Η επιλογή των πιο σηµαντικών αρχαιολογικών ανακαλύψεων της δεκαετίας που εκπνέει σε λίγες μέρες θα µπορούσε κάλλιστα να διευρυνθεί ή και να διαφοροποιηθεί, γι' αυτό και η κατάταξή δεν έχει γίνει µε σειρά σπουδαιότητας. Αυτό θα το κάνει ο χρόνος και η μελέτη αυτών τα επόμενα χρόνια. Πάντως, είτε επρόκειτο για τυχαίο εύρημα είτε για προϊόν συστηματικής ανασκαφής, οι συγκεκριμένες ανακαλύψεις άλλαξαν εν πολλοίς το αρχαιολογικό τοπίο όπως το ξέραμε.
1
Οι Δεσμώτες του Φαλήρου
«Ήτανε πρωί ακόμη και η φορά της ορμής μας ετύλιγε με γαλανά υφάσματα αέρινα που έτριζαν από υγεία. Επηγαίναμε να ιδούμε τους περίφημους σκελετούς με τους σιδηρούς κλοιούς, τους λησμονημένους, τους οποίους η σκαπάνη ανακάλυψε στο τέρμα της λεωφόρου Συγγρού, προς τα δεξιά, εκεί παρά τη θάλασσα» έγραφε στην εφημερίδα «Έθνος» ο λογοτέχνης και δημοσιογράφος Πλ. Ροδοκανάκης τον Ιούλιο του 1915. Το μακρινό εκείνο καλοκαίρι του περασμένου αιώνα πλήθος Αθηναίων συνέρρεε στο Φάληρο για να δει έναν ομαδικό τάφο με σκελετούς δεμένους πάνω σε σανίδες με μεταλλικές πέδες. Τον τάφο με τους περίφημους Αποτυμπανισμένους είχε αποκαλύψει ο Στ. Πελεκίδης το ίδιο έτος. Επρόκειτο για ένα πολυάνδριο με άτομα που είχαν εκτελεστεί με τη μέθοδο του αποτυμπανισμού, ένα είδος βασανιστηρίου που προσομοιάζει στη σταύρωση.
Στην αρχαιότητα υπήρχαν τρεις νόμιμοι τρόποι με τον οποίο θανάτωναν τους κατάδικους στην περιοχή της Αθηνάς: η πόση κώνειου, η ρίψη σε βάραθρο και, τέλος, ο αποτυμπανισμός. Εδώ μάλλον έχουμε να κάνουμε με το τελευταίο. Σύμφωνα με τις αρχαίες πήγες και την εκτεταμένη έρευνα του Κεραμόπουλλου, οι καταδικασμένοι δένονταν με σιδερένιους κλοιούς, 5 συνολικά (δύο στα χεριά, δύο στα ποδιά κι έναν στον λαιμό), σε ξύλινες πλατιές σανίδες που ονομάζονταν «τύμπανα», οι οποίες με τη σειρά τους στερεώνονταν κάθετα στο έδαφος. Ύστερα αφήνονταν εκεί χωρίς παροχή νερού ή τροφής μέχρι να ξεψυχήσουν. Ουσιαστικά κατέρρεαν από ασφυξία, από το ίδιο τους το βάρος.
Όλα αυτά όμως ωχριούν μπροστά στους λεγόμενους «βιαιοθάνατους», είτε αιχμαλώτους είτε ποινικούς που εκτελέστηκαν με διάφορους τρόπους και τάφηκαν με ατιμωτικό τρόπο (π.χ. πρηνηδόν ή δεμένοι χειροπόδαρα). Και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας έχουν εντοπιστεί ανάλογες ταφές, αλλά πουθενά σε αυτή την πυκνότητα, γεγονός που καθιστά τη φαληρική νεκρόπολη μοναδική.
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, το 2012, ξεκινούν οι σωστικές ανασκαφές στον χώρο του παλιού ιππόδρομου, όπου επρόκειτο να ανεγερθούν η καινούργια Λυρική Σκηνή και η Εθνική Βιβλιοθήκη από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Στο τεράστιο οικόπεδο εντοπίζονται τμήματα της φαληρικής νεκρόπολης που καλύπτουν σχεδόν μια περίοδο τεσσάρων αιώνων (8ος-4ος αι. π.Χ.) με χιλιάδες ταφές διαφόρων ειδών (ενταφιασμούς, εγχυτρισμούς, πυρές, λάρνακες κ.λπ.). Τα ευρήματα είναι πολλά και σημαντικά από ένα «πολυσυλλεκτικό νεκροταφείο», όπως το χαρακτήρισε η διευθύντρια της ανασκαφής και προϊσταμένη της ΕΦΑΔΥΑΤ, δρ Στέλλα Χρυσουλάκη, που χρησιμοποιήθηκε από διάφορες κοινότητες και κοινωνικές τάξεις, σε αντίθεση με το νεκροταφείο του Κεραμεικού, όπου θάβονταν άνθρωποι από τις ανώτερες τάξεις και «παρουσιάζει μια ενότητα ευρημάτων». Όλα αυτά όμως ωχριούν μπροστά στους λεγόμενους «βιαιοθάνατους», είτε αιχμαλώτους είτε ποινικούς που εκτελέστηκαν με διάφορους τρόπους και τάφηκαν με ατιμωτικό τρόπο (π.χ. πρηνηδόν ή δεμένοι χειροπόδαρα). Και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας έχουν εντοπιστεί ανάλογες ταφές, αλλά πουθενά σε αυτή την πυκνότητα, γεγονός που καθιστά τη φαληρική νεκρόπολη μοναδική.
Το 2016 εντοπίζεται σε βάθος μόλις 2,5 μέτρων από την επιφάνεια πολυάνδριο, ομαδική ταφή 80 δεσμωτών, οι οποίοι είναι τοποθετημένοι ο ένας δίπλα στον άλλον. Ο τάφος έχει προσανατολισμό ΒΝ ακολουθώντας την αρχαία ακτογραμμή. Φαίνεται ότι είναι νέοι άνδρες 20-30 ετών (τέσσερις εξ αυτών είναι ακόμα νεότεροι), καλοζωισμένοι, με άριστη οδοντοφυΐα και εκ πρώτης όψεως χωρίς κατάγματα, ενώ είναι δεμένοι από τα χέρια με κλοιούς. Ένας μόνο είχε αιχμή βέλους καρφωμένη στον ώμο και η εξήγηση είναι πως ίσως είχε αιχμαλωτιστεί. Πιθανόν ο θάνατος επήλθε από βαρύ χτύπημα στο κεφάλι. «Ο τελευταίος νεκρός έχει δεμένα πόδια, πράγμα που ίσως συνδέει το πολυάνδριο της Εσπλανάδας (σ.σ. του τεχνητού καναλιού μέσα στο σύμπλεγμα κτιρίων του ΚΠΙΣΝ) με τους Αποτυμπανισμένους που αποκαλύφθηκαν έναν αιώνα νωρίτερα» ανέφερε σε συνέντευξή της η κ. Χρυσουλάκη. Η ανακάλυψη δύο μικρών αγγείων θαμμένων μαζί τους επέτρεψε τη χρονολόγηση της ταφής στα μέσα με τέλη του 7ου αι. π.Χ., γεγονός που υποδηλώνει ότι οι άνδρες αυτοί εκτελέστηκαν κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς τους να αποκτήσουν την πολιτική πρωτοκαθεδρία σε μια ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο στην ιστορία της Αθήνας, γεμάτη εξεγέρσεις και επαναστάσειςμεταξύ οπαδών των αριστοκρατών και επίδοξων ανατροπέων, η οποία μπορεί να συσχετιστεί, όσον αφορά το συγκεκριμένο εύρημα, είτε με το Κυλώνειον Άγος και τις ταραχές που ακολούθησαν είτε με αντίστοιχα ιστορικά γεγονότα. Το γεγονός πως δεν θάφτηκαν ατιμωτικά, όπως οι άλλοι βιαιοθάνατοι της φαληρικής νεκρόπολης, ίσως να συνδέεται με τους νομούς του Σόλωνα, σύμφωνα με τους οποίους έπρεπε να περάσουν οι υπαίτιοι του εγκλήματος από δικαστήριο, το οποίο με τη σειρά του αποφάσισε να θαφτούν οι νεκροί έξω από τα όρια της πόλης.
