Το Wicked και το δεύτερο Dune επικράτησαν εκεί που τα προγνωστικά τα τοποθετούσαν εξαρχής, σε σκηνικά και κοστούμια, στον ήχο και τα οπτικά εφέ αντίστοιχα.
Το Κονκλάβιο βασικά πήγαινε ολοταχώς για το διασκευασμένο σενάριο του Πίτερ Στρον, και αθόρυβα έκανε το καθήκον του, αλλά μέχρι εκεί.
Η ατυχήσασα Εμίλια Πέρεζ, μια πονεμένη ιστορία για τους γνωστούς λόγους, που δεν είναι μόνο τα ντροπιαστικά, ρατσιστικά tweets της Κάρλα Σοφία Γκασκόν αλλά και οι σφοδρές αντιρρήσεις από την latino και την trans κοινότητα, ξεκίνησε τη σεζόν με προδιαγραφές και περγαμηνές, μεγάλες φιλοδοξίες και ρεκόρ υποψηφιοτήτων για μη αγγλόφωνη ταινία, και κατέληξε κερδίζοντας μόνο με τις ακλόνητες υποψηφιότητες του δεύτερου ρόλου για την Ζόι Σαλντάνια, που υπογράμμισε υπερήφανα την Δομινικανή της καταγωγή, το τραγούδι, για τους Καμίγ, Κλεμάν Ντυκόλ και τον ίδιο τον σκηνοθέτη Ζακ Οντιάρ στους στίχους, σκοντάφτοντας στο μοναδικό σημαντικό βραβείο που είχε τα φόντα να σαρώσει: στην κατηγορία της διεθνούς ταινίας. Το Είμαι Ακόμη Εδώ είχε ανεβάσει στροφές τις τελευταίες εβδομάδες και ο Βάλτερ Σάλες έδωσε το πρώτο Όσκαρ στην Βραζιλία, μετά από τέσσερις άσφαιρες υποψηφιότητες. Το ταξίδι της ταινίας σταμάτησε όμως εκεί, καθώς η Φερνάντα Τόρρες δεν ολοκλήρωσε τη μεγάλη ανατροπή στον πρώτο ρόλο.
Όταν η Έμα Στόουν ανήγγειλε την Μάικι Μάντισον στην κατηγορία του πρώτου γυναικείου ρόλου, γνωρίζαμε πως μόνο από παράλογη συγκυρία η Ανόρα θα έχανε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας.
Το Brutalist θαυμάστηκε, αλλά δεν αγαπήθηκε αρκετά ώστε να περάσει το όριο των τριών Όσκαρ στα 97α βραβεία της Ακαδημίας, φεύγοντας με τα αγαλματίδια για την πρωτότυπη μουσική του εμφανώς τρακαρισμένου Ντάνιελ Μπλάμπεργκ, την έξοχη φωτογραφία του Λολ Κρόλι, και φυσικά του πρώτου ρόλου για τον Έιντριεν Μπρόουντι. Ο Τιμοτέ Σαλαμέ τον χειροκρότησε στενοχωρημένος για τη δική του ήττα, μετά από προσπάθεια πέντε ετών να βυθιστεί στον μουσικό γρίφο του αξιότιμου κυρίου Ζίμερμαν (ο οποίος απέρριψε την πρόσκληση να παρευρεθεί και να τραγουδήσει στην τελετή), καθώς και μια καμπάνια απαράμιλλων εμφανίσεων-αναφορών στο στιλ και τις πολλαπλές φάσεις της ντιλανικής περσόνας στο πέρασμα των χρόνων.

Ο 52χρονος Μπρόουντι διατήρησε ανέπαφο το ρεκόρ του νεότερου νικητή στην κατηγορία αλλά και το επώδυνο προνόμιο της καλλιτεχνικής προοπτικής, όπως εξήγησε στον νικητήριο λόγο του. Στο εκτενέστερο speech της βραδιάς, τόνισε τη σημασία της ταπεινοφροσύνης μπροστά σε ένα τόσο τιμητικό και προβεβλημένο βραβείο, που οι περισσότεροι θεωρούν βάλσαμο και πανάκεια, αυτόματο διαβατήριο για ανέφελη καριέρα – πόσο λάθος είναι να βολεύεσαι σε μια δοξασμένη στιγμή και ίσως να θεωρείς δεδομένο τα σπουδαία να έρχονται άκοπα, άφθονα και μαγικά στο εφεξής.
