Τέσσερα χρόνια στην κυβέρνηση συμπλήρωσε αυτές τις μέρες ο ΣΥΡΙΖΑ και δεν βιάζεται καθόλου να κλείσει την κυβερνητική του θητεία, καθώς ο Αλέξης Τσίπρας εννοεί αυτό που λέει, ότι επιθυμία του είναι να μη γίνουν εκλογές πριν από τον Οκτώβριο. Το αν θα τα καταφέρει είναι άλλο θέμα, πάντως είναι βέβαιο πως θα κάνει ό,τι χρειαστεί γι' αυτό.
Μιλάμε, άλλωστε, για το κόμμα που πήρε την εξουσία επειδή θα καταργούσε τα μνημόνια και τελικά τα αποδέχθηκε κι έφερε ένα ακόμα, ολοκληρώνοντας τον κατάλογο των απαιτήσεων των δανειστών.
Προσχεδιασμένα ή όχι, ο ΣΥΡΙΖΑ στην πράξη λειτούργησε ως το μεγάλο ανάχωμα, κάτι που λίγοι αναλυτές είχαν προβλέψει το 2012. Αρκετοί, όμως, είχαν επενδύσει σε αυτό, αν λάβει κανείς υπόψη τη στήριξη που είχε από οικονομικούς παράγοντες της χώρας, όπως ο προέδρος του ΣΕΒ και άλλοι ισχυρότεροι, από τότε.
Η Άνγκελα Μέρκελ, καιρό τώρα, δεν κρύβει την ικανοποίησή της από την αλλαγή του Αλέξη Τσίπρα, την οποία παρουσιάζει ως επίτευγμα, αφού ένας πολιτικός που κατέλαβε την εξουσία ως αριστερός ριζοσπάστης ευθυγραμμίστηκε πλήρως με την πολιτική της γραμμή.
Στον τομέα της Δικαιοσύνης τα πράγματα δεν πάνε καλά, ειδικά μετά την παραίτηση του εισαγγελέα Αγγελή από την εποπτεία της Εισαγγελίας Διαφθοράς, έπειτα από δημοσιεύματα που θεωρήθηκαν ότι του ασκούσαν πιέσεις για την υπόθεση Novartis και τον ίδιο, σύμφωνα με άλλα δημοσιεύματα, να φέρεται να λέει «εγώ δεν θα πάω φυλακή».
Η Μέρκελ, παρότι ανήκει στο δεξιό χριστιανοδημοκρατικό κόμμα –στην ίδια πολιτική ομάδα με τη Νέα Δημοκρατία–, είναι γνωστό ότι προτιμά τον Αλέξη Τσίπρα ως πρωθυπουργό από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον οποίο προτιμά στη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτό εκτιμά πως διασφαλίζει ότι στην Ελλάδα δεν θα υπάρχει μια «έξαλλη» αντιπολίτευση που θα αμφισβητεί την πολιτική που έχει επιβληθεί στη χώρα, κατεβάζοντας τον κόσμο στους δρόμους.
Τρία είναι τα μεγάλα ζητήματα για τα οποία ο Έλληνας πρωθυπουργός κέρδισε τη συμπάθεια και την εύνοια της Γερμανίδας καγκελαρίου, τα οποία η ίδια πιστεύει ότι δεν θα είχε πετύχει με άλλον πρωθυπουργό. Το πρώτο ήταν το Υπερταμείο, με την εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας για 99 χρόνια που απαιτούσε πιεστικά το Βερολίνο, αλλά ο Αντώνης Σαμαράς δεν είχε αποδεχθεί. Το δεύτερο είναι το προσφυγικό, στο οποίο ο Τσίπρας δέχθηκε να διευκολύνει την Άνγκελα Μέρκελ, προσφέροντάς της σανίδα σωτηρίας. Και το τρίτο είναι το κλείσιμο του μακεδονικού ζητήματος με τα Σκόπια ώστε να μπουν στο ΝΑΤΟ, κάτι που κανένας άλλος πολιτικός δεν θα τολμούσε.
