Τo ότι ο πυγμάχος Μοχάμεντ Άλι (17/1/1942-3/6/2016) έχει επηρεάσει το σύνολο της τέχνης και της κοινωνικής ζωής στην Αμερική είναι γνωστό σε όλους. Από τις ταινίες που γυρίστηκαν για τα κατορθώματά του (όπως το Ali του Michael Mann), τα βιβλία που γράφτηκαν για ’κείνον ή από εκείνον, τους δίσκους και τα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν με θέμα τις μάχες του μέσα ή έξω από τα ρινγκ, μέχρι τις πολιτικές παρεμβάσεις του και τη χρησιμοποίησή του σε διαφόρων ειδών εκστρατείες… ένα είναι σίγουρο. Το όνομα «Μοχάμεντ Άλι» προσέφερε και θα προσφέρει πάντα θέματα προς συζήτηση.
Προσωπικά, με ενδιέφερε πάντοτε η περίπτωση τού Μοχάμεντ Άλι, όχι τόσο ως πρωτοπυγμάχος ο ίδιος των βαρέων βαρών, όσο ως ποπ φαινόμενο. Φυσικά δεν είμαι μαύρος προκειμένου να μπορέσω να αντιληφθώ τι σήμαινε ακριβώς το “I’m the greatest!”, η ιστορική φράση του που ειπώθηκε την 5/11/1963 δυόμισι μήνες πριν τη θρυλική συνάντησή του με τον Sonny Liston στο Miami Beach –ένας προσέτι συμβολισμός της Black Power σε μιαν εποχή όπου ετίθετο υπό ισχυρή αμφισβήτηση η θέση του μαύρου ως καρπαζοεισπράχτορα– γνωρίζω όμως πως ο ρόλος τού Μοχάμεντ Άλι όσον αφορά στη αυτοσυνείδηση της ράτσας υπήρξε εξέχων, όπως εκείνος του φίλου του Malcolm X ή του Martin Luther King. Όλα αυτά ενόσω ο άνθρωπος ήταν νέος, υγιής και πάλευε στα ρινγκ, γιατί όταν αρρώστησε και γέρασε, το μόνο ίσως που απέμεινε να θυμίζει το ηρωικό παρελθόν δεν ήταν τα γάντια του, αλλά η πυγμαχική ρόμπα…
Είναι γνωστή η στάση του Μοχάμεντ Άλι όσον αφορά στον πόλεμο στο Βιετνάμ, όταν αρνήθηκε να στρατευθεί (28/4/1967) λέγοντας το ιστορικό «δεν υπάρχει κανένας λόγος να χτυπηθώ με τους Βιετκόνγκ, ποτέ κανένας τους δεν με αποκάλεσε νέγρο» – μια στάση που τον έθεσε εκτός ρινγκ για τρία χρόνια, αφαιρώντας το δικαίωμά του να υπερασπιστεί τον τίτλο τού παγκόσμιου πρωταθλητή.
Ας πούμε λοιπόν πως ο Μοχάμεντ Άλι είχε ενεργή σχέση με τη δισκογραφία από πολύ νωρίς, από την εποχή που λεγόταν ακόμη Cassius Clay – πριν εισέλθει δηλαδή στο «Έθνος του Ισλάμ». Χαρακτηριστικό το άλμπουμ “I’m the Greatest!” στην Columbia από τα τέλη του ’63, ένα από τα μεγάλα μαύρα spoken word κομμάτια στην ιστορία του δίσκου.
Δεκατρία χρόνια αργότερα, το 1976, ο Μοχάμεντ Άλι επιχειρεί να «παίξει» στην μουσική βιομηχανία σ’ ένα από τα πιο παράξενα παιδικά άλμπουμ εκείνης της εποχής. Αναφερόμαστε στο “The Adventures of Ali & His Gang vs Mr. Tooth Decay” [St. John’s Fruit & Vegetable], στο οποίο συμμετείχαν ακόμη οι Frank Sinatra, Richie Havens, Ossie Davis κ.ά.
Την επόμενη χρονιά (1977) ένα ακόμη άλμπουμ αυτής της κατηγορίας –ποιάς;– φέρνει τον Μοχάμεντ Άλι στο ίδιο… έργο με τους Jimmy Carter(!), Pat Boone, Arlo Guthrie, Lily Tomlin, Hoyt Axton κ.ά. Ο τίτλος του ήταν “The Dope King’s Last Stand” [Cornucopia] κι είχε προταθεί για Grammy στην κατηγορία Best Recording for Children. Πέραν όμως από τα LP ήταν και τα 45άρια, αφού ο Άλι ηχογραφούσε και σ’ αυτή τη φόρμα από τη δεκαετία του ’60 (άκου ας πούμε το πασίγνωστο “Stand by me” από το 1966).
