Η φωτογραφία του Γιόχαν Κρόιφ με τα αστραφτερά-ρέιμπαν καθρέφτες, όταν δεν τα είχαν καν διανοηθεί οι φαν του Τοπ Γκαν, να μασάει δαιμονικά αμέτρητα γλειφιτζούρια δίνει το στίγμα ενός προπονητή που δεν ήταν σαν τους άλλους: έμοιαζε, αν και καθηλωμένος στον πάγκο, να παίζει-αυτό το δαιμόνιο άλογο που κάποτε διέσχιζε το τεραίν σαν λαμπερός μετεωρίτης. Στο μυαλό του Κρόιφ τα πάντα κινούνταν άλλωστε με ταχύτητες φωτός: από την υψηλή επινόηση που τον χαρακτήριζε έως τον απρόβλεπτο και οργίλο χαρακτήρα του. Έπαιρνε κόκκινες κάρτες ακριβώς εκεί που δεν έπρεπε, τα έκανε γυαλιά καρφιά με την ομάδα που εμβληματικά ο ίδιος ανέδειξε τελειώνοντας την καριέρα του, λίγο πριν κλείσει τα 37, στη μισητή για τον Άγιαξ Φέγενορντ, ούρλιαζε για τα συμβόλαια και τα έβαζε με τους δημοσιογράφους που του είχαν γίνει δεύτερη σάρκα-όπως και οι κακές συνήθειες. Οι εμμονές επέμεναν να τον ακολουθούν σε υπερθετικό βαθμό οι οποίες ωστόσο δεν εξαντλούνταν στα τρία πακέτα που κάπνιζε αρειμανίως. Κυρίως αναφέρονταν στις υψηλές τεχνικές που αυτός ηγεμονικά καθιέρωσε. Πριν από τον Κρόιφ ίσως κανείς να μην ήξερε τι σημαίνει αριστοτεχνικό ντριμπλάρισμα και ίσως έπρεπε να βρεθεί ένας πραγματικός ροκ σταρ για να το επιβάλει ως το αδιαμφισβήτητο ποδοσφαιρικό χιτ.
Στο μυαλό του Κρόιφ τα πάντα κινούνταν άλλωστε με ταχύτητες φωτός: από την υψηλή επινόηση που τον χαρακτήριζε έως τον απρόβλεπτο και οργίλο χαρακτήρα του. Έπαιρνε κόκκινες κάρτες ακριβώς εκεί που δεν έπρεπε, τα έκανε γυαλιά καρφιά με την ομάδα που εμβληματικά ο ίδιος ανέδειξε τελειώνοντας την καριέρα του, λίγο πριν κλείσει τα 37, στη μισητή για τον Άγιαξ Φέγενορντ, ούρλιαζε για τα συμβόλαια και τα έβαζε με τους δημοσιογράφους που του είχαν γίνει δεύτερη σάρκα-όπως και οι κακές συνήθειες.
Επίσης κανείς δεν τολμούσε σε έναν κόσμο τεστοστερόνης και πρωτοφανούς ανδροπρέπειας να αφήσει τα μαλλιά μακριά ή να βάλει άσχετο αριθμό-ένα 14-στην πορτοκαλί φανέλα. Ο,τι έκανε-από τα σκηνοθετημένα υψηλής τεχνικής γκολ μέχρι τις χορευτικές κινήσεις- τοποθετούνταν σε μια υπεπροσωπική σφαίρα που συμβολοποιούσε αυτό που σήμερα γνωρίζουμε ως “εποχή” και “σχολή” Κρόιφ. Το “ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο” που λάνσαρε με τρόπο διαφορετικό σήμαινε πως σε ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα πρέπει ισομερώς να κατανέμονται και να απλώνονται τα χρώματα, δηλαδή όλοι οι παίχτες να υπερβαίνουν τη λογική της αποστολής τους. Αν δεν υπήρχαν αυτές οι διαφοροποιήσεις, το ποδόσφαιρο σήμερα ίσως να μην ήταν καλλιτεχνικό θέαμα αξιώσεων. Θα ήταν ίσως μια φαντεζί επίδειξη ταλέντου όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Βραζιλίας, όχι όμως περφόρμανς μεγίστης δεινότητας, όπως αυτή της Ολλανδίας. Τα χρώματα του Βαν Γκογκ δεν είναι εξάλλου τα ίδια με αυτά του ηλιοβασιλέματος στο Ρίο.
