Ένα βρέφος 15 μηνών, το οποίο έγινε το σύμβολο των συνεπειών της σκληρής πολιτικής της κυβέρνησης των ΗΠΑ για το διαχωρισμό των οικογενειών των μεταναστών, δεν αναγνώρισε τους γονείς του όταν η οικογένεια επανενώθηκε στην Ονδούρα την Παρασκευή, όπως ανέφερε δακρυσμένη η μητέρα του.
Η Ανταλίθια Μοντεσίνος, είπε ότι ο γιος της Γιόχαν, είχε «υποστεί όλα όσα υποφέραμε» αφού πέρασε πέντε μήνες σε ένα κέντρο μεταναστών στην Αριζόνα καθώς χωρίστηκε από τον πατέρα του στα σύνορα του Τέξας, ο οποίος απελάθηκε.
«Έλεγα συνεχώς το όνομά του, Γιόχαν, Γιόχαν και αυτός άρχισε να κλαίει», είπε η μητέρα.
Ο Γιόχαν, όμως, εξοικειώθηκε με τους γονείς του, ο οποίος πλημμυρισμένος από φιλιά και αγκαλιές άρχισε να γελά, έξω από το κέντρο όπου ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες με τα τελικά νομικά έγγραφά του, πριν πάνε σπίτι.
Η γυναίκα είπε ότι ήταν πολύ ευτυχισμένη που πήρε ξανά πίσω το γιο της, όμως εξέφρασε το θυμό της για τον αποχωρισμό από αυτόν τόσους μήνες, εξαναγκασμένη να τον βλέπει να μεγαλώνει μέσω βίντεο.
«Δεν θα δω ποτέ το γιο μου να περπατά για πρώτη φορά ή να γιορτάζει τα πρώτα του γενέθλια. Αυτά έχασα, αυτές τις αναμνήσεις που κάθε μητέρα φυλά και λέει στα παιδιά της χρόνια αργότερα», αναφέρει η Μοντεσίνος.
Η υπόθεση του Γιοχάν προκάλεσε διεθνή κατακραυγή όταν, νωρίτερα φέτος, το Associated Press ανέφερε την εμφάνισή του σε αμερικανικό δικαστήριο.
«Ποτέ δεν περίμενα ότι θα μπορούσαν να είναι τόσο σκληροί», ανέφερε ο 37χρονος πατέρας του βρέφους, Ρολάντο Αντόνιο Μπουέσο Καστίγιο, ο οποίος προσπαθούσε να περάσει τα σύνορα σε αναζήτηση καλύτερης ζωής.
Ήταν αποφασισμένος ότι τα παιδιά του δεν θα μεγαλώσουν στην ίδια φτώχεια που αντιμετώπισε από τότε που άφησε το σχολείο στο δημοτικό για να δουλέψει πουλώντας μπουρίτο, ώστε να βοηθήσει τη μητέρα του και τα τέσσερα αδέλφια του.
Ο νεότερος αδερφός του Ρολάντο είχε εγκαταλείψει την Ονδούρα και είχε πάει στις ΗΠΑ πριν από επτά χρόνια, ζώντας μία καλή ζωή για αυτόν και την οικογένειά του.
Το ίδιο και η αδερφή του, σύμφωνα με το Associated Press. Ο μεγαλύτερος αδερφός τους σκοτώθηκε σε πυροβολισμούς στο Σαν Πέδρο Σούλα, μία από τις πιο επικίνδυνες πόλεις της Λατινικής Αμερικής.
Ο Ρολάντο, πλήρωσε έναν διακινητή 6.000 δολάρια από τα χρήματα που του είχε στείλει ο αδερφός του και με λίγα ρούχα, μία κουβερτούλα για το μωρό, λοσιόν, κρέμα, πάνες και βρεφικό γάλα ξεκίνησε για το επικίνδυνο πέρασμα στις ΗΠΑ.
Το σχέδιο ήταν η Ανταλίθια, η οποία ήταν στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης της να τους ακολουθήσει μερικούς μήνες αργότερα.
Ο πατέρας και το βρέφος έφτασαν μέχρι το Ταμπικο, στο Μεξικό, περίπου 480 χιλιόμετρα από τα σύνορα του Τέξας.
Εκεί ο διακινητής τους οδήγησε σε μία αποθήκη και τους είπε να επιβιβαστούν σε ένα φορτηγό γεμάτο από άλλους γονείς με τα παιδιά τους, από την Ονδούρα, τη Γουατεμάλα, το Ελ Σαλβαδόρ και το Περού.
Ο Ρολάντο και το Γιόχαν πέρασαν τρεις ημέρες κλειδωμένοι στο φορτηγό, όπου κουβάδες χρησιμοποιούνταν ως τουαλέτες. «Μας μετέφεραν σαν κρέατα, όμως εκείνη τη στιγμή δεν είχαμε άλλη επιλογή», είπε ο Ρολάντο.
Στην μεξικανική συνοριακή πόλη Ρεϊνόσα, επιβιβάστηκαν σε μια αυτοσχέδια σχεδία και πέρασαν στο Ρίο Γκράντε στις ΗΠΑ, όπου μετά ένας συνοριοφύλακας τους εντόπισε και τους ρώτησε πού πηγαίνουν.
Ο Ρολάντο είπε ότι η απάντησή του ήταν απλή: «Πάμε να αναζητήσουμε το Αμερικανικό όνειρο».
Ο πατέρας με το γιο του μεταφέρθηκαν σε ένα κέντρο κράτησης. Εκεί ο Ρολάντο ζητούσε επί τρεις ημέρες εάν μπορεί κάπου να κάνει μπάνιο το Γιόχαν.
Την πέμπτη ημέρα, οι μεταναστευτικοί υπάλληλοι του είπαν ότι θα τον πάνε για ανάκριση και ο ένας από αυτούς πήρε το βρέφος από τα χέρια του πατέρα του. Ήταν η τελευταία φορά που θα ήταν μαζί για τους επόμενους πέντε μήνες.
Με πληροφορίες από The Guardian