Λίγες καλλιτέχνιδες είχαν τόσο αξιοσημείωτη και ποικίλη καλλιτεχνικά καριέρα τον 20ό αιώνα όσο η Σόνια Ντελονέ. Αυτήν ακριβώς την πρωτοποριακή της προσέγγιση και την επιδίωξή της να ενώσει την τέχνη με την καθημερινή ζωή θα παρουσιάσει το Bard Graduate Center από τις 23 Φεβρουαρίου έως τις 7 Ιουλίου με την έκθεση «Sonia Delaunay: Living Art».
Σε αυτήν θα εκτίθενται έργα που δεν έχουν εκτεθεί ποτέ στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων σπάνιων ενδυμάτων ραπτικής από τη δεκαετία του 1920, εξαιρετικά φιλοτεχνημένων επίπλων που σχεδίασε η Ντελονέ για το διαμέρισμά της στο Παρίσι το 1924 και μιας ταπετσαρίας που παρήγγειλε το γαλλικό κράτος τη δεκαετία του 1970.
Συνολικά, η έκθεση θα περιλαμβάνει σχεδόν 200 αντικείμενα που αποδεικνύουν τον αριστοτεχνικό τρόπο που χρησιμοποιεί το χρώμα η Ντελονέ είτε σε πίνακες, είτε σε τραπουλόχαρτα, είτε σε έπιπλα είτε στη μόδα γενικά. Επεκτείνεται επίσης στη λιγότερο γνωστή μεταπολεμική παραγωγή της, οπότε γνώρισε μια δεύτερη χρυσή εποχή.
Η έκθεση φωτίζει τις έξυπνες στρατηγικές της Ντελονέ για την προώθηση, το branding και την υιοθέτηση των νέων μέσων, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο κατέρριψε τα παραδοσιακά εμπόδια μεταξύ των καλών και των διακοσμητικών τεχνών. Ρίχνοντας φως εκ νέου στην καριέρα της και στη διεπιστημονική προσέγγιση της παραγωγής της, σε πλευρές δεν έχουν ερευνηθεί ποτέ, καταδεικνύει πώς η καλλιτέχνις εφάρμοσε τη μοναδική γλώσσα του χρώματος και του φωτός σε ένα καλειδοσκοπικό σύμπαν αποτελούμενο από αντικείμενα και εσωτερικούς χώρους.
Η Σόνια Ντελονέ υπήρξε μια καινοτόμος που ξεπέρασε τα συμβατικά καλλιτεχνικά όρια και αφοσιώθηκε στην τέχνη της. Εργάστηκε τολμηρά, αψηφώντας τις καλλιτεχνικές ιεραρχίες, συγχωνεύοντας βασίλεια δημιουργίας που η Ιστορία της Τέχνης έχει από καιρό χωρίσει σε καλές και διακοσμητικές τέχνες.
Η Ντελονέ υπήρξε μια καινοτόμος που ξεπέρασε τα συμβατικά καλλιτεχνικά όρια και αφοσιώθηκε στην τέχνη της. Εργάστηκε τολμηρά, αψηφώντας τις καλλιτεχνικές ιεραρχίες, συγχωνεύοντας βασίλεια δημιουργίας που η Ιστορία της Τέχνης έχει από καιρό χωρίσει σε καλές και διακοσμητικές τέχνες. Φιλοπερίεργη, ανοιχτή σε ιδέες και τεχνικές, όπως και στην πρωτοπορία, με βαθύ σεβασμό στην καλλιτεχνική κληρονομιά και στη δεξιοτεχνία, δημιούργησε μια δική της τέχνη που, όπως έλεγε ο σύζυγός της, εικαστικός Ρομπέρ Ντελονέ, «δεν δανείζεται τίποτε από το παρελθόν και αποτυπώνει πλήρως το πνεύμα της εποχής μας».
Ζωγραφική, μόδα και ντιζάιν
Όταν το 1968 ο οίκος Ντιόρ και ο τότε καλλιτεχνικός διευθυντής του Marc Bohan επέλεξαν ένα γεωμετρικό σχέδιο της Ντελονέ από τη δεκαετία του 1920 για μια εμφάνιση της Françoise Hardy, κανένας δεν φαντάστηκε ότι το σχέδιο δεν θα ήταν της εποχής που παρουσιάστηκε πρώτη φορά. Ήταν φρέσκο, έφερνε τον αέρα μιας εκπληκτικής νεωτερικότητας, της καθαρής ομορφιάς και μιας παθιασμένης, ασυμβίβαστης ελευθερίας – χαρακτηριστικά που καθιστούν την Ντελονέ διαχρονική και πάντα επίκαιρη. Το 2019 η Maria Grazia Chiuri, καλλιτεχνική διευθύντρια του Ντιόρ, επέλεξε ένα φόρεμα με γεωμετρικά μοτίβα ως αφετηρία για τη συλλογή του φθινοπώρου, μια επανερμηνεία του σχεδίου της Ντελονέ.
