Πώς αποφασίσατε να παίξετε στις «Ευτυχισμένες Μέρες» φέτος;
Μα, δεν ήταν δική μου απόφαση. Ήταν επιλογή του σκηνοθέτη μου, του Αντώνη Αντύπα. Ήταν και ένα όνειρο δικό μου, που είχα παλιότερα, και το είχα ξεχάσει.
Λέτε συχνά στις συνεντεύξεις ότι δεν έχετε παίξει πολλούς από τους ρόλους που θα θέλατε.
Ναι, ναι, αυτό είναι αλήθεια, γιατί τα πράγματα που ήθελα εγώ δεν μπόρεσα να τα παίξω. Από τη μια, όταν ήμουν στο Εθνικό υπήρχε ρεπερτόριο κανονισμένο από άλλους. Μετά, στις ομάδες που φτιάξαμε, πάντα υπερίσχυε η γνώμη του σκηνοθέτη, γιατί αυτός είναι που θέλει πάρα πολύ να ανεβάσει ένα έργο, και εγώ πάντα έκανα πίσω στις επιθυμίες των άλλων. Τώρα το μετανιώνω, αλλά στερνή μου γνώση να σ' είχα πρώτα.
Πάντως, ο ρόλος της Γουίνι είναι θρυλικός. Η Πέγκι Άσκροφτ έλεγε ότι στο μέλλον οι γυναίκες θα θέλουν να παίξουν παρα πολύ αυτόν το ρόλο, ότι θα 'ναι σαν ένας θηλυκός Άμλετ.
Αναμφισβήτητα, είναι ένας σημαντικός ρόλος, ένα πάρα πολύ σπουδαίο σχολείο για τον ηθοποιό, γιατί είναι μονόλογος γραμμένος από έναν μεγάλο συγγραφέα. Είναι ένας ρόλος με γυναικεία υπόσταση. Σαφώς και τον έχουν παίξει και άντρες, αλλά δεν ήταν αυτή η πρόθεση του Μπέκετ.
Είχε πει, μάλιστα, ότι μόνο μια γυναίκα θα μπορούσε να υπομείνει την τύχη της Γουίνι.
Ακριβώς, αλλά δεν θεωρώ ότι πρόκειται για γυναικείο έργο. Το μόνο που ίσως είναι κάπως γυναικείο είναι η έλλειψη επικοινωνίας των γυναικών με τους συντρόφους τους - αυτό που μια γυναίκα μιλάει, μιλάει, μιλάει, αλλά ,από την άλλη πλευρά, υπάρχει μια μούγκα. Ωστόσο, δεν πρόκειται για γυναικείο έργο.
Απλώς εγώ σκεφτόμουν ότι όλη αυτή η στωικότητα και η υπομονή είναι γυναικείο χαρακτηριστικό.
Εγώ δεν θεωρώ ότι το έργο έχει στωικότητα και υπομονή, και αυτά, εξάλλου, μπορεί να τα 'χει οποιοσδήποτε άντρας μπορεί να βρεθεί στη θέση της Γουίνι. Αλλά, για μένα, αυτό που χαρακτηρίζει τη Γουίνι είναι η χαρά της ζωής, η αισιοδοξία της, η λαχτάρα της να κρατηθεί στη ζωή. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της. Το κάνει χωρίς να μεμψιμοιρεί, να αγκομαχά ή να αγανακτεί. Μου θυμίζει τον Οιδίποδα επί Κολωνώ, προς το τέλος του έργου: «Θνητός είμαι και πρέπει να υπομείνω τη μοίρα των θνητών». Μου 'χε κάνει φοβερή εντύπωση. Νομίζω ότι και η Γουίνι υπομένει τη μοίρα της όσο καλύτερα μπορεί, χωρίς να εγκαταλείπει τον εαυτό της, όπως λέει: μέχρι τελευταία στιγμή θα προσπαθεί να βρει από τα ψίχουλα που υπάρχουν γύρω της δικαιολογίες για να μπορεί να περνάει καλά τη μέρα της με όσος άγχος ή απελπισία και αν έχει μέσα της. Δεν την παίρνει από κάτω όμως - εκατομμύρια άνθρωποι είναι έτσι σε αυτό τον πλανήτη: άρρωστοι, παράλυτοι, σε αναπηρικά καρότσια. Δεν ξέρουμε ακριβώς τι συμβαίνει στη Γουίνι, για ποιον λόγο είναι ακινητοποιημένη: ο καθένας μπορεί να υποθέσει ό,τι θέλει, ψυχικά, σωματικά... Όλη η ανθρωπότητα το ίδιο πράγμα δεν βιώνει στην ουσία; Όλοι μας δεν προσπαθούμε να ξεγελάσουμε το διάστημα από τη γέννηση ως τον θάνατο; Ο άνθρωπος ήρθε σε αυτό τον πλανήτη μη γνωρίζοντας γιατί γεννήθηκε, πότε θα πεθάνει, τι θα γίνει μετά τον θάνατό του. Το ξεχνάει και συνεχίζει. Διασκεδάζει, παντρεύεται και κάνει παιδιά και καριέρα. Προσπαθεί να γεμίσει τη ζωή του όσο πιο δημιουργικά και ωραία μπορεί.
Ο Μπέκετ είπε, νομίζω, ότι ξεκίνησε με την πιο φριχτή εικόνα που μπορούσε να σκεφτεί: μια γυναίκα ακινητοποιημένη.
Όχι μόνο ακινητοποιημένη, αλλά και κάτω από έναν καυτερό ήλιο, σε μια απόλυτη μοναξιά. Είναι μια σουρεαλιστική εικόνα, αλλά το έργο προχωράει πιο πέρα από αυτό.