Εκεί πάντως όπου ο μεγάλος πυγμάχος διέπρεψε ως ποπ εικόνα ήταν στο πώς αντιμετωπίστηκε (ο ίδιος, οι πολιτικές θέσεις του, οι αγώνες πυγμαχίας που έγραψαν ιστορία) από διάφορους λευκούς και μαύρους τραγουδοποιούς. Πράγματι, εδώ, φαίνεται πως χάνεται η μπάλα, αφού ακόμη και οι Faithless έχουν κομμάτι με τίτλο το όνομά του.
Ο Μοχάμεντ Άλι δεν ήταν κάποιος ο οποίος κυνηγούσε τους αστέρες της ποπ, για να συγχρωτιστεί μαζί τους. Απεναντίας, αυτό συνέβαινε από την άλλη μεριά.
Όταν οι Beatles επισκέφθηκαν για πρώτη φορά την Αμερική δεν παρέλειψαν να κάνουν και μια στάση στη Florida, στο προπονητικό κέντρο του Άλι (ήταν 18/2/1964), προκειμένου να φωτογραφηθούν μαζί του. Οι πόζες τους στον φακό του Howard Bingham είναι πια ιστορικές.
Όμως και οι μουσουλμάνοι ηγέτες (πολιτικοί και βασιλιάδες), όπως ο Ben Bella, ο Nasser, ο Saud και ο Faisal της Σαουδικής Αραβίας, έψαχναν να βρουν τρόπο να φωτογραφηθούν με το νέο μεγάλο είδωλο, ο καθείς για τους δικούς του λόγους.
Ο Άλι, όμως, από τη μεριά του αισθανόταν απέραντη εκτίμηση για κάποιον άλλο. Για τον τραγουδιστή και τραγουδοποιό Sam Cooke (1931-1964), έναν από τους πιο συνειδητοποιημένους μαύρους μουσικούς της εποχής – υπό την έννοια ότι μαζί με τις easy, calypso και twist εγγραφές του υπηρετούσε κι ένα περισσότερο κοινωνικό τραγούδι που ανύψωνε το μαύρο ηθικό (“A change is gonna come”, “Good times” κ.λπ.), όντας προς το τέλος της ζωής του, και αυτός, κοντά στα ισλαμικά πιστεύω.
Φυσικά αποφασιστικό ρόλο στον ριζοσπαστισμό του Άλι έπαιξε η γνωριμία του με τον Malcolm X, νωρίς στα χρόνια του ’60, όπως βεβαίως κι εκείνη με τον Elijah Muhammad, τον αρχηγό του Έθνους του Ισλάμ. Μάλιστα, μετά τη σύγκρουση των δύο, που ίσως-ίσως οδήγησε τελικά στην δολοφονία του Malcolm X, τον Φεβρουάριο του ’65, ο Άλι έκλινε περισσότερο προς τη λογική της «μη βίας», που επαγγελόταν ο Muhammad, εν αντιθέσει με το «ψήφος ή σφαίρα» του Malcolm X.
Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Eldridge Cleaver από το βιβλίο του «Ψυχή στον Πάγο» [ΒΙΠΕΡ, Αθήνα 1971]:
«Οι μόνοι Νέγροι που δεν ήταν οργισμένοι (σ.σ. από τον θάνατο του Malcolm X) ήταν ελάχιστοι Μουσουλμάνοι πιστοί στον Ελιγιά Μουχάμμαντ. Ερμήνευσαν την δολοφονία του Μάλκολμ σαν θέλημα του Αλλάχ, που έπεσε πάνω στο κεφάλι του γιατί είχε ξεστρατίσει». Ας μην ξεφύγουμε όμως…
Είναι γνωστή η στάση του Μοχάμεντ Άλι όσον αφορά στον πόλεμο στο Βιετνάμ, όταν αρνήθηκε να στρατευθεί (28/4/1967) λέγοντας το ιστορικό «δεν υπάρχει κανένας λόγος να χτυπηθώ με τους Βιετκόνγκ, ποτέ κανένας τους δεν με αποκάλεσε νέγρο» – μια στάση που τον έθεσε εκτός ρινγκ για τρία χρόνια, αφαιρώντας το δικαίωμά του να υπερασπιστεί τον τίτλο τού παγκόσμιου πρωταθλητή.
Η Αμερική έψαχνε τρόπο να βγει από τον βρώμικο πόλεμο και ο Άλι μέσα στα ντράβαλα της επανόδου δίνει νομιμοποίηση στον δικτάτορα του Ζαΐρ Μομπούτου, κατατροπώνοντας στην Μάχη του Αιώνα, την περιώνυμη Rumble in the Jungle, στην Κινσάσα, τον John Foreman (30/10/1974) – που κι αυτός είχε μια μικρή παρουσία στο βινύλιο, όταν ως χριστιανός παπάς ηχογράφησε τα κηρύγματά του στα γκέτο του Χιούστον (“Thank you Jesus” το 1980).
