Ας ξεκινήσουμε με τους αριθμούς πρώτα. Η ταινία, απέφερε κέρδη κοντά στα 67 εκατομμύρια παγκοσμίως, διαθέτοντας ένα budget κοντά στα 8,5 εκατομμύρια. Στην αντίπερα όχθη, τα κέρδη του moonlight, ανέρχονται στα 28 εκατομμύρια. Ας γίνουμε πιο αναλυτικοί για το «Μια πόλη δίπλα στη θάλασσα».
Μας έγινε γνωστό, πως ο Matt Damon, είχε αρχικά προσληφθεί για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας. Μάλιστα, ο σκηνοθέτης Kenneth Lonergan και ο ηθοποιός είχαν συνεργαστεί στο παρελθόν στη ταινία Margaret. Αρχικά, ο Demon είχε αναλάβει εξ ολοκλήρου την σκηνοθεσία, αλλά λόγω επιπλοκών, ο ίδιος θα συμμετείχε ως παραγωγός και βεβαίως, ως πρωταγωνιστής. Κατ'εμέ, ήταν καθοριστική, η μη συμμετοχή του στα δρώμενα της ταινίας. Δεν θα του ταίριαζε, ένα αργό και γκρίζο δράμα σαν κι αυτό. Για να αλλάξουμε τελείως θέμα, τα γυρίσματα της ταινίας γίνανε στην Βόρεια Αμερική, σε περιοχές όπως, Beverly, Gloucester, Swampscott, Lynn, και Salem.
Ας αφήσουμε λοιπόν τα θεωρητικά στοιχεία της παραγωγής και ας εμβαθύνουμε στο ζουμί της υπόθεσης. Μία καταπληκτική δουλειά, σχεδόν άψογη, τόσο σε σκηνοθετικό – υποκριτικό πλαίσιο, όσο και σε αισθητικό. Από την πρώτη στιγμή, η πλοκή του σεναρίου κι οι μεταβολές των σεκάνς σε καλωσορίζουν στο χρώμα της ταινίας. Στο γκρίζο. Ο Lonergan, πραγματικά απέδωσε ένα έργο, δίχως υπερβολές και ουτοπίες, ποτισμένο με αξίες της καθημερινότητας. Όσοι δεν γνωρίζουν, είναι ο ίδιος σκηνοθέτης της ταινίας, Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης. Είμαι αρκετά αισόδοξος για τις μελλοντικές του παραγωγές. Περνάμε τώρα, στην ερμηνεία του Casey Affleck. Ομολογώ, πως μόλις έμαθα ότι κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάπως ξενέρωσα. Έπεσα έξω. Κανείς δεν θα μπορούσε να παίξει καλύτερα αυτόν τον ρόλο. Το τονίζω κανείς. Ίσως, ο Joaquin Phoenix. Αλλά, ας μείνουμε στην ουσία. Πρόκειτα για τον πιο σημαντικό ρόλο στην καριέρα του. Διαθέτει, κι ένα γεμάτο βιογραφικό, με ταινίες, όπως, Interstellar, Η δολοφονία του Τζέσι Τζείμς κλπ. Θεωρώ, πως οι υποκριτικές του ικανότητες είναι φανερές σε όλη την έκταση της υπόθεσης. Διαθέτει, έναν χαρακτήρα, ένα μοτίβο θα έλεγα καλύτερα που φροντίζει να το διατηρήσει μέχρι και το τέλος. Παρόλο, που σε όλη την πλοκή, είναι σιωπηλός και μουντός, δίχως κάποιον τρομερό διάλογο, πράγμα που μας υπενθυμίζει πόσο βαρύνουσα σημασία διαθέτει η μη λεκτική επικοινωνία, υπάρχει μία σκηνή που μας υποδεικνύει γιατί αποτελεί έναν από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του. Η στιγμή, που συναντά την πρώην γυναίκα του και το μωρό της, ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται την κατάσταση είναι απλά μοναδικός. Τραυλίζει, κάνει αγχωτικές σπασμωδικές κινήσεις και ο εναρμονισμός με το γεγονός ότι δεν λυγίζει μπροστά της, αντ'αυτού φεύγει, επισημαίνει ο ρεαλισμός στον κινηματογράφο είναι το σημείο καμπής μιας ταινίας. Ο άνθρωπος αυτός, έχασε ότι είχε. Δεν λυγίζει, παρά μονάχα σε μία σκηνή, όταν κλαίει στην αγκαλιά της γυναίκας του φίλου του. Απουσιάζουν τα δάκρυα, που ακόμη και την στιγμή που κλαίει δεν γίνονται αντιληπτά. Δημιουργεί με αυτόν τον τρόπο ένα είδους παθητικής συγκίνησης προκαλώντας το κοινό να κλάψει για εκείνον αλλά και για εκείνον. Το κοινό συμπονεί αλλά και ταυτίζεται με τον ρόλο αυτό.
Για να είμαι ειλικρινής, και να περάσουμε στα μελάνα σημεία της υπόθεσης, θα περίμενα μία διαφορετική, λίγο πιο κλισέ, σκηνή εκτόνωσης του βασικού πρωταγωνιστή. Ωστόσο, αυτό ήταν λιγάκι άχαρο και αποτρεπτικό διότι ο ρυθμός της ταινίας ήταν αργός, και μια σκηνή δράσης και απόγνωσης σίγουρα πρέπει να διάθετει ταχύτητα. Ένα άλλο σκηνικό, που με χάλασε αλλά παράλληλα το βρήκα εώς και αδιάφορο, ήταν οι ερμηνείες των άλλων ηθοποιών. Για παράδειγμα, η μητέρα του ανηψιού, κατείχε ένα σχετικά μικρό ρόλο. Η υποκριτική της, ήταν κάπως βαρετή και νωχελική. Θα προτιμούσα επίσης μία σκηνή με τον κοινωνικό περίγυρο της κοινωνίας, απέναντι στον βασικό πρωταγωνιστή μας κι μέσα σε αυτή τη σκηνή θα ήθελα να δω τους φίλους του πρωταγωνιστή (σκηνή με μπύρες στο υπόγειο).
Επιπρόσθετα, η φωτιά στο σπίτι και ο χαμός των παιδιών γίνανε με τρόπο που ναι μεν δεν σε καθήλωσε εκ πρώτης όψεως, αλλά σε έκανε να αισθανθείς ακόμη μεγαλύτερη συμπόνια προς το πρόσωπο του πρωταγωνιστή. Ο επίλογος σε όλα αυτά, είναι η σάλτσα που ξεχνά στο μάτι της κουζίνας, και το όνειρο που σώζει τις ζωές του πατέρα και του ανηψιού. Ένα μεγάλο μπράβο στη διεύθυνση φωτογραφίας και ενδυμασίας, που καμιά φορά ξεχνάμε την σημασία τους σε παραγωγές όπως αυτήν.
Εν κατακλείδη, η ταινία θα έπρεπε να κερδίσει το βραβείο. Διέθετε ένα σενάριο, χωρίς υπερβολές και βουτηγμένο στον ρεαλισμό, αποδεικνύοντας τον πληθωρισμό που διαθέτει η 7η τέχνη στο να διεγείρει συναισθήματα.
σχόλια