ΑΠΕ να συνυπολογίζουν το υφιστάμενο δίκτυο ή τον σχεδιασμό ανάπτυξης του ηλεκτρικού συστήματος. Αντιθέτως, σήμερα πρώτα κατασκευάζονται οι μονάδες και στη συνέχεια το δίκτυο «τρέχει» να αναπτυχθεί για να καλύψει τις νέες ανάγκες που προκύπτουν ανά την Ελλάδα.
Όσον αφορά τα νέα καλώδια μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, η ταχύτητα ανάπτυξής τους είναι πιο αργή σε σχέση με την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Γι’ αυτό οι Διαχειριστές, εκτός από τον διαφορετικό τρόπο σχεδιασμού και χωροθέτησης των μονάδων ΑΠΕ, ζητούν την υιοθέτηση ενός πιο ευνοϊκού αδειοδοτικού πλαισίου για τις νέες γραμμές και τους υποσταθμούς, ώστε τα έργα μεταφοράς να κατασκευάζονται έγκαιρα και να είναι σε θέση να υποστηρίξουν το συνεχώς αυξανόμενο επενδυτικό δυναμικό σε μονάδες πράσινης ενέργειας που αιτούνται σύνδεση στο ηλεκτρικό σύστημα.
Πάντως, βάσει του επενδυτικού προγράμματος ανάπτυξης του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας του ΑΔΜΗΕ, εκτιμάται πως ο ηλεκτρικός χώρος για ΑΠΕ το έτος 2030 θα είναι της τάξης των 29 GW (γιγαβάτ) συνολικά, δηλαδή θα ανταποκρίνεται στον στόχο που έχει θέσει το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Σήμερα, 15 GW έργων ΑΠΕ βρίσκονται σε λειτουργία, άλλα 15 GW έργων έχουν οριστικές προσφορές σύνδεσης και ηλεκτρικός χώρος για άλλα 2 GW έχει δεσμευθεί για τα υπεράκτια αιολικά πάρκα. Παράλληλα, το επενδυτικό κύμα για περαιτέρω ανάπτυξη έργων πράσινης ενέργειας δεν έχει ανακοπεί, καθώς μόνο στον ΑΔΜΗΕ υπάρχουν αιτήματα επενδύσεων ΑΠΕ για λήψη όρων σύνδεσης που αθροίζουν ισχύ περίπου 45 GW.
Στο νέο τοπίο υπερθέρμανσης της αγοράς ΑΠΕ, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο και γενικό διευθυντή Τεχνολογίας, Ανάπτυξης Συστήματος και Στρατηγικής του ΑΔΜΗΕ κ. Ιωάννη Μάργαρη, ο Διαχειριστής έχει ξεκινήσει την τελευταία διετία να προσαρμόζει τη διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων σύνδεσης νέων παραγωγών πράσινης ενέργειας, ενσωματώνοντας τις λεγόμενες ευέλικτες προσφορές σύνδεσης. Το συγκεκριμένο μοντέλο θα προβλέπει δέσμευση απορρόφησης ισχύος για ένα μέρος και όχι για το σύνολο της πράσινης ηλεκτροπαραγωγής, κάτι που θα γνωρίζουν εξαρχής οι επενδυτές προκειμένου να λάβουν τις αποφάσεις τους.
Όσο για την ενίσχυση των εσωτερικών δικτύων, έχουν υλοποιηθεί και προγραμματίζονται έργα που θα συμβάλουν στην απορρόφηση και διακίνηση της παραγόμενης ενέργειας ΑΠΕ. Σε εξέλιξη βρίσκονται επενδύσεις σε διάφορα στάδια υλοποίησης με ορίζοντα ολοκλήρωσης έως το 2030, όπως είναι οι διασυνδέσεις των νησιών του Αιγαίου και διάφορες άλλες γραμμές μεταφοράς στην ηπειρωτική χώρα.
Οι διεθνείς διασυνδέσεις
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα έχει φτάσει σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο διείσδυσης ΑΠΕ στο ενεργειακό της μείγμα προκειμένου να εξασφαλίσει ενεργειακή επάρκεια, με παράλληλο στόχο να καταστεί εξαγωγέας ενέργειας. Απαιτείται ωστόσο ενίσχυση των διεθνών ενεργειακών λεωφόρων. Σήμερα, η παράλληλη λειτουργία του ελληνικού συστήματος μεταφοράς ρεύματος με το ευρωπαϊκό επιτυγχάνεται μέσω διασυνδετικών γραμμών με τα συστήματα της Αλβανίας, της Βουλγαρίας (δύο διασυνδέσεις), της Βόρειας Μακεδονίας και της Τουρκίας.
