Τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές, σκέψεις, ενοχές και διστακτικότητα χορεύουν στο μυαλό μου. «Μα, καλά, σε αυτές τις πρωτοφανείς στιγμές για την ανθρωπότητα, εσύ θα γράψεις για την κοινωνιολογία;». Πράγματι, οι προκλήσεις και οι πιέσεις που οι ανθρώπινες κοινωνίες θα δεχτούν το επόμενο διάστημα είναι πολύπλευρες και ισχυρές. Τεκτονικές αλλαγές στα εργασιακά δικαιώματα, στην κοινωνική συνοχή, στη διαχείριση της καθημερινότητας. Ψυχικοί τριγμοί, απότομες (άρα βίαιες) μετατοπίσεις σε κάθε σφαίρα της ανθρώπινης (συν)ύπαρξης.
Ίσως, όμως, ο λόγος που πρέπει να υπερασπιστώ την κοινωνιολογία είναι ακριβώς όλα αυτά. Η κοινωνιολογία είναι ένα μέσο (αυτο)άμυνας, για να παραφράσω τον Πιέρ Μπουρντιέ. Άμυνας απέναντι στις κοσμογονικές αλλαγές που έρχονται. Η κοινωνιολογία είναι σαν ένα ζευγάρι γυαλιά που το φοράς για να δεις διαφορετικά. Για να βαφτίσεις την εμπειρία, για να κάνεις το οικείο, ανοίκειο, να το δεις με έκπληξη σα να είναι η πρώτη φορά που το αντικρίζεις.
Οι σπουδές μου με ταξίδεψαν σε πολλούς γνωστικούς κλάδους: φιλοσοφία, παιδαγωγική και ψυχολογία (το τέως Φ.Π.Ψ.), νεότερη και σύγχρονη ιστορία, κοινωνική εργασία και τώρα κοινωνική ανθρωπολογία. Ένιωσα την ώσμωση, τις συνεργασίες, τις διασταυρώσεις που κάνουν –και πρέπει να κάνουν– οι επιστήμες του ανθρώπου.
Η κοινωνιολογία και οι κοινωνικές επιστήμες εν γένει καλούνται να διαδραματίσουν έναν ιδιαίτερο ρόλο στο σχολείο του αύριο. Η κυβέρνηση οφείλει να ανακαλέσει την αντιεκπαιδευτική, μικροπολιτική και κοντόφθαλμη απόφασή της άμεσα.
Και μετά γύρισα στην εκπαίδευση. Ενώ η διαθεματικότητα και η συνεργασία των επιστημών είναι φιλόδοξη διακήρυξη, στην πράξη η ελληνική εκπαίδευση δεν αντέχει την αλλαγή, την ανανέωση, τη συνομιλία και τη συνεργασία. Μόλις πήγε η κοινωνιολογία να κάτσει στο πλάι των κλασικών και ανθρωπιστικών επιστημών (λογοτεχνία, φιλοσοφία, αρχαία γραμματεία) έφαγε μια δυνατή αγκωνιά.
Η βούληση του υπουργείου να αφαιρέσει την κοινωνιολογία από τις πανελλήνιες γεννά πολλά ερωτηματικά – ειδικά στις έκτακτες στιγμές που ζούμε. Υπό το φως μάλιστα της μομφής που απηύθυνε σε βάρος της κοινωνιολογίας ο Άδωνις Γεωργιάδης, η απόφαση που φέρεται να έχει πάρει το υπουργείο μπορεί εύλογα να ερμηνευτεί ως ρεβανσισμός. Ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Εύκολοι μανιχαϊσμοί: η κοινωνιολογία αριστερή επιστήμη, ενοχλητικό ζιζάνιο που οικειοποιείται το εκλογικό ακροατήριο της Ν.Δ.
Άραγε, όμως, να ήταν αριστερός ο Σωκράτης με τα κοινωνιοκεντρικά ερωτήματά του; Αριστερός και ο Αριστοτέλης που οραματιζόταν δωρεάν παρεχόμενη εκπαίδευση κοινή για όλους τους Αθηναίους πολίτες; Η καταδίκη του πλουτισμού από τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο λέτε να ήταν αγρίως κομμουνιστική; Μήπως να εξορίσουμε και τον Ρίτσο και τον Βάρναλη για να μη νιώθει ο κ. Γεωργιάδης την επαπειλούμενη πολιτική του ταυτότητα να τρέμει; Να αποστειρώσουμε την εκπαίδευση από το «σήμερα»; Να μην πιάσουμε τις καυτές πατάτες του ανθρώπινων μετακινήσεων, των κοινωνικών ανισοτήτων, της πολιτικής αλλοτρίωσης, της κρίσης της δημοκρατίας;
Τα παιδιά διψούν να συζητήσουν. Και η κοινωνιολογία με τα στέρεα εργαλεία που διαθέτει δεν αφήνει να διολισθήσουν οι συζητήσεις αυτές σε καφενειακού επιπέδου τσιτάτα. Τις ντύνει θεωρητικά. Ευνοεί τον συστηματικό, λογικά συγκροτημένο και τεκμηριωμένο λόγο. Η ίδια μάλιστα κυοφορήθηκε στις κοσμοϊστορικές αλλαγές που έφερε η βιομηχανική και γαλλική επανάσταση στην ανθρώπινη διανόηση.