Ανάμεσα στα Όσκαρ του Σπίλμαν και του Τοθ, οι καλοί ρόλοι του ξέφυγαν, και χρειάστηκαν δυο δεκαετίες και κάτι, για να συνέλθει από μια μάλλον άσκοπη διαδρομή, γι’ αυτό και θέλησε να μοιραστεί την εμπειρία της ανθεκτικής αναμονής, της προσμονής για κάτι ζουμερό, αξιοσημείωτο, και εξίσου ενδιαφέρον. Επιπρόσθετα, ο Αμερικανός ηθοποιός τοποθετείται στο κλαμπ των εκλεκτών με 2 Όσκαρ πρώτου ρόλου, μαζί με τον Μάρλον Μπράντο, τον Φρέντρικ Μαρτς, τον Τομ Χάνκς, τον Άντονι Χόπκινς, τον Ντάστιν Χόφμαν, τον Σον Πεν και τον Γκάρι Κούπερ. Ο Σπένσερ Τρέισι ήταν ο πρώτος που το πέτυχε στα 30s, και ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις ο μόνος που έχει κερδίσει και τρίτο, πάντα σε πρώτο ανδρικό ρόλο.
Όλοι περίμεναν από τον Κίραν Κάλκιν, τον «Καλκ» για τον φίλο του Ρόμπερτ Ντάουνι, να εκφωνήσει έναν λόγο εξίσου ακατάστατο και αξιολάτρευτο, όπως ο χαρακτήρας που υποδύθηκε στον Αληθινό Πόνο του Τζέσι Άιζεμπεργκ. Στην αρχή, ο μικρός αδελφός του Μακόλεϊ ξέχασε τι ήθελε να πει στη σκηνή για το βραβείο του δεύτερου ανδρικού ρόλου, στη συνέχεια ανέκτησε δυνάμεις και έσπασε το πρωτόκολλο, ξεχωρίζοντας όχι όλους τους συνυποψήφιούς του, αλλά μόνο τον Τζέρεμι Στρονγκ για την καταπληκτική του ερμηνεία στο Apprentice. Είχε δίκιο, ο Στρονγκ έπρεπε να είχε κατακτήσει το βραβείο. Και στην τελική ευθεία κέρδισε τις εντυπώσεις, αποκαλύπτοντας πως μετά το Emmy και το τρίτο παιδί, ένα Όσκαρ ισούται με υπόσχεση για τέταρτο, δέσμευση στην οποία συμφώνησε η πανευτυχής σύζυγός του. Ωραίος, όπως πάντα.

Ήδη από το βραβείο μοντάζ, που απονεμήθηκε νωρίς στον Μπέικερ, η Ανόρα διατηρούσε ακέραιες τις ελπίδες της για όσα προοικονομούσε ο θρίαμβος της από τις Ενώσεις των σκηνοθετών και Παραγωγών, των πιο σημαντικών «μετεωρολόγων» των Όσκαρ, κατά τεκμήριο. Επικρατώντας στην σκηνοθεσία, το αμφίρροπο κλίμα άρχισε να ξεκαθαρίζει, και όταν η Έμα Στόουν ανήγγειλε την Μάικι Μάντισον στην κατηγορία του πρώτου γυναικείου ρόλου, γνωρίζαμε πως μόνο από παράλογη συγκυρία η Ανόρα θα έχανε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας.
Η 25χρονη Μάντισον (όχι η νεότερη νικήτρια της κατηγορίας, αφού το ρεκόρ παραμένει στην Μάρλι Μάτλιν, 21 ετών στα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού) ξεκίνησε τη σεζόν εκθέτοντας την αμηχανία της στις συνεντεύξεις: ήταν σαφώς εκτός κλίματος μιλώντας για τη δουλειά της, μια συνεσταλμένη ηθοποιός που θα προτιμούσε να βρίσκεται σε κινηματογραφικά πλατό αντί να συνομιλεί χαριτωμένα και άνετα με έμπειρους παρουσιαστές που πάντα αναζητούν τις προσωπικές στιγμές και κάποιο εξομολογητικό χιούμορ, όπως καλή ώρα στην περίπτωση της Ντέμι Μουρ, βετεράνου σε chit chat και πρόθυμης να μοιραστεί στον αέρα τη ζωή, τις σκέψεις και τα συναισθήματά της. Ωστόσο, οι ψηφοφόροι της Ακαδημίας δεν τσίμπησαν στην mediatique φωτογένεια της Μουρ και του Σαλαμέ προτιμώντας τους ηθοποιούς που πίστεψαν περισσότερο για τις ερμηνείες τους, ανεξάρτητα από την εκστρατεία προώθησης γύρω από αυτές.
