Είναι γνωστό ότι η κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων έχει ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες στην υγεία μας.
Πολλές και διάφορες έρευνες έχουν δείξει ξανά και ξανά ότι δίαιτες πλούσιες σε επεξεργασμένα τρόφιμα περιέχουν υψηλά επίπεδα προστιθέμενης ζάχαρης, νατρίου και τρανς λιπαρών και ως εκ τούτου αυξάνουν το ρίσκο εμφάνισης της παχυσαρκίας, του διαβήτη τύπου 2 και των καρδιακών παθήσεων.
Στην ουσία επεξεργασμένη είναι κάθε τροφή που έχει τροποποιηθεί σκόπιμα, είτε με το να έχει καταψυχθεί, να ζεσταθεί σε φούρνο μικροκυμάτων ή να έχει παρασκευαστεί από επεξεργασμένες πρώτες ύλες.
Μια νέα μελέτη εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο τα τρόφιμα υψηλής επεξεργασίας σχετίζονται γενικότερα με την υγεία μας. Αυτόν τον όρο τον έχουν χρησιμοποιήσει στο παρελθόν και άλλοι ερευνητές, θέλοντας να διαφοροποιήσουν τις πολλές επιλογές ανάμεσα στις επεξεργασμένες τροφές.
Σύμφωνα με την συγκεκριμένη μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο British Medical Journal οι ερευνητές καθόρισαν τα τρόφιμα υψηλής επεξεργασίας όχι βάση των χαρακτηριστικών που έχουν αλλά εκείνων που δεν έχουν.
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως τροφές που δεν είναι ανεπεξέργαστες ή ελαφρώς επεξεργασμένες θεωρούνται τα φρέσκα λαχανικά, το ρύζι, κρέας και τα αυγά, όπως επίσης και τα μη-μεταποιημένα μαγειρικά συστατικά όπως το αλάτι, η ζάχαρη ή το βούτυρο.
Το ίδιο ισχύει και για τις επεξεργασμένες τροφές όπως τα κονσερβοποιημένα λαχανικά και φρούτα με πρόσθετο αλάτι και ζάχαρη ή τα κρέατα και τυριά που διατηρούνται μέσα σε άλμη.
Ως εκ τούτου, προέκυψε ότι οι τροφές υψηλής επεξεργασίας τείνουν να είναι τα μαζικά παραγόμενα, συσκευασμένα προϊόντα, όπως: ψωμιά μαζικής παραγωγής, συσκευασμένα γλυκά και αλμυρά σνακ, σοκολάτες και παρόμοια γλυκά, αναψυκτικά και άλλα ποτά με πολλή ζάχαρη, έτοιμα κεφτεδάκια και κροκέτες κοτόπουλου ή ψαριού, στιγμιαία νουντλς και σούπες, κατεψυγμένα και έτοιμα γεύματα, προϊόντα που περιέχουν κυρίως ή εξ ολοκλήρου ζάχαρη και ανθυγιεινά λιπαρά. Υπάρχει τεράστια γκάμα βιομηχανοποιημένων τροφίμων, οπότε η διαίρεση τους σε κατηγορίες βοηθάει αρκετά.
Στην ουσία η μελέτη δεν απέδειξε ότι η κατανάλωση τροφίμων υψηλής επεξεργασίας προκαλεί καρκίνο, απλά οι άνθρωποι που ανέπτυξαν την ασθένεια ήταν πιο πιθανό σε κάποιο σημείο να κατανάλωσαν αυτά τα τρόφιμα.
«Τα τρόφιμα υψηλής επεξεργασίας, είναι εκείνα που έχουν πρόσθετο αλάτι, λίπος και ζάχαρη» λέει η Lisa Young, καθηγήτρια του τμήματος Διατροφής στο Πανεπιστήμιο του Steinhardt.
«Επιπλέον, αυτά τα τρόφιμα παρασκευάζονται συχνά από επεξεργασμένες ουσίες που εξάγονται από υδρογονωμένα και κορεσμένα έλαια, φυτικά λίπη, αλεύρια, άμυλα, ποικιλίες ζάχαρης και υπολείμματα ζωοτροφών» αναφέρει ο Ruth Kava, επικεφαλής του Αμερικάνικου Συμβουλίου Υγείας και Επιστήμης.
«Η θρεπτική τους αξία είναι περιορισμένη, έτσι ακόμα και αν γίνεται η λήψη της πρωτεΐνης καταναλώνοντας κοτόπουλο, λαμβάνεται μαζί υπερβολικές θερμίδες και ένα σωρό συστατικά που είναι εντελώς βλαβερά όπως νάτριο ή τρανς λιπαρά» και συμπληρώνει πως «τα περισσότερα κατασκευάζονται, διαφημίζονται και πωλούνται από μεγάλες εταιρίες, ως ανθεκτικά, εύγεστα και έτοιμα να καταναλωθούν αμέσως, δίνοντας τους τεράστιο εμπορικό πλεονέκτημα έναντι των φρέσκων, φθαρτών, υγιεινών τροφίμων».