Τα είδα τα παιδιά μου φέτος και τα θαύμασα. Τα έζησα στις τάξεις. Να παρακολουθούν με ενδιαφέρον την επιχειρηματολογία του Μπουρντιέ για τη συνάρθρωση του μορφωτικού κεφαλαίου της οικογένειας και της σχολικής επίδοσης. Μετά από τόσα χρόνια κοινοτοπιών «για ανιαρά βιβλία, ανεπαρκείς υποδομές και δασκαλοκεντρική μάθηση» άκουσαν την άποψη ότι η σχολική επίδοση εγγράφεται στις κοινωνικές, μορφωτικές και οικονομικές διαιρέσεις της κοινωνίας.
Γιατί να φοβίζει αυτό; Η μελλοντική παιδαγωγός θα ευαισθητοποιηθεί και θα νιώσει την ευθύνη για τον κρίσιμο ρόλο της να αντισταθμίσει τις εκπαιδευτικές αδικίες. Να ενισχύσει τα λιγότερο προνομιούχα παιδιά. Ο εκκολαπτόμενος ψυχολόγος της θεωρητικής θα ακούσει για πρώτη φορά τον πατέρα της ψυχανάλυσης και θα καταλάβει καλά ότι ο εαυτός αναδύεται (και) κοινωνικά. Ο μελλοντικός πολιτικός επιστήμονας θα ακούσει για την εκλογική συμπεριφορά και τους παράγοντες που την συγκαθορίζουν. Ο νομικός και ο αξιωματικός της αστυνομίας για την εγκληματικότητα και τον κοινωνικό έλεγχο. Ο θεολόγος για τις λειτουργίες της θρησκείας. Ο δημοσιογράφος για τα ΜΜΕ ως φορέα κοινωνικοποίησης.
Η συντριπτική πλειονότητα των σχολών του ανθρωπιστικού και κοινωνικού προσανατολισμού (à propos, πόσο μεγάλη ειρωνεία οι κοινωνικές επιστήμες να μην εκπροσωπούνται σε μια κατεύθυνση που φέρει το όνομά τους) απαιτεί γνώσεις κοινωνιολογίας. Οι σύνθετες, πολυπολιτισμικές κοινωνίες απαιτούν γνώσεις κοινωνιολογίας. Η σμίλευση της δημοκρατικής συνείδησης απαιτεί κοινωνικές και πολιτικές γνώσεις. Ο έφηβος που βιώνει τις συγκλονιστικές κοινωνικές, σωματικές, γνωστικές και ηθικές αλλαγές και διαμορφώνει τις –ολοένα πιο ρευστές και μεταβαλλόμενες– ταυτότητές του διψά για κοινωνιολογία.
Σε πρακτικό επίπεδο, η αφαίρεση της κοινωνιολογίας από τις πανελλήνιες θα είναι η εργασιακή ταφόπλακα για τους χιλιάδες φοιτητές (παραπάνω από 20 σχολές στην Ελλάδα βγάζουν κοινωνικούς επιστήμονες που εντάσσονται στον ενιαίο κλάδο ΠΕ78) κοινωνικών επιστημών. Αναπληρωτές δεν θα τοποθετηθούν ξανά, ωρομίσθιοι σε φροντιστήρια δεν θα ανανεώσουν τις συμβάσεις τους και ακόμα και μόνιμοι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν στη δημόσια εκπαίδευση θα τελούν εν κινδύνω. Σε έναν ήδη ρημαγμένο από την ανεργία, την ετερό-/υπό-απασχόληση κλάδο η κυβέρνηση θα ρίξει την χαριστική βολή. Εν μέσω πανδημίας και κοινωνικής ανησυχίας.
Η κοινωνιολογία και οι κοινωνικές επιστήμες εν γένει καλούνται να διαδραματίσουν έναν ιδιαίτερο ρόλο στο σχολείο του αύριο. Η κυβέρνηση οφείλει να ανακαλέσει την αντιεκπαιδευτική, μικροπολιτική και κοντόφθαλμη απόφασή της άμεσα.
Και αν ανησυχεί για το ότι η κοινωνιολογία κάνει τα παιδιά μας αριστερά, ας ρίξει μια ματιά στο «καλύτερο βιογραφικό της χώρας» που έχει σπουδάσει κοινωνικές επιστήμες.
σχόλια