Γι' αυτό και ο θάνατος του Κρόιφ σημαίνει πολλά περισσότερα από ο,τι η απώλεια ενός ποδοσφαιριστή που έβαλε τη σφραγίδα του στο παίξιμο των επιγόνων του. Πολλοί έσπευσαν, φερ'ειπείν, να πουν ότι η αλογίσια δύναμη των κινήσεων μετέδωσε στην εθνική Ολλανδίας την ζωτική ορμή που τη χαρακτηρίζει μέχριτώρα-έλεγαν οτι ο Γκούλιτ θύμιζε πολύ στο παίξιμο του Κρόιφ, όπως και ο Πέρσι που δεν ξεπέρασε ποτέ το είδωλο του. Κανείς όμως δεν κατάφερε να φτάσει την φασματική εικόνα του χορευτή, τη μαεστρία του καλλιτέχνη της μπάλας, την υψηλή τεχνική του Κρόιφ-αυτή τη γεμάτη αυτοπεποίθηση ολική εμφάνιση που τον μετέτρεψε από απλό παίχτη σε ποπ ίνδαλμα. Το ολλανδικό αποτύπωμα που άφησε στο ποδόσφαιρο ο Κρόιφ”, έγραφε ένας ποιητής όπως ο Μανόλης Αναγνωστάκης “θύμιζε την έμπνευση, τη γοητεία του απρόοπτου, τον αυθορμητισμό που γίνεται σοφία και τη σοφία που φαντάζει αυθορμητισμός, το ότι το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι το πιο μοντέρνο χορογραφικό έργο τέχνης όπως μας απέδειξαν οι νέοι Νιζίνσκι της δεκαετίας του 70”. Γι αυτό και η ακαδημία που ο ίδιος καθιέρωσε στην αναρχική γη της Καταλονίας που τόσο λάτρεψε, η περίφημη La Macia έβγαλε καλλιτέχνες της μπάλας όπως Μέσι, Τσάβι, Ινιέστα κλπ. Ειδικά ο Μέσι όταν προσπερνάει απανωτούς παίχτες και βαδίζει στον στόχο νομίζεις ότι θυμίζει κατά πολύ τον μεγάλο δάσκαλο. Δεν είναι άλλωστε μόνο σκόρερ αλλά οργανωτής, σέντερ- κάτι που έμαθε από μικρός από τον τον Ολλανδό μαέστρο. “Το ποδόσφαιρο που έπαιζε ο Κρόιφ ήταν από άλλον πλανήτη” έγραφε στην σχετική νεκρολογία-αφιέρωμα στον σπουδαίο γκολτζή η Γκάρντιαν. “Ποδόσφαιρο όπως το είχε φανταστεί ένας μάστορας της χορογραφίας σχεδιασμένης να αφαιρέσει τα περιττά και άκαιρα κομμάτια ανακατασκευάζοντας την με έναν τρόπο που δεν θα είναι μόνο αισθητικά απολαυστική αλλά φονικά και αδιευκρίνιστα αποτελεσματική”. Για να επιμείνει τελικά πως το “όραμα του Κρόιφ απλωνόταν σε όλες τις άκρες του γηπέδου”, σαν τα χρώματα σε μια τεράστια παλέτα. Ο ίδιος ο Κρόιφ εξάλλου βρισκόταν σε κάθε μέρος του γηπέδου και ήταν ικανός για τα πάντα.
Κατά τα άλλα οι υπερβολές του αντιφατικού χαρακτήρα του που δεν είχε ποτέ δεύτερα πλάνα-γι αυτό και κατάφερε να κάνει τη χειρότερη εμφάνιση της καριέρας του στον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου ενάντια στην Δυτική Γερμανία το 1974- τη στιγμή δηλαδή που το αστέρι μεσουρανούσε και που είχε εκπορθήσει τα μεγαθήρια του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Οι κακές γλώσσες-και τα εξώφυλλα των σκανδαλοθηρικών εφημερίδων-τον θέλουν παραμονή του αγώνα να επιδίδεται σε όργια δίπλα σε πισίνα με αρκετά μπουκάλια αλκοόλ και με άλλου είδους καταχρήσεις. Η γυναίκα του-η μισητή στους Ολλανδούς Ντάνι Κόστερ-δεν έμεινε ανεπηρέαστη από τα σκάνδαλα και έμεινε μαζί με τους άλλους να προσπαθεί να μαντέψει ποιοι δαίμονες φωλιάζουν στην ψυχή μιας αυτοκαταστροφικής βεντέτας όπως ο άντρας της. Βέβαια ο Κρόιφ δεν είναι Μαραντόνα και ήξερε να είναι αποτελεσματικός όποτε χρειαζόταν, όσο βέβαια του επέτρεπε ο αυθορμητισμός του. Μέχρι τέλους αυτό το αλάνι και ταυτόχρονα στυλάτος σταρ- που θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί ικανοποιητικά με τον Μακουίν-δήλωνε πως δεν μετανιώνει για τα αμαρτήματα του. Το όνομα του δεν ήταν φυσικά άγνωστο στον Μπόρχες αλλά και στους καρτουνίσιους ήρωες όπως ο μικρός Νικόλας ο οποίος απευθυνόταν στη μητέρα του με την ατάκα “Κάνε μου πάσα το αλάτι Κρόιφ”. Η εποχή της αθωότητας που μετέτρεψε το ποδόσφαιρο σε θέαμα με απαιτήσεις ανήκε απόλυτα στον Ιπτάμενο Ολλανδό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο μέγιστος αστέρας έπαψε να είναι ο ανήσυχος, ατίθασος γιος της καθαρίστριας-γι αυτό δεν χώρεσε και δεν βολεύτηκε πουθενά. Ο παράδεισος του ποδοσφαίρου στήνεται άλλωστε στον χλοοτάπητα και τις λάσπες και όχι σε μια εξωφασματική σφαίρα με λαμπερές αίθουσες και φώτα. Κι αυτός ο αλήτης, ο ιδανικός μαέστρος της άρνησης το ήξερε καλά.
σχόλια