ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΗΘΕΙ «ΜΝΗΜΕΙΟ ΑΓΝΩΣΤΩΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ», κύριε διευθυντά μου, να μην ξεχάσετε την κυρία Φώφη. Ναι, ναι, τη γνωστή Φώφη, που να ‘ναι καλά το κορίτσι, σε λίγο θα δει το προσωπάκι της και στο χαρτονόμισμα των είκοσι ευρώ, που μου αρέσει πολύ ως χρώμα. Γιατί η Φώφη, όπως και η Φέτα, πάει παντού.
Το θέμα, όμως, που με διατάραξε δεν είναι η Φώφη στο γραφείο προπαγάνδας του Βενιζέλου ΑΛΛΑ το δράμα που ζήσαμε στην πολυκατοικία, εξαιτίας αλυσιδωτών γεγονότων.
ΤΟ ΚΑΚΟ ΞΕΚΙΝΗΣΕ από δύο δραματικές αιτίες. Πρώτα από την εγκατάσταση «pet shop» σε ένα από τα τρία μαγαζιά της οικοδομής με ανάρμοστα ζώα, εκπαιδευμένα να ασχημονούν. Συγκεκριμένα, το μαγαζί αυτό εκτρέφει παπαγάλους, που ανά δεκάλεπτο αναφωνούν «Της μάνας σας ο κώλος» και «Τον Παπανδρέου πήρανε σ’ ένα καράβι μούτσο…».
Επίσης εμπορεύεται φίδια, ιγκουάνες, αγριόγατες και αυνανιζόμενους πιθήκους όταν δουν παπά και χοντρές κυρίες. Κι ως εδώ, άντε να πάει στο διάολο, αφού η Πολιτεία του Πλάτωνος, που λέει ο λόγος, επιτρέπει τέτοια φριχτά Γκουαντανάμο ζώων. Το ΑΛΛΟ είναι το χειρότερο, που εμπίπτει και στη δικαιοδοσία του κυρίου Χρυσοχοΐδη.
Όπως ξέρετε, διάφορα μελαχρινά παλικαράκια οργώνουν το κέντρο της Αθήνας με καροτσάκια, συλλέγοντας μέταλλα ημιπολύτιμα, τα οποία πουλάνε έναντι πινακίου σουφλέ σε σκοτεινούς τύπους, ΑΟΡΑΤΟΥΣ μέχρις στιγμής.
Έτσι, λοιπόν, αυτά τα αγοράκια είδαν πως το «PET SHOP» έβριθε από το μέταλλο στα κλουβιά και το λιμπίστηκαν ως πικραμένα και ξενιτεμένα. Μπήκαν, λοιπόν, ΕΝΤΟΣ του φριχτού καταστήματος όταν έδυσε ο ήλιος και το ρήμαξαν, κύριε διευθυντά μου. Δηλαδή, άρπαξαν τα κλουβιά και τας αλύσους που συγκρατούσαν τα θηρία και τα κουτάβια.
ΤΟΤΕ ΑΡΧΙΣΕ Ο ΧΑΜΟΣ κι έγινε της Κερατέας. Κι εδώ θέλω να σταθώ, ΓΙΑΤΙ πάνω στη φούρια να συλήσουν, έσπασαν το μεγάλο γυάλινο κλουβί, όπου ζούσε, κοιμισμένη ως επί το πλείστον, η Ρωξάνη! Ρωτάτε ποια είναι η Ρωξάνη; Είναι ο θηλυκός βόας που κοιμόταν δύο χρόνια, με μικρά διαλείμματα γεύματος! Άπειρες φορές διαμαρτυρηθήκαμε στη διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, την κυρία Τσαμπίκου, για τα οργιώδη ζώα κι ερπετά, αλλά εκείνη είχε ως τρανταχτό άλλοθι την οικολογία και τη φιλοζωία.
Όταν πλέον άρχισαν να κλαμπατσαμπανίζουν οι συναγερμοί, ήτο πλέον αργά. Τα ζώα είχαν εκτραχηλιστεί. Τα κουτάβια, οι γάτες και τα παραδείσια πτηνά σκόρπισαν στα πέριξ και ξαναβρέθηκαν. Το ίδιο και ο ξανθός πυγμαίος πίθηκος «Ντόλι Πάρτον» (γιατί είχε μεγάλο στήθος) που τρύπωσε σε διπλανό κατάστημα νυφικών και καμάρωνε ως νυφούλα μες στο συνθετικό τούλι.
ΟΜΩΣ ο βόας Ρωξάνη, που τον είχαμε για την Κοιμωμένη του Χαλεπά, ΑΦΑΝΤΟΣ! Μαζί με τη «Ρωξάνη» εξηφανίσθη και η σαρκοφάγος σαύρα «Σκάρλετ», αλλά αυτήν δεν την υπολογίζω. Η Ρωξάνη, όμως, με τα τρία και μισό μέτρα μήκος και το βιογραφικό της ως βόας, που, όπως μάθαμε, τρώει πέντε κοτόπουλα, αφού πρώτα τα σφίξει ερωτικά για να δικαιώσει το είδος της, μας παρέλυσε από φόβο, κύριε διευθυντά μου.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ, ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΙ, ΚΤΗΝΟΒΑΤΕΣ και κοινωνιολόγοι που έσπευσαν, μετά βεβαιότητος μας είπαν πως το ερπετό του Αμαζονίου και της Αφρικής βρίσκεται ΕΝΤΟΣ της πολυκατοικίας. Μέσα στα σπίτια μας δηλαδή. Πού όμως;
Κλαίγαμε, οργιζόμασταν και καταριόμασταν την Τσαμπίκου, που έκανε την ψύχραιμη, απειλώντας να καλέσει τη δικηγόρο κυρία Κούρτοβικ!
