Οι μυστηριώδεις εξαφανίσεις δύο Κινέζων που κατέγραψαν σε εικόνες τα όσα συνέβαιναν στη Γουχάν, το επίκεντρο της επιδημίας του κοροναϊού, προκαλούν αντιδράσεις και προβληματισμό για τους μηχανισμούς ελέγχου της ενημέρωσης από το Πεκίνο.
Fang Bin, ο ντόπιος καταστηματάρχης περνά δίπλα από ένα μπεζ βανάκι, παρκαρισμένο έξω από το νοσοκομείο της Γουχάν, κρυφοκοιτά μέσα από τη μισάνοιχτη πόρτα του και μετρά πτώματα: «Πέντε, έξι, επτά, οκτώ σακούλες... Πάρα πολλοί νεκροί...» μονολογεί.
Αυτό το σχόλιο, αυτή η στιγμή σε ένα βίντεο 40 λεπτών όπου κατέγραφε, περιπλανώμενος στην πόλη του, τις επιπτώσεις της επιδημίας του κοροναϊού, τον έκανε αστραπιαία σταρ στο ίντερνετ. Κι έπειτα, λιγότερο από δύο εβδομάδες μετά, είχε εξαφανιστεί.
Chen Qiushi, δικηγόρος από την ανατολική Κίνα, ήδη γνωστός πριν το ξέσπασμα της επιδημίας. Είχε ταξιδέψει στο Χονκγ Κονγκ κατά τη διάρκεια των μεγάλων διαδηλώσεων υπέρ της δημοκρατίας, τα είχε βάλει με τις κινεζικές αρχές, οι οποίες -όπως ο ίδιος ενημέρωσε αργότερα- έσβησαν όλους τους λογαριασμούς του στα social media. Όταν το ξέσπασμα του κοροναϊού προκάλεσε τον αποκλεισμό της Γουχάν, αυτοανακηρύχθηκε δημοσιογράφος και πήρε τους δρόμους για να καταγράψει τα όσα συνέβαιναν: «Τι σόι δημοσιογράφος είσαι όταν δεν τολμάς να σπεύσεις στην πρώτη γραμμή...» έλεγε ο ίδιος. Κι έπειτα εξαφανίστηκε.
Αυτό που συνέδεε τους κυρίους Φανγκ και Τσεν ήταν τα δεκάδες βίντεο, streaming, εικόνες που κατέγραψαν από το επίκεντρο της επιδημίας. Ήταν το κατόρθωμά τους να απαθανατίσουν τις ατελείωτες ουρές έξω από τα νοσοκομεία. Τους ανήμπορους ασθενείς. Την αγωνία των συγγενών.
Το, πολλές φορές αφιλατράριστο, αμοντάριστο, υλικό τους κυκλοφόρησε ευρέως, άλλο ένα δείγμα της «δίψας» για αντικειμενική ενημέρωση και έλλειψης ανεξάρτητων πηγών, αλλά και της δυσαρέσκειας των πολιτών για τους χειρισμούς της κυβέρνησης στην κρίση αυτή.
Στα βίντεό του που είχαν εκατομμύρια views στο YouTube, ο Τσεν έπαιρνε συνεντεύξεις από ντόπιους που είχαν χάσει ανθρώπους τους, είχε καταγράψει μία γυναίκα να καταρρέει ενώ περίμενε να εξεταστεί, είχε επισκεφτεί ένα εκθεσιακό κέντρο που είχε μετατραπεί σε χώρο καραντίνας.
Όσο ο καιρός περνούσε, ο Τσεν έχανε την ενέργειά του, έμοιαζε καταπονημένος: «Φοβάμαι» είπε τελικά στις 30 Ιανουαρίου, «μπροστά μου είναι ο ιός. Πίσω μου είναι η νομική και διοικητική ισχύς της Κίνας».
Στις 7 Φεβρουαρίου, ένας φίλος του Τσεν πόσταρε βίντεο όπου έλεγε πως, σύμφωνα με τους γονείς του, ο δικηγόρος - ακτιβιστής είχε τεθεί σε καραντίνα, παρότι δεν είχε εμφανίσει συμπτώματα ασθένειας.
Σε αντίθεση με τον Τσεν, ο Φανγκ ήταν ένας άγνωστος πωλητής ρούχων που το μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητάς του στο YouTube περιοριζόταν σε ενθουσιώδη βίντεο για την παραδοσιακή κινεζική ενδυμασία.