Αυτή η σπουδαία καλλιτέχνις του 20ού αιώνα εκφράστηκε μέσα από τις εφαρμοσμένες τέχνες, τη δημιουργία υφασμάτων, ρούχων και αντικειμένων. «Όλα τα έργα μου έγιναν για γυναίκες και όλα ήταν φτιαγμένα σε σχέση με το σώμα. Δεν ήταν αντίγραφα πινάκων που μεταφέρθηκαν σε γυναικεία σώματα» είχε πει, μιλώντας για μια πτυχή της δουλειάς της.
Έφτιαχνε πίνακες ζωγραφικής, ενδύματα, υφάσματα και εργαλεία για την παραγωγή τους, έπιπλα, ποικίλα έργα σε χαρτί, κοσμήματα, βιβλία, ταινίες αβανγκάρντ, πολλαπλά έργα τέχνης – έφτιαξε και ένα χαλί. Οι δημιουργίες της ήταν εναρμονισμένες με την καθημερινή και ανθρώπινη κλίμακα.
Η Ντελονέ δημιούργησε προσεκτικά μια ταυτότητα μοναδική στην εποχή της. Γεννημένη το 1885 στη Ρωσική Αυτοκρατορία, στη σημερινή Ουκρανία, όταν μετά τις σπουδές της μετακόμισε στο Παρίσι, συνίδρυσε το καλλιτεχνικό κίνημα Orphism, γνωστό για τη χρήση έντονων χρωμάτων και γεωμετρικών σχημάτων, μαζί με τον σύζυγό της Ρομπέρ Ντελονέ και άλλους καλλιτέχνες. Το Λούβρο την τίμησε το 1964 με την πρώτη αναδρομική έκθεση που έγινε σε εν ζωή καλλιτέχνιδα.
Όταν βρέθηκαν στην Ισπανία με τον σύζυγό της στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αποφάσισαν να μείνουν εκεί. Στη Μαδρίτη γνώρισε τον Sergei Diaghilev και έκανε κοστούμια για την παραγωγή του έργου «Κλεοπάτρα», διακόσμησε το Petit Casino (ένα νυχτερινό κέντρο διασκέδασης) και ίδρυσε την Casa Sonia, πουλώντας τα σχέδιά της για εσωτερική διακόσμηση και μόδα. Έκανε επίσης τα κοστούμια για την παράσταση της «Aida» στη Βαρκελώνη. .
«Έζησα την τέχνη μου»
Ταξίδεψε στο Παρίσι δύο φορές το 1920, αναζητώντας ευκαιρίες στον κλάδο της μόδας, και έγραψε μια επιστολή στον Paul Poiret, δηλώνοντας ότι ήθελε να επεκτείνει την επιχείρησή της και να συμπεριλάβει σε αυτήν μερικά από τα σχέδιά του. Ο Poiret αρνήθηκε, ισχυριζόμενος ότι είχε αντιγράψει σχέδια από το δικό του Ateliers de Martine και ότι ήταν παντρεμένη με έναν λιποτάκτη.
Όταν επέστρεψαν στο Παρίσι ήταν άφραγκοι, γι' αυτό πούλησε τον πίνακα «La charmeuse de serpents» («The snake charmer») του Henri Rousseau – έτσι έλυσε τα οικονομικά τους προβλήματα. Έφτιαχνε ρούχα για πελάτες και φίλους και το 1923 δημιούργησε πενήντα σχέδια για υφάσματα, χρησιμοποιώντας γεωμετρικά σχήματα και έντονα χρώματα, κατά παραγγελία ενός κατασκευαστή από τη Λιόν. Αμέσως μετά ξεκίνησε τη δική της επιχείρηση και το simultané έγινε το σήμα κατατεθέν της. Έκανε πελάτισσές της την αφρόκρεμα του Παρισιού και πίστευε ακράδαντα στην επίδραση της ζωγραφικής στη μόδα. Σχεδίασε επίσης υφάσματα υψηλής ραπτικής, έπιπλα, καθώς και τα λεγόμενα «φορέματα-ποιήματα», έναν καινοτόμο τρόπο συμπερίληψης του γραπτού και του προφορικού λόγου στο έργο της μαζί με άλλα εντυπωσιακά κοστούμια αβανγκάρντ.
Από το 1976 ανέπτυξε μια σειρά από υφάσματα, επιτραπέζια σκεύη και κοσμήματα σε συνεργασία με τη γαλλική εταιρεία Artcurial, εμπνευσμένη από τη δουλειά της τη δεκαετία του 1920. Το 1967 συμμετείχε σε μια έκθεση αυτοκινήτων διακοσμημένων από καλλιτέχνες με τίτλο «Cinq voitures personnalisées par cinq artistes contemporains» που διοργανώθηκε από το περιοδικό «Réalités» ως έρανος για τη γαλλική ιατρική έρευνα. Σχεδίασε το μοτίβο για ένα Matra 530, πειραματιζόμενη με οπτικά εφέ. Η Ντελονέ πέθανε το 1979, στο Παρίσι, σε ηλικία 94 ετών. Τα σχέδια, οι πίνακες και τα διακοσμητικά είδη της μελετώνται και σήμερα και τα μοτίβα που χρησιμοποίησε θεωρούνται αξεπέραστα.