Ο Λευκός Οίκος εξετάζει τρόπους άμεσης ανάληψης δράσης, για τον περιορισμό της βίας από την κατοχή όπλων.
Ειδικότερα, ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, εξετάζει τρόπους για τις δυνατότητες που υπάρχουν από τους ομοσπονδιακούς κανονισμούς, αλλά και από το πλαίσιο των προεδρικών εξουσιών του, ώστε να περιορίσει την βία από την κατοχή όπλων, μετά τις τραγικές επιθέσεις στην διάρκεια του Σαββατοκύριακου.
Η εξέλιξη αυτή δρομολογείται καθώς οι σύμβουλοι του πιστεύουν πως το Κογκρέσο δεν έχει την δυνατότητα να περάσει μία δικομματική νομοθεσία που να στηρίζεται σε συμβιβασμούς, με δεδομένη την κλιμάκωση της πολιτικής αντιπαράθεσης στο πλαίσιο του προεκλογικού αγώνα για τις προεδρικές εκλογές του 2020. Αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου δήλωσαν τη Δευτέρα ότι ο Τραμπ, αλλά κι ο υπουργός Δικαιοσύνης Ουίλιαμ Μπαρ είναι «αποφασισμένοι» να αναλάβουν δράση μετά τις επιθέσεις στο Ελ Πάσο (Τέξας) και στο Ντέιτον του Οχάιο, σύμφωνα με το Politico. Η κυβέρνηση εξετάζει λύσεις «που θα φέρουν ένα πραγματικό αποτέλεσμα», καθώς είναι αντίθετη στην άποψη ότι «όλα είναι καλά», δήλωσε ένας από τους βοηθούς του προέδρου Τραμπ.
Από την πλευρά του, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει αρκετές φορές χρησιμοποιήσει τις προεδρικές του εξουσίες, ώστε να αντιμετωπίσει ζητήματα που προκάλεσαν προβλήματα στην κυβέρνησή του. Μεταξύ αυτών, και η επιδημία της βίας των όπλων.Δέκα μήνες μετά την επίθεση ενός εφήβου που σκότωσε 17 ανθρώπους στο Πάρκλαντ της Φλόριντα το 2018, η κυβέρνηση Τραμπ έπειτα από απαίτηση του προέδρου θέσπισε έναν κανονισμό απαγόρευσης εξαρτημάτων (bump stocks) τα οποία μετατρέπουν ημιαυτόματα όπλα, σε αυτόματα όπλα. Από την πλευρά της, η Εθνική Ένωση Οπλοκατοχής στις ΗΠΑ εξέφρασε την αντίθεσή της, υποστηρίζοντας ότι οι απαγορεύσεις έχουν σπανίως «προσφέρει κάτι».
Μετά την μερική διακοπή υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για τρεις εβδομάδες την προηγούμενη χρονιά, ο πρόεδρος Τραμπ γλίτωσε την άσκηση κριτικής από τους υποστηρικτές του, αφού ήρθε σε μία συμφωνία που δεν περιείχε την χρηματοδότηση του τείχους στη νότια συνοριακή γραμμή των ΗΠΑ. Προχώρησε επίσης στην κήρυξη μιας κατάστασης εθνικής έκτακτης ανάγκης, ώστε να παρακάμψει το Κογκρέσο και να ξοδέψει δισεκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή φυσικών εμποδίων διέλευσης, κατά μήκος των συνόρων μεταξύ των ΗΠΑ και του Μεξικού.
Όταν επίσης, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ εμπόδισε την προσπάθεια της κυβέρνησης Τραμπ να συμπεριλάβει μία ερώτηση για την υπηκοότητα στην απογραφή του 2020, ο πρόεδρος Τραμπ απέρριψε την απόφαση αυτή κι έδωσε οδηγίες σε ομοσπονδιακές υπηρεσίες μέσω ενός προεδρικού διατάγματος για την παράδοση πληροφοριών από τις υπηρεσίες αυτές σχετικά με την υπηκοότητα όλων των κατοίκων των ΗΠΑ. Οι ειδικές κινήσεις που βρίσκονται στο στάδιο των συζητήσεων και της επεξεργασίας δεν έχουν ακόμη ξεκαθαριστεί. Ωστόσο, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει στην διάθεσή του μία σειρά επιλογών.
