Το 1977, ένα 15χρονο κορίτσι με το όνομα Britta Bergmann ξεκίνησε ένα κίνημα που μια δεκαετία αργότερα θα οδηγούσε στην πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Η Bergmann ζούσε στο Ανατολικό Βερολίνο και μια μέρα ανακάλυψε τους Sex Pistols στις σελίδες ενός νεανικού περιοδικού που είχε φέρει η μεγαλύτερη αδελφή της από την άλλη μεριά του Τείχους.
Εκστασιασμένη από την αισθητική του γκρουπ, αποφάσισε να κόψει και να κάνει «καρφιά» τα μαλλιά της και να γεμίσει με παραμάνες τα ρούχα της που προηγουμένως είχε ξεσκίσει τελετουργικά με ψαλίδι. Ακούγοντας (λαθραία) τη μουσική βρετανικών πανκ συγκροτημάτων με έντονα επαναστατικό μήνυμα (όπως οι αγαπημένοι/ες της X-Ray Spex) σύντομα απέκτησε πλήρη πανκ ταυτότητα και με το ψευδώνυμο 'Major' συγκέντρωσε πλάι της μια μικρή σκηνή πιτσιρικάδων με αντίστοιχες ανησυχίες. Γρήγορα επίσης προσέλκυσαν το ενδιαφέρον της μυστικής αστυνομίας (της περιβόητης Στάζι) που άνοιξε αμέσως φάκελο για την Bergmnann, ως «εχθρό του κράτους».
Οι Ανατολικογερμανοί πανκς που συλλαμβάνονταν εξέτιαν πολύ μεγαλύτερες ποινές από οποιαδήποτε άλλη ομάδα αντιφρονούντων ακτιβιστών στα '70s και στα '80s. Επίσης ήταν σχεδόν αδύνατο να βρουν δουλειά της προκοπής καταλήγοντας να βιοπορίζονται ως νεκροθάφτες ή μεταφορείς αποβλήτων των νοσοκομείων
Παρά τις άγριες διώξεις που θα ακολουθούσαν και τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες – δεν υπήρχαν «νόμιμοι» χώροι για να εμφανιστούν οι μπάντες, ούτε στούντιο για να ηχογραφήσουν ούτε καν φωτοτυπικά για φανζίν και flyers – το κίνημα «αυτοσχέδιων» πανκ συγκροτημάτων εξαπλώθηκε στην πόλη τα χρόνια που ακολούθησαν. Τα πιο ασφαλή μέρη για παράνομες συναυλίες ήταν κάποιες εκκλησίες και εκεί οι πανκς ηχογραφούσαν τις ζωντανές εμφανίσεις και μετά τις μοίραζαν σε κασέτες.
«Ο λόγος που το πανκ εξελίχθηκε σε τέτοιου μεγέθους απειλή για το καθεστώς είναι επειδή γρήγορα απέκτησε μια ιδιαίτερη 'ανατολική' ταυτότητα, εξηγεί ο δημοσιογράφος Tim Mohr, συγγραφέας του πρόσφατου βιβλίου με τίτλο "Burning Down the Haus: Punk Rock, Revolution, and the Fall of the Berlin Wall" και θέμα την γενναία και μυστική εκείνη πανκ σκηνή της Ανατολικής Γερμανίας.
«Όταν ξεκίνησαν να ξεφυτρώνουν πανκ μπάντες, οι στίχοι τους ήταν όλοι στα γερμανικά και μιλούσαν για τις ζωές τους. Οι βρετανικές πανκ μπάντες τραγουδούσαν για το μέλλον που δεν υπάρχει, για την ανεργία και για τις κοινωνικοοικονιμικές συνθήκες. Το πρόβλημα στην Ανατολική Γερμανία ήταν σχεδόν το αντίθετο. Οι νέοι είχαν μπόλικο και προβλέψιμο μέλλον. Δεν υπήρχε ανεργία και το μέλλον τους είχε ήδη προδιαγραφεί από το Κόμμα».
