ΚΑΘΕ ΝΤΕΡΜΠΙ δημιουργεί κουβέντα. Αλλιώς, δεν θα δικαιολογούσε τον χαρακτήρα του. Αν κερδίσει κάποιος καθαρά, την επόμενη μέρα συζητάμε για την ανωτερότητα της φυλής. Αν έχουμε έκτροπα, τότε μιλάμε για το ποδόσφαιρο καθρέφτη της ελληνικής κοινωνίας. Αν και το Σάββατο το βράδυ συνέβησαν πράγματα που έχουμε ξαναδεί, μείναμε για μια ακόμη φορά έκπληκτοι. Ο Καλόπουλος και οι βοηθοί του υπέπεσαν σε τρία σφάλματα που δεν θα τα έκανε ούτε μικρό παιδί. Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως ο εν λόγω άνθρωπος είναι κακός διαιτητής και πως η τοποθέτησή του στον συγκεκριμένο αγώνα έγινε γιατί ήταν μέχρι στιγμής ατιμώρητος. Ο Καλόπουλος είναι κακός διαιτητής, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Οι άνθρωποι δεν σφύριξαν κακά, σφύριξαν φοβισμένα. Κι αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα.
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ είναι διπρόσωπο. Από τη μία είναι αυτά που βλέπουμε και από την άλλη είναι το παρασκήνιο. Η φωτεινή πλευρά του οδήγησε στο Euro του 2004 και σε κάποιες άλλες διεθνείς επιτυχίες. Το παρασκήνιο βγάζει πρωταθλητή. Το παρασκήνιο δίνει και δουλειά. Σε διαιτητές και παράγοντες. Ο «ηγέτης» του είναι αυτός που το κατακτά ή αυτός που εξαιτίας της δύναμής του το ελκύει. Δεκάδες γλειφτρόνια, αμόρφωτοι, νταβατζήδες, μπράβοι, δημοσιογράφοι που δεν κάνουν ούτε για τα «φαρμακεία» και τυχοδιώκτες έχουν φτιάξει ένα σύστημα που τρέφεται από το ποδόσφαιρο. Μια κανονική βιομηχανία που στήνει αγώνες, που «φτιάχνει» παίκτες, που προστατεύει ή «τελειώνει καριέρες» και αρκετές φορές «ξεπλένει» μαύρο χρήμα. Οι φίλαθλοι πότε είναι θύματα που χάνουν την ώρα τους και τα λεφτά τους για μια μικρή εκτόνωση και πότε λειτουργούν κανονικά σαν ιδιωτικοί μισθωμένοι στρατοί με τεράστιες απολαβές. Και όλα αυτά για τη Super League, γιατί στις κατώτερες κατηγορίες το σκηνικό δεν θυμίζει αλλά είναι γουέστερν. Ο Καλόπουλος στη φάση του Κατσουράνη σάστισε και διάλεξε την πλευρά του αφεντικού. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να πιστεύει πως κάποιος έστησε το ματς. Πολύ απλά, το «σύστημα» προτιμά να προσεταιριστεί τον ισχυρό παρά να του πάει κόντρα. Και ο ισχυρός αυτήν τη στιγμή είναι ο Βαγγέλης Μαρινάκης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ του Ολυμπιακού μετά θεώρησε πως είναι η «στιγμή» του. Πήρε τα ηνία από τον «σατανά» του είδους Σωκράτη Κόκκαλη και έπρεπε να αποδείξει πως κι αυτός μπορεί να πουλήσει την ίδια «ολυμπιακοφροσύνη». Να γίνει ο «πρόεδρος». Και πρόεδρος ποδοσφαιρικής ομάδας για τα ελληνικά δεδομένα δεν είναι αυτός που βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη, αλλά αυτός που στήνει «φυσούνες», που σταματά το πούλμαν της αντίπαλης ομάδας, που βγάζει κουμπούρια, που μπορεί να χρωστάει εκατομμύρια και να μη δίνει λογαριασμό σε κανέναν, που τελειώνει διαιτητές, που φτιάχνει συμμαχίες, που όλα τα σκίζει και όλα τα δέρνει. Αυτός που έχει αυτές τις δυνατότητες κερδίζει. Κανείς άλλος. Γι' αυτό ποτέ σοβαροί επιχειρηματίες δεν ασχολήθηκαν με το ποδόσφαιρο, γι' αυτό κανείς δεν έβγαλε «καθαρά» κέρδη από την μπάλα.
ΚΥΡΙΑΚΗ, ΔΕΥΤΕΡΑ και Τρίτη όλη η χώρα είναι ανάστατη. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κάνει δηλώσεις, ο υπουργός Πολιτισμού εμφανίζει στο άψε-σβήσε ένα νομοσχέδιο για τη βία, ο γενικός γραμματέας απειλεί πως το ποδόσφαιρο δεν θα χρηματοδοτείται πια από τον βασικό αιμοδότη του, τον ΟΠΑΠ, και ο εισαγγελέας κάλεσε τους υπεύθυνους σε απολογία. Ο «μεσαίος» αθλητικός Τύπος στέκεται αηδιασμένος και πουλάει φύλλα, λέγοντας τα «πράγματα με το όνομά τους». Όπως κάνει πάντα. Τη μισή χρονιά βάζει το «μαχαίρι στο κόκαλο» και την άλλη μισή αποθεώνει τα ίδια πρόσωπα. Για παράδειγμα, ο ίδιος ο Μαρινάκης χαρακτηρίστηκε από το ίδιο φύλλο «επικίνδυνος» την Κυριακή και μπροστάρης την Τρίτη. Έτσι, όμως, το πρόβλημα δεν λύνεται, ούτε καν προσεγγίζεται. Το ελληνικό ποδόσφαιρο πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνο ως κάτι προβληματικό και βρόμικο. Όπως και το σύνολο του ελληνικού αθλητισμού. Και στις καλές και στις κακές του στιγμές.
σχόλια