Ο όρος οφείλεται στους τροτσκιστές, που τον χρησιμοποίησαν για να διαχωρίσουν τη Σοβιετική Ένωση του Στάλιν από εκείνη που οι ίδιοι οραματίζονταν. Η βασική ιδέα ήταν ότι η Σοβιετική Ένωση, μετά το 1936, «απέβαλε» τον σοσιαλισμό και κατάφερε να συνδυάζει τον αυταρχισμό του κράτους με την εκμετάλλευση των εργαζομένων που οι μαρξιστές ταύτιζαν με την καπιταλιστική αγορά εργασίας.
Η Σοβιετία δεν ήταν όμως, επ' ουδενί, κρατικός καπιταλισμός. Υπέρμετρος κρατικισμός ήταν, που θύμιζε μια περίεργη και βάναυση βιομηχανική φεουδαρχία, αλλά κρατικός καπιταλισμός σε καμία περίπτωση. Το λέω αυτό γιατί ο καπιταλισμός απαιτεί δύο συστατικά: την ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και τη μίσθωση της εργασίας των μη ιδιοκτητών από τους ιδιοκτήτες των εν λόγω μέσων παραγωγής. Κάτι τέτοιο δεν χαρακτήρισε τη Σοβιετική Ένωση ποτέ! Μπορεί τα μέλη του πολίτμπιρο, και εν γένει του κόμματος, να απολάμβαναν σχετικά μεγάλη εξουσία και περισσότερες προσόδους από ό,τι οι υπόλοιποι πολίτες, όμως δεν αποσπούσαν προσόδους που τους έδιναν το δικαίωμα στην ιδιοκτησία μέσων παραγωγής ικανών να τους αποδώσουν κέρδη. Άρα, η Σοβιετία δεν αποτέλεσε ποτέ κρατικό καπιταλισμό.
Πιο πρόσφατα, κάποιοι χαρακτήρισαν την Ελλάδα «τελευταία σοβιετική οικονομία». Σφάλμα ολκής και αυτό. Ανεξάρτητα από τον βαθμό διαφθοράς, έλλειψης ανταγωνισμού, ελεγχόμενων τιμών κ.λπ., στη χώρα μας δεν είχαμε βιομηχανία που να ανήκει de facto και de jure στο κράτος και κεντρικό σύστημα προγραμματισμού της οικονομικής δραστηριότητας. Αν μη τι άλλο, η ελληνική οικονομία θύμιζε πιο πολύ την πολεμική οικονομία των ΗΠΑ την περίοδο 1941-1945, παρά τη Σοβιετική Ένωση.
Επιστρέφοντας στην έννοια του κρατικού καπιταλισμού, επιτρέψτε μου την εξής υπόθεση: η Ιαπωνία είναι η μόνη χώρα που στο εγγύς μέλλον μπορεί πράγματι να μεταμορφωθεί σε υπόδειγμα κρατικού καπιταλισμού. Ας εξηγηθώ: η Ιαπωνία ήταν το βιομηχανικό θαύμα της περιόδου 1951-1985. Η επιτυχία της βασίστηκε, πράγματι, σε έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό σοβιετικού τύπου κεντρικού προγραμματισμού (μέσω του υπουργείου Βιομηχανίας, του MITI-Ministry of International Trade and Industry) και ολιγοπωλιακών ιδιωτικών επιχειρηματικών συμπλεγμάτων (που αποτελούνταν από βιομηχανικά μεγαθήρια και μία τουλάχιστον μεγάλη τράπεζα).
Το 1985 οι ΗΠΑ επέβαλαν στην Ιαπωνία (στην περίφημη Συμφωνία της Πλάζα) αυτό που προσπαθούν να επιβάλουν στην Κίνα σήμερα: μια μεγάλη υπερτίμηση του εθνικού της νομίσματος, του γιεν. Το αποτέλεσμα ήταν μια καθαρά εξαγωγική οικονομία να μπει σε τροχιά κρίσης. Καθώς οι ιαπωνικές εξαγωγές επλήγησαν, την ώρα που κεφάλαια άρχισαν να ρέουν προς το Τόκυο δημιουργήθηκαν μεγάλες φούσκες στην αγορά ακινήτων (καλή ώρα όπως στην Ισπανία, την Ιρλανδία και την Κύπρο, προτού σκάσουν αυτές οι φούσκες μετά το 2008 – με τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα), οι οποίες στις αρχές της δεκαετίας του '90 έσκασαν – με αποτέλεσμα την κατάρρευση της ιαπωνικής οικονομίας.