Υπάρχουν ήδη οι ιδέες για την χρήση των προεδρικών εξουσιών, ώστε να επιβληθεί ένα υποχρεωτικό πλαίσιο ελέγχου στους πελάτες των πωλητών όπλων, που ξεπερνούν κάποιο ετήσιο όριο, ενώ εξετάζεται και η αύξηση των προστίμων στους κατασκευαστές που παρακάμπτουν τους κανονισμούς που υπάρχουν. Παράλληλα, εξετάζεται η δρομολόγηση ειδικών ρυθμίσεων σε όλο το πλαίσιο που αφορά στην διαδικασία της αγοράς όπλων.
Σε ένα χθεσινό διάγγελμά του, ο Τραμπ υποστήριξε την ενίσχυση της νομοθεσίας που θα επιτρέπει στους τοπικούς αξιωματούχους να αναγνωρίζουν καλύτερα τους ανθρώπους με ψυχικά προβλήματα, ώστε να απαγορεύεται η πρόσβασή τους στην αγορά ή στην κατοχή όπλων. Ωστόσο, ο ίδιος προχώρησε ακόμη περισσότερο ζητώντας αλλαγές στην υπάρχουσα κουλτούρα που «εξυμνεί την βία» στις ΗΠΑ, ενώ ζήτησε από το υπουργείο Δικαιοσύνης να δώσει προτεραιότητα στην επιβολή της θανατικής ποινής σε όσους καταδικάζονται για εγκλήματα μίσους και μαζικές δολοφονίες.
«Είναι πολύ εύκολο σήμερα για τους προβληματικούς νέους να είναι περιτριγυρισμένοι από μία κουλτούρα που εξυμνεί την βία. Πρέπει να το σταματήσουμε ή να το μειώσουμε αποτελεσματικά αυτό και πρέπει να αρχίσουμε άμεσα», είπε στο διάρκειας δέκα λεπτών προεδρικό διάγγελμά του, παραλείποντας οποιαδήποτε αναφορά στην διεξαγωγή ελέγχων μεγάλης κλίμακας για την οπλοκατοχή. Οι Δημοκρατικοί στην Βουλή των Αντιπροσώπων διχάζονται για το αν θα πρέπει το αναφερόμενο νομοθετικό σώμα να διακόψει τις καλοκαιρινές διακοπές του και τα μέλη του, να επιστρέψουν στην Ουάσινγκτον, ώστε να ψηφίσουν νομοθεσία για τον πιο αυστηρό έλεγχο της οπλοκατοχής, μετά τις μαζικές αιματηρές επιθέσεις.
Η Δημοκρατική Νάνσι Πελόζι, η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, ήταν αρχικά αντίθετη σε μια τέτοια ιδέα και στην διάρκεια μιας τηλεδιάσκεψης που έγινε με την κοινοβουλευτική της ομάδα, ενώ αργότερα άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας συνολικής επιστροφής των βουλευτών, ακόμη και μέσα στον Αύγουστο, αν αυτό κριθεί αναγκαίο.
Η Πελόζι στην διάρκεια της τηλεδιάσκεψης είπε στα μέλη της κοινοβουλευτικής της ομάδας ότι πρέπει να έχουν την προσοχή τους στραμμένη στον ηγέτη της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στην Γερουσία, Μιτς ΜακΚόνελ και στην ξεκάθαρη άρνησή του να προωθήσει τα δύο νομοσχέδια για τον έλεγχο της οπλοκατοχής που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων προηγουμένως, μέσα στο 2019.«Ο πρόεδρος κι ο Μιτς ΜακΚόνελ θα πρέπει να αισθανθούν το θυμό του κόσμου [για την κατάσταση αυτή]. Έχουμε μία χρυσή ευκαιρία να σώσουμε ζωές», τόνισε η Πελόζι στην διάρκεια της τηλεδιάσκεψης, σύμφωνα με έναν βοηθό της.