Όπως ήταν αναμενόμενο, το μακάβριο εύρημα προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση και μπήκε στη λίστα του περιοδικού «Archaeology» με τα 10 σπουδαιότερα ευρήματα απ' όλον τον κόσμο για το 2016.
Συμβολικά, στα θεμέλια του πολιτισμού και της τέχνης βρίσκεται πόνος και αγωνία θανάτου, έγκλημα και τιμωρία. Τα σπλάχνα της αττικής γης κράτησαν για χιλιάδες χρόνια τους βασανισμένους νεκρούς στο σκοτάδι. Τώρα ήρθε η ώρα να μας πουν την ιστορία τους.
2
Ο τάφος του Γρύπα Πολεμιστή
Στις 28 Μαΐου 2015 μια ομάδα Αμερικανών αρχαιολόγων με επικεφαλής τον καθηγητή Jack Davis του Πανεπιστημίου του Σινσινάτι και τη σύζυγό του, επίσης αρχαιολόγο, δρα Sharon Stocker, ξεκίνησε τη συστηματική ανασκαφή που διενεργεί κάθε χρόνο στη θέση Άνω Εγκλιανός στην Πύλο, στις παρυφές του μυκηναϊκού ανακτόρου του Νέστορα. Φυσικά, δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι την πρώτη κιόλας μέρα θα εντόπιζαν μέσα σε έναν ελαιώνα την ασύλητη, πλούσια κτερισμένη ταφή ενός νεαρού άνδρα που θα τους απασχολούσε τους επόμενους έξι μήνες! Από τον Μάιο ως τον Οκτώβριο ανέσκαψαν τον άθικτο σκελετό εντός του λακκοειδούς τάφου, που συνοδευόταν από πλήθος κτερισμάτων, δηλαδή ταφικών δώρων, ο αριθμός των οποίων ξεπερνούσε τα 1.400. Τα κτερίσματα του τάφου, όπλα, σκεύη, κοσμήματα και άλλα ευρήματα, ήταν κατασκευασμένα αποκλειστικά από πολύτιμα μέταλλα, ελεφαντόδοντο και ημιπολύτιμους λίθους. Δεν βρέθηκε ούτε ένα αγγείο από πηλό, κάτι πολύ συνηθισμένο σε όλες τις κοινωνίες. Ανάμεσα στα ευρήματα ξεχώρισαν τέσσερα χρυσά σφραγιστικά δαχτυλίδια και ένας σφραγιδόλιθος μινωικής προέλευσης που θα έφερνε τα πάνω κάτω στην ιστορία της τέχνης. Έκτοτε ο αριθμός των αντικειμένων που έχουν έρθει στο φως έχει ξεπεράσει τα 3.500. Η ανακάλυψη του μοναδικού αυτού ευρήματος έκανε τον γύρο του κόσμου και ενθουσίασε τη διεθνή αρχαιολογική κοινότητα.
Ο τάφος ονομάστηκε συμβατικά «Τάφος του Γρύπα Πολεμιστή» από ένα ελεφαντοστέινο πλακίδιο που απεικονίζει ένα μυθικό πλάσμα με σώμα λιονταριού και κεφάλι αρπαχτικού πτηνού, το οποίο λέγεται γρύπας. Σύμφωνα με την ανασκαφέα: «Ο γρύπας αντανακλά ένα πολύ γνωστό σύστημα εξουσίας που πλαισιώνει τον θρόνο της Πύλου, όπως και του Μίνωα της Κνωσού». Τελευταία, στη βιβλιογραφία χρησιμοποιείται το ορθότερο «Τάφος του Πολεμιστή της Πύλου». Ο τάφος χρονολογείται περίπου στο 1500-1450 π.Χ. και αποτελεί την πιο εντυπωσιακή περίπτωση επίδειξης προϊστορικού πλούτου στην ηπειρωτική Ελλάδα που έχει έρθει στο φως τα τελευταία 65 χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι δίπλα στον πολεμιστή είχαν εναποτεθεί χάλκινο σπαθί με επιχρυσωμένη ελεφαντοστέινη λαβή ‒σπάνια τεχνική που μιμείται την κεντητική‒, χρυσά σφραγιστικά δαχτυλίδια και κύπελλα, περίτεχνη χρυσή αλυσίδα, ασημένια κύπελλα ‒ορισμένα με χρυσά χείλη‒, χάλκινα αγγεία και κύπελλα, χάλκινος αμφορέας, χάλκινες πρόχοι (κανάτες), καθώς και χάλκινες λεκανίδες, περισσότεροι από 50 σφραγιδόλιθοι, πιθανόν κατασκευασμένοι στην Κρήτη με περίτεχνες παραστάσεις μινωικής τεχνοτροπίας, τεμάχια ελεφαντοστού με εγχάρακτες παραστάσεις και περισσότερες από 1.000 ψήφοι (χάντρες) από ημιπολύτιμους λίθους και χρυσό. Ο νεκρός είχε τοποθετηθεί μέσα σε ξύλινο φέρετρο. Όπλα βρέθηκαν στην αριστερή πλευρά και στο ύψος των ποδιών, κυρίως κοσμήματα στη δεξιά πλευρά και στα πόδια του χάλκινος καθρέφτης με ελεφαντοστέινη λαβή.
Ο νεκρός πολεμιστής ήταν προφανώς μια εξέχουσα προσωπικότητατης εποχής του, δηλαδή της πρώιμης μυκηναϊκής περιόδου, οπότε οι λακκοειδείς τάφοι των Μυκηνών χρησιμοποιούνταν για τον ενταφιασμό της αριστοκρατίας.
