Η Jeyasre Kathiravel απασχολούνταν ως μοδίστρα σε εργοστάσιο στο Dindigul, μία μακρινή γωνιά της νότιας Ινδίας. Οι απολαβές της μικρές αλλά σημαντικές για την επιβίωση της οικογένειάς της. Στα 20 της χρόνια ονειρευόταν ένα καλύτερο μέλλον, αλλά η σκληρή πραγματικότητα την πρόλαβε.
Η νεαρή έπαιρνε λιγότερα από 100 ευρώ μηνιαίως για να ράβει ρούχα για μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις της Δύσης. Μετά από τις εξαντλητικές βάρδιες γύριζε στο σπίτι της και διάβαζε για να δώσει εξετάσεις δημόσιας διοίκησης. Μία ημέρα έφυγε για τη δουλειά της και δεν επέστρεψε ποτέ.
Το πτώμα της βρέθηκε τέσσερις μέρες αργότερα και οι Αρχές προχώρησαν στη σύλληψη του προϊσταμένου της V Thangadurai για τη δολοφονία της.
Η 20χρονη έπεφτε συχνά θύμα σεξουαλικών παρενοχλήσεων από τον κατηγορούμενο αλλά δεν είχε καταγγέλλει τίποτα, φοβούμενη την απόλυση, όπως εκμυστηρεύτηκε συνάδελφός της. Πλην του φόβου, όμως, αισθανόταν και ανίσχυρη γιατί ο – μελλοντικός – δολοφόνος της δρούσε σε γνώση των υπευθύνων του εργοστασίου.
«Αυτός ο άνδρας τη βασάνιζε, αλλά δεν ήξερε τι να κάνει γιατί φοβόταν να χάσει τη δουλειά της» είπε η μητέρα της, Muthuakshmi Kathiravel και εξέφρασε την οδύνη της για την απώλεια της «τόσο καλής» και «εξυπηρετικής» κόρης της. «Ήθελε να κάνει άλλα πράγματα στη ζωή της».
Το τραγικό τέλος της 20χρονης έδωσε δύναμη και σε άλλες γυναίκες να μιλήσουν για τους βασανιστές τους, σηκώνοντας έτσι το πέπλο πάνω από την σκληρή πραγματικότητα στα εργοστάσια που εξυπηρετούν τις ανάγκες κολοσσών, που επενδύουν στη «γρήγορη μόδα».
«Η σεξουαλική παρενόχληση των γυναικών στη βιομηχανία ρουχισμού συνδέεται άμεσα με την απόγνωσή τους να κρατήσουν τις δουλειές τους, με κάθε κόστος» σημείωσε η πρόεδρος του Συνδικάτου Κλωστοϋφαντουργίας και Κοινής Εργασίας της περιοχής (TTCU).
«Τα ρούχα που φορούν οι πολίτες των πλούσιων χωρών, είναι γεμάτα με τ’ αποτυπώματά τους, αλλά ο πόνος τους αποσιωπάται».
Η Κοινοπραξία για τα Δικαιώματα των Εργαζομένων (WRC), ένας παγκόσμιος οργανισμός που διερευνά εργασιακές καταχρήσεις, έκανε ανεξάρτητη έρευνα για το εργοστάσιο όπου απασχολούνταν η 20χρονη και τα αποτελέσματα της έκθεσης είναι συνταρακτικά.
Οι συνεντεύξεις με 60 εργαζόμενες και τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν απ΄αυτές οδήγησε στο συμπέρασμα πως η Jeyasre δεν ήταν η μόνη γυναίκα που δολοφονήθηκε. Οι ερευνητές δηλώνουν βέβαιοι πως υπάρχουν τουλάχιστον άλλα δύο θύματα, με τα εγκλήματα να χρονολογούνται το 2019 και το 2021.
Οι δολοφονίες φαίνεται ότι έγιναν εντός του εργοστασίου και οι υπεύθυνοι διέταξαν τις εργαζόμενες να μην μιλήσουν.
Πλην αυτών των εγκλημάτων, στην έκθεση αναφέρεται πως την τελευταία δεκαετία ήταν «διάχυτη» η σωματική και λεκτική σεξουαλική παρενόχληση αλλά και οι βιασμοί. Θύτες, συχνά, οι προϊστάμενοι.