Άλλοι Δημοκρατικοί επεσήμαναν από την πλευρά τους, ότι ο ΜακΚόνελ είναι απίθανο να φέρει στην ολομέλεια της Γερουσίας νομοσχέδια που έχουν καταρτίσει και ψηφίσει οι Δημοκρατικοί, ζητώντας την ανάληψη άμεσων ενεργειών από την Βουλή των Αντιπροσώπων. Μερικοί βουλευτές, όπως ο πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιοσύνης στην Βουλή των Αντιπροσώπων, ο Τζέρι Νάντλερ, είπε πως η επιτροπή του θα πρέπει να γυρίσει στο Καπιτώλιο και να ψηφίσει επιπρόσθετα νομοσχέδια για την οπλοκατοχή, συμπεριλαμβανομένης και μίας απαγόρευσης για τα επιθετικά όπλα, όπως δήλωσαν αρκετές πηγές.
Σε μία επιστολή της προς τους Δημοκρατικούς, αργότερα χθες, η Πελόζι άφησε να εννοηθεί το ενδεχόμενο μιας πιθανής ανάληψης δράσης από την Επιτροπή Δικαιοσύνης στην διάρκεια των θερινών διακοπών «για νομοθετήματα πρόληψης της βίας των όπλων, συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας προσφυγής σε δικαστήρια, ώστε οι αμερικανικές πολιτείες να υποχρεώνονται να λάβουν δράση κατά της οπλοκατοχής [red flag bill]».
«Η Βουλή των Αντιπροσώπων είναι έτοιμη για να επιστρέψει και να ψηφίσει νομοθεσία, στην περίπτωση που η Γερουσία μας στείλει ένα τροποποιημένο δικομματικό νομοσχέδιο ή αν κάποιο άλλο νομοσχέδιο είναι έτοιμο για την προώθησή του στην ολομέλεια», έγραψε η ίδια στην επιστολή.
Ο προβληματισμός γύρω από τον τρόπο αντίδρασης της Βουλής των Αντιπροσώπων προκαλείται από τις δύο μαζικές επιθέσεις του Σαββατοκύριακου στο Ελ Πάσο του Τέξας και στο Ντέιτον του Οχάιο, με συνέπεια τον θάνατο τουλάχιστον 31 ανθρώπων, αλλά και τον τραυματισμό δεκάδων άλλων.
Ο δράστης της επίθεσης στο Τέξας φέρεται να είχε δημοσιοποιήσει ένα μανιφέστο, δηλώνοντας ότι ήθελε να στοχοποιήσει τους ισπανόφωνους, αλλά και να σταματήσει την εισβολή των μεταναστών, χρησιμοποιώντας την ίδια φρασεολογία με αυτήν που χρησιμοποίησε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τον Μάιο. Στο ίδιο μανιφέστο υπήρχε αναφορά στην επίθεση που έγινε σε ένα τζαμί στη Νέα Ζηλανδία, με συνέπεια τον θάνατο 51 ανθρώπων. Σχεδόν 24 ώρες πριν από την επίθεση 24 Δημοκρατικοί βουλευτές έκαναν περιοδεία στο Ελ Πάσο και στις δομές που υπάρχουν για τους μετανάστες στα σύνορα.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε την πιο σκληρή νομοθεσία για τον έλεγχο της οπλοκατοχής μέσα σε μία δεκαετία, συμπεριλαμβανομένου κι ενός νομοσχεδίου για τον υποχρεωτικό έλεγχο των στοιχείων των υποψηφίων αγοραστών όπλων, σχεδόν για όλα τα είδη αγορών.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ / Politico
σχόλια