Όσο περνάει ο καιρός, η μελέτη των ευρημάτων αποκαλύπτει νεότερα στοιχεία που εντυπωσιάζουν και αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο οι αρχαιολόγοι αντιλαμβάνονται δύο μεγάλους αρχαίους πολιτισμούς, τον μινωικό και το μυκηναϊκο. Οι μελετητές εδώ και καιρό συζητούν τη φύση της σχέσης μεταξύ Μυκηναίων και Μινωιτών. Η ανακάλυψη του τάφου του Πολεμιστή της Πύλου υποδεικνύει ότι η έννοια των ανταγωνιστικών πολιτισμών μπορεί να κρύβει και μια βαθιά διασύνδεση. Γίνεται όλο και πιο πιθανό το σενάριο σύμφωνα με το οποίο η μετάβαση από τον μινωικό στον μυκηναϊκό κόσμο μπορεί να μην ήταν απότομη, να μην επετεύχθη μέσω αποικισμού ή κατάκτησης, αλλά να αποτέλεσε μια πολύ πιο περίπλοκη διαδικασία πολιτισμικής ανάμειξης και επικοινωνίας. Ο τάφος είναι κάτι περισσότερο από μια τυχαία συλλογή μυκηναϊκών και μινωικών αντικειμένων. «Εδώ η κρητική τέχνη επαναχρησιμοποιείται και επαναπροσανατολίζεται σε τοπικό πλαίσιο» αναφέρει μεταξύ άλλων ο Δ. Νακάσης, καθηγητής στο Κολοράντο. Οι συνδέσεις μεταξύ εικονογραφίας και αντικειμένων έχουν πείσει τους ανασκαφείς ότι ο Γρύπας Πολεμιστής ήταν ένας ενημερωμένος καταναλωτής αντικειμένων μινωικού στυλ και όχι ένας αδιάκριτος συλητής.
Κι ενώ η συζήτηση σχετικά με την προϊστορική Ελλάδα και τους πολιτισμούς της περνάει σε μια νέα φάση, το 2017 παρουσιάζεται ένας μικρός σφραγιδόλιθος από αχάτη με μήκος μόλις 3,4 εκ. που αφήνει άφωνους ειδικούς και μη σε όλο τον κόσμο. Απεικονίζει έναν πολεμιστή τη στιγμή που βυθίζει το ξίφος του στον λαιμό του αντιπάλου του, ενός άνδρα με οκτώσχημη ασπίδα, ενώ ένας τρίτος ξεψυχά στα πόδια του. Η σκηνή είναι γνωστή και από άλλες σφραγίδες της περιόδου, αυτό που την καθιστά μοναδική όμως είναι η τεχνοτροπία της. Πρόκειται για ένα θαύμα της μικροτεχνίας, του οποίου οι λεπτομέρειες σχεδόν δεν είναι ορατές με γυμνό μάτι. Εικάζεται ότι για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε μεγεθυντικός φακός, αν και δεν έχει βρεθεί πουθενά στον ελλαδικό χώρο τέτοιο αντικείμενο. Επίσης, η σκηνή της μάχης θυμίζει έντονα τις μάχες που περιγράφονται στα ομηρικά έπη και πιθανώς αναπαριστά ένα γεγονός που συνεισέφερε στην προφορική παράδοση που βρίσκεται πίσω από αυτά. Τέλος, ο τρόπος απόδοσης της παράστασης είναι πιο κοντά σε κλασικά πρότυπα, μόνο που χρονολογείται περίπου μία χιλιετία πριν από την ακμή της κλασικής περιόδου. Ένα και μόνο αντικείμενο αλλάζει τα δεδομένα της ιστορίας της τέχνης και αν δεν γνωρίζαμε την προέλευσή του, δεν θα το θεωρούσαμε αυθεντικό. Είναι τόσο εκτός τόπου και κυρίως χρόνου! Είναι βέβαιο ότι η περαιτέρω συντήρηση και μελέτη των ευρημάτων από τον συγκεκριμένο τάφο θα κρύβει κι άλλες εκπλήξεις και θα μας απασχολεί για πολλά χρόνια ακόμη.
3
Μετρό Θεσσαλονίκης: Ζητείται Μέση Οδός
Με αφορμή την κατασκευή του μετρό Θεσσαλονίκης οι τοπικές εφορείες αρχαιοτήτων διεξάγουν ήδη από το 2006 εκτεταμένης κλίμακας ανασκαφική έρευνα στους σταθμούς που χωροθετούνται τόσο εντός του ιστορικού κέντρου της πόλης όσο και εκτός των τειχών. Αποκαλύπτονται κατάλοιπα σε αλληλοδιαδοχή, προσφέροντας πολύτιμες πληροφορίες για την ιστορία της πόλης στο διάβα των αιώνων.
Στους δύο σταθμούς του ιστορικού κέντρου, Βενιζέλου και Αγίας Σοφίας, η αρχαιολογική έρευνα επιφύλασσε, όπως ήταν αναμενόμενο, τα πιο πλούσια και πιο εντυπωσιακά ευρήματα. Άλλωστε οι δύο σταθμοί είχαν χαρακτηριστεί ήδη από το 2004 ως υψηλού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, με άλλα λόγια η Αρχαιολογική Υπηρεσία είχε προειδοποιήσει για την ύπαρξη σημαντικών αρχαιοτήτων πριν από την έναρξη του έργου σε μια μάταιη προσπάθεια να αλλάξει η όδευση και χωροθέτηση των παραπάνω σταθμών.
Το πιο συναρπαστικό εύρημα ήταν χωρίς αμφιβολία ο μεγάλος οδικός άξονας που διέσχιζε οριζόντια το κέντρο της Θεσσαλονίκης, ο περίφημος Decumanus Maximus. Τμήματά του αποκαλύφθηκαν και στους δύο σταθμούς, μήκους 84 μ. στη Βενιζέλου, 73 μ. στην Αγίας Σοφίας (αποσπάστηκαν το 2012-13).
Η χάραξη των δρόμων κατά την ελληνιστική περίοδο, πλαισιωμένων με στοές, διατηρείται και στους ρωμαϊκούς χρόνους. Από το 2011 εντοπίζεται και ανασκάπτεται στον σταθμό του Βενιζέλου η Μέση Οδός, ένας από τους βασικότερους βυζαντινούς δρόμους της πόλης, ο οποίος διατηρήθηκε μέχρι τον 18ο αι., τουλάχιστον στο συγκεκριμένο σημείο των ανασκαφών. Η Μέση Οδός είχε εντοπιστεί ήδη από τις προηγούμενες έρευνες που είχαν γίνει στον σταθμό, ωστόσο η ανασκαφή εκείνης της περιόδου προχώρησε σε βαθύτερα στρώματα και έφερε στο φως πολύ μεγαλύτερη έκταση του δρόμου, ο οποίος διατηρείται σχεδόν σε όλες τις περιόδους με την ίδια χάραξη και το ίδιο πλάτος των 5,5μ.
Πιο συγκεκριμένα, η ανασκαφή στο συγκεκριμένο σημείο έχει φέρει στην επιφάνεια τη συμβολή των πλακόστρωτων οδών Cardo και Decumanus, χρονολογούμενων στα τέλη του 6ου - αρχές του 7ου αι. μ.Χ., όπου διακρίνονται τα ίχνη των αμαξοτροχιών και οι μεταγενέστερες επισκευές με μάρμαρο διαφορετικής προέλευσης, καθώς και τμήμα ενός μνημειακού τετράπυλου, τα κατάλοιπα ενός κτιρίου με μνημειακή είσοδο και έναν αποχετευτικό αγωγό. Γύρω από τους δρόμους εκτείνονται πυκνοδομημένα οικοδομικά τετράγωνα που συνιστούν γειτονιές της βυζαντινής αγοράς της πόλης. Καταστήματα και εργαστήρια προσανατολίζονται με ανοιχτούς προς τον δρόμο χώρους για την έκθεση των προς πώληση προϊόντων. Πληθώρα μικροαντικειμένων και κοσμημάτων, όπως επιστήθιοι σταυροί, γυάλινα και χάλκινα βραχιόλια, χάλκινα κυρίως και σπανιότερα ασημένια δαχτυλίδια, μαρτυρούν τον διαχρονικά εμπορικό χαρακτήρα της περιοχής. Μια βυζαντινή Πομπηία, όπως έχει εύστοχα χαρακτηριστεί, με πολλά ευρήματα και συνεχή δραστηριότητα από τον 4ο αι. π.Χ. ως τις μέρες μας.