Σας απασχολεί το ότι το έργο παίχτηκε τόσο πρόσφατα από τη Φιόνα Σο με μεγάλη επιτυχία, παίχτηκε και πέρσι από τη Μίνα Αδαμάκη;
Όχι, καθόλου δεν με απασχολεί. Ο καθένας το ανεβάζει με τη δική του άποψη και οπτική. Εμένα θα μου άρεσε να δω την ίδια παράσταση σε 4 εκδοχές.
Είστε ένας άνθρωπος πολύ χαμηλών τόνων, κάτι που δεν συναντάει κανείς εύκολα σε αυτό το επάγγελμα.
Ναι, θεωρώ οτι είμαι πολύ τυχερή που βρέθηκα στον δρόμο του Χατζηδάκι και είπε ότι αυτό το κορίτσι θα μπορούσε να κάνει αυτήν τη δουλειά επιτυχημένα. Σε αυτόν οφείλω το ότι έγινα ηθοποιός. Λυπάμαι μόνο που εξαιτίας της δειλίας μου δεν πήγα να τον βρω να του πω πόσο καλό μου έκανε. Το θέατρο ήταν μια σανίδα σωτηρίας για να βγω από τη δειλία μου. Ήταν τρομερά καταπιεσμένα τα συναισθήματα μέσα μου, σαν μια χύτρα ταχύτητας, όταν δεν έχει ξεβιδώσει κανείς την ασφάλεια. Μέσα από το θέατρο μπόρεσα σιγά σιγά να ισορροπήσω.
Αυτή την εβδομάδα ανοίγουν και τα «45 τ.μ.», η ταινία που παίζετε. Πόσες ταινίες έχετε κάνει όλα αυτά τα χρόνια;
Έξι-εφτά. Την Ανατολική Περιφέρεια και την Κόκκινη Μαργαρίτα του Βαφέα, τον Κύριο με τα γκρι του Χούρσογλου, που πήρα και το Βραβειο Β' Γυναικείου Ρόλου στο Φεστιβάλ, το Γαλάζιο Φόρεμα, που πήρα το Βραβείο Α' Γυναικείου Ρόλου το 2005, μετά τα Μικρά Εγκλήματα και τώρα τα 45 τ.μ. Ποιο είναι το κριτήριό σας; Να μου αρέσει το σενάριο.
Σας ρωτάω γιατί διάβασα κάπου που αναφέρατε ότι δεν κάνετε τηλεόραση γιατί δεν είναι αρκετά τα χρήματα.
Δεν ισχύει αυτό. Μόνο μια φορά συνέβη να μου αρέσει πολύ ο ρόλος και άνθρωποι πολύ νεότεροί μου να προορίζονται να πάρουν πολύ περισσότερα λεφτά από μένα. Ε, αυτό δεν μου άρεσε. Αλλά έχω κάνει τηλεόραση. Την «Αστροφεγγιά», σίριαλ του Ποντίκα στο Mega, διάφορες μεταφορές του Ξενόπουλου στην ΕΡΤ, τα «Πέτρινα Λιοντάρια»... Έχω κάνει και το «Εν Ιορδάνη», που έπαιζε και η Βάνα Μπάρμπα - αν έχετε αϋπνίες, το παίζει κάτι αξημέρωτες ώρες στον Alpha. Μετά το «Δέκα» δεν μου έχουν προτείνει κάτι άλλο, πάντως. Μου αρέσει η τηλεόραση, φτάνει να έχω το κείμενο μερικές μέρες πριν, αλλιώς δεν μπορώ - θα βγω με γυάλινο μάτι και θα αναρωτιέμαι «τι πρέπει να πω τώρα;». Ο χρόνος δεν ειναι πολυτέλεια αλλά απαραίτητο συστατικό στη δουλειά μας.
Λέτε συχνά πόσο απαισιόδοξη είστε όσον αφορά το ανθρώπινο γένος.
Δεν είναι ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι αξιό- λογοι και υπέροχοι. Με απογοητεύει ο τρόπος που έχουμε καταντήσει να ζού- με, χωρίς ποιότητα, ενώ παγκοσμίως βλέπουμε να γίνονται πόλεμοι ή να καταστρέφεται ο πλανήτης. Πώς γίνεται κάποιος με μυαλό να καταστρέφει τον τόπο που ζει; Kαι γιατί να μην μπορεί να καταλάβει ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίδιοι και μπορούμε να μοιραζόμαστε τα αγαθά; Περιμένεις ότι όσο περνάνε τα χρόνια, ο άνθρωπος θα ζει καλύτερα. Υπάρχει ένα σύμπαν ολόκληρο που δυστυχεί, δεν έχει να φάει, δεν έχει περίθαλψη...
Εσείς, με τη δική σας δουλειά, αισθάνεστε ότι μπορείτε να αλλάξετε κάτι από όλα αυτά;
Κοιτάξτε, η τέχνη, αν είναι καλή, προσφέρει, εκτός από δυο ώρες ψυχαγωγίας, και μια δυνατότητα: να σκεφτεί κανείς όμορφα πράγματα και να νιώσει δύναμη. Εγώ θυμάμαι ότι, όταν ήμουν μικρή και είδα την Πλισέτσκαγια να χορεύει στην τηλεόραση, ένιωσα να παίρνω πολλή δύναμη και να θέλω να κάνω κι εγώ ωραία πράγματα στη ζωή μου. Νομίζω οτι αυτή είναι η δύναμη της τέχνης, αλλά δεν ξέρω πόσα μπορεί να αλλάξει. Ο Παρθενώνας και ο Σαίξπηρ υπάρχουν εδώ και αιώνες και 'μεις είμαστε τα ίδια και χειρότερα.
σχόλια