Το σώμα των 169 μεγάλων και μικρότερων διηγημάτων του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη είναι φυσικό να έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον μελετητών και αναγνωστών. Σε αυτά αποτυπώνονται τα κύρια χαρακτηριστικά και οι μεγάλες χάρες της λογοτεχνικής του ιδιοφυΐας. Είναι άδικο, ωστόσο, για τα μυθιστορήματά του («Η μετανάστις»,1879 / «Οι Έμποροι των Εθνών», 1882 / «Η Γυφτοπούλα», 1884), τις πρώτες απόπειρές του να αναμετρηθεί με τη γλώσσα, τη μυθοπλασία, την αφήγηση. Σήμερα που οι ερμηνευτικές αγκυλώσεις του παρελθόντος έχουν αμβλυνθεί, η ανάγνωση των τριών μυθιστορημάτων του επιφυλάσσει ευχάριστες εκπλήξεις και απροσδόκητες ηδονές. Το ιστορικό άνοιγμα των ιστοριών του από το 1199 έως και τον 18ο σε τόπους της Μεσογείου (που είχαν, όμως, στενή σχέση με τον ελληνισμό, όπως η Μασσαλία και η Βενετία), και δη στα νησιά του Αιγαίου, την Πελοπόννησο, τη Σμύρνη, παραπέμπουν σε μόδες της εποχής που θεράπευαν με συνέπεια οι εφημερίδες το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι., δημοσιεύοντας σε συνέχειες ρομαντικά ιστορικά μυθιστορήματα και κοσμοπολίτικα ρομάντζα γνωστών ξένων συγγραφέων. Ο Παπαδιαμάντης μεταφράζει και γράφει μυθιστορήματα και διηγήματα για εφημερίδες της εποχής («Εφημερίς», «Ακρόπολις», «Άστυ») και είναι φυσικό να διακρίνονται στα μυθιστορήματά του ρομαντικές επιρροές, του Γουόλτερ Σκοτ και του Δουμά κατά κύριο λόγο. Ωστόσο, η γοητεία των τριών μυθιστορημάτων του υπερβαίνει λογοτεχνικούς κανόνες κι επιδράσεις και συνδέεται με τις ελευθερίες και τις ιδιαιτερότητες ενός μοναχικού, εσωτερικά εξόριστου συγγραφέα (με ασυνήθιστες διαφυγές σε τόπους της φαντασίας και του ονείρου), ενός θρησκευόμενου loser με πάθη που απορροφήθηκαν σε γραπτές σελίδες, στις εκκλησίες όπου έψελνε, στα ταβερνεία όπου έπινε.
Καθώς ο σκηνοθέτης είναι και συνθέτης, αντιμετώπισε τον λόγο του Παπαδιαμάντη σαν ήχο, αξιοποιώντας την τονικότητα και τον εγγενή ρυθμό του.
Πάρτε παράδειγμα τους «Εμπόρους των Εθνών» (δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Μη Χάνεσαι» σε συνέχειες από τις 8.11.1882 ως τις 8.2.1883). Τι τίτλος είναι αυτός για μία ιστορία ανημέρευτου ερωτικού πάθους στην οποία εμπλέκονται τρεις, ο Ναξιώτης άρχοντας Ιωάννης Μούχρας, η γυναίκα του Αυγούστα και ο Βενετός ευγενής Μάρκος Σανούτος; Αντί να σηματοδοτήσει το βασικό του θέμα, ο Παπαδιαμάντης επιλέγει έναν τίτλο σχετικό με τον χρόνο και τον τόπο όπου εξελίσσεται το μυθιστόρημά του − μεταξύ Νάξου, Βενετίας, Πάτμου, την εποχή που η Βενετία, πρώτη ναυτική και οικονομική δύναμη της εποχής, επεκτείνεται προς Ανατολάς, εκμεταλλευόμενη την κατάσταση παρακμής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Προτιμά έναν τίτλο που αναφέρεται στο πολιτικο-οικονομικό περιβάλλον της ιστορίας του, υποστηρίζοντάς τον με συγκεκριμένα αποσπάσματα, σαν το ακόλουθο: «... Τι εζήτει η Βενετία πέμπουσα τους στόλους τούτους εις το Αιγαίον; Ό,τι ζητεί ο σφαγεύς παρά του θύματος, τας σάρκας αυτού, ίνα κορέση την πείναν του. Διατί αι ιδιωτικαί αύται και κεκυρωμέναι με τα σήματα του Αγίου Μάρκου επιχειρήσεις; Η Βενετία προσηγόρευεν εαυτήν Πολιτείαν και είχεν υιούς τυράννους. Τοις έδιδε το χρίσμα της και τους έπεμπεν ίνα κατακυριεύσωσι της γης. Η γενεαλογία της πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους. Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκεν την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου. Τότε και τώρα, πάντοτε η αυτή. Τότε διά της βίας, τώρα διά του δόλου... και διά της βίας. Πάντοτε αμετάβλητοι οι σχοινοβάται ούτοι, οι Αθίγγανοι, οι γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι − καλώ δε ούτω τους λεγομένους πολιτικούς».