Στην περίπτωση αυτή δεν έχουμε να κάνουμε με ένα ενιαίο περιγεγραμμένο κτίριο που θα κοπεί σε κομμάτια και θα συναρμολογηθεί στην ίδια θέση αλλά με ένα παλίμψηστο κατασκευών από διάφορα υλικά που είναι ουσιαστικά αδύνατο να αποσπαστεί χωρίς να καταστραφεί μέρος του ή και ολοκληρωτικά. Άλλωστε, η θέση ενός δρόμου είναι εκεί όπου χαράχτηκε αιώνες πριν και όχι σε κιβώτια με άγνωστη κατάληξη.
Από το 2013 μέχρι αυτές τις μέρες, οπότε κρίνεται και πάλι η τύχη τους, έχει ξεκινήσει ένα γαϊτανάκι ανάμεσα στην εκάστοτε κυβέρνηση, την κατασκευαστική κοινοπραξία του Μετρό και το ΥΠΠΟΑ από καθόλου αρχαία στην κατά χώραν διατήρησή τους. Το 2013 η θέση του ΥΠΠΟΑ ήταν η απόσπαση των αρχαιοτήτων και η έκθεσή τους στο στρατόπεδο Π. Μελά ή σε άλλο ανάλογο μέρος, με τη διοίκηση της Αττικό Μετρό, μαζί με τον Σ. Σιμόπουλο, να υποστηρίζει ότι «δεν υπάρχει δυνατότητα τεχνικής λύσης ενσωμάτωσης των ευρημάτων στον σταθμό Βενιζέλου». Το 2014, με δεδομένη πλέον τη δυνατότητα επαναφοράς των αρχαίων στον σταθμό μετά την παρουσίαση τεσσάρων λύσεων, η πολιτική ηγεσία αναγκάζεται να υπαναχωρήσει και το θέμα επανεξετάζεται στο ΚΑΣ. Το έργο σταμάτα λόγω οικονομικών προβλημάτων της αναδόχου εταιρείας. Το 2016 λύνονται τα ζητήματα της αναδόχου με την αλλαγή της κατασκευάστριας εταιρείας και το έργο επανεκκινεί.
Μέσα σε λίγους μήνες βρίσκεται λύση τεχνικά εφικτή για την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων. Σήμερα βρισκόμαστε πάλι στο σημείο μηδέν, εν αναμονή της απόφασης του ΚΑΣ για την απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων μετά το πέρας της κατασκευής του σταθμού. Μόνο που στην περίπτωση αυτή δεν έχουμε να κάνουμε με ένα ενιαίο περιγεγραμμένο κτίριο που θα κοπεί σε κομμάτια και θα συναρμολογηθεί στην ίδια θέση αλλά με ένα παλίμψηστο κατασκευών από διάφορα υλικά που είναι ουσιαστικά αδύνατο να αποσπαστεί χωρίς να καταστραφεί μέρος του ή και ολοκληρωτικά. Άλλωστε, η θέση ενός δρόμου είναι εκεί όπου χαράχτηκε αιώνες πριν και όχι σε κιβώτια με άγνωστη κατάληξη.
4
Το αιώνιο ζευγάρι του Διρού
Στις 12 Φεβρουαρίου 2015, δύο μέρες πριν από τον εορτασμό της Ημέρας των Ερωτευμένων, η είδηση μιας «σφιχτής αγκαλιάς» έκανε τον γύρο του κόσμου. Η διπλή αδιατάρακτη ταφή νεαρών ενηλίκων, άνδρα και γυναίκας, σε στάση εναγκαλισμού, που χρονολογείται στο 3800 π.Χ., βρέθηκε στη θέση Ξαγκουνάκι, έναν φυσικό λόφο περίπου 200 μέτρα από το σπήλαιο Αλεπότρυπα, στο πλαίσιο του πενταετούς Ανασκαφικού και Μελετητικού Έργου Διρού. Το πρόγραμμα πραγματοποιήθηκε υπό τη διεύθυνση του επίτιμου εφόρου αρχαιοτήτων δρος Γ.Α. Παπαθανασόπουλου, από διεπιστημονική ομάδα της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας, σε συνεργασία με Έλληνες και ξένους επιστήμονες, υπό την εποπτεία των αρμόδιων εφορειών αρχαιοτήτων. «Οι διπλές ταφές σε στάση εναγκαλισμού είναι εξαιρετικά σπάνιες και αυτή του Διρού αποτελεί μία από τις αρχαιότερες του κόσμου, αν όχι την αρχαιότερη μέχρι σήμερα» είχε πληροφορήσει τότε το ΥΠΠΟΑ σχετικά με το εύρημα που βγήκε από τα σπλάχνα της γης το καλοκαίρι του 2013, αλλά έγινε γνωστό λίγες μέρες μετά τα αποτελέσματα της πιστοποίησης του φύλου των δύο αγκαλιασμένων.
5
Δασκαλιό Κέρου: Ένα πρώιμο αστικό κέντρο
Κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2018 πραγματοποιήθηκε η τέταρτη και τελευταία περίοδος έρευνας πεδίου στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «Θαλάσσιοι δρόμοι Κέρου-Νάξου», το οποίο υλοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ υπό την αιγίδα της Βρετανικής Σχολής Αθηνών και την εποπτεία της ΕΦΑ Κυκλάδων. Το τετραετές πρόγραμμα αποτελεί συνέχεια των ανασκαφών που διεξήχθησαν με μεγάλα διαλείμματα από το 1963 ως και το 2008 από διάφορους φορείς, με προεξάρχοντες τον καθηγητή Colin Renfrew του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ και τον καθηγητή Χρ. Ντούμα. Κατά την έρευνα της θέσης είχαν εντοπιστεί μεγάλες ποσότητες θραυσμένων μαρμάρινων ειδωλίων και αγγείων, οι οποίες είχαν τελετουργικά εναποτεθεί σε δύο ειδικούς αποθέτες σε χρονικό βάθος περίπου πεντακοσίων ετών (2750-2240 π.Χ.), σηματοδοτώντας, σύμφωνα με τον Colin Renfrew, «το παλιότερο θαλάσσιο ιερό στον κόσμο». Ορισμένα από τα γλυπτά είχαν αρχικό ύψος έως ένα μέτρο, ενώ, σύμφωνα με την ίδια ερμηνεία, το υλικό είχε σπάσει σκοπίμως σε κομμάτια σε άλλα νησιά του κυκλαδικού αρχιπελάγους και στη συνέχεια είχε μεταφερθεί στον κάβο για εναπόθεση με μια σειρά τελετουργικών δρώμενων.
