Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε την Παρασκευή σε μαζικές απολύσεις σχεδόν του συνόλου του προσωπικού της Διεύθυνσης Πολιτικών Δικαιωμάτων του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας (D.H.S.), διαλύοντας ουσιαστικά την υπηρεσία που ήταν υπεύθυνη για την εποπτεία της αυστηρής μεταναστευτικής πολιτικής της κυβέρνησης.
Περισσότεροι από 100 υπάλληλοι ενημερώθηκαν ότι τίθενται σε άδεια 60 ημερών για να βρουν άλλη θέση στη διοίκηση, διαφορετικά θα απολυθούν τον Μάιο, σύμφωνα με πηγές από την κυβέρνηση. Ταυτόχρονα, ο Τραμπ έκλεισε το γραφείο του διαμεσολαβητή για τις Υπηρεσίες Ιθαγένειας και Μετανάστευσης, αφαιρώντας έναν ακόμη μηχανισμό ελέγχου της πολιτικής του.
Η απόφαση αυτή εντάσσεται στη στρατηγική του προέδρου για την εξάλειψη των θεσμών που εμποδίζουν την ατζέντα του και ενισχύει την παρουσία πιστών στελεχών εντός της διοίκησης. Το Γραφείο Πολιτικών Δικαιωμάτων και Ελευθεριών ήταν αρμόδιο για τη διερεύνηση καταγγελιών μεταναστών και των οικογενειών τους, καθώς και για την εποπτεία άλλων υπηρεσιών του υπουργείου, όπως η Υπηρεσία Ασφάλειας Μεταφορών (TSA) και η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διαχείρισης Έκτακτων Αναγκών (FEMA).
Η κυβερνητική εκπρόσωπος του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας, Τρίσια ΜακΛάφλιν, υπεραμύνθηκε της απόφασης, δηλώνοντας ότι στόχος είναι να «εξορθολογιστεί η εποπτεία και να αρθούν τα εμπόδια στην επιβολή του νόμου». Ωστόσο, πρώην αξιωματούχοι χαρακτηρίζουν την κίνηση αυτή ως μια ξεκάθαρη προσπάθεια αποδυνάμωσης κάθε ελέγχου πάνω στη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται μόλις λίγες ημέρες μετά την άρνηση της διοίκησης Τραμπ να συμμορφωθεί με δικαστική απόφαση, που ζητούσε πληροφορίες για την αμφιλεγόμενη χρήση νόμου του 18ου αιώνα για την απέλαση μεταναστών χωρίς νομική διαδικασία σε φυλακή στο Ελ Σαλβαδόρ.
«Είναι μια επίδειξη πλήρους περιφρόνησης προς κάθε μηχανισμό ελέγχου της εξουσίας τους», σχολίασε η Ντέμπορα Φλάισακερ, πρώην επικεφαλής προσωπικού της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Τελωνείων υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν.
Η πολιτική αυτή αναμένεται να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, καθώς η απομάκρυνση της συγκεκριμένης υπηρεσίας στερεί τη δυνατότητα ανεξάρτητης διερεύνησης καταγγελιών για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε θέματα μετανάστευσης και ασφάλειας.