Γιάννης Βαρελάς
Είναι ένας απ’ τους πιο σημαντικούς Έλληνες εικαστικούς της γενιάς του. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας κι έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Royal College of Arts στο Λονδίνο, ενώ τα τελευταία χρόνια ζει μεταξύ Αθήνας και Βιέννης. Χαρακτηριστικό του είναι τα κολάζ με τεράστιες, ανθρωπόμορφες φιγούρες. «Η δουλειά μου πάντοτε ήταν ανθρωποκεντρική και απ’ το σύνολό της οι φιγούρες είναι ίσως οι πιο γνωστές. Πάντα μ’ ενδιέφεραν η ανάδειξη και η διερεύνηση των αρχέτυπων μορφών που περιγράφουν την ουσία του ανθρώπινου όντος, κι έτσι ξεκίνησα να φτιάχνω φιγούρες, περιγράφοντας το βασικό στέλεχος ενός αφηγηματικού εργαλείου», εξηγεί ο Γιάννης Βαρελάς. «Στη δουλειά μου μ’ ενδιαφέρει η παρατήρηση των νοηματοδοτικών μηχανισμών της ανθρώπινης αντίληψης, δηλαδή οι διεργασίες αυτές που μας επιτρέπουν να αναγνωρίζουμε, να ταξινομούμε και να αξιολογούμε ουσιαστικά τον κόσμο γύρω μας προκειμένου να αντιδράσουμε. Τώρα, οι μετατοπίσεις αυτών των νοημάτων είναι εκείνες που, μέσα στον ψυχισμό των ανθρώπων, παράγουν τις ιδιαιτερότητες της συμπεριφοράς μεταξύ αυτού που θεωρείται λογικό και αυτού που θεωρείται παράλογο. Κάπως έτσι δημιουργούνται οι εμμονές, οι συμπεριφορικές μεταπτώσεις, ακόμη-ακόμη οι νευρώσεις ή και οι μανίες. Για μένα, οι μετατοπίσεις αυτές στη δουλειά μου λειτουργούν ως μια ιδιότυπη δραματουργία, η οποία συντονίζει κατά κάποιον τρόπο το ύφος, τη δράση και την ένταση της δικής μου αφήγησης. Στο πλαίσιο αυτού του σκεπτικού αποφάσισα να δουλέψω πάνω στο έργο Δούλες του Ζαν Ζενέ, το οποίο και παρουσιάζω στην έκθεση του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ».
Αναστασία Δούκα
Η Αναστασία Δούκα είναι μια καλλιτέχνις που εμπιστεύεται υπερβολικά την οπτική της μνήμη. «Κοιτάζω επίμονα ανθρώπους και αντικείμενα, ζώα και χώρες/χάρτες. Στη συνέχεια φαντασιώνομαι ανύπαρκτα αναπτύγματα και άχρηστες τομές τους, αυτό που για μένα είναι στην ουσία το οργανικό σημείο συνάντησής τους. Κατατάσσω τα σημεία σε layers και οργανώνω αυτό το εικονικό τοπίο με τη μέθοδο της αινιγματικής απομίμησης της Σφίγγας: κοντά στο ρεαλιστικό, χωρίς όμως την πρακτική απάντηση που προσφέρει το φυσικό. Αυτό είναι το δικό μου τοπίο/background, που συνήθως μεταφέρεται στυλιζαρισμένο και άκαμπτο σαν tableau vivant και στα γλυπτά που φτιάχνω. Τέλος, επιμένω να εργάζομαι χειρωνακτικά και να χρησιμοποιώ συμμετρικά και τα δυο μου χέρια, ζηλεύοντας την τεχνική που έχουν μόνο οι μάστορες ή οι αθλητές. Στην εγκατάσταση «Lazy Susan not», το έργο παίρνει το όνομά του από τον κυκλικό δίσκο σερβιρίσματος που περιστρέφεται έτσι ώστε να σερβιριστούν οι συνδαιτυμόνες ενός γεύματος. «Το “Lazy Suzan not” ξεκινάει από τη μανία της ανθρώπινης προσπάθειας για την ολοκλήρωση του προσωπικού στιγμιαίου ή και μεγαλόπνοου στόχου. Για μένα, αυτή η μανία στήριξης, όρθωσης, συνέχισης, εξάντλησης και τελικά ολοκλήρωσης της προσπάθειας βρίσκει το οπτικό της αντίκρισμα στο υπαρκτό γλυπτό της θαλάσσιας πλατφόρμας άντλησης πετρελαίου. Εικονικός και κεντρικός ήρωας της πλατφόρμας είναι ο τυχοδιώκτης, περιπλανώμενος».