Στο δυτικότερο ακρωτήρι της Κέρου (που πλέον αποτελεί ένα μικρό νησάκι λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας), ακριβώς δίπλα στο προϊστορικό ιερό, βρίσκεται ο οικισμός του Δασκαλιού. Οι νέες ανασκαφές έφεραν στο φως πλήθος επιβλητικών και πυκνά δομημένων κατασκευών, πολύ πιο εντυπωσιακών απ' ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα, αποδεικνύοντας πως πρόκειται για μία από τις πιο σημαντικές θέσεις στο Αιγαίο της πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3η χιλιετία π.Χ.). Τα νέα ευρήματα δείχνουν ότι το Δασκαλιό καλυπτόταν σχεδόν εξ ολοκλήρου με μοναδικά μνημειακά οικοδομήματα, χτισμένα με πέτρα φερμένη από τη Νάξο, παρά την απόσταση των περίπου 10 χιλιομέτρων που χωρίζει τα δύο νησιά.
Το Δασκαλιό έχει φυσικό πυραμιδοειδές σχήμα που οι εξειδικευμένοι τεχνίτες της εποχής ανέδειξαν ακόμα περισσότερο κατασκευάζοντας επάλληλες σειρές από ογκώδεις αναλημματικούς τοίχους. Στις επίπεδες αναβαθμίδες που σχηματίζονταν ανάμεσα στους τοίχους οι χτίστες χρησιμοποίησαν τη ναξιώτικη πέτρα για να δημιουργήσουν εντυπωσιακές, λαμπρές κατασκευές. Το νησί ήταν χτισμένο απ' άκρη σ' άκρη, δίνοντας την εντύπωση ενός ενιαίου μεγαλειώδους μνημείου που αναδύεται από τη θάλασσα. Το οικιστικό αυτό συγκρότημα είναι έως σήμερα το μεγαλύτερο γνωστό στις Κυκλάδες από την εποχή εκείνη. Τα παραπάνω φαίνεται να υποδηλώνουν την ύπαρξη ενός εξειδικευμένου αρχιτέκτονα καθώς και ενός κεντρικού μηχανισμού σχεδιασμού και εκτέλεσης ενός οικοδομικού προγράμματος το οποίο θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με εκείνο της Κνωσού στην Κρήτη κατά την ίδια περίοδο.
Επιπλέον, βρέθηκαν ενδείξεις για σημαντική μεταλλουργική δραστηριότητα (ήλθαν στο φως εργαστήρια μεταλλοτεχνίας, καθώς και συναφή αντικείμενα, όπως ένας χάλκινος πέλεκυς και μια μήτρα για την κατασκευή χάλκινων μαχαιριών) και το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι στο νησί δεν υπάρχουν αποθέματα χαλκού και την πρώτη ύλη την εισήγαγαν είτε από τις δυτικές Κυκλάδες είτε από το Λαύριο. Ο δρ Michael Boyd, συνδιευθυντής της ανασκαφής, επισημαίνει ότι σε μια εποχή κατά την οποία η τεχνογνωσία και η πρόσβαση σε πρώτες ύλες ήταν περιορισμένες φαίνεται πως το Δασκαλιό αποτελούσε κέντρο μεταλλουργικής εξειδίκευσης. Και συμπληρώνει ότι ουσιαστικά παρατηρούνται οι αρχές της αστικοποίησης: α) συγκεντρωτισμός, δηλαδή η συμμετοχή απομακρυσμένων κοινοτήτων σε δίκτυα με έδρα αυτήν τη θέση, β) εντατικοποίηση της βιοτεχνίας και της γεωργικής παραγωγής, γ) επιβλητικότητα στην αρχιτεκτονική και δ) σταδιακή υπαγωγή των τελετουργικών πτυχών του ιερού στο ευρύτερο πλαίσιο λειτουργίας της θέσης. Όλα αυτά μαρτυρούν διεργασίες κοινωνικών αλλαγών, από την παλαιότερη περίοδο, όταν οι δραστηριότητες επικεντρώνονταν σε τελετουργικές πρακτικές στην Κέρο, μέχρι την αυξανόμενη ισχύ του Δασκαλιού τα επόμενα χρόνια. Τα δύο μικροσκοπικά αυτά νησιά σε μια πολύ πρώιμη περίοδο του αιγαιακού πολιτισμού αποτέλεσαν κέντρα ανάπτυξης και εξωστρέφειας στις Κυκλάδες.
6
Αμφίπολη και amphipolitics
Αναμφισβήτητα το εύρημα που τράβηξε περισσότερο την προσοχή του κόσμου, χωρίς απαραίτητα να είναι και το πιο σημαντικό τη δεκαετία που μας πέρασε, ήταν η ανασκαφή του τάφου στον τύμβο Καστά στην Αμφίπολη, στην ανατολική Μακεδονία. «Η πόλη ιδρύθηκε το 438/7 π.Χ., η περιοχή όμως είχε κατοικηθεί ήδη από την προϊστορική εποχή... Την εποχή των Μακεδόνων η Αμφίπολη αναδείχτηκε σε ισχυρή πόλη του μακεδονικού βασιλείου με εσωτερική αυτονομία και σημαντική οικονομική και πολιτιστική άνθηση...
Η ρωμαϊκή εποχή είναι για την Αμφίπολη περίοδος ακμής μέσα στο πλαίσιο της κοσμοκρατορίας των Ρωμαίων. Γνωρίζει, βέβαια, καταστροφές και λεηλασίες, αλλά με την υποστήριξη και των Ρωμαίων αυτοκρατόρων παραμένει ένα από τα σημαντικά αστικά κέντρα της Μακεδονίας ως την ύστερη αρχαιότητα. Η ακμή της πόλης αντικατοπτρίζεται στα μνημειακά κτίρια με τα ψηφιδωτά δάπεδα και τις τοιχογραφίες αλλά και στα αρχαιολογικά ευρήματα που οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως» διαβάζουμε στον επίσημο ιστότοπο του ΥΠΠΟΑ με την ονομασία «Οδυσσεύς». Πουθενά δεν γίνεται λόγος για τον περίφημο τάφο που δημιούργησε πανελλήνια αναταραχή το καλοκαίρι του 2014.
Εκείνο τον Αύγουστο παρακολουθήσαμε από τηλεοράσεως μια ανασκαφή σε ζωντανή σύνδεση, οδηγούμενοι από θάλαμο σε θάλαμο σε ένα αρχαιολογικό whodunit για να βρούμε ποιος ήταν ο περίφημος «ένοικος του τάφου». Τα επιτόπια ρεπορτάζ με μακρινά πλάνα από τον τύμβο μονοπωλούσαν τα κεντρικά δελτία ειδήσεων των καναλιών και οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές με τηλεοπτικούς όρους. Η ανασκαφή ενός τόσο σύνθετου και συνάμα προβληματικού μνημείου, η διεξαγωγή της οποίας θα απαιτούσε τη συνεργασία μιας διεπιστημονικής ομάδας μέσω και της εφαρμογής πλήθους αρχαιομετρικών αναλύσεων για κάποια χρόνια, ολοκληρώθηκε σε λίγες ημέρες από το συνεργείο της τοπικής εφορείας με διευθύνουσα την Κ. Περιστέρη.