Ως αντάλλαγμα, η Γερμανίδα καγκελάριος έχει χαλαρώσει λίγο την τιμωρητική πολιτική της προς την Ελλάδα. Άλλωστε, τα νούμερα που την ενδιαφέρουν, για να παίρνουν οι δανειστές τα λεφτά τους, βγαίνουν και η χώρα παραμένει δεμένη χειροπόδαρα από τα μνημόνια που δεν καταργήθηκαν ποτέ.
Στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν επικεντρωθεί στην εξάλειψη του πολιτικού κόστους από τη Συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία διαφωνεί η πλειοψηφία των Ελλήνων. Σύμφωνα με τις έρευνες, η αντίρρηση των περισσότερων δεν είναι τόσο στην αναγνώριση με τη σύνθετη ονομασία «Βόρεια Μακεδονία», που αρκετοί θεωρούν έναν έντιμο ή αναγκαίο συμβιβασμό, αλλά στην αναγνώριση του γειτονικού λαού ως μακεδονικού, χωρίς τον αντίστοιχο επιθετικό προσδιορισμό.
Πολλά κυβερνητικά στελέχη δεν κρύβουν την αγωνία τους για την εξέλιξη του ζητήματος, καθώς, αν ο Ζόραν Ζάεφ και οι Αρχές της γειτονικής χώρας δεν τηρήσουν τη Συμφωνία, δύσκολα θα καταφέρουν, όπως λένε, να αλλάξουν το πολεμικό κλίμα που επικρατεί, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα, όπου οι πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ σχεδόν δεν μπορούν να κυκλοφορήσουν. Ακόμα και στην Αττική, όμως, τα γιουχαΐσματα κατά των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ σε δημόσιες εκδηλώσεις είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο και πολλοί έχουν ζητήσει αυξημένη προστασία.
«Ευτυχώς, ανακοινώσαμε την αύξηση του κατώτατου μισθού και αυτό θα δείτε ότι θα αποτελέσει την αρχή της αντιστροφής του κλίματος» έλεγαν αισιοδοξώντας τη Δευτέρα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Η Νέα Δημοκρατία αντέδρασε με αρκετή αμηχανία, αποδίδοντάς την σε κίνηση αντιπερισπασμού από τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Το ΚΚΕ και η ΛΑΕ θύμισαν στην κυβέρνηση τη δέσμευσή τους ότι θα επανέφεραν τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ από το 2015, αλλά τους πήρε τέσσερα χρόνια για να τον πάνε στα 650 (μεικτά), αύξηση που θα εξανεμιστεί, όπως υποστηρίζουν, από την αύξηση του αφορολόγητου και τους έμμεσους φόρους. Στελέχη του ΚΚΕ έλεγαν, μάλιστα, σκωπτικά ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να καλέσει τιμής ένεκεν και τον πρώην υπουργό Εργασίας της ΝΔ, Γ. Βρούτση, αφού τον δικό του νόμο του 2013 ενεργοποίησαν, με τον οποίο προέβλεπε την αύξηση του κατώτατου μισθού μετά από τρία χρόνια (το 2017) με υπουργική απόφαση. Ο ΣΥΡΙΖΑ τότε χαρακτήριζε τον νόμο αυτό «γαλέρα», καθώς, αντί για συλλογικές διαπραγματεύσεις, όριζε την αύξηση με υπουργική απόφαση. Σήμερα, ωστόσο, έχει ξεχάσει τη δέσμευση για επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων και ακολουθεί την πολιτική του Γ. Βρούτση, που κατήγγελλε, ενώ ο πρώην υπουργός τούς εγκαλεί σήμερα ότι μπορούσαν να αυξήσουν τον κατώτατο μισθό από το 2017!
Η Νέα Δημοκρατία, όμως, αποφεύγει να πάρει ξεκάθαρη θέση για τα ζητήματα αυτά και ενώ διακηρύσσει συνεχώς ότι θα μειώσει τους φόρους, δεν δίνει απαντήσεις για το πώς θα αντικαταστήσει τα έσοδα αυτά και κυρίως τι θα κάνει με τα επιδόματα που στηρίζονται στους φόρους.