Μπάντες όπως οι Wutanfall (Ξέσπασμα), οι Planlos (Χωρίς σκοπό) και οι Namenlos (Χωρίς όνομα) έγιναν σύμβολα αντιεξουσιαστικής στάσης και στους στίχους τους επέκριναν την Στάζι και εξέφραζαν τη λαχτάρα να ανακτήσουν κάποτε τον έλεγχο των αποφάσεων για τη ζωή τους. H Jana Schlosser, τραγουδiστρια των Namelos, πήγε φυλακή για δύο ολόκληρα χρόνια επειδή σ΄ ένα τραγούδι του (γυναικείου) γκρουπ γινόταν σύγκριση ανάμεσα στην Στάζι και στα ναζιστικά Ες-Ες. Δεν ήταν η μόνη.
Οι πανκς που συλλαμβάνονταν εξέτιαν πολύ μεγαλύτερες ποινές από οποιαδήποτε άλλη ομάδα αντιφρονούντων ακτιβιστών στα '70s και στα '80s. Επίσης ήταν σχεδόν αδύνατο να βρουν δουλειά της προκοπής καταλήγοντας να βιοπορίζονται ως νεκροθάφτες ή μεταφορείς αποβλήτων των νοσοκομείων (δουλειές που οι δυτικοί ομοϊδεάτες τους θα θεωρούσαν μάλλον εξόχως «πανκ»). Η ίδια η 'Major' έμεινε πάνω από ένα χρόνο στη φυλακή.
Εκτός από τις βίαιες μεθόδους καταστολής, η Στάζι προσπαθούσε διαρκώς να στρατολογήσει – ανήλικα κυρίως – μέλη της σκηνής ως πληροφοριοδότες και καταδότες. Ο Juergen Gutjahr των Wutanfall (επιφανής μπάντα της σκηνής από τη Λειψία που άλλαζε διαρκώς μέλη λόγω συχνών φυλακίσεων, και μόνιμος στόχος της Στάζι) θυμάται στο βιβλίο την φριχτή εμπειρία του στα χέρια της Στάζι όταν ήταν 17 μόλις ετών: «Με έδεσαν, μου έβαλαν μια σακούλα στο κεφάλι και με πήγαν στο δάσος όπου με ξυλοκοπούσαν για ώρες». Δύο από τα μέλη της μπάντας του κατέληξαν να γίνουν πληροφοριοδότες. «Ήταν τόσο αποκαρδιωτική αυτή η προδοσία της εμπιστοσύνης ανάμεσά μας», λέει σήμερα. «Ακόμα και τώρα, δεν έχει επουλωθεί αυτή η πληγή».
Γύρω στα 1983, όταν αποφυλακιζόταν η πρώτη γενιά ανατολικογερμανών πανκς, είδαν τους διαδόχους τους να βγαίνουν σιγά-σιγά όλο και πιο μαζικά στους δρόμους μαζί με τους υπόλοιπους διαδηλωτές κατά του καθεστώτος. Οι φάκελοι της Στάζι που ήρθαν αργότερα στην επιφάνεια, μαρτυρούν πόσο επικίνδυνοι θεωρούνταν οι πανκς από την εξουσία.
Σύμφωνα με τα αρχεία της μυστικής αστυνομίας, ως η πιο επικίνδυνη ομάδα αντιφρονούντων για το 1988 καταγράφεται μια αναρχοπάνκ κολεκτίβα με το όνομα Church from Below, ενώ τον Ιανουάριο του 1989 μια αναφορά της Στάζι στοχοποιεί το πανκ ως το υπ' αριθμό ένα νεανικό πρόβλημα εξαιτίας του εκτεταμένου μυστικού δικτύου επικοινωνίας που είχαν καταφέρει να στήσουν οι πανκς στη χώρα.
Ακόμα και το τέλος της πανκ σκηνής της Ανατολικής Γερμανίας υπήρξε ηρωικό και εξόχως «πανκ». Όταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου στις 9 Νοεμβρίου του 1989 – ακριβώς πριν από 30 χρόνια – οι πανκς θεώρησαν ότι οι νέες συνθήκες επέβαλλαν τη ριζική αλλαγή της μουσικής και της θεματολογίας τους. Οι περισσότερες μπάντες διαλύθηκαν, καναδυό εξ αυτών εκείνη την ίδια νύχτα. Το καθήκον τους το είχαν κάνει, άλλωστε.
Με στοιχεία από το Dazed.
σχόλια