Ο πιο σκανδαλώδης πίνακας που ζωγράφισε ποτέ ο Γερμανός ζωγράφος και χαράκτης Ότο Ντιξ, γνωστός για τις ωμές και ιδιαίτερα ρεαλιστικές απεικονίσεις της κοινωνίας της δημοκρατίας της Βαϊμάρης και της κτηνωδίας του πολέμου και ένας από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες της Νέας Αντικειμενικότητας, είναι το χαμένο του έργο «The Trench» (Η τάφρος).
Ένα αιώνα μετά τη δημιουργία του και την κατακραυγή που προκάλεσε όταν εκτέθηκε, είναι στο επίκεντρο των αρχείων του Όττο Ντιξ που άνοιξαν στο κοινό. Η Γερμανική Ακαδημία Τεχνών στην οποία ανήκουν δε μπορεί φυσικά να παρουσιάσει το χαμένο έργο, αλλά μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του, χάρη στα σχολαστικά αρχεία που κρατούσε ο Ντιξ με τα έργα του. Ήταν κολλημένο στο πίσω μέρος μιας κάρτας ευρετηρίου και τώρα έχει καταχωρισθεί στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων της Ακαδημίας.
Το αρχείο του Ότο Ντιξ είναι εξαιρετικό και περιλαμβάνει 4.000 κάρτες ευρετηρίου των έργων του, περίπου 300 επιστολές προς τον καλλιτέχνη, καταλόγους και δημοσιεύσεις που περιλαμβάνουν αναφορές σε εκθέσεις του έργου του, ακόμη και το κουτί του που περιέχει όλο τον εξοπλισμό του, το οποίο εκτίθεται σε βιτρίνα στην Ακαδημία Τεχνών. Οι κάρτες ευρετηρίου είναι πολύτιμες για ιστορικούς τέχνης και ερευνητές, επειδή περιλαμβάνουν όχι μόνο λεπτομέρειες όπως μετρήσεις και μέσα που χρησιμοποιεί, αλλά και πληροφορίες σχετικά με την ιδιοκτησία των έργων του, συμπεριλαμβανομένων όσων κατασχέθηκαν από τους Ναζί στην εκστρατεία τους κατά της «εκφυλισμένης» σύγχρονης τέχνης και έργα όπως η «Τάφρος» που χάθηκε στον πόλεμο.
Το έργο καταδικάστηκε από τους Ναζί, κατασχέθηκε και συμπεριλήφθηκε στην έκθεση εκφυλισμένης τέχνης (Entartete Kunst) που πραγματοποιήθηκε στο Μόναχο το 1937. Πουλήθηκε σε έναν έμπορο έργων τέχνης στις αρχές του 1940, αλλά η τύχη του δεν είναι γνωστή.
Με αυτό το έργο η Ακαδημία Τεχνών εγκαινιάζει το αρχείο και την εκατονταετηρίδα από την πρώτη έκθεσή του.
Γνωστός ως μία από τις πιο ζωντανές απεικονίσεις της φρίκης του πολέμου, ο πίνακας έδειχνε μια τάφρο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου μετά από βομβαρδισμό με ακρωτηριασμένα σώματα, σκισμένα άκρα και εγκεφάλους να ξεχύνονται από κρανία. Τη χρονιά που προβλήθηκε στην Πρωσική Ακαδημία Τεχνών, ο διάσημος κριτικός Julius Meier-Graefe έγραψε ότι «όχι απλώς ήταν άσχημα ζωγραφισμένο, αλλά επαίσχυντα». Άλλοι είδαν τη δύναμή του: ο Max Liebermann, τότε πρόεδρος της Ακαδημίας, το περιέγραψε σε μια ιδιωτική επιστολή ως «η προσωποποίηση του πολέμου» και «ένα από τα πιο σημαντικά έργα της μεταπολεμικής εποχής».
Η ελαιογραφία του Ντιξ φιλοτεχνήθηκε από το 1920 έως το 1923, και ήταν ένα από τα πολλά αντιπολεμικά έργα του τη δεκαετία του 1920, εμπνευσμένη από την εμπειρία του στον πόλεμο των χαρακωμάτων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Θεωρήθηκε αμφιλεγόμενος όταν πρωτοεκτέθηκε στην Κολωνία το 1923. Αποκτήθηκε από το Μουσείο της πόλης της Δρέσδης το 1928 αλλά δεν εκτέθηκε εκεί ποτέ.
Το έργο καταδικάστηκε από τους Ναζί, κατασχέθηκε και συμπεριλήφθηκε στην έκθεση εκφυλισμένης τέχνης (Entartete Kunst) που πραγματοποιήθηκε στο Μόναχο το 1937. Πουλήθηκε σε έναν έμπορο έργων τέχνης στις αρχές του 1940, αλλά η τύχη του δεν είναι γνωστή.
Ο Ντιξ ήταν φοιτητής τέχνης στη Δρέσδη πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στρατολογήθηκε το 1915 και υπηρέτησε στον Αυτοκρατορικό Γερμανικό Στρατό ως πολυβολητής στο Ανατολικό και Δυτικό Μέτωπο. Μετά τον πόλεμο, επέστρεψε για σπουδές στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Δρέσδης και στη συνέχεια στην Ιταλία.
