Θα σε θυμάμαι πάντα στην Πάτμο, που με έψησες να κατέβω από τα βουνά και να πάμε διακοπές, να σε περιμένουν τα πρωινά οι ώριμες κυρίες της αστικής τάξης, που παραθέριζαν στο νησί, πότε θα εμφανιστείς στην παραλία.
Εσύ Πρίγκιπας στη μέση, κι αυτές γοητευμένες γύρω σου να σκάνε στα γέλια με τα τολμηρά ανέκδοτα και τα αστεία σου. Κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να ξεστομίσει μπροστά τους αυτά που τους έλεγες εσύ, μα από σένα κι οι πιο σκαμπρόζικες λέξεις ηχούσαν γουστόζικα αθώες.
Έπαιζες μαζί τους, όπως μια ζωή έπαιζες με τις ταινίες, τους φίλους, τον κόσμο που σε λάτρευε, αρκεί να υπήρχε στο πεδίο των ματιών σου η Μαριάννα σου, να είναι κάπου κοντά να τη βλέπεις, αλλιώς σου ήταν αδύνατον να υπάρξεις, όπως έλεγες.
Θα σε θυμάμαι στο πρώτο σκυλάδικο που σας πήγα με τη Μαριάννα όταν ετοίμαζες το «Αυτή η νύχτα μένει», κι εσείς φτάσατε λίγο πριν από μένα, ζητήσατε με αθωότητα από μια κόκα κόλα και, μέχρι να έρθω, δεν ήξεραν τι να σας κάνουν στο καταγώγιο που βρεθήκατε.
Θα σε θυμάμαι στα εργαστήρια της Φίνος, τότε που έκανα μια παρεΐστικη ταινία, να με κατσαδιάζεις γιατί χάνω χρόνο από «την καλύτερη δουλειά του κόσμου», όπως έλεγες γενναιόδωρα για το γράψιμο και τους συγγραφείς.
Θα σε θυμάμαι σαν το πιο φινετσάτο, άκακο και αξιαγάπητο πλάσμα που είχα την τύχη να συναντήσω.
Νίκο Παναγιωτόπουλε, καλό ταξίδι.
σχόλια