Επιπλέον, το Ελληνικό Σύστημα Μεταφοράς συνδέεται μέσω υποβρύχιου συνδέσμου συνεχούς ρεύματος τάσης 400 kV με την Ιταλία. Με την προβλεπόμενη ολοκλήρωση των μελλοντικών διασυνδετικών έργων των γειτονικών χωρών έως το τέλος του 2029 το ελληνικό διασυνδεδεμένο ηλεκτρικό σύστημα θα πληροί τον ευρωπαϊκό στόχο διασυνδεσιμότητας 15% το 2030.
Όσον αφορά τη διασύνδεση με την Κεντρική Ευρώπη, ήδη ωριμάζει το έργο του ΑΔΜΗΕ, «Green Aegean», το οποίο θα διασυνδέει την Ελλάδα με την Κεντρική Ευρώπη μέσω της Αδριατικής Θάλασσας, και θα συνδέει ηλεκτρικά την Ελλάδα με τη Γερμανία. Σε εξέλιξη βρίσκεται η μελέτη σκοπιμότητας για το καλώδιο που σχεδιάζεται να μεταφέρει 3 GW πράσινης ενέργειας.
Η διασύνδεση θα ξεκινά από τη δυτική Ελλάδα, υποθαλάσσια θα φτάνει στην Ίστρια της Σλοβενίας και θα συνεχίζει τη χερσαία διαδρομή της προς την Αυστρία, καταλήγοντας τελικά στη Βαυαρία. Το καλώδιο μπορεί να διασυνδέει απευθείας Ελλάδα και Γερμανία, αλλά ενδεχομένως να είναι και πολυ-τερματικό με σημεία εξόδου σε Κροατία, Σλοβενία και Αυστρία.
Παράλληλα, σύμφωνα με όσα ανέφερε στο ΟΤ Forum ο διευθύνων σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ κ. Μάνος Μανουσάκης, ο Διαχειριστής βρίσκεται σε συζητήσεις για έναν εναλλακτικό διάδρομο με τους αντίστοιχους Διαχειριστές της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Ουγγαρίας, προκειμένου το καλώδιο να διασχίσει τα ευρωπαϊκά εδάφη με τα μεγαλύτερα προβλήματα χωρητικότητας στα δίκτυα. Κατά τον ίδιο, δεν αποκλείεται να πραγματοποιηθούν και τα δύο, αν και κάτι τέτοιο θα ήταν ιδιαίτερα δαπανηρό.
Αποθήκευση και δίκτυα
Ωστόσο, έως ότου ολοκληρωθούν οι αναγκαίες διασυνδέσεις με τις γειτονικές χώρες, ένα μέρος της καθαρής ενέργειας που παράγεται στην Ελλάδα δεν μπορεί ούτε να εξαχθεί αλλά ούτε να καταναλωθεί στην εγχώρια αγορά, με τη λύση να έρχεται από τις τεχνολογίες αποθήκευσης. Σήμερα, η πράσινη ενέργεια που παράγεται πρέπει να καταναλώνεται, καθώς δεν υπάρχει δυνατότητα αποθήκευσής της, παρά μόνο στις τρεις αντλησιοταμιευτικές μονάδες ισχύος περίπου 700 MW (μεγαβάτ) της ΔΕΗ. Το επόμενο μεγάλο έργο που αναμένεται να λειτουργήσει είναι η μονάδα αντλησιοταμίευσης της Αμφιλοχίας της ΤΕΡΝΑ, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη επένδυση σε αποθήκευση ενέργειας στην Ελλάδα, με συνολική εγκατεστημένη ισχύ 680 MW.
Στόχος είναι, εντός της επόμενης 25ετίας, οι μονάδες αντλησιοταμίευσης στη χώρα μας σταδιακά να αναλάβουν τον ρόλο μονάδων βάσης του ηλεκτρικού συστήματος ώστε να στηρίξουν τον εθνικό στόχο για χρήση ΑΠΕ στην κατανάλωση ηλεκτρισμού κατά 87% το 2030, 97% το 2040 και 100% το 2050. Παράλληλα, ωριμάζουν και επενδύσεις σε μονάδες αποθήκευσης με μπαταρίες. Ειδικότερα, έργα αποθήκευσης 17,6 GW έχουν αιτηθεί στον ΑΔΜΗΕ όρους σύνδεσης με το ηλεκτρικό σύστημα από το σύνολο των περίπου 44 GW που έχουν αδειοδοτηθεί από τη Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ). Οι πρώτες μπαταρίες αναμένεται να τεθούν σε λειτουργία σε περίπου ενάμιση χρόνο.