«Η κυρία Κούρτοβικ έδωσε λύση τότε με τους έκπτωτους μετανάστες, οδηγώντας τους από τη Νομική στο Μέγαρο Ηπατίτιδα», τσίριζε μεγαλοφώνως η Τσαμπίκου!
«Υπατία, όχι ηπατίτιδα» τη διόρθωσα ως Μπαμπινιώτης. «Ντράπου γυναίκα του Μνημονίου αξιομνημόνευτη, που δηλώνεις εις δεξιά κι αριστερά πως υγραίνεσαι με τον κύριο Βορίδη», της είπα έξω φρενών.
Για να επανέλθω στο δράμα, κύριε διευθυντά, μας συνέστησαν να κυκλοφορούμε κρατώντας ένα κοτόπουλο, σε περίπτωση που μας συναντήσει η Ρωξάνη ή το αντίθετο. Για αντιπερισπασμό, όπως καταλάβατε.
Έτσι, εδώ και μια εβδομάδα, όλοι οι ένοικοι και ιδιοκτήται περπατούσαμε με την πουλάδα παραμάσχαλα. Εγώ, ειδικά, κρατούσα δύο, γιατί δεν είχα καμιά εμπιστοσύνη στον χαρακτήρα του βόα.
Φυσικά, οι αναίσχυντοι παπαγάλοι πήγαν και τρύπωσαν στο ΙΚΑ, που βρίσκεται δύο τετράγωνα παραπέρα, καθυβρίζοντας τους ασφαλισμένους που ξεροστάλιαζαν στις ουρές. «Ομορφάντρες μου…», όπως σε ‘κείνη τη σιβυλλική διαφήμιση και άλλα χειρότερα.
ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ ΠΙΑ ΑΠΟ ΠΟΥ ΝΑ ΠΡΟΦΥΛΑΧΤΕΙΣ εν Αθήναις. Εκείνες τις μέρες ο Ασφαλίτης του Πολίτη Υπουργός δήλωνε πως θα ιδρύσει Κέντρο Ψυχαγωγίας -όπως κατάλαβα- λαθρομεταναστών. Με γήπεδα, σινεμά, τζαμιά, βουδιστικά παβιγιόν, χαμάμ και Ανοιχτό σχολείο για να μπορέσουν σύντομα να διαβάσουν Βέλτσο. Το κακό, όμως, κύριε διευθυντά μου (που σας αρέσει, βλέπω, ο Προυστ, ενώ εμένα ο Μπραμς και ο Φοίβος), είχε συντελεστεί πλέον. Η Ρωξάνη καραδοκούσε να μας σφίξει, για δικούς της, υπαρξιακούς λόγους, και το κοτόπουλο πήγαινε σύννεφο. Από κει που μοσχοβολούσα «Ρεξόνα», βρομοκοπούσα «κοτέτσι» κι ο βόας αφανής.
ΜΑΤΙ ΔΕΝ ΕΚΛΕΙΝΑ ΤΙΣ ΝΥΧΤΕΣ από τον φόβο μη μου τυλιχτεί η Ρωξάνη ως κορσές. Αγκαλιά με τα κοτόπουλα ξάπλωνα, κύριε διευθυντά, καλοτυχίζοντας την κυρία Καμμένου, που έχει αφράτο άντρα να την παρηγορεί τις ανοιξιάτικες νύχτες…και άλλα τέτοια.
Τελικά, αποδείχτηκε πως πίσω από το μυστήριο κρυβόταν η Τσαμπίκου. Γιατί η Ρωξάνη βρισκόταν στο υπνοδωμάτιό της, αλλά η μαντάμ ΔΕΝ την κατέδωσε, υπολογίζοντας να τη γδάρει ως το Πάσχα και να την κάνει τσάντα, πορτοφόλι, ζώνη και παπούτσια!!! Ναι, η φόνισσα.
Όμως λογάριαζε χωρίς τα ένστικτα του βόα, γιατί η Ρωξάνη δεν ηρκέσθη στο κατεψυγμένο κοτόπουλο αλλά βούτηξε και την Τσαμπίκου και αφού την έσφιξε όσο έπρεπε, την κατάπιε ολόκληρη, με τα μπικουτί και τα πασουμάκια.
Φυσικά, όταν το ανακαλύψαμε κάναμε τον ψεύτικο θρήνο, αν κι εγώ προσωπικά θρήνησα το ζώο, που αποκλείεται να χωνέψει τέτοιο τέρας ως τον Δεκαπενταύγουστο…
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ! Τι είναι η ζωή! Τι είναι η φύση και η φθίση, που, όπως λεν, ξαναζωντάνεψε πάλι! Ευτυχώς που με ξαλέγραραν λίγο οι προστυχιές του Στρος Καν ως μαστροπού και σατύρου και ξέδωσα.
Δική σας
Κική Νουρέγιεφ
ΥΓ.: ΑΛΗΘΕΥΕΙ πως χρόνια μας δίνανε χρήματα για να κουλαντρίζουμε ορθώς τη μετανάστευση και τα φάγαμε σε λούσα; Έτσι λέει η νύφη μου, ως παλαιά κνίτισσα.
σχόλια