Η πανδημία θα μπορούσε να αναστρέψει την παγκόσμια πρόοδο δεκαετιών στην εξάλειψη του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων (FGM), προειδοποιούν οι υπηρεσίες του ΟΗΕ ενόψει της Διεθνούς Ημέρας για την εξάλειψη της επιβλαβούς πρακτικής.
Τα κλειστά σχολεία, τα lockdown και η διακοπή των υπηρεσιών που προστατεύουν τα κορίτσια, έχουν θέσει εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο σε αυξημένο κίνδυνο να υποστούν ακρωτηριασμό.
Αυτό σημαίνει ότι άλλα δύο εκατομμύρια κορίτσια θα μπορούσαν να υποβληθούν σε αυτή την πρακτική έως το 2030, σύμφωνα με την UNICEF, με αποτέλεσμα τη μείωση κατά 33% των παγκόσμιων προσπαθειών για την εξάλειψη.
«Χάνουμε έδαφος στον αγώνα για τον τερματισμό του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, με τρομερές συνέπειες για εκατομμύρια κορίτσια όπου η πρακτική είναι πιο διαδεδομένη», δήλωσε η Nankali Maksud, Ανώτερη Σύμβουλος της UNICEF για την Πρόληψη των Επιβλαβών Πρακτικών.
«Όταν τα κορίτσια δεν έχουν πρόσβαση σε ζωτικές υπηρεσίες, σχολεία και κοινοτικά δίκτυα, ο κίνδυνος ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων αυξάνεται σημαντικά – απειλώντας την υγεία, την εκπαίδευση και το μέλλον τους».
Για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Μηδενικής Ανοχής για τον Ακρωτηριασμό των Γυναικείων Γεννητικών Οργάνων, που γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 6 Φεβρουαρίου, οι υπηρεσίες του ΟΗΕ κάνουν έκκληση για ισχυρότερη δράση για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της υγείας και της ακεραιότητας των γυναικών και των κοριτσιών.
Ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων αποτελεί έγκλημα και παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων των γυναικών τόνισαν σε κοινή δήλωσή τους ο Ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ, η αντιπρόεδρος για θέματα Αξιών και Διαφάνειας Βιέρα Γιούροβα, η αντιπρόεδρος για θέματα Δημοκρατίας και Δημογραφίας Ντούμπραβκα Σούιτσα, η Επίτροπος Ισότητας Χέλενα Ντάλι και η Επίτροπος Διεθνών Εταιρικών Σχέσεων κ.Γιούτα Ουρπιλάινεν, υπογραμμίζοντας ότι «Πρέπει να τον σταματήσουμε».
«Τίποτα δεν δικαιολογεί μια τέτοια φρικτή πρακτική, που έχει πολύ σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία των γυναικών και των κοριτσιών, όπως λοιμώξεις, στειρότητα και χρόνιο πόνο. Η πρακτική αυτή θέτει σε κίνδυνο την υγεία και την ευημερία χιλιάδων γυναικών και κοριτσιών και μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στον θάνατό τους» αναφέρουν.
Στην κοινή ανακοίνωση επισημαίνεται ότι «αν και πολλές κοινότητες έχουν εγκαταλείψει την πρακτική αυτή και τα πολιτισμικά ήθη αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου, η πανδημία COVID-19 έχει επιβραδύνει την πρόοδο προς την εξάλειψή της. Οι συνθήκες εγκλεισμού καθιστούν την εξασφάλιση πρόσβασης σε υπηρεσίες πρόληψης, προστασίας και φροντίδας πιο σημαντική από ποτέ».
«Η εξάλειψη όλων των μορφών έμφυλης βίας, συμπεριλαμβανομένου του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, βρίσκεται στο επίκεντρο των πολιτικών της ΕΕ για την ισότητα» προσθέτουν τα μέλη του Σώματος των Επιτρόπων.
Τονίζουν δε ότι «δεν μπορούμε να ανεχθούμε τη βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών».
Τουλάχιστον 200 εκατομμύρια γυναίκες και κορίτσια σε όλο τον κόσμο σήμερα έχουν υποβληθεί σε FGM, όρος που αναφέρεται σε όλες τις διαδικασίες που περιλαμβάνουν αλλοίωση ή τραυματισμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων για μη ιατρικούς λόγους.
Η απάνθρωπη αυτή τακτική πραγματοποιείται κυρίως σε νεαρά κορίτσια από τη βρεφική ηλικία έως την ηλικία των 15 ετών, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και για διάφορους πολιτιστικούς και κοινωνικούς λόγους που διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή.
Για παράδειγμα, σε ορισμένες κοινότητες θεωρείται απαραίτητο μέρος της ανατροφής ενός κοριτσιού και της προετοιμασίας του για την ενηλικίωση και τον γάμο. Σε άλλες, ο ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων συνδέεται με πολιτιστικά ιδανικά θηλυκότητας και σεμνότητας.
Τα κορίτσια που υποβάλλονται σε ακρωτηριασμό, αντιμετωπίζουν βραχυπρόθεσμες επιπλοκές όπως έντονο πόνο, σοκ, υπερβολική αιμορραγία, λοιμώξεις και δυσκολία στην ούρηση. Υπάρχουν επίσης μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη σεξουαλική και αναπαραγωγική τους υγεία, καθώς και στην ψυχική υγεία.