Ευτύχης Πατσουράκης
Ο Ευτύχης Πατσουράκης μεγάλωσε σ’ ένα χωριό της Κρήτης κοντά στο Λυβικό Πέλαγος, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, «σε μια ιδιαίτερη συνθήκη που ο Παζολίνι έχει περιγράψει ως “την κοινωνία του ψωμιού”». Το έργο που παρουσιάζει αποτελείται από δύο ιδιότυπα κολάζ, ένα επιδαπέδιο έργο με τίτλο «Δέρμα» και ένα επιτοίχιο με τίτλο «Ορίζοντας». «Το έργο “Δέρμα” προκύπτει μέσα από τη συναρμογή αντικειμένων (χαλάκια εισόδων πολυκατοικιών) που λίγο πριν βρίσκονταν στη διαχωριστική γραμμή μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, φέροντας έντονα τα ανθρώπινα ίχνη μιας τριβής με την καθημερινότητα. Το έργο αποτελεί ομαδικό πορτρέτο μιας καθημερινής ιεροτελεστίας που συνδέεται με έννοιες όπως η κάθαρση και η συλλογικότητα. Το έργο “Ορίζοντας” αποτελείται από 4 θαλασσογραφίες άγνωστων και ανώνυμων ζωγράφων. Τοποθετώντας κατάλληλα κάθε ζωγραφικό έργο δίπλα στο άλλο, προκύπτει ένας τεχνητά κοινός, συνεχής ορίζοντας. Σκέφτομαι πάνω στις διαδρομές μη ανα- γνωρισμένων από τον επίσημο κανόνα της τέχνης καλλιτεχνών. Διαδρομές που αναπτύσσονται μέσα από την απεικόνιση θαλασσών, κυμάτων και απειλητικών οριζόντων. Το έργο αυτό είναι ένα είδος ομαδικής έκθεσης που θέλει να στοχάζεται πάνω σε έννοιες όπως η επιθυμία, η συνεύρεση και η ήττα».
Αλεξάνδρα Μπαχζέτση
Στο έργο της «Mainstream» (ίσως το πιο σημαντικό που έχει κάνει μέχρι στιγμής) η Αλεξάνδρα Μπαχζέτση, μέσω μιας χορογραφίας, επιχειρεί ένα σχόλιο πάνω στο Χόλιγουντ, στις τηλεοπτικές σαπουνόπερες και στον τρόπο που αυτά παρουσιάζουν τις ανθρώπινες χειρονομίες και το γυναικείο σώμα. Παίζει στα όρια του υψηλού και του χαμηλού, του αληθοφανούς και της ψευδαίσθησης, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του σώματος και τις παραστατικές τέχνες. Η δουλειά της είναι κυρίως χορογραφική και αναζητά τη χρυσή τομή μεταξύ των λαϊκών και εμπορικών ειδών (όπως οι ρο- μαντικές κομεντί, τα βιντεοκλίπ της χιπ χοπ σκηνής) και της θεωρούμενη υψηλής τέχνης (δηλαδή, το μπαλέτο, ο χορός, η περφόρμανς). Η Μπαχζέτση είναι γεννημένη το 1974 στη Ζυρίχη (όπου και ζει ακόμα), έχει πλούσιο βιογραφικό, ενώ έχει ασχοληθεί με το θέατρο, τον χορό και τις οπτικές τέχνες. Αναφορές και κριτικές για τη δουλειά της έχουν δημοσιευθεί σε δεκάδες περιοδικά του χώρου της τέχνης καθώς και σε σχετικά σάιτ, όλες με διθυραμβικά σχόλια (μπορείτε να πάρετε μια ιδέα στο προσωπικό της σάιτ, alexandrabachzetsis.com). Έχει, επίσης, συνεργαστεί με σημαντικά ονόματα του χορού όπως η «τρομερή» Γερμανίδα Sasha Waltz και τα Μπαλέτα C de la B (μια από τις καλύτερες ομάδες του Βελγίου). Άκομα, αποτελεί ιδρυτικό μέλος της κολεκτίβας καλλιτεχνών Company (με πολύ ενδιαφέρον έργο, μέρος του οποίου μπορείτε να δείτε στο myspace.com/actactact), ενώ το 2008 πήρε μέρος στην πέμπτη Μπιενάλε του Βερολίνου, και μάλιστα με μια μεγάλη ατομική έκθεση με τίτλο «Show».