Περνάει ο Παπαδιαμάντης στους «Εμπόρους των Εθνών» την πάντα ζωντανή διαμάχη μεταξύ ελληνορθόδοξης Ανατολής και ρωμαιοκαθολική Δύσης; Εμμέσως. Αναγνωρίζει στους Βενετούς τυχοδιώκτες, «εμπόρους» της δικής του εποχής; Μπορεί. Τα πολιτικά σχόλια, ωστόσο, που υπάρχουν, ωχριούν μπροστά στο ερωτικό δράμα των τριών προσώπων. Κυρίως του τυχοδιώκτη, γόη, άθεου και μηδενιστή Βενετού, και της Αυγούστας. Ο Σανούτος, καταχρώμενος τη φιλοξενία του Μούχρα, την κλέβει και την οδηγεί στη Βενετία. Οκτώ χρόνια μετά, ωστόσο, η Αυγούστα τον έχει εγκαταλείψει από ζήλια (για τις ελευθέριες σχέσεις του και τη φιλήδονη ζωή του) κι έχει κλειστεί σε μοναστήρι. Η στιγμή της εξομολόγησης του άσβεστου πάθους της στον πνευματικό της είναι συγκλονιστική (θυμίζει το γράμμα της Ελοΐζας στον Αβελάρδο) και προκαλεί εύλογα ερωτήματα για το πώς μπόρεσε να αποδώσει τόσο σφοδρά αισθήματα ένας «κοσμοκαλόγερος»:
«[...] Ως κατάδικος δεμένος εις τον σκόλοπα, δι' ου μέλλει να εκτελεσθή η ποινή του, είναι και η ψυχή μου δεμένη εις τον έρωτα τούτον, όστις είναι η ποινή μου εις τον νυν αιώνα και εις τον μέλλοντα. Αγαπώ εκείνον όστις κατέστρεψε την οικιακήν μου ευδαιμονίαν και κατεσπάραξε την καρδίαν του συζύγου μου, τον αγαπώ τοσούτον εμμανώς, ώστε ο έρως ούτος είναι δαιμόνιον κατοικούν εις την σάρκα μου, είναι λεγεών όλη δαιμόνων εξηπλωμένη, ως πολύπους με τους πλοκάμους του, εις τας φλέβας μου, εκμυζώσα το αίμα μου και απορροφώσα την πνοήν μου. Ουδέποτε μετενόησα διά το έγκλημά μου τούτο, πάτερ, ουδέ πιστεύω ότι είναι δυνατόν να μετανοήσω. Απορώ, πάτερ μου, πώς ο Θεός επιτρέπει να υπάρχη εν τη υπ' αυτού δημιουργηθείση φύσει αίσθημα ισχυρότερον της εις αυτόν πίστεως και θεός ανώτερος πάσης θείας παντοδυναμίας. Εις μάτην, πάτερ μου, εκτελώ παρατεταμένας νηστείας, εις μάτην κάμνω καθ' εκάστην χιλίας γονυκλισίας. Η σαρξ δεν δύναται να καταβληθή, ο έρως δεν δύναται να υποχωρήση. Τα μεν χείλη μου ψιθυρίζουσι μηχανικώς τας τυπικάς προσευχάς, ας παιδιόθεν απεστήθισα, η δε καρδία μου αντηχεί το όνομα εκείνου...»
Πρόκειται για μία υποδειγματική περίπτωση συνάντησης αφηγηματικού και μουσικού θεάτρου.