«Είμαστε μπροστά σε ένα εξαιρετικά σημαντικό εύρημα» είχε πει ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς στην επιτόπια επίσκεψή του στον λόφο του Καστά, στρέφοντας το παγκόσμιο ενδιαφέρον των αρχαιολόγων ‒και όχι μόνο‒ στην Αμφίπολη. Ο «τέλειος κύκλος» του λόφου Καστά, ο Λέων της Αμφίπολης, οι Σφίγγες, οι ολόσωμες Καρυάτιδες, το ψηφιδωτό της Περσεφόνης, ο υπόγειος θάλαμος και, τέλος, η εύρεση του σκελετού ή, μάλλον, τμημάτων σκελετών που ανήκουν σε τέσσερα διαφορετικά άτομα γέμισαν τις σελίδες αυτού του αρχαιολογικού θρίλερ που κρατά αρκετά χρόνια μετά αμείωτο το ενδιαφέρον του κόσμου.
Η χρονολόγηση του μνημείου, δεδομένου ότι το όλο κόστος της κατασκευής του δεν θα μπορούσε να χορηγηθεί από ιδιώτη, βρέθηκε στο επίκεντρο της διαμάχης. Αφού, λοιπόν, το μνημείο δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ιδιωτικό και αφού φέρει μια σειρά από μοναδικά χαρακτηριστικά, δημιουργήθηκε μια σειρά από ερμηνευτικά ερωτήματα αλλά και μη αρχαιολογικά προβλήματα. Η χρονολογική επιχειρηματολογία ήταν το πεδίο όπου το μνημείο θα μπορούσε να αμφισβητηθεί. Εδώ συνήθως το πρόβλημα ήταν πως πολλές εκτιμήσεις για τον Καστά κατηγορήθηκαν ότι κατά κανόνα είχαν πολιτικό (εν όψει προεδρικών και εθνικών εκλογών) ή ανταγωνιστικό χαρακτήρα, αλλά και ο αντίλογος συχνά τόνισε ότι η επιστημονική τεκμηρίωση συχνά δεν ήταν αυτή που έπρεπε.
Το περίφημο βοτσαλωτό ψηφιδωτό της Αρπαγής της Κόρης / Περσεφόνης στον μερικώς τυμβοποιημένο λόφο Κάστα έκανε τον γύρο του κόσμου εν μια νυκτί και θεωρήθηκε καταλυτικό στοιχείο για τη χρονολόγηση ολόκληρου του μνημείου. Οι πρώτες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για έργο του 325-300 π.Χ. ή το αργότερο στο μεταίχμιο του 4ου με τον 3ο αιώνα π.Χ. Σε γενικές γραμμές, πάντως, η χρονολόγηση στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. έχει γίνει αποδεκτή ακόμα και από τους επικριτές της ανασκαφής. Σε πρόσφατη δημοσίευση σημειώνεται ότι «σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να τονίσουμε πως, πέρα από τα καλλιτεχνικά στοιχεία, οφείλουν απαραίτητα να συνυπολογιστούν και τα αρχιτεκτονικά».
Η ανακάλυψη του μνημείου έγινε σε μια περίοδο κατά την οποία το μακεδονικό ζήτημα ήταν κυρίαρχο στην εθνική ατζέντα.
7
Πήλινη πλάκα με στίχους του Ομήρου
«Κι απ' το λιμάνι πήρε αυτός βουνήσιο μονοπάτι
σε δάσια μέσα, που η θεά του το' χε πη πως ζούσε
ο πάγκαλος χοιροβοσκός που νοιάζουνταν το βιός του
πιότερο απ' όλους που ο τρανός Δυσσέας είχε δικούς του».
Μετάφραση Αργύρη Εφταλιώτη
Κατά τη διεξαγωγή της επιφανειακής-γεωαρχαιολογικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε σε θέσεις γύρω από το ιερό της αρχαίας Ολυμπίας υπό τη διεύθυνση της δρος Ερωφίλης-Ίριδας Κόλλια, προϊσταμένης της ΕΦΑ Ηλείας, σε συνεργασία με το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και διάφορα γερμανικά πανεπιστήμια, εντοπίστηκε και συνελέγη τον Ιούλιο του 2018 ένα ιδιαιτέρως σημαντικό εύρημα.
«Συγκεκριμένα, σε θέση παρακείμενη του ιερού της Ολυμπίας με κατάλοιπα της ρωμαϊκής εποχής βρέθηκε πήλινη πλάκα με εγχάρακτη επιγραφή. Μετά την πρόσφατη ολοκλήρωση της συντήρησής της, διαπιστώθηκε ότι διασώζει 13 στίχους από τη ραψωδία ξ της Οδύσσειας (ομιλία του Οδυσσέα στον Εύμαιο) και, σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση, μπορεί να χρονολογηθεί στη ρωμαϊκή εποχή και πιθανώς πριν από τον 3ο αι. μ.Χ.» ανέφερε το δελτίο Τύπου που εξέδωσε το ΥΠΠΟΑ.
Λίγο αργότερα η ομάδα που συστάθηκε για τη μελέτη του ευρήματος δήλωνε ότι «με τα μέχρι στιγμής δεδομένα είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται απόσπασμα της Οδύσσειας σε πήλινη πλάκα, ενώ η ερευνητική ομάδα διερευνά το ενδεχόμενο να πρόκειται για το παλαιότερο κείμενο ομηρικών επών που έχει βρεθεί στον ελληνικό χώρο (πλην οστράκων με 1-2 στίχους)», χωρίς να παραλείψει να τονίσει, πάντως, την επιφύλαξή της γι' αυτές τις πρώτες εκτιμήσεις έως την τελική δημοσίευση της επιγραφής. Σύμφωνα με την κ. Κόλλια, η πλάκα χρησιμοποιήθηκε ως οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση και αρχικά θα είχε γραφτεί για κάποιον γαιοκτήμονα της περιοχής που θεωρούσε τον εαυτό του έναν Οδυσσέα της εποχής του.
Οι επιφυλάξεις της ομάδας δεν εμπόδισαν το έγκυρο περιοδικό «Archaeology» να συμπεριλάβει την πλάκα στη λίστα με τα 10 πιο σημαντικά ευρήματα του 2018 παγκοσμίως. Σε κάθε περίπτωση, πέραν της μοναδικότητάς του, το συγκεκριμένο εύρημα αποτελεί ένα σπουδαίο αρχαιολογικό, επιγραφικό, φιλολογικό και ιστορικό τεκμήριο.