Είναι βολικό; Σίγουρα. Είναι πεντανόστιμα; Μα, φυσικά. Είναι καλό να αποτελούν τα βασικά στοιχεία στη διατροφή μας; Μάλλον, όχι
Είναι ασφαλές να γνωρίζουμε πως τα επεξεργασμένα φαγητά δεν είναι καλά για μας, αλλά καλό είναι να σκεφτόμαστε ότι δεν είναι όλα εξίσου επιβλαβή.
Αρκετοί ερευνητές συστήνουν να επιλέγουμε τα λιγότερο επεξεργασμένα και με τα χαμηλότερα λιπαρά. Σε μελέτη που διεξήχθη στο Γαλλικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής έρευνας με επικεφαλής τον Dr Bernard Srour, ανέλυσαν στοιχεία από 140.980 συμμετέχοντες καθημερινά από το 2009 έως το 2017.
Διαπίστωσαν λοιπόν πως όσο αυξανόταν η ποσότητα των φαγητών υψηλής επεξεργασίας που έτρωγαν, τόσο περισσότερο αυξανόταν και ο κίνδυνος για εμφάνιση καρκίνου.
«Ωστόσο η περίπτωση εμφάνισης καρκίνου επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες πέρα από τις διατροφικές συνήθειες και χρειάζεται περισσότερη και πιο εντατική έρευνα πριν δοθούν οριστικά συμπεράσματα» λέει ο Srour.
«Στην ουσία η μελέτη δεν απέδειξε ότι η κατανάλωση τροφίμων υψηλής επεξεργασίας προκαλεί καρκίνο, απλά οι άνθρωποι που ανέπτυξαν την ασθένεια ήταν πιο πιθανό σε κάποιο σημείο να κατανάλωσαν αυτά τα τρόφιμα» και προσθέτει πως ο κόσμος δεν πρέπει να ανησυχεί γι' αυτό.
Σίγουρα είναι δύσκολο να μείνουμε εντελώς μακριά από τις επεξεργασμένες τροφές. Ειδικά αν αναλογιστούμε πόσο φτηνές και εύκολα προσβάσιμες είναι. Δεν χρειάζεται όμως να τα αποκλείσουμε εντελώς από τη διατροφή μας.
Απλώς καλό θα είναι να μην αποτελούν το βασικό στοιχείο στο διαιτολόγιό μας και να μην αντικαθιστούν τις φρέσκες, ανεπεξέργαστες τροφές, σημειώνουν οι ειδικοί.
Από την άλλη το να μαγειρεύεις πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό κάθε μέρα χρησιμοποιώντας φρέσκα υλικά, ειδικά όταν δουλεύεις και έχεις υποχρεώσεις, είναι αρκετά δύσκολο.
Έτσι, βασιζόμενοι στο σκεπτικό ότι κάποια τρόφιμα είναι πιο επεξεργασμένα και επιβλαβή από άλλα, μας δίνει την δυνατότητα να κάνουμε κάπως πιο υγιεινές επιλογές.
Ελαφρώς επεξεργασμένες τροφές όπως σνακ, κονσερβοποιημένα φρούτα, κατεψυγμένα λαχανικά, τυρί σε φέτες, τόνος σε κονσέρβα, περιέχουν και θρεπτικά συστατικά αλλά είναι και βολικά.
Επιπλέον, καλό είναι να διαβάζουμε τις ετικέτες των προϊόντων γιατί μας βοηθάει να γνωρίζουμε ποια έχουν την περισσότερη κρυμμένη ζάχαρη και αλάτι.
«Ακόμη και αν πρόκειται για προϊόντα «υψηλής επεξεργασίας», αν τα καταναλώνουμε σε μικρές ποσότητες και όχι καθημερινά τότε τα αποτελέσματα στην υγεία μας δεν είναι τόσο καταστροφικά» λέει ο Kava.
Τέλος, δεν είναι και το τέλος του κόσμου αν απολαύσουμε ορισμένες μικρές, ένοχες απολαύσεις μας. Μπορούμε πάντα να επιστρέψουμε στις πιο υγιεινές επιλογές αργότερα.
Η ιδέα του να κατηγοριοποιήσουμε όλες τις τροφές σε «καλές» και «κακές» είναι κάπως προβληματική ειδικά για εκείνους που αντιμετωπίζουν κάποια διατροφική διαταραχή. Κρατώντας λοιπόν τις ισορροπίες μπορούμε να απολαμβάνουμε όλες τις τροφές από κάθε κατηγορία άφοβα.
Το κείμενο αποτελεί απόδοση στα ελληνικά του άρθρου με τίτλο «What Are "Ultra-Processed" Foods Exactly?» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Self.