Το να μεταφερθεί στη σκηνή ένα μυθιστόρημα με περιπετειώδη πλοκή και γλώσσα τόσο πληθωρική μόνο εύκολο δεν είναι. Όταν πρωτοείδα την παράσταση του Θοδωρή Αμπαζή και της ομάδας Όπερα στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών το 2011, με είχε εντυπωσιάσει κυρίως το θαύμα της διαχείρισης της γλώσσας του Παπαδιαμάντη από την ομάδα των καλών ηθοποιών (Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Κώστας Καλλιβρετάκης, Νέστορας Κοψιδάς, Μαρία Παρασύρη, Δανάη Σαριδάκη). Τώρα που την ξαναείδα στο Σύγχρονο Θέατρο, με μικρές αλλαγές στη διανομή, μπόρεσα να διακρίνω τις ξεχωριστές ποιότητες της σκηνικής πράξης. Πρόκειται για μία υποδειγματική περίπτωση συνάντησης αφηγηματικού και μουσικού θεάτρου. Το μυθιστόρημα του Παπαδιαμάντη συμπυκνώνεται σε τέσσερα μέρη, καθένα εκ των οποίων αντιστοιχεί σε μία πράξη του έργου και σε έναν τόπο δράσης: Νάξος, Βενετία, Πάτμος, Νάξος. Στο διακριτικό βίντεο που προβάλλεται στο βάθος της σκηνής, με κυρίαρχο θέμα την ατέρμονη κίνηση της θάλασσας, κάθε που αλλάζει ο τόπος δράσης παρέχεται ως πληροφορία το βασικό γεγονός και ο μουσικός όρος που το χαρακτηρίζει: το πρώτο είναι η αρπαγή (adagio), το δεύτερο η εκδίκηση (animato), το τρίτο η εξομολόγηση (grave), το τέταρτο η επιστροφή (adagio presto).
Καθώς ο σκηνοθέτης είναι και συνθέτης, αντιμετώπισε τον λόγο του Παπαδιαμάντη σαν ήχο, αξιοποιώντας την τονικότητα και τον εγγενή ρυθμό του − ευδιάκριτο π.χ. σε προτάσεις όπως η ακόλουθη: «Το πυρ εγλωσσούτο, εσωματούτο, ενεπνέετο, εψυχούτο, ελύσσα, εφρύαττε».
Φωνηέντα και συλλαβές λειτουργούν σαν νότες. Η επιδιωκόμενη μουσικότητα της ερμηνείας οδηγεί στις μουσικές συνθέσεις που συμπληρώνουν, σε οργανική σχέση, τη σκηνική πράξη κι εκτελούν ένα βιολοντσέλο και κρουστά. Άλλα όργανα δεν χρειάζονται − τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνουν οι ηθοποιοί, ένα εντυπωσιακά δεμένο σύνολο, μέσα από το οποίο κατά στιγμές ξεχωρίζει ένα δραματικό πρόσωπο. Άλλοτε πάλι όλοι μαζί ή μικρότερα υποσύνολα ερμηνεύουν τον λόγο σαν Χορός, σε σχέσεις ομοφωνίας ή αντίστιξης, που καθορίζει ακόμη και την κίνησή τους, ανάλογα με τις απαιτήσεις της πλοκής, την ένταση και τις συγκινησιακές φορτίσεις των επεισοδίων, την αρχιτεκτονική της αφήγησης.
Το σκηνικό διαμορφώνουν έξι σκαμπό κι ένα μακρόστενο τραπέζι (με κούφια τάβλα ικανού ύψους, ώστε να γεμίζει με νερό και να φωτίζεται εσωτερικά). Μετακινώντας τα σκαμπό (άλλοτε τα έξι σε ευθεία, άλλοτε διαγωνίως ως προς τη σκηνή, άλλοτε τρία αριστερά και τρία δεξιά του τραπεζιού) και αξιοποιώντας τη δύναμη του νερού στο τραπέζι να παράγει εικόνες ποιητικής ομορφιάς, οι ηθοποιοί (Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Κώστας Βασαρδάνης, Νέστορας Κοψιδάς, Νεφέλη Μαϊστράλη, Δανάη Σαριδάκη) ενισχύουν την ήδη υψηλή εικονοποιητική δύναμη της παπαδιαμαντικής αφήγησης. Στον θίασο συμπεριλαμβάνονται ως ισότιμα μέλη οι μουσικοί Ιάκωβος Παυλόπουλος και Στέφανος Γιαννόπουλος.
Οι «Έμποροι των Εθνών» καταγράφονται στις πιο ενδιαφέρουσες σκηνικές προτάσεις των τελευταίων ετών. Αν αγαπάτε τον Παπαδιαμάντη, μην τη χάσετε.
Οι έμποροι των εθνών
Σκηνοθεσία - Μουσική: Θοδωρής Αμπαζής
Χορογραφία: Ζωή Χατζηαντωνίου
Βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου:Τίνα Τζόκα
Ερμηνεύουν: Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Κώστας Βασαρδάνης, Νέστορας Κοψιδάς, Νεφέλη Μαιστράλη, Δανάη Σαριδάκη
Σύγχρονο Θέατρο
16/2-7/1, Δευτ., Τρ.: 21:15, € 15, 12, 8, 5
Ευμολπιδών 45,Γκάζι
Τηλ : 2103464380