8
ΝΕΙΚΩ: Μια δαιμονισμένη αρχόντισσα
Η Σίκινος, ένας «άσημος τόπος» κατά τον Σόλωνα, «άγριο, απομονωμένο, ανεμοδαρμένο μέρος», κατά τους ξένους περιηγητές του 19ου αιώνα, είναι ένα μικρό νησί των Κυκλάδων. Κι όμως, σε αυτό το φτωχό, απομονωμένο νησί, στο οποίο, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, ζουν μόλις 260 άνθρωποι, υπάρχει ένα μοναδικό στον ελλαδικό χώρο μνημείο: η Επισκοπή Σικίνου. Πρόκειται για ένα καλοδιατηρημένο ναόμορφο εν παραστάσι μαυσωλείο της όψιμης αρχαιότητας με υπόγειες θολωτές κρύπτες, που αργότερα, με την προσθήκη ημικυκλικής κόγχης, μετατράπηκε σε τρουλλαίο βυζαντινό ναό αφιερωμένο στην Παναγιά. Διακρίνεται για την ιδιαίτερη αρχαιολογική, ιστορική και αρχιτεκτονική του αξία, καθώς διατηρεί αναγνώσιμα τα βασικά αρχικά μορφολογικά και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά του και ευδιάκριτα τα στοιχεία που το μετέτρεψαν σε χριστιανικό ναό, μαρτυρώντας με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τη μακραίωνη ιστορία του τόπου.
Κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης του μνημείου, καθώς ήταν υπό κατάρρευση και κλειστό για το κοινό για πολλά χρόνια, το καλοκαίρι του 2018 ήρθε στο φως ασύλητη ταφή γυναίκας που χρονολογείται λίγο πριν ή μετά το 200 μ.Χ. Ο κιβωτιόσχημος τάφος ήταν κρυμμένος τόσο καλά σε τυφλό σημείο των υπογείων του μνημείου, που διέφυγε την προσοχή των τυμβωρύχων και επέζησε των τουλάχιστον τριών εκτεταμένων παρεμβάσεων του 8ου αι., του 14ου αι. και του 17ου αι. μ.Χ. Από καθαρή σύμπτωση ξέφυγε από τους αρχαιολόγους το 2016, όταν ξαναχτίστηκε όλη η ανατολική πλευρά που είχε γκρεμιστεί, για λίγα μόλις εκατοστά.
Από τον τάφο περισυνελέγησαν χρυσά περικάρπια, δαχτυλίδια, περιδέραιο, μία πόρπη με ανάγλυφο καμέο και μια οστέινη γραφίδα μαζί με γυάλινα και μεταλλικά αγγεία, άλλα μικροευρήματα, καθώς και οργανικά σπαράγματα της ενδυμασίας της νεκρής. Οι πρώτες εκτιμήσεις είχαν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το εντυπωσιακό μαυσωλείο ανεγέρθηκε για να στεγάσει τον τάφο αυτής της γυναίκας, ενώ ειδικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η συσχέτιση με άγνωστο μέχρι σήμερα έμμετρο ταφικό επίγραμμα από το μνημείο που παραδίδει το γυναικείο όνομα Νεικώ. Οι εκπλήξεις, όμως, δεν σταματούν εδώ. Περαιτέρω μελέτη των ευρημάτων αλλά και της στάσης της νεκρής οδήγησε τους αρχαιολόγους στο συμπέρασμα ότι η «αρχόντισσα της Σικίνου», όπως έγινε γνωστή, ήταν μια περίπτωση «δαιμονισμένης». Το ερμητικό σφράγισμα του τάφου δεν έγινε ως μέτρο προφύλαξης από τους τυμβωρύχους αλλά μάλλον συναρτάται με ευρήματα που προδίδουν έναν τελετουργικό αποκλίνοντα ενταφιασμό για τη νεκρή.
Η ιδιαίτερη κατάσταση διατήρησης του σκελετού, ένα κομμάτι θειάφι και μια μάζα ορυκτής πίσσας («θείον και άσφαλτον» στα αρχαία κείμενα), τα οποία είχαν τοποθετηθεί επάνω στα στήθη της, μαρτυρούν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια περίπτωση νεκροφοβικού εξορκισμού. Είναι πολύ πιθανό να είχε θεωρηθεί δαιμονισμένη, κάτι που θα εξηγούσε γιατί δεν βρέθηκε στις κανονικές κρύπτες που βρίσκονταν στο υπόγειο του μνημείου αλλά στο διπλό τοίχωμα που είχαν φτιάξει σε σημείο του κτιρίου, ανάμεσα σε δύο τοίχους. Ήταν, άραγε, ο φόβος της δεισιδαιμονίας για την κατάσταση της άτυχης γυναίκας που οδήγησε στον ερμητικό εντοιχισμό της σορού της; Πιθανόν η βιοαρχαιολογική εξέταση των οστών να αποκαλύψει από τι έπασχε ώστε να τύχει της ειδικής αυτής μεταχείρισης μετά θάνατον. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ήταν σίγουρα η αγάπη που έκανε τους οικείους της να την υμνήσουν στο επίγραμμα και να μεταθέσουν τη μνήμη από το καλά κρυμμένο σώμα της στο περικαλλές μαυσωλείο της Σικίνου.
9
Ευρήματα από ξύλο
Το φθινόπωρο του 2011 εντοπίστηκε ένα ξύλινο ειδώλιο στο ιερό της Αρτέμιδος στη Βραυρώνα κατά τις εργασίες κατασκευής αποστραγγιστικού φρέατος στον αρχαιολογικό χώρο. Πρόκειται για μια πεπλοφόρο γυναικεία μορφή του α' μισού του 5ου αι. π.Χ. με σάκο στο κεφάλι και περίτεχνη βοστρυχωτή κόμμωση που διατηρεί ακόμα τα χαρακτηριστικά της αλλά και ίχνη ερυθρού χρώματος πάνω στο ξύλο. Μαζί αποκαλύφθηκαν και δύο ξύλινα καττύματα (σόλες) από υποδήματα, στα οποία διασώζεται η περίτεχνη διακόσμησή τους από εγχάρακτα μοτίβα. Στον ίδιο αποθέτη βρέθηκαν και ξύλινα τμήματα αγγείων –κυρίως σώματα από κυλινδρικές πυξίδες (κουτιά)‒ καθώς και σανιδόμορφα τεμάχια ξύλου. Επρόκειτο για ένα σύνολο εντυπωσιακό, δεδομένου ότι το ξύλο, λόγω της σύστασής του, σπανιότατα διατηρείται στον χρόνο, αλλά δεν θα ήταν το μοναδικό μέσα στη δεκαετία.
Τον Σεπτέμβριο του 2013, κατά τη διάρκεια της σωστικής ανασκαφής στον χώρο ανέγερσης του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», η αρχαιολογική σκαπάνη σκόνταψε σε κάτι εκπληκτικό: πρόκειται για την ταφή ενός νεαρού ατόμου, ο νεκρός του οποίου είχε τοποθετηθεί μέσα σε μια ξύλινη θήκη, σε ένα μονόξυλο φέρετρο. Το σπάνιο αυτό εύρημα χρονολογείται στην αρχαϊκή εποχή (610-490/480 π.Χ.).
Οι συνθήκες (έντονη υγρασία και απουσία οξυγόνου) που επικρατούσαν στο σημείο εντοπισμού του αλλά και η παρουσία αργίλου υπήρξαν καταλυτικές ως προς τη διατήρησή του. Η εύρεσή του θεωρήθηκε από τους αρχαιολόγους μοναδική τύχη, καθώς το νεκροταφείο δεν έχει παντού την ίδια υγρασία.