Οι φρικτές εμπειρίες του στα χαρακώματα ενέπνευσαν την αντιπολεμική τέχνη που δημιούργησε μετά το 1920, συμπεριλαμβανομένου του έργου «Η τάφρος».
Απεικόνιζε το άθλιο αποτέλεσμα ενός βομβαρδισμού από ο πυροβολικό μιας γερμανικής τάφρου με τη σκηνή γεμάτη με τα υπολείμματα του πολέμου: ερειπωμένο κτίριο, στρατιωτικά σύνεργα όπως μάσκες αερίων και θραύσματα σωμάτων από νεκρούς στρατιώτες.
«Στο κρύο, ωχρό, απόκοσμο φως της αυγής...εμφανίζεται μια τάφρος στην οποία μόλις συνέβη ένας καταστροφικός βομβαρδισμός. Μια δηλητηριώδης κίτρινη λίμνη θείου αστράφτει στα βάθη σαν ένα χαμόγελο από την κόλαση. Η τάφρος είναι γεμάτη με αποτρόπαια ακρωτηριασμένα σώματα και ανθρώπινα θραύσματα… Από ανοιχτά κρανία αναβλύζουν εγκέφαλοι· σκισμένα άκρα, έντερα, κομμάτια στολών, βλήματα πυροβολικού που σχηματίζουν έναν άθλιο σωρό... Μισοσκεπασμένα λείψανα πεσόντων, που πιθανότατα ήταν θαμμένα στους τοίχους του τάφρου αναμειγνύονται με τα φρέσκα, αιματοβαμμένα πτώματα. Ένας στρατιώτης έχει εκσφενδονιστεί έξω από το όρυγμα και βρίσκεται πάνω από αυτό, καρφωμένος σε πασσάλους», γράφει ο Walter Schmits στην Kölnische Zeitung στις 7 Δεκεμβρίου 1923.
Ο πίνακας όταν εκτέθηκε στο Μουσείο Wallraf–Richartz στην Κολωνία συγκλόνισε το κοινό και προκάλεσε διαμαρτυρίες από πρώην στρατιώτες. Χαρακτηρίστηκε σκανδαλώδης και ο κόσμος συνέρρεε για να το δει. «Είναι η πιο φριχτή εικόνα που έχω δει ποτέ ζωγραφισμένη» γράφει ο ιστορικός τέχνης Heribert Reiners, «επομένως θα βρει πολλούς που θα είναι εχθρικοί».
Η «Τάφρος» εκτέθηκε από τον Max Liebermann στην ανοιξιάτικη έκθεση της Πρωσικής Ακαδημίας Τεχνών στο Βερολίνο το 1924. Ο δήμαρχος της Κολωνίας, ήταν κατά του να φυλάσσεται ο πίνακας από το μουσείο. Η δύναμη των διαμαρτυριών και της κριτικής οδήγησε το μουσείο να επιστρέψει τον πίνακα στον καλλιτέχνη τον Ιανουάριο του 1925. Τελικά, ο πίνακας αποκτήθηκε από το Μουσείο της πόλης της Δρέσδης το 1928, αλλά εξακολουθούσε να θεωρείται πολύ αμφιλεγόμενος για να εκτεθεί σε μια δημόσια συλλογή.
Ο Ντιξ έγινε καθηγητής στην Ακαδημία της Δρέσδης το 1927, αλλά ήταν ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που έχασε τη δουλειά του μετά την άνοδο του Ναζιστικού Κόμματος στην εξουσία στη Γερμανία το 1933. Του απαγορεύτηκε να εκθέσει τα έργα του και πάνω από 250 από αυτά σε δημόσιες συλλογές κατασχέθηκαν
Ο πίνακας συμπεριλήφθηκε στην πρώτη Schandausstellung («έκθεση ντροπής») που διοργάνωσε ο Richard Müller στο Neues Rathaus στη Δρέσδη το 1933. Οι «εξέχοντες Ναζί» επισκέπτες στην έκθεση της Δρέσδης Γκέμπελς, Γκέρινγκ και Χίτλερ, οποίοι παρατήρησαν, ότι "Είναι κρίμα που αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να φυλακιστούν". Η «Τάφρος» ήταν ένα από τα οκτώ έργα του Ντιξ που συμπεριλήφθηκαν στην Έκθεση Degenerate Art στο Μόναχο το 1937. Η σημείωση κάτω από έργο έγραφε: «Εδώ, η «τέχνη» μπαίνει στην υπηρεσία της μαρξιστικής προπαγάνδας για αντιρρησίες συνείδησης».
Το Trench (Η Τάφρος) δεν συμπεριλήφθηκε στη δημοπρασία ορισμένων έργων εκφυλισμένης τέχνης από τη γερμανική κυβέρνηση στη Λουκέρνη τον Ιούνιο του 1939. Τα στοιχεία δείχνουν ότι αγοράστηκε τον Ιανουάριο του 1940 από τον έμπορο έργων τέχνης Bernhard A. Böhmer πιθανότατα, αλλά η μοίρα του δεν είναι γνωστή. Παραμένει χαμένο και μπορεί να έχει καταστραφεί στον πόλεμο.
Με πληροφορίες από Otto Dix archive, Germany Academy of Arts