Θεόδωρος Σταματογιάννης
Ο Θεόδωρος Σταματογιάννης είναι ένας από τους νεαρότερους υποψηφίους για το φετινό βραβείο ΔΕΣΤΕ. Τα τελευταία χρόνια ζει στη Γλασκόβη και κάθε φορά που επιστρέφει στην Αθήνα βρίσκει μια πόλη εν κινήσει. «Είναι μια περίοδος κατά την οποία οι περισσότεροι μιλά- με πλέον για πράγματα που δεν μας αρέσουν. Αυτό, όμως, έχει ενδιαφέρον και είναι ενδεικτικό του ότι αλλάζουμε και είμαστε σε θέση να κοιτάξουμε γύρω μας, χωρίς αγκυλώσεις, απαιτώντας αλλαγές για πράγματα τα οποία μέχρι τώρα ήταν περίπου δεδομένα, κρυμμένα κάτω απ’ το χαλί, και πολύ απλά, με την κρίση, βγήκαν στην επιφάνεια». Το έργο με το οποίο συμμετέχει επιδιώκει να επαναπροσδιορίσει τα όρια μεταξύ γλυπτικής και αρχιτεκτονικής μέσα από υλικά και τεχνικές που έχουν οικειοποιηθεί και οι δύο πλευρές. «Αποτελεί συνέχεια της έρευνάς μου σε σχέση με το πώς αρχιτεκτονικές χωροταξικές σχέσεις, που ορίζονται από βασικά δομικά στοιχεία, μπορούν να τροποποιηθούν με σκοπό τη δημιουργία ενός γλυπτικού χώρου. Στο συγκεκριμένο έργο, που είναι ένα ανάγλυφο, αυτό προσπαθώ να το πετύχω με την ελαχιστοποίηση του όγκου και τη χρήση μοτίβων που προϋπήρχαν στον χώρο όπου παρουσιάζεται το έργο».
Ειρήνη Μίγα
Η Ειρήνη Μίγα γεννήθηκε το 1981 στη Λάρισα, ενώ τώρα μένει στη Νέα Υόρκη. Έχει συμμετάσχει σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις, έχει δείξει τη δουλειά της σε ατομικές στην Αθήνα και στο Τόκιο κι έχει σπουδάσει με υποτροφία στο Columbia, ενώ πέρυσι βραβεύθηκε με το Fulbright Award. Στη δουλειά της χρησιμοποιεί προσωπικές και ιστορικές αναφορές, μέσα, όμως, από αλληγορίες, ενώ την ενδιαφέρει ν’ ανακαλύψει την ποίηση και το ειδύλλιο που δημιουργείται μέσω του χειρισμού παλιών, απόμακρων γεγονότων και πολιτιστικών προϊόντων, δίνοντας νέες ερμηνείες και νόημα στο παρόν. Στα φετινά βραβεία του ΔΕΣΤΕ συμμετέχει με το έργο «When you think I am not there, please knock harder». «Είναι μια εγκατάσταση την οποία δημιούργησα ειδικά για τον χώρο που μου δόθηκε στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Έχει δομηθεί πάνω σε αντινομίες όπως φωτεινό/σκοτεινό, όμορφο/απωθητικό, μερικό/ολικό, εσωτερικό/εξωτερικό, έμψυχο/ άψυχο. Εμπνεύστηκα από το έργο του Ρολάν Μπαρτ The empire of signs και στόχος μου είναι “ένα ολικό αλλά διασπασμένο θέαμα”, που αποτελείται απο κατακερματισμένα μέρη, η αποκάλυψη μιας υποτιθέμενης αρχής κι ενός ενδεχόμενου τέλους και της αδιάσπαστης ενότητας της ψυχής που βρίσκεται πάνω από όλα όσα προανέφερα», λέει η Ειρήνη Μίγα. «Οι αναφορές μου ποικίλλουν. Ξεκινάνε από τοπικά στοιχεία, όπως κεντήματα, παλιοί και σύγχρονοι μύθοι, μνήμες τόπων, και φτάνουν στη θεωρία των συμβόλων του Καρλ Γιουνγκ, τη σκέψη του Φρόιντ, τη δόμηση των λογοτεχνικών έργων του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, του Φραντς Κάφκα και του Φερνάντο Πεσόα».
σχόλια