Όλη η δόξα ωστόσο ανήκει στον 54χρονο Σον Μπέικερ, που πριν από τα 97α Όσκαρ, ήταν αόρατος για τον θεσμό, αλλά πλέον έγινε ο πρώτος που κέρδισε 4 για την ίδια ταινία σε μια βραδιά. 4 έχει και ο Γουόλτ Ντίσνεϊ, αλλά για διαφορετικές (ισάριθμες) ταινίες, από το 1953. Τρία την ίδια βραδιά έχουν κερδίσει αρκετοί, ο Κόπολα για τον δεύτερο Νονό, ο Μπίλι Γουάιλντερ για την Γκαρσονιέρα, ο Τζέιμς Μπρουκς για τις Σχέσεις Στοργής, ο Πίτερ Τζάκσον για τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, ο Μπονγκ Τζουν Χο για τα Παράσιτα, ο Τζέιμς Κάμερον για τον Τιτανικό. Ο τελευταίος μάλιστα έχει επίσης κερδίσει Όσκαρ σκηνοθεσίας και μοντάζ, όπως και ο Μπέικερ, όπως και ο Αλφόνσο Κουαρόν για το Gravity.

Αλλά τόσα προσωπικά βραβεία μαζεμένα συνιστούν απόλυτο θρίαμβο για μια ταινία που στοίχισε μόλις 6 εκατομμύρια δολάρια, έχει φέρει πάνω από 40 στο box office και κυματίζει ψηλά τη σημαία του ανεξάρτητου σινεμά, μετά και το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών.
Η σχεδόν τετράωρης διάρκειας τελετή κύλησε τυπικά και επαγγελματικά δομημένη, με τον αναμενόμενο φόρο τιμής στους αφανείς ήρωες των καταστροφικών πυρκαγιών του Λος Άντζελες, διανθισμένο από ένα σύντομο κλιπ αποσπασμάτων ταινιών γνωστών και χαρακτηριστικών της πόλης που παραδοσιακά φιλοξενεί τα Όσκαρ.
Μετά την άρνηση του Τζίμι Κίμελ να επαναλάβει χρέη οικοδεσπότη (επικαλέστηκε κόπωση, και λογικό είναι), ο Κόναν Ο’ Μπράιαν αποδείχθηκε άγευστος στον ρόλο του, δείχνοντας ελάχιστα ψήγματα της τρελαμένης υπερενεργητικής κωμικής πατέντας που στην εποχή της ακμής του τού είχε χαρίσει τον τίτλο του «Κόναν του Βάρβαρου» της μεταμεσονύχτιας τηλεόρασης λόγου. Η εισαγωγή του ξεχάστηκε άμα τη εμφανίσει, ενώ οι μοναδικές του αναλαμπές ήρθαν όταν έκανε μια πλάκα για τα tweets στην φρόνιμη και ευγνώμονα που ήταν παρούσα και αξιοπρεπώς αποδεκτή στο Dolby Theater, Γκασκόν, η οποία δεν κατάλαβε απολύτως τίποτε και ρωτούσε τους γύρω της τι εννοούσε ο ποιητής! Και όταν, στην ψύχρα, κάρφωσε τον Κέντρικ Λαμάρ, με ένα, περί παιδοφιλίας, αναφορικά με τον Ντρέικ – παρακινδυνευμένο αστείο, αν και τελικά πέρασε αναίμακτα στη ροή του προγράμματος, σα να πέφτει βότσαλο σε μια τεράστια λίμνη ανίας.
Το αφιέρωμα στη μουσική των ταινιών Τζέιμς Μποντ δεν είχε καμία σημασία, και μάλιστα ήχησε από επίκαιρα γλυκόπικρο ως ελαφρώς πένθιμο, αντικρίζοντας τα απογοητευμένα πρόσωπα των Μπρόκολι–Γουίλσον που πρόσφατα παραχώρησαν τα δικαιώματα στον Τζεφ Μπέζος και την Amazon, ενώ ο φόρος τιμής στον Κουίνσι Τζόουνς με ένα μέτριο εκτελεσμένο Ease on Down the Road από την Queen Latifah ήταν τουλάχιστον πενιχρή υποσημείωση σε έναν θρύλο με τόσο έργο στο παλμαρέ του.
Η έκκληση για ειρηνική λύση στη Γάζα από την Παλαιστινιο-Ισραηλινή κολλεκτίβα του No Other Land, που κέρδισαν το Όσκαρ ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, ήταν μια αξιομημόνευτη στιγμή, όπως και το πρώτο ever βραβείο για τη Λετονία και το Flow του Γκιντς Ζιλμπαλόντις, που κέρδισε στα ίσα και στην έδρα τους κολοσσούς του αμερικανικού animation, όπως τα Μυαλά που Κουβαλάς 2 και το φαβορί Ατίθασο Ρομπότ – μια ακόμη σαφής ένδειξη πως υπάρχουν χρονιές που τα Όσκαρ δεν αντιστέκονται στη δίνη ενός Οπενχάιμερ, και άλλες που η «ξένη» ψήφος παίζει σημαντικότατο, καταλυτικό ρόλο για μικρότερες ταινίες σε νευραλγικές κατηγορίες.