Γνωρίζουμε ότι ήδη από τη 2η χιλιετία π.Χ., αν όχι παλιότερα, στην Ελλάδα χρησιμοποιούνταν ξύλινες κλίνες για την εναπόθεση ορισμένων νεκρών στους τάφους. Το φέρετρο, μήκους 1,61 μ., πλάτους 0,77 εκ. και πάχους από 3 ως 9 εκ., που βρέθηκε σχεδόν ανέπαφο, δεν αποτελείται από διαφορετικά ξύλα, όπως είθισται, αλλά είναι μονόξυλο, δηλαδή προέρχεται από τον κορμό ενός δέντρου. Οι συνθήκες (έντονη υγρασία και απουσία οξυγόνου) που επικρατούσαν στο σημείο εντοπισμού του αλλά και η παρουσία αργίλου υπήρξαν καταλυτικές ως προς τη διατήρησή του. Η εύρεσή του θεωρήθηκε από τους αρχαιολόγους μοναδική τύχη, καθώς το νεκροταφείο δεν έχει παντού την ίδια υγρασία. Ήταν, άραγε, το ξύλινο φέρετρο του Φαλήρου αρχικά μια λιμναία βάρκα από πλατάνι που έγινε το νεκρικό κρεβάτι για τον νεαρό κωπηλάτη της;
Τον Οκτώβριο του 2014 ολοκληρώνεται η αρχαιολογική διερεύνηση των αρχαίων φρεάτων που εντοπίστηκαν στον υπό κατασκευή σταθμό του μετρό «Δημοτικό Θέατρο», επί της πλατείας Αγίου Κωνσταντίνου. Σε ένα από αυτά «αποκαλύφθηκε και συλλέχθηκε ξύλινο περίοπτο γλυπτό όρθιας ενδεδυμένης ανδρικής μορφής», σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΥΠΠΟΑ.
Το ακέφαλο αυτό αγαλματίδιο, με σωζόμενο ύψος σχεδόν μισό μέτρο, θα ήταν στο εικονοστάσι του σπιτιού μαζί με μια μικρή μαρμάρινη Αρτέμη που βρέθηκε στο ίδιο σημείο. Ο Ερμής, ως Κερδώος, Εμπολαίος ή Αγοραίος, θεωρούνταν ο θεός της καλοτυχίας και της κερδοφορίας και λατρευόταν σε ιδιωτικά ιερά, σε κόγχες του σπιτιού ή σε ομοιώματα ναΐσκων, κάτι σαν προσκυνητάρια. Σε μια πόλη εμπόρων και ναυτικών σαν τον Πειραιά η λατρεία του Ερμή στα σπίτια ως προστάτη του εμπορίου δεν αποτελεί έκπληξη. Το γλυπτό προέρχεται από ένα σπίτι της ελληνιστικής περιόδου που εγκαταλείφθηκε μετά την καταστροφή του Πειραιά από τα ρωμαϊκά στρατεύματα του Σύλλα το 86 π.Χ. Μαζί με άλλα αντικείμενα οικοσκευής από φθαρτά υλικά κατέληξαν στα πηγάδια που σφραγίστηκαν από πυκνή λάσπη. Το μικροκλίμα, με σταθερή υγρασία και θερμοκρασία, και κυρίως οι αναερόβιες συνθήκες εμπόδισε τη δράση μικροοργανισμών που θα επέφεραν την αλλοίωσή τους. Έτσι διατηρήθηκαν περισσότερα από 550 ξύλινα αντικείμενα και άλλα οργανικά υλικά, προσφέροντας σήμερα πολύτιμες πληροφορίες οι οποίες, σε διαφορετική περίπτωση, θα είχαν χαθεί: ένα ολόκληρο φύλλο πόρτας, ξύλινες σφραγίδες, είδη καλλωπισμού (χτενάκια), τμήματα επίπλων, τυχερά παιχνίδια και μαγειρικά σκεύη, σπόροι και καρποί (φουντούκια, αμύγδαλα, καρύδια, ελιές, σταφύλια), χρονολογημένα από το β' μισό του 2ου αιώνα και μέχρι το 86 π.Χ.
10
Το αρχαιότερο(;) κρανίο Homo sapiens στην Ευρώπη
Συγκλονιστικές ανακαλύψεις δεν γίνονται μόνο στο πεδίο αλλά και στις αποθήκες των μουσείων. Ένα κρανίο που βρέθηκε σε σπήλαιο στη νότια Ελλάδα είναι το παλαιότερο απολίθωμα του Homo sapiens («έμφρων άνθρωπος») ή, έστω, μιας πρώιμης μορφής αυτού που ανακαλύφθηκε ποτέ στην Ευρώπη, σύμφωνα με όσα ανακοινωθήκαν το καλοκαίρι του 2019. Μέχρι τώρα τα πρώτα δείγματα των σύγχρονων ανθρώπων που είχαν βρεθεί στην Ευρώπη ήταν ηλικίας μικρότερης των 45.000 ετών. Το κρανίο που βρέθηκε στο σύμπλεγμα σπηλαίων «Απήδημα» στη Μάνη είναι σχεδόν πέντε φορές παλαιότερο, καθώς χρονολογείται πάνω από 210.000 χρόνια, σύμφωνα με τη δημοσίευση του έγκριτου περιοδικού «Nature».
Ένα δεύτερο κρανίο που βρέθηκε στο ίδιο σπήλαιο και εκτιμάται ότι είναι τουλάχιστον 170. 000 ετών διαθέτει χαρακτηριστικά Νεάντερταλ. Τα δύο κρανία είχαν ανακαλυφθεί στο τέλος της δεκαετίας του 1970, στη διάρκεια ερευνών του Ανθρωπολογικού Μουσείου της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Όμως έως τώρα δεν είχαν μελετηθεί διεξοδικά και είχαν παραμείνει σχετικά άγνωστα.
Την ανακοίνωση για τη σημαντική ανακάλυψη έκανε μια ομάδα Ελλήνων και ξένων επιστημόνων με επικεφαλής τη διακεκριμένη Ελληνίδα παλαιοανθρωπολόγο Κ. Χαρβάτη. Το εύρημα πιθανόν να αναδιαμορφώσει την ιστορία του πώς ο άνθρωπος εξαπλώθηκε στην Ευρώπη, όπως έγραψαν οι «Νew York Times». Σχεδόν παράλληλα δημοσιεύτηκε μια άλλη επιστημονική μελέτη από ερευνητές του Εθνικού Κέντρου Ερευνών της Γαλλίας (CNRS), που εξέτασαν κι αυτοί τα δύο κρανία από το σπήλαιο Απήδημα, καταλήγοντας σε ένα διαφορετικό συμπέρασμα, ότι αυτά αντιπροσωπεύουν μια μεταβατική φάση ανάμεσα στον Ευρωπαίο Όρθιο άνθρωπο(Homo erectus) και στους Νεάντερταλ.
Η ανακάλυψη της παλαιότητας του κρανίου «Απήδημα 1» και η εκτίμηση ότι ανήκει στον Homo sapiens ενισχύει την άποψη ότι οι πρόγονοι των σημερινών ανθρώπων εξαπλώθηκαν από την Αφρική προς την Ευρώπη και την Ασία νωρίτερα απ' ό,τι πιστεύεται. Η νέα μελέτη ενισχύει, επίσης, τη θεωρία ότι δεν υπήρξε μόνο μία «έξοδος» από τη μαύρη ήπειρο αλλά πολλές.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.