Από τότε, η Ιαπωνία καρκινοβατεί. Κάπου το 2005 άρχισε να αναπτύσσεται ξανά δειλά-δειλά, αλλά η διεθνής κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος το 2007-8 της έδωσε την χαριστική βολή. Σε όλη αυτή την περίοδο, από τις αρχές της δεκαετίας του '90 έως πολύ πρόσφατα, το μόνο που έχει σταματήσει την πλήρη κατάρρευση της χώρας ήταν (α) η πρακτική της Κρατικής Τράπεζας της Ιαπωνίας να κρατά τα επιτόκια δανεισμού κοντά στο μηδέν και (β) η λεγόμενη «ποσοτική χαλάρωση» που εφαρμόζει η Κρατική Τράπεζα της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου εδώ και δύο δεκαετίες. Τι σημαίνει «ποσοτική χαλάρωση»; Η συνεχής αγορά όλο και περισσότερων ομολόγων του ιαπωνικού Δημοσίου αλλά και άλλων περιουσιακών τίτλων των ιαπωνικών τραπεζών, ώστε να παρέχεται ρευστότητα στην οικονομία (τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα της χώρας) για να μην καταρρεύσει αλά ελληνικά.
Όταν η Τράπεζα της Ιαπωνίας εφάρμοσε την «ποσοτική χαλάρωση», δέχτηκε έντονη κριτική από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Όταν όμως κατέρρευσε η Wall Street, το City του Λονδίνου και εν γένει το διεθνές χρηματοπιστωτικό στερέωμα, οι Κεντρικές Τράπεζες των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Ελβετίας και των σκανδιναβικών κρατών εφάρμοσαν αυτήν ακριβώς την πολιτική! Σήμερα, την ώρα που οι μεγάλες Κεντρικές Τράπεζες (με εξαίρεση την ΕΚΤ) επιδίδονται σε διαγωνισμό για τον ποια θα επιλέξει τη μεγαλύτερη δόση «ποσοτικής χαλάρωσης», η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας, υπό πίεση προερχόμενη από τον νέο δυναμικό πρωθυπουργό της χώρας, τον κ. Άμπε, υιοθετεί μια νέα ενδιαφέρουσα καινοτομία: τη μαζική αγορά μετοχών επιχειρήσεων!
Έχοντας αποτύχει να ανατρέψει την ύφεση μέσω των αγορών κρατικών ομολόγων και στεγαστικών δανείων των τραπεζών, η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας φαίνεται να έχει αρχίσει να αγοράζει μαζικά μετοχές επιχειρήσεων. Ανεξάρτητα από το εάν αυτή η τακτική θα καταφέρει να σταματήσει επιτέλους τον αποπληθωρισμό (την πτώση των τιμών) που χαρακτηρίζει την ιαπωνική οικονομία, ξαναβάζει στο προσκήνιο την έννοια του κρατικού καπιταλισμού. Αναρωτηθείτε: τι είδους οικονομικό καθεστώς θα έχουμε όταν και εάν οι επιχειρήσεις ανήκουν στην Κεντρική Τράπεζα ενός κράτους-έθνους, αλλά όλες οι τιμές προσδιορίζονται από τη ζήτηση και την προσφορά στο πλαίσιο ελεύθερων αγορών; Σε μια τέτοια περίπτωση, τα κέρδη εθνικοποιούνται, ενώ οι τιμές και οι ποσότητες καθορίζονται μέσα από καθαρά αγοραίες διαδικασίες.
Μήπως η Ιαπωνία που δημιουργείται σήμερα, ως αντίδραση σε μια τριακονταετή κρίση, είναι η μόνη κοινωνική οικονομία στην οποία πραγματικά ταιριάζει ο όρος «κρατικός καπιταλισμός»;
σχόλια