Οι εργαζόμενες είπαν στους ερευνητές ότι οι άνδρες προϊστάμενοί τους τις εκφόβιζαν και τις ταπείνωναν δημόσια επειδή δεν είχαν επιτύχει τους στόχους παραγωγής και ότι υφίσταντο συχνά λεκτική κακοποίηση και σεξουαλικές προσβολές. Οι ερευνητές διαπίστωσαν, επίσης, ότι η διοίκηση του εργοστασίου ανεχόταν τις διακρίσεις λόγω κάστας.
Η ιδιοκτήτρια εταιρεία του εργοστασίου αμφισβητεί την ακρίβεια «ορισμένων δηλώσεων στην έκθεση του WRC» και δεσμεύεται πως έχει λάβει μέτρα για την «προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών εργαζομένων».
Τον περασμένο μήνα, υπογράφηκαν πρωτοποριακές και νομικά δεσμευτικές συμφωνίες μεταξύ της επιχείρησης Eastman Exports, της TTCU καθώς και δύο διεθνών ομάδων για τα δικαιώματα των εργαζομένων, της Asia Floor Wage Alliance (AFWA) και της Global Labour Justice (GLJ). Μεταξύ άλλων διατάξεων, προβλέπεται ο ορισμός επόπτη της TTCU εντός του εργοστασίου αλλά και μηδενική ανοχή σε παρενόχληση, λεκτική και σωματική κακοποίηση.
Παρά τη συμφωνία ωστόσο, η Rola Abimourched, αναπληρώτρια διευθύντρια ερευνών και ισότητας των φύλων στο WRC, υπογραμμίζει πως «αντιμετωπίζουμε επιδημία έμφυλης βίας στην παγκόσμια βιομηχανία μόδας, αλλά επειδή αποδέκτες είναι φτωχές γυναίκες που εργάζονται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, δεν λογίζεται ως το τεράστιο σκάνδαλο ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είναι».
Το TTCU εξετάζει συνολικά 29 περιπτώσεις θανάτων γυναικών κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. «Έχουμε δει πολλές γυναίκες να πεθαίνουν σε εργοστάσια στην περιοχή και δεν γίνεται τίποτα για να διαλευκανθούν οι υποθέσεις ή να αποδοθούν ευθύνες» είπε η πρόεδρος του Συνδικάτου, Thivya Rakini.
Η Anannya Bhattacharjee, διεθνής συντονίστρια της AFWA, επεσήμανε πως ότι η οργάνωσή της έχει καταγράψει πολλές περιπτώσεις κατάφωρης βίας με βάση το φύλο σε εργοστάσια ενδυμάτων σε όλη την Ασία.
«Με την πάροδο των ετών, σε όλες τις χώρες παραγωγής, έχουμε γίνει μάρτυρες και έχουμε καταγράψει γυναίκες εργάτριες ενδυμάτων που παρενοχλούνται λεκτικά και σωματικά, να δέχονται επιθέσεις να απειλούνται και να στερούνται βασικών δικαιωμάτων» είπε η ίδια.
«Εργάζονται σε αυτό το εργοστάσιο περισσότερα από 20 χρόνια και έχω δει απαίσια πράγματα να συμβαίνουν. Βιασμοί, αυτοκτονίες ακόμα και δολοφονίες» σημείωσε μία εργαζόμενη στην Ινδία. «Οι εργάτριες δεν έχουν τη δύναμη να πουν όχι σε άνδρες σε θέσεις εξουσίας, είτε είναι προϊστάμενοι, είτε μάνατζερ. Μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν σε κάθε γυναίκα. Είμαστε όλες στο έλεός τους και δεν έχουμε κανέναν να μας υποστηρίξει».
Εργαζόμενες στην Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και τη Σρι Λάνκα μίλησαν, επίσης, στους ερευνητές της AFWA για παρόμοιες συνθήκες στα εργοστάσιά τους. Αναφέρθηκαν σε διευθυντές που τις ανάγκαζαν να παίρνουν χάπια για να καθυστερήσουν την περίοδό τους, προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους παραγωγής, άνδρες που εξανάγκαζαν εργάτριες σε σεξουαλικές σχέσεις για να τους φτιάξουν τις ραπτομηχανές τους αλλά και απολύσεις σε περίπτωση καταγγελιών.
Με πληροφορίες από Guardian