Το Βουητό στη Ζούγκλα έγραψε ιστορία επίσης ως έξοχη ταινία ντοκιμαντέρ υπό τον τίτλο When We Were Kings (σκηνοθεσία Leon Gast), που βραβεύτηκε με Oscar το 1997. Σε DVD διατίθεται επίσης η άλλη θρυλική μονομαχία του Μοχάμεντ Άλι απέναντι στον Joe Frazier, στις Φιλιππίνες, την 1/10/1975. Η Thrilla in Manila δεν ευτύχησε όμως στον κινηματογράφο.
Είναι καθαρά χαραγμένη στη μνήμη μας η εικόνα τού χτυπημένου από τη νόσο του Πάρκινσον Μοχάμεντ Άλι, ως ο τελευταίος δρομέας της ολυμπιακής φλόγας στο στάδιο της Ατλάντα το 1996 –μια σκηνή που έβγαζε απέραντη θλίψη– όπως είναι νωπή, θέλω να πιστεύω, και η στράτευσή του στον μηχανισμό της αμερικανικής προπαγάνδας, μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου και τον πόλεμο στο Αφγανιστάν.
Ο Άλι είχε πρωταγωνιστήσει, τότε, σ’ ένα φιλμάκι που προβλήθηκε από τα ΜΜΕ του αραβικού κόσμου, επιχειρώντας να πείσει για τις καλές προθέσεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, πως οι Μουσουλμάνοι δεν ενοχοποιούνται συλλήβδην, παρά μόνον οι τρομοκράτες και τα λοιπά, και τα λοιπά…
Από τα τραγούδια που έχουν γραφτεί για τον Μοχάμεντ Άλι ίσως το κορυφαίο όλων να είναι το “Cassius Marcellus Clay” του Βραζιλιάνου Jorge Ben από το 1971. Φοβερό κομμάτι, ενταγμένο στο κλίμα της ψυχεδελικής φολκ, με θαυμάσια χρήση των εγχόρδων και ερμηνεία στο γνωστό φορτισμένο στυλ του άσσου βραζιλιάνου τραγουδοποιού.
Μια συλλογή, η “Hits And Misses: Muhammed Ali And The Ultimate Sound Of Fistfighting”, που είχε κυκλοφορήσει από τη γερμανική εταιρεία Trikont το 2003, ανθολογούσε κι άλλα ενδιαφέροντα tracks που αναφέρονταν στον Μοχάμεντ Άλι. Για παράδειγμα τα αφρικάνικα “8ième round” των Trio Madjesi από το 1976 και “Foreman Ali welcome to Kinshasa” των Orchestre G.O. Malebo από την ίδια εποχή –ασχολούνται, όπως φαίνεται και από τους τίτλους τους, με τη Μάχη του Αιώνα και την νίκη του Άλι επί του Foreman– ή το funky “Muhammad Ali” του Αμερικανού Sir Mack Rice (με δυνατό soul drive στην παράδοση της εταιρείας Hi). Περαιτέρω, από την Τζαμάικα ο Dennis Alcapone δίνει το δικό του toasting/τραγούδι εμπνευσμένο από την μονομαχία Άλι-Frazier στο Κίνγκστον, ενώ από την blues σκοπιά ο Eddie Curtis προσφέρει ένα σαλταρισμένο r&b, που θυμίζει Screaming Jay Hawkins. Χαρακτηριστικό του funky/ soul/ disco κλίματος του 1975 το “Rumble in the jungle” του Don Covay είναι αξιόλογο τραγούδι, όπως και το “Muhammad Ali” εξάλλου του διακεκριμένου jazzman Weldon J. Irvine, Jr. Ακόμη και calypso ανθολογείται στη συλλογή της Trikont, σ’ ένα δισκάκι που το αγόρασα κάποτε ένα κατοστάρικο (δραχμές) όχι μόνο για τον Μοχάμεντ Άλι, αλλά και γιατί στην άλλη πλευρά υπήρχε κομμάτι με τον τίτλο “Undemocratic Rhodesia” (μαχητικοί οι Τρινινταντινοί).
Η έκπληξη πάντως εκείνου του άλμπουμ ήταν τα τρία tracks με τους πρωτοπυγμάχους Frazier, Άλι και Foreman μπροστά από το μικρόφωνο. Ο Foreman παραληρεί στο όνομα του Ιησού Χριστού, ο Frazier «σκοτώνει» με το “Try it again”, καθώς ο Μοχάμεντ Άλι εξακολουθούσε να φωνάζει το 1976… I’m the greatest…
σχόλια