Όταν ξέσπασε η επιδημία, άρχισε να ποστάρει βίντεο με τους έρημους δρόμους και τα κατάμεστα νοσοκομεία της Γουχάν. Όπως και στην περίπτωση του Τσεν, όμως, κάποια στιγμή άρχισε να φαίνεται υπερβολικά ανήσυχος. Στις 2 Φεβρουαρίου περιέγραψε σε βίντεό του πώς αξιωματούχοι κατέσχεσαν το λάπτοπ του και τον ανέκριναν για το υλικό στις τσάντες του. Δύο μέρες μετά κατέγραψε μια ομάδα ανθρώπων έξω από το σπίτι του οι οποίοι, όπως είπε, τον ρωτούσαν πράγματα. Τους αγνόησε, προκαλώντας τους να σπάσουν την πόρτα του.
Στα τελευταία του βίντεο, ο Φανγκ είχε γίνει υπερβολικά πολιτικός δημοσίως, κάτι που στη χώρα του είναι σπάνιο έως παρακινδυνευμένο. Καταγράφοντας μέσα από το σπίτι του, είπε πως ήταν περικυκλωμένος από αστυνομικούς με πολιτικά και κατήγγειλε την «απληστία για εξουσία» και την «τυραννία».
Virtually imprisoned at home, #FangBin, who shot that viral "8 bodies in 5 minutes" video of #Wuhan hospital, says the only reason the police hasn't broken in is the world's attention. He cannot stop speaking out. "If they don't come to me, they'll turn to you." #Coronavirus pic.twitter.com/oa95mDNgXF
— 曾錚 Jennifer Zeng (@jenniferatntd) February 8, 2020
Ένα βιντεάκι μόλις 12 δευτερολέπτων στις 9 Φεβρουαρίου όπου καλούσε σε αντίσταση τους πολίτες, έμελλε να είναι και το τελευταίο του, πριν την διαφαινόμενη σύλληψή του.
«Όταν ξαφνικά προκύψει μία κρίση, όλοι θέλουν να έχουν πρόσβαση σε ένα ευρύτερο φάσμα περιεχομένου και ενημέρωσης» εξηγεί η Σάρα Κουκ, φοιτήτρια κινεζικών σπουδών στο Freedom House - ανεξάρτητη οργάνωση για την ελευθερία και την δημοκρατία με έδρα τις ΗΠΑ.
Η εξαφάνιση των δύο ανδρών υποδεικνύει πως το κυβερνών κομμουνιστικό κόμμα δεν έχει σκοπό να χαλαρώσει τους περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου.
Τον περασμένο μήνα, ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ είπε πως οι αξιωματούχοι έπρεπε να «ενισχύσουν την καθοδήγηση της κοινής γνώμης». Κι ενώ τα κινεικά social media είχαν πλημμυρίσει με φόβο, αγωνία και οργή, η κυβέρνηση επέμενε στους άριστους χειρισμούς του προέδρου Σι στη μάχη κατά του κοροναϊού, ποστάροντας χαρούμενα βίντεο με γιατρούς και νοσηλευτές να χορεύουν.
Πάνω από 350 άνθρωποι σε ολόκληρη την Κίνα τιμωρήθηκαν για «διακίνηση φημών» αναφορικά με τον κοροναϊό, σύμφωνα με κινεζική οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Chinese Human Rights Defenders).
Όπως επισημαίνει η Yaqui Wang, ερευνήτρια της ΜΚΟ Human Rights Watch, οι Αρχές μοιάζουν να «ανησυχούν εξίσου, αν όχι περισσότερο, με τη φίμωση των επικρίσεων όσο και με την εξάπλωση του κοροναϊού», επαλαμβάνοντας το ίδιο μοτίβο όπως και σε προηγούμενες κρίσεις. Η ίδια συμπληρώνει πως «η κυβέρνηση πρέπει να μάθει από την εμπειρία της και να κατανοήσει πως η ελεύθερη διακίνηση ενημέρωσης, η διαφάνεια και ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα, θα διευκολύνουν, δεν θα επιβραδύνουν, τον έλεγχο της επιδημίας. Οπότε οι κινεζικές αρχές αυτοϋπονομεύονται, εξαφανίζοντας τους Φανγκ και Τσεν. Και τώρα, με τη διεθνή προσοχή στραμμένη στους δύο άνδρες, οι εξαφανίσεις σίγουρα δεν βοηθούν την 'ανοιχτή, διαφανή και υπεύθυνη' ρητορική που η κυβέρνηση θέλει να πείσει τη διεθνή κοινότητα πως ακολουθεί».
Με πληροφορίες από New York Times/Quartz