Η ουσία είναι ότι ούτε η κυβέρνηση ούτε η αντιπολίτευση έχουν να παρουσιάσουν κάτι πέρα από ημίμετρα που δεν εντάσσονται σε συγκεκριμένο σχέδιο, την ώρα που η περίφημη ανάπτυξη σέρνεται, το χρέος μεγαλώνει (όταν μπήκαμε στα μνημόνια ήταν 172% του ΑΕΠ και τώρα είναι 180%) και ο ΟΑΕΔ καταγράφει τη μεγαλύτερη εγγεγραμμένη ανεργία όλων των ετών, με 1.116.816 δηλωμένους ανέργους.
Στον τομέα της Δικαιοσύνης τα πράγματα δεν πάνε καλά, ειδικά μετά την παραίτηση του εισαγγελέα Αγγελή από την εποπτεία της Εισαγγελίας Διαφθοράς, έπειτα από δημοσιεύματα που θεωρήθηκαν ότι του ασκούσαν πιέσεις για την υπόθεση Novartis και τον ίδιο, σύμφωνα με άλλα δημοσιεύματα, να φέρεται να λέει «εγώ δεν θα πάω φυλακή». Στοιχεία για τα δέκα πολιτικά πρόσωπα, τα ονόματα των οποίων στάλθηκαν στη Βουλή, δεν έχουν εμφανιστεί ακόμα, παρότι πριν από έναν χρόνο είχε προαναγγελθεί πως είχαν βρεθεί και θα δίνονταν άμεσα στη δημοσιότητα.
Ανησυχία στην κυβέρνηση υπάρχει και για την υπόθεση Καλογρίτσα με την Attica Bank. Εμπιστευτική έκθεση της Διεύθυνσης Εσωτερικού Ελέγχου της τράπεζας που βγήκε στη δημοσιότητα από το Euro2day.gr. αποκάλυψε ότι τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, παρά την απόφαση της τράπεζας να μην αυξήσει περαιτέρω την έκθεσή της στον όμιλό του λόγω των προβλημάτων που έχει, του έδωσε άλλα 11 εκατομμύρια ευρώ, με αποτέλεσμα στο τέλος του 2018 το συνολικό άνοιγμα να φτάνει τα 119 εκατομμύρια.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι χορηγήσεις από την Attica Bank του επιχειρηματία που διατηρεί στενές σχέσεις με στελέχη της κυβέρνησης ήταν 15 εκατομμύρια ευρώ το 2012, 49,1 εκατομμύρια στα τέλη του 2014 και μετά το 2015, μέσα σε ενάμιση χρόνο, υπερδιπλασιάστηκαν, φτάνοντας τα 108,7 εκατομμύρια.
Η Attica Bank, στην οποία η κυβέρνηση έχει τοποθετήσει ως πρόεδρο τον Παναγιώτη Ρουμελιώτη (και με την οποία είχαν σχέσεις αρκετά κυβερνητικά στελέχη με διάφορους τρόπους), είναι η μόνη τράπεζα που δανειοδοτούσε τον Καλογρίτσα, παρά τα κενά στις διασφαλίσεις, την ασυνέπεια και τα άλλα προβλήματα.
Ανησυχία υπάρχει και για τις νέες ποινικές διώξεις για σοβαρά κακουργήματα που ασκήθηκαν από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών κατά του Λαυρέντη Λαυρεντιάδη και συνεργατών του, σε συνέχεια της μηνυτήριας αναφοράς που είχε υποβάλει το 2016 η Alpha Bank. Ο Λ. Λαυρεντιάδης σχετίζεται ευθέως πλέον με τον Μανώλη Πετσίτη, πρώην οδηγό του Νίκου Παππά και συνεργάτη –με αδιαφανή ρόλο– του Μεγάρου Μαξίμου, τον οποίο ξεκίνησε επίσης να ερευνά η Δικαιοσύνη μετά τα δεκάδες δημοσιεύματα με τις αποκαλύψεις που κατακλύζουν τα ΜΜΕ εδώ και έναν μήνα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια